Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2014

Ε, βρε! Πώς αλλάζουν οι καιροί!!! Μας εστάλλει μέσω του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου

Synantisi Papa kai Patr.jpg
Θέματα ανάρτησης: Οικουμενισμός, Πατριάρχης Βαρθολομαίος, Πάπας Φραγκίσκος, Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός
Ο υμνογράφος της Εκκλησίας μας, στην ακολουθία του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού, την οποία ψάλλωμεν κάθε 19 Ιανουαρίου, παρομοιάζει τον Άγιο Μάρκο ως τον Αρχάγγελο Μιχαήλ, διότι ανέκοψε τον κατήφορο των Ορθοδόξων προς τις κακοδοξίες του Παπισμού, ενώ τον Πάπα τον ομοιάζει προς τον εγωιστή Άγγελο Εωσφόρο, ο οποίος ήθελε να στήσει τον θρόνο του υπεράνω Του Τριαδικού Θεού, όπως ο Πάπας υπεράνω της Εκκλησίας:

«Τοῦ Ἑωσφόρου τῆς Ρώμης φυσιωθέντος δεινῶς, καὶ θρόνον αὐτοῦ θέντος ὑπεράνω τῶν ἄστρων, σὺ μόνος ζηλώσας ὡς Μιχαὴλ ἀνεβόησας ἔνδοξε: στῶμεν καλῶς, στῶμεν πάντες ἐν ταῖς σεπταῖς τῶν πατέρων Παραδόσεσιν.» 
Ενώ τώρα, εν σωτηρίω έτει 2014, βλέπουμε καμαρωτές αφίσες του Οικουμενικού Πατριαρχείου, να παρομοιάζουν τον Πάπα με τον Άγιο ένδοξο Απόστολο Πέτρο.
Ε, βρε! Πώς αλλάζουν οι καιροί!!!
-ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ-
ΑΝΟΡΘΟΔΟΞΑ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΟΣ

Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου 2014

Η Ορθόδοξη ευσέβεια

 
«Υπέρ των ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών, του Κυρίου δεηθώμεν».

Για τους ευσεβείς και ορθοδόξους χριστιανούς, ας παρακαλέσουμε τον Κύριο.


      Όταν λέμε ορθόδοξη ευσέβεια, εννοούμε πως εμείς οι ορθόδοξοι χριστιανοί ζούμε την πίστη μας. Γιατί βέβαια η πίστη δεν είναι μια θεωρητική γνώση, αλλά ένας τρόπος ζωής. Πρέπει να ξέρουμε τί πιστεύομε, αλλ’ αυτό δεν είναι αρκετό, γιατί αυτό που πιστεύουμε πρέπει να το ζούμε, να το κάνουμε κανόνα και νόμο στη ζωή μας. Όμως, όταν λέμε ορθόδοξη ευσέβεια, εννοούμε κάτι αλλιώτικο και κάτι περισσότερο· εννοούμε τον τρόπο με τον οποίο και πιστεύουμε και ζούμε την πίστη μας. Λέμε λοιπόν από την αρχή πώς αυτός ο τρόπος, είναι εκκλησιαστικός και λειτουργικός. Όχι απλώς θρησκευτικός ή χριστιανικός, γιατί έξω από την Εκκλησία δεν υπάρχει χριστιανισμός κι έξω από την θεία Λειτουργία δεν υπάρχει ευσέβεια. Χριστιανισμός θα πει Εκκλησία, και ορθόδοξη ευσέβεια θα πει ευσέβεια λειτουργική.
      Στην αρχή ακόμα της θείας Λειτουργίας, ο λειτουργός και μαζί του όλοι όσοι είμαστε μέσα στην Εκκλησία παρακαλούμε για τους ευσεβείς και ορθόδοξους χριστιανούς· «Υπέρ των ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών, του Κυρίου δεηθώμεν», όχι απλώς για τους ευσεβείς, αλλά για τους ορθόδοξους, γιατί αληθινή ευσέβεια είναι η ορθοδοξία, και γιατί η Εκκλησία προσεύχεται και για τους αιρετικούς και για τους αλλόθρησκους και για όλο τον κόσμο, αλλά τη θεία Λειτουργία την τελεί μόνο για τους ορθόδοξους. Όταν λέμε ορθοδοξία, δεν εννοούμε στεγνά την ορθή πίστη σαν γνώση, αλλά σαν έκφραση και ζωή. Για να το πούμε καλύτερα, ορθοδοξία δεν θα πει ορθή γνώμη, αλλά ορθή λατρεία. Να σε δω πως λατρεύεις, για να καταλάβω πως πιστεύεις.
      Αυτό που στη γλώσσα της θεολογίας λέγεται δόγμα, και πολλούς τους ενοχλεί, δεν είναι μία στεγνή θεωρητική διδασκαλία, αλλά εκκλησιαστική και λειτουργική εμπειρία, καθώς το γράφει ο άγιος Ειρηναίος· «Η διδασκαλία μας είναι συμμόρφωση προς την Ευχαριστία και η Ευχαριστία είναι επικύρωση της διδασκαλίας μας». Με τον ίδιο τρόπο γράφει ο άγιος Φώτιος τι είναι δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας· «Αυτή είναι η καθαρή και αγία ορθόδοξη πίστη μας… η σοφή και θεοδίδακτη μυσταγωγία της άχραντης και αληθινής λατρείας μας». Η ορθή πίστη είναι δεμένη με τη θεία λατρεία έτσι, που το ένα να είναι το άλλο. Όταν λέμε, κι αυτό είναι μια αναντίλεκτη αλήθεια, πως η θεία Λειτουργία είναι η ύψιστη πράξη της Εκκλησίας, εύκολα λοιπόν καταλαβαίνομε πως η ορθόδοξη ευσέβεια είναι ευσέβεια λειτουργική.
     Ένας σύγχρονός μας Ρώσος θεολόγος γράφει πολύ σωστά ότι «Τα ορθόδοξα δόγματα δεν είναι μόνο στα θεολογικά συγγράμματα. Τα ορθόδοξα δόγματα είναι προ πάντων στη ζωή της Εκκλησίας, δηλαδή στη θεία Λειτουργία και γενικά στη θεία λατρεία». Η ορθόδοξη θεολογία είναι αδύνατο να χωρισθεί από την Εκκλησία, δηλαδή από την ευσέβεια, που είναι ζωή όχι άχρωμα χριστιανική και αόριστα πνευματική, αλλά ζωή μέσα στη λειτουργική εμπειρία της Εκκλησίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο μεγάλος Απόστολος για το μυστήριο της ευσέβειας, δηλαδή για την ευαγγελική και ορθόδοξη πίστη, γράφει αμέσως και μαζί με τη διαγωγή και την αναστροφή μας μέσα στην Εκκλησία, που είναι ο στύλος και το εδραίωνα της αλήθειας. Αυτό θα πει πως μόνο μέσα στην Εκκλησία και τη λατρεία της Εκκλησίας φυλάγεται η ορθή πίστη και η ευσέβεια του χριστιανού. Στον καιρό μας, «είτε προφάσει είτε αληθεία», πολλά λέγονται και γράφονται για την Εκκλησία. Άνθρωποι έξω από την Εκκλησία, αλλά και χριστιανοί που δεν ξέρουν τι είναι η Εκκλησία ξεσηκώνονται, τάχα πως ενδιαφέρονται για την Εκκλησία. Μα έξω από την Εκκλησία κι έξω από τη σύναξη της Εκκλησίας και τη θεία Λειτουργία κανένας δεν μπορεί να βεβαιώσει πως είναι ευσεβής και πως ενδιαφέρεται στ’ αλήθεια για την Εκκλησία.
       Στη δεύτερη επιστολή του προς τον Τιμόθεο ο απόστολος Παύλος γράφει για ανθρώπους με «μόρφωσιν ευσεβείας, την δε δύναμιν αυτής ηρνημένους». Αυτό θα πει πως έχουν κάποια γνώση και εξωτερικά δείχνουν για ευσεβείς, μα δεν έχουν αληθινή ευσέβεια. Γιατί η ευσέβεια δεν είναι ό,τι ο καθένας θέλει να φαίνεται για ενάρετος και άγιος, μα ό,τι όλοι μας είμαστε μέσα στη λειτουργική σύναξη της Εκκλησίας. Για το Θεό ο Απόστολος γράφει «ου η δόξα εν τη Εκκλησία.»· αλλά όπως ο Θεός δοξάζεται μέσα στην Εκκλησία, έτσι κι ο κάθε πιστός είναι ό,τι είναι και σώζεται μέσα στην Εκκλησία, που στην πιο τέλεια έκφρασή της είναι λειτουργική σύναξη. Το λέμε και το ξαναλέμε πως έξω από την Εκκλησία δεν υπάρχει χριστιανισμός, κι έξω από τη θεία Λειτουργία δεν υπάρχει Εκκλησία κι επομένως ούτε σωτηρία.
      Χαρακτηριστικό είναι ότι ο μεγάλος Απόστολος γράφοντας για τους ανθρώπους που έχουν «μόρφωσιν ευσεβείας», λέει πως αυτοί θα φανούν «εν εσχάταις ημέραις», στις τελευταίες δηλαδή ημέρες και σε καιρούς που χαρακτηρίζονται «χαλεποί», δύσκολοι δηλαδή και στενόχωροι. Και σκέφτεται κανείς μήπως αυτές οι ημέρες κι αυτοί οι καιροί είναι οι δικοί μας, στους οποίους πολύ δοκιμάζεται και ταλαιπωρείται η Εκκλησία όχι μόνο από τους άθεους και τους αιρετικούς, αλλά και από πολλούς που έχουν «μόρφω­σιν ευσέβειας». Είναι αυτή μια ευσέβεια, ένας τρόπος δηλαδή που πολλοί στον καιρό μας πιστεύουν και ζουν σαν χριστιανοί, ολωσδιόλου ατομικός και δικός τους, ανακατεμένος ή με πολλή υποκρισία ή με πολύ κοσμικό φρόνημα ή με πολλή κοινωνική φιλοσοφία και κενή απάτη. Έχουν αρνηθεί τη δύναμη της αληθινής ευσέβειας, που είναι ευσέβεια εκκλησιαστική και λειτουργική.
      Η θεία Λειτουργία και γενικότερα η λατρεία της Εκκλησίας είναι το καλύτερο σχολείο της αληθινής χριστιανικής και ορθόδοξης ευσέβειας. Στη θεία Λειτουργία και στη λατρεία της Εκκλησίας όχι μόνο ζούμε, αλλά συγχρόνως και διδασκόμαστε την επίγνωση της αλήθειας του Χριστού, που δεν είναι νοητική και λογική γνώση, αλλά αλήθεια και σοφία Θεού, καθώς γράφει ο Απόστολος «εν μυστηρίω». Έτσι μπορούμε να λέμε πάντα ότι ο ορθόδοξος λαός δεν είναι «μα­θών», αλλά «παθών» τα θεία. Αυτό θα πει πως η ορθόδοξη ευσέβεια δεν διδάσκεται σαν μάθημα σε κανένα σχολείο και σε καμμιά αίθουσα, αλλά μέσα στο ναό, όταν γίνεται η θεία Λειτουργία και οι χριστιανοί χαίρουν και λυπούνται, αγαλλιούν και κλαίνε, ζώντας μέσα τους τα θεία γεγονότα της πίστεως και αγκαλιάζοντας τα πρόσωπα των Αγίων, που υπηρετούν στο μυστήριο της σωτηρίας. Γιατί η διδασκαλία και η ευσέβεια της Εκκλησίας δεν είναι κάποιες έννοιες και κάποιες ιδέες, αλλά ένας ζωντανός κόσμος γεγονότων και προσώπων, μέσα στα οποία εμείς «κινούμεθα και εσμέν». Αυτό το τελευταίο πρέπει, να το προσέξουμε, επειδή έχει ιδιαίτερη σημασία για την ορθόδοξη ευσέβεια. Η Εκκλησία πάντα εορτάζει ιστορικά γεγονότα και συγκεκριμένα πρόσωπα· τον ευαγγελισμό της Παναγίας, τη γέννηση και τη βάπτιση του Ιησού Χριστού, το θείο πάθος, την ανάσταση, την ανάληψη και την πεντηκοστή. Το ίδιο και οι εορτές των Αγίων είναι εορτές γεγονότων και προσώπων, της γέννησης, του θανάτου και των θαυμάτων τους. Έτσι η ευσέβεια του ορθοδόξου λαού δεν είναι θεωρητική και αόριστη, αλλά εμπειρική και συγκεκριμένη.
      Θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε την ορθόδοξη ευσέβεια σε τρία πράγματα, στο συναξάρι, στο τροπάρι και στο εικόνισμα. Αυτά τα τρία είναι το τρίπτυχο της Ορθόδοξης ευσέβειας. Το συναξάρι είναι η «εν Χριστώ» ζωή και πείρα των Άγιων. Το τροπάρι είναι ο ύμνος και η ιερή ψαλμωδία στη σύναξη της Εκκλησίας· ό,τι μας πλημμυρίζει μέσα μας, που δεν μπορούμε να το εκφράσουμε καλύτερα, στη συντροφιά μας και στη σύναξη της Εκκλησίας, το κάνουμε άσμα και τραγούδι και με μια καρδιά και μ’ ένα στόμα το λέμε στο Θεό. Και το εικόνισμα, έτσι καθώς το βλέπει και το προσκυνάει ο ορθόδοξος όχι ειδωλολατρικά, αλλά τιμητικά για το εικονιζόμενο πρόσωπο, είναι η έκφραση και η φανέρωση της ορθόδοξης ευσέβειας. Αυτός που γράφει αυτό το κήρυγμα, όταν κάποτε στο Βατικανό του έδειξαν ένα βυζαντινό εικόνισμα, έβγαλε το σκούφο του, έκανε το σταυρό του και προσκύνησε. Κι ένας τότε διαβασμένος ξένος κληρικός είπε στους άλλους· «Αύτη είναι η ορθόδοξη ευσέβεια». Όταν λέμε για συναξάρι και για τροπάρι και για εικόνισμα, δεν μιλάμε για καλλιτεχνικά έργα θρησκευτικής τέχνης, αλλά για ιερά αντικείμενα εκκλησιαστικής λατρείας. Η ορθόδοξη λοιπόν ευσέβεια δεν χωρίζεται από την Εκκλησία, την ιερωσύνη και τη θεία Λειτουργία. Είναι ευσέβεια όχι απλώς θρησκευτική ούτε χριστιανική, άλλα ευσέβεια εκκλησιαστική και λειτουργική. Αυτή την ευσέβεια, την ορθή βέβαια πίστη, αλλά και την ορθή λατρεία, εννοεί η δέηση της Εκκλησίας στην αρχή της θείας Λειτουργίας· «Υπέρ των ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών…». Αμήν.

(+Διονυσίου, Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης, «Η Θεία Λειτουργία», εκδ. Αποστ. Διακονίας)

Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου 2014

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΗΔΟΝΩΝ Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος και Ὑμηττοῦ κ. ΔΑΝΙΗΛ



ά ζητήματα ἤ τά προβλήματα πού ἀφοροῦν τόν ἄνθρωπον εἶναι δύο εἰδῶν κατά τήν γνώμη τῶν ἁγίων Πατέρων. Μερικά ζητήματα εἶναι ἐποχιακά καί γι᾽ αὐτό ἐφήμερα. Ὅσο κι ἄν φαίνονται μεγάλα, δύσκολα, ἐπείγοντα καί καυτά, μέ τό πέρασμα τοῦ χρόνου ἀλλοιώνονται, ὑποβαθμίζονται, χάνουν τήν ἐπικαιρότητά τους καί τελικά παύουν νά ὑφίστανται καί ἀφανίζονται ἀπό τήν συνείδησι.
Ὑπάρχουν ὅμως καί μερικά ἄλλα πού ξεπερνοῦν τό χρόνο. Εἶναι πάντα ἐπίκαιρα, πάντα ἐπείγοντα καί πιεστικά, πάντα ζωντανά γιά τόν ἄνθρωπο. Τά πρῶτα ἀνάγονται στήν περιφέρεια τῆς ὑπάρξεώς του. Τά δεύτερα στό κέντρο. Τά πρῶτα εἶναι ἐπιδερμικά, ἐπιφανειακά, ἐπιπόλαια, παροδικά. Τά δεύτερα εἶναι μόνιμα, χαρακτηρίζουν τόν ἄνθρωπο καί ἀναφέρονται στήν ἴδια τήν φύσι του.
Αὐτά τά αἰώνια ἀνθρωπολογικά προβλήματα ἀναδύονται πάντα μέ τήν ἴδια δύναμι στή συνείδησι τοῦ ἀνθρώπου καί ἀσκοῦν τήν ἴδια ἀφόρητη πίεσι ἐπάνω της ζητῶντας ἐπίμονα καί λύσι. Τό αἴτημα νά δοθῆ λύσι σ᾽ αὐτά τά προβλήματα εἶναι προσωπικό. Ὁ καθένας ὀφείλει νά τά λύση γιά τόν ἑαυτό του.
Ἕνα τέτοιο καθολικό ὑπαρξιακό πρόβλημα εἶναι: οἱ ΗΔΟΝΕΣ. Ἀφ᾽ ἑνός οἱ αἰσθητές καί ἀφ᾽ ἑτέρου οἱ πνευματικές. Οἱ αἰσθητές ἡδονές εἶναι αὐτές πού γευόμαστε μέ τίς πέντε αἰσθήσεις, διά τῶν αἰσθητηρίων ὀργάνων τοῦ ἀνθρώπου. Οἱ πνευματικές ἡδονές εἶναι αὐτές πού τρέφουν τόν νοῦν τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι αὐτές πού τρέφουν τίς νοερές οὐσίες τῶν ἀσωμάτων. Εἶναι αὐτές πού θά κάνουν εὐτυχισμένο τόν ἄνθρωπο εἰς τήν αἰωνιότητα.

Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός - Περί μετανοίας



Zoom in (real dimensions: 292 x 400)Εικόνα

Θέλω και πάλιν να εκφράσω την συγκίνηση και την ευχαριστία μου, όπου πάλι ευρέθηκα εις το μέσον σας με την ιδαιτέραν πρόνοια του π. Γεωργίου, ο οποίος είναι τόσο
αγαπητός και σε μας και σε σας.

Στην εδώ σύναξη σας, μας δίδεται η ευκαιρία να ανακαινίσωμε μέσα μας, υπό μορφήν επαναλήψεως, τους στόχους και τους σκοπούς αυτούς ακριβώς πού μας απασχολούν και
προς τους οποίους επειγόμεθα οι πάντες. Ένας είναι ο σκοπός, ένας είναι ο στόχος. Η επαναφορά μας, η επιστροφή μας εκεί, όπου ο Ιησούς μας με την κένωση και την
παρουσία Του μας παρεχώρησε κληρονομικά. Το θέμα φυσικά της πίστεως μας και της εμμονής μας εις την αλήθεια την οποία κατέχομε είναι ήδη γνωστό και δεν χρειάζεται να το
σχολιάσωμε. Χάριτι Χριστού ευρίσκομαι σ’ ένα πλή­ρωμα πιστών πού προσπαθούν και αγωνίζονται σωστά, κατά την παράδοση της Εκκλησίας μας. Εκείνο το οποίον ήθελα
ιδιαιτέρως να σας υπενθυμίσω, είναι κάτι πού και σε μας τους μοναχούς, και σε σας τους λαϊκούς είναι απαραίτητο- σε μας δε είναι περισσότερο γνωστό και αυτό είναι το θέμα
της μετανοίας.

Το Ορθόδοξο φρόνημα και το φρόνημα του αποκρυφισμού



ΤΟ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΦΡΟΝΗΜΑ
ΚΑΙ ΤΟ ΦΡΟΝΗΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΥ

π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου (+)

Απόσπασμα από ομιλία του στο Ε' Σεμινάριο Πίστεως
(Αίγινα 21-27 Αυγούστου 1993)

     Η Ορθόδοξη πίστη και ζωή, το Ορθόδοξο δηλαδή φρόνημα και ήθος, είναι το φρόνημα του ταπεινοί Ιησού, ο οποίος Θεός ων ". . . εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού. . . " (Φιλιπ. β' 8). Το φρόνημα αυτό καλείται να πραγματώσει στη ζωή του ο Ορθόδοξος πιστός και είναι αναγκαίο να αντιληφθεί ότι είναι ασυμβίβαστο με το φρόνημα του αποκρυφισμού.

Σύμφωνα με την διδασκαλία της Εκκλησίας μας ο άνθρωπος δεν είναι κομμάτι του σύμπαντος νοουμένου μονιστικά, όπως πιστεύει ο αποκρυφισμός γενικότερα, αλλά είναι δημιούργημα της αγάπης του Τριαδικού Θεού. Ο Δημιουργός, ο οποίος δεν ταυτίζεται με τα δημιουργήματά χου, προνοεί γι' αυτά και δεν αφήνει τον άνθρωπο έρμαιο στα χέρια ανύπαρκτης ειμαρμένης. Από την ελεύθερη προαίρεση τού ανθρώπου, που είναι το κυριότερο δώρο με το οποίο έχει προικισθεί από το Θεό, εξαρτάται το εάν θα κάνει στη ζωή του το θέλημα του Θεού δικό του θέλημα ή όχι. Ο άνθρωπος, επειδή είναι ελεύθερος, είναι και υπεύθυνος για τις πράξεις του. Ο Θεός είναι ο κύριος της ιστορίας και όχι το απρόσωπο ανατολίτικο "κισμέτ", το οποίο είναι τελείως ξένο όχι μόνο προς το Ορθόδοξο φρόνημα, αλλά και προς τον δυτικό πολιτισμό γενικότερα.

Το ευσεβές φρόνημα της Εκκλησίας, έτσι όπως βιώνεται και αυθεντικά εκφράζεται από τους αγίους, είναι φρόνημα ασκητικό και προϋποθέτει αγώνα. Καλεί τον άνθρωπο σε φιλότιμο αγώνα, προκειμένου να εξέλθει από την εγωκεντρική, αυτονομημένη, άλογο ζωή των παθών και της αμαρτίας και να εισέλθει στην έλλογο και κατά φύσιν ζωή της Εκκλησίας. Αυτός ο αγώνας είναι που δίνει πραγματική χαρά στον άνθρωπο.
Αντίθετα ο αποκρυφισμός με τις θρησκευτικής τάξεως αυθαίρετες δοξασίες του, λατρεύοντας την κτίση και όχι τον κτίσαντα και αποδίδοντας στην κτίση φανταστικές ιδιότητες και δυνάμεις, δικαιώνει, κολακεύει και τροφοδοτεί τα πάθη και τις κατώτερες ορμές στον άνθρωπο και τον μεταβάλλει σε άβουλο και ανεύθυνο ον.

Η Ανάσταση του Χριστού και τα Ψεύδη των Εβραίων

του Θεολόγου και Φιλόλογου Νικολάου Σωτηρόπουλου
 
Αυτό που από την πρώτη στιγμή υποστήριξαν οι Εβραίοι, σχετικά με την Ανάσταση του Χριστού, είναι εκείνο το οποίο συνεχίζουν να υποστηρίζουν μέχρι και σήμερα, 2.000 χρόνια περίπου μετά. Ότι δηλαδή οι μαθητές του Χριστού, ήρθαν τη νύχτα και ενώ κοιμόνταν οι στρατιώτες-φύλακες του Τάφου, έκλεψαν το Σώμα Του και στη συνέχεια διέδωσαν πως Αυτός Αναστήθηκε.
 
Το συγκεκριμένο όμως επιχείρημα, ανατρέπεται χωρίς ιδιαίτερη σκέψη και με μεγάλη ευκολία από τα ίδια τους τα λεγόμενα. Διότι πώς είναι δυνατόν, οι φρουροί που υποτίθεται πως κοιμόνταν, να είδαν τους μαθητές του Χριστού να κλέβουν το Σώμα Του; «Εκείνοι που κοιμούνται δεν μπορούν να δουν πραγματικά γεγονότα, παρά μόνο όνειρα», παρατηρεί πολύ εύστοχα ο Άγιος Αυγουστίνος.
 
Ας υποθέσουμε όμως πως όλοι (!) οι φρουροί του Τάφου είχαν αποκοιμηθεί. Για πόσο θα μπορούσε να συνεχιστεί αυτό, από τη στιγμή που ένας πελώριος λίθος θα έπρεπε να μετακινηθεί για να ανοίξει ο Τάφος;
Ο λίθος που έφραζε την είσοδο του Τάφου, ήταν τεραστίων διαστάσεων. Αυτό πολύ απλά σημαίνει, πως εάν προσπαθούσαν κάποιοι να τον αποκυλήσουν, θα προξενούσαν τέτοιο ισχυρό θόρυβο, ώστε θα ήταν αδύνατον να μείνει έστω και ένας φρουρός που να συνεχίζει να κοιμάται.
Επομένως, γίνεται εύκολα αντιληπτό πως το επιχείρημα των Εβραίων, δεν μπορεί να σταθεί ούτε καν ως υπόθεση.
 
Ας προσπαθήσουμε όμως για λίγο να εισέλθουμε κι εμείς στην παρανοϊκή λογική τους, για να εξαλείψουμε και την παραμικρή αμφιβολία που μπορεί να υπάρξει, σχετικά με τα Ψεύδη που διέδωσαν και εξακολουθούν να διαδίδουν για την Ανάσταση του Κυρίου.
 
Ας εξετάσουμε λοιπόν το τι ακριβώς θα είχε συμβεί, εάν όλα αυτά τα αδιανόητα που ισχυρίζονται ήταν πραγματικότητα.
 
Πρώτα-πρώτα ο Πιλάτος θα είχε τιμωρήσει παραδειγματικά τους στρατιώτες της φρουράς του Τάφου, πράγμα που όχι απλά δεν συνέβη, αλλά και δεν υποστηρίχθηκε ποτέ από κανέναν, ούτε καν από τους ίδιους τους Εβραίους.
 
Έπειτα ο Πιλάτος, όπως είχε έρθει αρχικά σε συνεννόηση με τους Εβραίους, για την τοποθέτηση φρουράς έξω από τον Τάφο του Ιησού, έτσι και τώρα, αφού οι ίδιοι και πάλι θα το ζητούσαν, θα συνελάμβανε τους μαθητές Του και θα τους εξανάγκαζε να ομολογήσουν τον τόπο που έχουν κρύψει το Σώμα του Κυρίου τους. Έτσι θα δινόταν η ευκαιρία στους Εβραίους να το περιφέρουν σε ολόκληρη την Ιερουσαλήμ και να αποδείξουν σε όλους, πως ο Χριστός ήταν ένας λαοπλάνος και οι μαθητές Του επίσης, αφού δεν αναστήθηκε ποτέ, όπως ο Ίδιος Προείπε και όπως οι μαθητές Του κατόπιν διέδωσαν.
 
Τίποτα από τα παραπάνω όμως δεν έγινε ποτέ και δεν υποστηρίχθηκε ποτέ, ούτε από τους Εβραίους, ούτε από κανέναν άλλον. Κι αυτό γιατί ο Χριστός, και Θεός είναι, και Αναστήθηκε.
 
Χριστός Ανέστη αδελφοί.

Η Εξομολόγηση είναι άκρως απαραίτητη για τη Σωτηρία της ψυχής του ανθρώπου (Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου)

"Χριστιανός που δεν έχει Βαπτισθεί και δεν έχει Εξομολογηθεί, δεν μπορεί να σωθεί" (Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός)
"Στην ζωή την οποία βρισκόμαστε, είμαστε ικανοί και να πράξουμε και να ενεργήσουμε, στην δε μέλλουσα και αιώνια ζωή, δεσμεύονται όλες οι πρακτικές δυνάμεις της ψυχής και δεν υπάρχει ευκαιρία να πράξουμε κάτι το αγαθό, για την άφεση των αμαρτιών" (Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός)
"Μετά τον θάνατο δεν υπάρχει πλέον καιρός μετανοίας, και στον άδη η ψυχή η οποία νεκρώθηκε εξαιτίας των αμαρτιών, δεν μπορεί πλέον να επανέλθει στην ζωήν την κατά Θεόν" (Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος)
Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου: Λόγος 24ος, "Περί αμαρτίας και εξομολογήσεως" (Παράγραφοι 51-59)

51. Όταν λοιπόν διαπράξεις αμαρτία, μην περιμένεις την εκ μέρους άλλου κατηγορία, αλλά πριν να κατηγορηθείς κατηγόρησε εσύ τον εαυτό σου για τις πράξεις σου. Διότι εάν άλλος σε ελέγξει, τότε το κατόρθωμα δεν είναι αποτέλεσμα της δικής σου εξομολογήσεως, αλλά η διόρθωση επέρχεται ως αποτέλεσμα της κατηγορίας εκείνου. Εξομολόγηση δηλαδή δεν είναι το να κατηγορούμε τον εαυτό μας ύστερα από τον έλεγχο των άλλων, αλλά πρώτοι εμείς να κατηγορήσουμε τον εαυτό μας και να μην περιμένουμε τον έλεγχο εκ μέρους άλλων. Διότι ο Πέτρος, ύστερα από τη φοβερή εκείνη άρνηση (τότε που αρνήθηκε πως γνωρίζει τον Κύριο), επειδή αμέσως αναγνώρισε την αμαρτία του και χωρίς κανείς να τον κατηγορήσει, και το έγκλημά του ομολόγησε και πικρά έκλαψε, τόσο τέλεια καθαρίστηκε από την άρνησή του, ώστε έγινε πρώτος από όλους τους Αγίους Αποστόλους και σε αυτόν εμπιστεύθηκε ο Κύριος ολόκληρη την οικουμένη.

Περί σωτηρίας ψυχής και Παραδείσου - Επιστολή Γέροντος Εφραίμ του εν Αριζόνα


Θα έλθη καιρός, θα σημάνη ημέρα, θα έλθη στιγμή, όπου θα κλείσουν αυτά τα μάτια και θα ανοιχθούν τα της ψυχής. Τότε θα ίδωμεν νέον κόσμον, νέας υπάρξεις, καινήν κτίσιν, νέαν ζωήν μη έχουσαν τέρμα. Ο τίτλος της: «Αθανασία άπειρος». Η μεγάλη πατρίς άνω, άφθαρτος, αιώνιος, η άνω Ιερουσαλήμ, η μήτηρ των πρωτοτόκων, ένθα θα σκηνώσουν αι λελυτρωμέναι ψυχαί, τας οποίας απέπλυνεν εκ του ρύπου το αίμα του Αρνίου του ακάκου!
Τις δύναται να εκφράση δια λόγου και γραφίδος την χαράν, την αγαλλίασιν, την ευτυχίαν των σεσωσμένων εκείνων μακαρίων ψυχών; Μακάριοι οι εν Κυρίω αποθανόντες, ότι αναμένει αυτούς ο πλούτος της του Θεού χρηστότητος. Μακάριος όστις κερδίση λαχνόν δια την άνω πανήγυριν, πλούτος αναφαίρετος, δόξα ως Αυτός ο Θεός είπε: «και είπα υιοί υψίστου, τέκνα Θεού, κληρονόμοι Θεού, συγκληρονόμοι Χριστού».
Ο Κύριος προ του πάθους παρεκάλει τον Ουράνιον Πατέρα δια τους μαθητάς Του και δια τους μέλλοντας πιστεύειν δι’ αυτών: «Πάτερ, ους δέδωκάς μοι, θέλω ίνα όπου ειμί εγώ κακείνοι ώσι μετ’ εμού, ίνα θεωρώσι την δόξαν την εμήν ην δέδωκάς μοι, ότι ηγάπησάς με προ καταβολής κόσμου» (Ιωαν. 17,24 ).
Πόση η αγάπη του Ιησού δι’ ημάς! Έλαβε την ανθρωπίνην φύσιν και εκρεμάσθη επί του Σταυρού, αποδίδοντας εις ημάς την ελευθερίαν και την εξόφλησιν του χρέους προς τον Ουράνιόν Του Πατέρα, και ως προσφιλέστατος αδελφός, μας αξιώνει της συγκληρονομίας, του απείρου πλούτου, του Ουρανίου Του Πατρός!
Ω, οποία αγάπη προς ημάς! Ω, της ψυχρότητός μας προς Αυτόν! Ω, της αχαριστίας μου προς τον ευεργέτην μου! Θεέ μου, Θεέ μου, λυπήσου με και μη με καταδικάσης ανταξίως των έργων μου!

Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2014

ΘΥΣΙΑ ΕΥΑΡΕΣΤΗ ΤΩ ΚΥΡΙΩ Γρηγόριος Παλαμάς

Ο  Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς

α) «Τα παιδιά του Αγίου»
Όταν έλεγαν «τα παιδιά του Αγίου» στα Βυζαντινά ανάκτορα του Ανδρόνικου Β' όλοι ήξεραν, ότι πρόκειται για τα πέντε χαριτωμένα παιδάκια, του επίσημου και σοφούΣυγκλητικού  ΚωνσταντίνουΤρία αγόρια και δυό κοριτσάκια.
Μα, πως έγινε, όλη αύτη η οικογένεια, να μετέχει στη αγιότητα. Έλληνες ευγενείς,Μικρασιάτες στην καταγωγή, οι δυό γονείςΚωνσταντίνος και Καλλονή, δημιούργησαν την οικογένειά τους στη Βασιλεύουσα. Κοινωνικό τους επίπεδο η αυτοκρατορική «Αυλή», αφού, Συγκλητικός και ιδιαίτεροςσύμβουλος του ήταν ο Κωνσταντίνος. Και μάλιστα, για την πολλή μόρφωσή του και το εξαίρετο ήθος του είχε επιλεγεί καιπαιδαγωγός του Διαδόχου του αυτοκρατορικού θρόνου. Χαρακτηριστικό του Κωνσταντίνου ήταν η αδιάλειπτη νοερή προσευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, έλεησον με». Με τόση προσήλωση, που είχε συμβεί σε συνεδρία της Συγκλήτου, να μην ακούσει την ερώτηση του αυτοκράτορα, ο οποίος με ιδιαίτερο σεβασμό και θαυμασμό έβλεπε τον Συγκλητικό του. Επρόκειτο για έναν «Άγιο» μέσα στα ανάκτοραθαυματουργό και σοφό. Γεμάτο από τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος
Παράλληλα βάδιζε και η Μητέρα Καλλονή. Αύρα γλυκύτητας και γαλήνης, αγίας στοργής και ουράνιας Πολιτείας μέσα στην οικογένεια. Το αρχοντικό τους έμοιαζε με «κατ' οίκον Εκκλησία» και «Ιερά Μονή». Ανοιχτό πάντα στην φιλοξενία των Αγιορειτών Πατέρων που κατεύθαναν στη Βασιλεύουσα, έδινε την ευκαιρία στην οικογένεια να τροφοδοτείται πνευματικά από αγίους Μοναχούς. Και το σπίτι του Συγκλητικού, ήταν γνωστό σαν πνευματικό «φροντιστήριο». Οικογένεια Αγίων. Σαν του Μ. Βασιλείου και Γρηγορίου.
Έτσι, ο μικρός Γρηγόριος, με τους αδελφούς του Μακάριο και Θεοδόσιο και τις αδελφές του Έπιχαρη και Θεοδότη, μεγάλωναν με «λόγους ιερούς» από τη βρεφική ηλικία. Μέσα σε ατμόσφαιρα «μοναστικής πνευματικότητας» ασκούνταν στην αδιάλειπτη «μυστική ευχή του Ιησού»! και οι παιδικές τους καρδιές, μάθαιναν να υψώνονται μυστικά στο Χριστό με τη «μονολόγιστη ευχή», «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησαν με». Πρέπει να πούμε, ότι την εποχή εκείνη στο Βυζάντιο, η μοναχική πνευματικότητα ήταν επιδίωξη όλων των Χριστιανών. Από τον αυτοκράτορα, ως τον τελευταίο πολίτη γινόταν η ίδια άσκηση για την αδιάλειπτη νοερά προσευχή και την ψυχική καθαρότητα, παράλληλα με τις καθημερινές ευθύνες και εργασίες τους. Ανάμεσα στα πέντε αυτά αγγελικά παιδιά,ξεχωρίζει το μεγαλύτερο, ο Γρηγόριος.
Την ευλογημένη όμως αύτη οικογένεια, πολύ νωρίς επισκέφθηκε η δοκιμασία. Και ήταν μόλις 7 ετών ο Γρηγόριος όταν τον άγιο και θαυματουργό πατέρα του, κάλεσε ο Κύριος στους Ουρανούς. Αξίζει να αναφερθούμε σ' αυτό τον όσιο αποχωρισμό. Λίγο πριν από το τέλος φόρεσε το «Αγγελικό σχήμα», αφού και σαν άγιος Μοναχός είχε ζήσει ως τώρα.
Η Καλλονή, πλησιάζει με σεβασμό και του ζητά πριν φύγει για τον Ουρανό, να αναθέσει τηνπροστασία των ανηλίκων παιδιών τους στον αυτοκράτορα, που τόσο τους αγαπά και εκτιμά. Ποιά όμως ήταν η απάντηση; Όχι μόνο αρνείται, άλλα και ελέγχει την ευσεβή και φιλόστοργη Μητέρα.
Έγω, όχι σε επίγειους Βασιλείς άλλα στην ίδια την Βασίλισσα των πάντων και του Ουρανίου Βασιλέως Μητέρα, αναθέτω τα δικά μου παιδιά! Και ατένισε την εικόνα της Θεομήτορος. Δεν διαψεύστηκε. Των Ουρανών η Βασίλισσα ανέλαβε την προστασία τους. Η ίδια ανέθεσε και στονΒασιλέα τη μέριμνά τους. Και ήταν για τα άγια αυτά παιδιά, πάντα άνοιχτα τα βασιλικά ανάκτορα. Ένω η νεαρή Μητέρα τους, παρ' όλο το φλογερό πόθο να γίνει Μοναχή έμεινε να συνεχίσει με επιμέλεια τη Χριστιανική τους διαπαιδαγώγηση,
β) Η μόρφωση.
Τον έπιασε από το χέρι η Πάναγνη Μητέρα του Θεού.
Έτσι, ο 7χρονος Γρηγόριος, μπαίνει τώρα στο χώρο της μαθήσεως, σε άμεση πάντα επικοινωνία με τη γλυκύτατη Μητέρα του Χρίστου. Σαν μικρό μαθητή, τον δυσκόλευε η απομνημόνευση.Αγωνιζόταν χωρίς αποτέλεσμα. Και ποιά λύση βρήκε; Έβαλε όρο στον εαυτό του, να μην ανοίξει βιβλίο, πριν κάνει μπροστά στην Εικόνα της Παναγίας τρεις βαθειές μετάνοιες, συνοδευόμενες με ευλαβική παράκληση να τον βοηθήσει. Και το θαύμα άκολουθουσε. Τίποτε από αυτή την αδυναμίαδεν τον συνόδευσε στη συνέχεια των σπουδών του. Αντίθετα. Ευφυής και οξύς νους τον διέκρινε πάντα.
Ο Ανδρόνικος Β', φίλος των Γραμμάτων και της Επιστήμης, μορφώνει τον Γρηγόριο και τα αδέλφια του, μαζί με τα δικά του παιδιά στα ανάκτορα. Τα φροντίζει σαν Πατέρας. Ιδιαίτερα, γιαδάσκαλο της Θεολογίας, τους φέρνει τον φημισμένο Αγιορείτη π. Θεόληπτο, που έγινε και Μητροπολίτης Φιλαδέλφειας. Κοντά του ο Γρηγόριος μαθητεύει στην πιο βαθειά θεολογική σκέψη και διδάσκεται τα μυστικά της αληθινής Γνώσεως του Θεού, που είναι η τήρηση των αγίων Εντολών Του και η μυστική ένωση αγάπης μαζί Του με την αδιάλειπτη προσευχή.
Έτσι, είναι έτοιμος πολύ νωρίς να συνεχίσει τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Πόλεως με άριστηεπιτυχία, εκπλήσσοντας καθηγητές και κορυφαίους της σκέψης! Σε ηλικία 17 ετών έχει σπουδάσειΓραμματική, Ρητορική, Λογική και αρχαίους κλασσικούς, με ιδιαίτερη επίδοση στον Αριστοτέλη. Σε τελικές εξετάσεις των σπουδών του, στην αίθουσα των ανακτόρων, μπροστά στον Αυτοκράτορα, τον Μέγα Λογοθέτη (Υπουργό) και Πρύτανη του Πανεπιστημίου, Θεόδωρο Μετοχίτη, διάσημο για τη σοφία του, και άλλους επιστήμονες, αναπτύσσει το θέμα: «Λογική του Αριστοτέλη»! Με τέτοια δεξιοτεχνία και πληρότητα, που ο πρύτανης αυθόρμητα ξέσπασε στον έπαινο:  Και ο ίδιος ο Αριστοτέλης αν ήταν παρών και τον άκουγε, θα τον έπαινουσε όχι λίγο, καθώς έγω νομίζω!...
γ) Η μεγάλη απόφαση.
Βλέποντας ο αυτοκράτορας την ευφυία και την μόρφωση του νεαρού Γρηγορίου με χαρά τονπροορίζει για μεγάλα αξιώματα στην αυτοκρατορία. Αλλά... ο εκλεκτός νέος με τα πλούσιαχαρίσματα και την ένθεη σκέψη, άλλα οραματίζεται. Ζωή υψηλότερη. Είχε έλθει γι' αυτόν η ώρα, μιας άλλης τελειότατης Εκπαίδευσης, για την τελειότατη άσκησή του, στα όπλα του Πνεύματος! Πλησίαζε ο καιρός, που η Θεία Πρόνοια τον ήθελε πανέτοιμο Πρόμαχο της Όρθοδοξιας. Και ποιός ο χώρος κατάρτισης, ενός τέτοιου πολέμαρχου; Επιλέγει, την ήσυχαστικη Μοναστική Πολιτεία. Τις ακμαίες τότε και ιερές του Βυζαντίου μονές, με πνευματικό προπύργιο το Άγιον Όρος. Εκεί αισθάνεται να τον καλεί ο Θεός. Σ' αυτούς τους Παράδεισους της Αγγελικής Πολιτείας... Στα φυτώρια των Αγίων αναζήτα η νεανική του ψυχή, τον τρόπο του αγώνα για την τελειότητα.
Και ο Γρηγόριος είναι έτοιμος να τα απαρνηθεί όλα. Αξιώματα και αυτοκρατορικούς προγραμματισμούς για το επίδοξο μέλλον του. Μέσα του κάτι έντονό του δίνει το μήνυμα ότι ήλθε η ώρα. Εκείνο που τουξεσηκώνει την καρδιά δεν είναι από τη γη. Έρχεται κατευθείαν από τον Ουρανό.
Μιλάει σεμνά και αποφασιστικά στον Αυτοκράτορα, που τον κάλεσε σε συζήτηση. Εξηγεί... Ο ευσεβής Βασιλιάςσέβεται την ιερή του απόφαση κι ας χάνει τον ύπεροχωτερο συνεργάτη του θρόνου. Σαν πατέρας, του δίνει την ευχή του!

δ) Ο Γρηγόριος στο δρόμο της άσκησης
Μεγάλη ώρα για την οικογένεια του Γρηγορίου. Συγκινητικό, το τελευταίο οικογενειακό τραπέζι! Ο πατέρας στην ουράνια πολιτεία των Αγγέλων. Η Μητέρα Καλλονή καθώς το επιθυμούσε πάντα πορεύεται με τις δυό αδελφές του, για να φορέσουν με αγαλλίαση το «Αγγελικό Σχήμα» στην Ιερά Μονή του «Σωτήρα Χριστου» της Πόλεως. Ο Γρηγόριος, με τους δυό αδελφούς του, Μακάριο και Θεοδόσιο παίρνουν τον δρόμο για το «περιβόλι της Παναγίας», το Άγιον Όρος, νοσταλγοί της Αγγελικής Πολιτείας!
Με την αδιάλειπτη προσευχή και την άσκηση, συνεχώς προβιβάζονται στην αγάπη, τη γνώση, τη σοφία του Θεού! Ανάλογα με το βαθμό της πνευματικής καθαρότητας, στην καρδιά και στο νου, γίνονται δέκτες Ουράνιων δωρεών! Τους πλημμυρίζει το ουράνιο άκτιστο φως! Μεταμορφώνονται σε νέο άνθρωπο, και προχωρούν προς την Θέωση!
Κάτω από την προστασία και την καθοδήγηση της Θεοτόκου, πορεύεται στους καταλληλότερους τόπους ήσυχασμου. Στη Μεγίστη Λαύρα και τη Μονή Βατοπαιδίοο του Άθω, τα έρημητηρια του Αγ. Όρους και τη σκήτη της Βέροιας. Στην υπακοή αγίων Ασκητών, ασκείται αυστηρά στη νηστεία, την ησυχία και τη «νοερά προσευχή». Επαναλαμβάνει διαρκώς τη δέηση «φώτισόν μου το σκότος».
Με απαίτηση των συνασκητών του, χειροτονείται ιερεύς, γίνεται για λί­γο ηγούμενος. Ολοκληρώνει τη θεολογική, δογματική και ήσυχαστική του ανύψωση, ώσπου να δεϊ τη δόξα του Θεού!
Πιστεύει, ότι η Όρθοδοξη Θεολογία και μάλιστα η «μυστική» συνδέεται αναπόσπαστα με τις άκτιστες ενέργειες του Αγίου Πνεύματος. Γι' αυτό, προσπαθεί να διατηρεί, νου και καρδιά, λογισμούς και αισθήσεις σε καθαρότητα, ώστε, η Θεολογική του διδασκαλία να είναι εσωτερική με την καρδιά και τον νου, ξεχύλισμα «ύδατος ζώντος» από τη βαθύτερη προσωπική του βίωση και γνώση του λόγου του Θεού. Έτσι, έγινε η μεγαλύτερη θεολογική προσωπικότητα της Β' Χιλιετίας και άναθεμελιωτής του Όρθοδοξου Ήσυχασμου. Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης 1347 -  1359. Μα, προ πάντων ήταν «Άγιος»!

2) Ο μεγάλος κίνδυνος από τη Δύση
Είχε γίνει μαχητής και νικητής ο Γρηγόριος στον «Αόρατο Πόλεμο». Τώρα, έχει έρθει η ώρα να αγωνιστεί και να μονομαχήσει με ορατούς εχθρούς.
α) Η Βυζαντινή αυτοκρατορία βρίσκεται ήδη σε εποχή απελπιστικά κρίσιμη. Συνεχώς περισφίγεται Ανατολή και Δύση από εχθρούς αδυσώπητους. Χάνει εδάφη. Συρρικνώνεται. Κινδυνεύει θανάσιμα. Παράλληλα, η παπική μανία άφινιαζει να καθυποτάξει την Ορθοδοξία. Τα αρνητικά στοιχεία της «Αναγέννησης» στην Ευρώπη καταφθάνουν, (άθεϊστικες τάσεις, έκκοσμικευση, προτεσταντισμός). Επιτακτική η ανάγκη παρουσίας δυνατών Μορφών της Όρθοδοξιας και την κατέστησε «Κιβωτό Σωτηρίας» για το έθνος. Ήταν έτοιμος. Και το μήνυμα δεν άργησε να φθάσει, ως τη «Σκήτη» της ίσαγγελης ζωής του, στον Άθω.
β) Ο Βαρλαάμ. "Ένας παράδοξος «καλόγερος» έφτασε λέει από την Ιταλία. Μιλάει θαυμάσια τα «Ελληνικά» και τα «Λατινικά»! Ο λόγος του γοητεύει και πείθει. Φαίνεται πολύ μορφωμένος, το ότι κατέχει τη φιλοσοφία των αρχαίων Ελλήνων κλασσικών (Πλάτωνα, Αριστοτέλη) και λένε, πως είναι "Ελληνικής καταγωγής από την Κάτω Ιταλία, την Καλαβρία. Ότι ήρθε να γνωρίσει τη γη των προγόνων του, που έζησαν οι μεγάλοι σοφοί που θαυμάζει. Άλλοι, όμως ισχυρίζονται πως είναι Λατίνος, Ουνίτης και ντύθηκε παραπλανητικά σαν Όρθοδοξος Μοναχός.
Κατέφθασε πρώτα στη Θεσσαλονίκη, κέντρο Γραμμάτων και Λογίων κατά τον ΙΔ' αιώνα. Μέσα σε 4 χρόνια κατορθώνει με τη ρητορική του ικανότητα, τον ελκυστικό και εύστροφο λόγο του να συγκεντρώσει μαθητές, να δημιουργήσει φιλία και σχέσεις με τους περισσότερο μορφωμένους και να αποκτήσει φήμη εξαιρετικά μορφωμένου Όρθοδοξου Μοναχού. "Έτσι χωρίς να αφήνει καμμιά υποψία, και με τη φήμη να τον συνοδεύει πέρασε στην Κωνσταντινούπολη. Κάποιοι όμως το σημείωσαν. Ποτέ δεν έλαβε μέρος σε θεία Λειτουργία.
Ωστόσο στη Βασιλεύουσα έγινε δεκτός με μεγάλες τιμές. Ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος ο Γ' τον δέχεται στο παλάτι. Στο Πανεπιστήμιο του παραχωρούν «έδρα». Καθώς όμως λίγολιγο στερεώνει την υπόληψή του και κερδίζει θαυμαστές στους ανώτερους κύκλους, η διδασκαλία του άποκτα ύφος αλαζονικό. Ο λόγος του γίνεται δεικτικός και ύποπτος. Κατηγορεί με θράσος την «παιδεία» και τον πο­λι­τι­σμό του Βυζαντίου. Προσβάλλει τους Βυζαντινούς ως απαίδευτους, βουτηγμένους στις προλήψεις και τις δεισιδαιμονίες. Το βρίσκει αναγκαίο να ανοίξουν δρόμο στη Δύση. Να πάρουν από το δικό τους φως!
Οι μορφωμένο; Βυζαντινοί δικαιολογημένα αντιδρούν. Τον αντικρούουν αποστομωτικά σε δημόσιο διάλογο στον Ιππόδρομο μπροστά σε πλήθη κόσμου. Οι περισσότεροί της ανώτερης τάξης.
Ο Βαρλαάμ, τα χρειάζεται και αναγκάζεται να γυρίσει σελίδα. Ξέρει να παίζει καλά το παιχνίδι του. Τώρα, κατηγορεί δήθεν τον πάπα και υπερασπίζεται την "Ορθοδοξία! Γράφει «κατά Λατίνων»... ένω ταξιδεύει μυστικά στη Γαλλία και έρχεται σε συνεννόηση με τον πάπα, βεβαιώνοντας τον, για την «Ένωση» αν στείλει πολεμική βοήθεια στον αυτοκράτορα. Ο πάπας όμως άπαντα: «πρώτα η ένωση και μετά η βοήθεια»!
Και ο Καλαβρός, συνεχίζει με τέχνη το διαβρωτικό του 2ργο. Είναι φανερό, δσο κι αν γίνεται βπουλα, υπερμαχεί για την υποταγή της Όρθοδοξης Ανατολής, στο κράτος του Πάπα. Θρασύς και υπεροπτικός, άλλα συγχρόνως σε πολλούς ελκυστικός, προχωρεί μεθοδικά. Προσπαθεί να υποσκάψει τα θεμέλια του Βυζαντίου, την "Ορθόδοξη Πίστη και ζωή του. Να διχάσει το λαό του Θεού. Να υποβαθμίσει το Όρθοδοξο ήθος. Να ανοίξει πόρτα στις άντορθοδοξες ιδέες της Δύσης.
Τα πυρακτωμένα βέλη του τα στρέφει προς δυό κατευθύνσεις: το όρθοδοξο δόγμα και την καρδιά της Όρθοδοξης Χριστιανικής βίωσης, τον Όρθοδοξο Μοναχισμό, μάλιστα τον «Ήσυχασμο»! Τήν κορυφαία έκφραση της Όρθοδοξης πνευματικότητας.
Ποιός θα αντιμετωπίσει τις αιρετικές θέσεις και σοφιστείες του Βαρλαάμ;
Τον Γρηγόριο κρίνουν καταλληλότερο, όλοι οι εξέχοντες Βυζαντινοί και οι "Αγιορείτες Πατέρες. Έτσι και έγινε. Μεγάλος θεολογικός αγώνας άρχισε στη Βυζαντινή αυτοκρατορία.

3) «Ησυχαστικη Έριδα» του ΙΔ'αιωνα.
Χωρίζεται σε δυό περιόδους.
Στην Α' περίοδο (15 χρόνια 1326-1341)
Ο Θεολογικός αγώνας διακρίνεται σε τρεις φάσεις,
α) Στην Α' φάση
ο Βαρλαάμ προσπαθεί να πείσει ότι οι δογματικές διαφορές μεταξύ των δυό Εκκλησιών είναι χωρίς σημασία. Και δεν άποτελουν εμπόδιο για την «ένωσή» τους. Π.χ. Ότι το Πνεύμα το "Άγιο εκπορεύεται «και εκ του Υίου» (filioque). Ο Κύριος όμως το είπε καθαρά: Θα σας στείλω το Πνεύμα το "Άγιον, που είναι η Αλήθεια.», «ο εκ του Πατρός εκπορεύεται» (Ιω. ιε' 26). Ο Γρηγόριος, με το λόγο του «Περί έκπορεοσεώς του Αγίου Πνεύματος» εξηγεί και αναιρεί, την σοβαρή αιρετική θέση που τοποθετεί δυό Θεούς, τον Πατέρα και τον Υιό.
β) Β'φαση
Τώρα ο Βαρλαάμ υποστηρίζει ότι η Γνώση του Θεού είναι αδύνατη στον άνθρωπο, δσο η ψυχή ζει μέσα στο σώμα. Ο Θεός σαν «άκτιστη» ουσία (αυθύπαρκτη) μένει άγνωστος και ακατάληπτος από τον άνθρωπο, που είναι κτίσμα Του (φύση κτιστή). Ο Θεοφόρος Παλαμάς όμως με βάση την Όρθοδοξη Θεολογία (στηριγμένη στην Αγία Γραφή) θα πει ότι: Ναι σαν άκτιστη, είναι και ακατάληπτη η ουσία του Θεού (η Θεότητα). Γνωρίζουμε, όμως τον Θεό από τις «ενέργειές» Του (τις ιδιότητες), που ενώ είναι και αυτές «άκτιστες» γίνονται αντιληπτές από το «κτιστό» πλάσμα Του, τον άνθρωπο. (Η αγάπη, η Σοφία, η Δικαιοσύνη, η Βασιλεία Του, η Θεία Χάρη, το άκτιστο φως Του). Και όχι μόνο. Αλλά με την επενέργεια του Αγίου Πνεύματος, οι άκτιστες Θείες ενέργειες, ενώνονται με την ψυχή του κτιστού ανθρώπου. "Έτσι γινόμαστε «θείας κοινωνοί φύσεως»! Δοχεία του Αγίου Πνεύματος! Δεχόμαστε και ακτινοβολούμε το Θείο φως! Πάντοτε όμως με την τήρηση των Αγίων Εντολών του Θεού, της ψυχής την καθαρότητα και τη φλόγα της αγάπης για το Χριστό.
Ο Βαρλαάμ υποστηρίζει ακόμα, ότι δεν αρκεί η Πίστη για να ρυθμίσει τη σχέση του άνθρωπου με το Θεό. Ρίχνει το βάρος στην απαραίτητη ανθρώπινη γνώση και μόρφωση. Διακηρύττει ότι ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης και οι άλλοι κλασσικοί λύνουν φιλοσοφικά το θέμα του Θεού και της Θρησκείας. Ότι η γνώση των κτισμάτων οδηγεί στηγνώση του Θεού. Ο "Αγ. Γρηγόριος Παλαμάς με βάση τους μεγάλους Πατέρες της Όρθοδοξιας άπαντα αντιρρητικά με τρόπο αναντίρρητο.
Η Ελληνική κλασσική παιδεία καλλιεργεί τον ανθρώπινο νου. Δεν παύει όμως, να είναι ανθρώπινη, ανεπαρκής και «καταργούμενη». Ποτέ δεν θα οδηγήσει, μόνη της τον άνθρωπο στον τελικό του προορισμό. Στο «κάθ' ομοίωσιν». Αντίθετα, μπορεί και να γίνει άφανιστική της κατά Θεόν ζωής.
Τα θαυμάσια της Δημιουργίας και κατά την "Ορθόδοξη διδασκαλία αποτελούν μία φυσική αποκάλυψη και γνώση του Θεού. 'Αλλα σχετική! Όχι ολοκληρωμένη. Η ψυχή, όμως πλημμυρισμένη θαυμασμό και αγάπη στον Κτίστη, αισθάνεται την ανάγκη ν' ανέβει πιο ψηλά, πιο κοντά Του. Να ενωθεί μυστικά μαζί Του. Να τον γνωρίσει προσωπικά. Αυτό είναι έργο της Θείας Χάρης μέσα στην καρδιά, εκείνον που την ετοιμάζει.

γ ) Γ'φαση
Στη φάση αύτη των αγώνων του Βαρλαάμ, έχουμε την επίθεσή του, κατά της εκλεκτής παράταξης της Εκκλησίας μας, τον Όρθοδοξο Μοναχισμό. Ιδιαίτερά της τάξης των «Ησυχαστών» και του τρόπου της άσκησής τους, για ένωση με τον Θεό. Χωρίς καμμία εμπειρία, εμπαίζει και ειρωνεύεται την κορυφαία αυτή έκφραση της Όρθοδοξης πνευματικότητας, που ο ήσυχαστης προσπαθεί να βιώσει. Τα θεωρεί γελοία και δαιμονικά τα δσα άκουγε για συμμετοχή του άνθρωπου στις άκτιστες ενέργειες του Θεού, για«άκτιστο φως», «θεία μέθεξη», «θεία ένωση» και «θέωση». Χλευάζει τον τρόπο ήσυχαστικης περισυλλογής και αδιάλειπτης προσευχής με την επίκληση «Κύριε Ιησού Χριστέ έλεησον με»
Το θέμα είναι σοβαρό. Ο Βαρλαάμ έχει το λόγο του κι ας μην τον αφήνει να φανεί. Προσπαθεί, δυσφημίζοντας και γελοιοποιώντας τη Μοναστική Πολιτεία να υποσκάψει τα θεμέλια της Όρθοδοξιας. Να καταρρίψει το προπύργιο των Πνευματικών της αγώνων που απέδωσε τους δυναμικώτερους «θεηγόρους οπλίτες παρατάξεως Κυρίου». Χωρίς αυτούς, οι σκοποί της Δύσεως διευκολύνονται.
Τότε, ο Θεηγόρος Γρηγόριος έγραψε διαδοχικά, τα μνημειώδη εννέα «Βιβλία» του, «Περί των ίερως Ήσυχαζοντων», χωρισμένα σε Τρεις Τριάδες. Δίνει τις ορθές απαντήσεις, εκεί που κάθε φορά, οι κακοδοξίες του Βαρλαάμ στρεβλώνουν την Αλήθεια. Στηρίζει Αγιογραφικά και Άγιοπατερικα τις Όρθοδοξες Θέσεις. Και από τις προσωπικές εμπειρίες των ήσυχαστικών του αγώνων, αποκαλύπτει το μεγαλείο της «μυστικής εν Χριστώ ζωής», μέσα στην άκτιστη Χάρη που είναι ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Μιλάει για τη μέθεξη του άκτιστου φωτός που χαρίζεται στους καθαρούς τη καρδία. Και εξηγεί, ότι το φως αυτό πλημμυρά τα σύμπαντα, αφού ο Θεός, είναι «πανταχού παρών και τα πάντα πληρών». Άπο την καθαρότητα των ματιών της ψυχής, που έχει διώξει τα πάθη και ζει μέσα στην αδιάλειπτη προσευχή και τη θεία αγάπη, εξαρτάται να το αντιληφθούμε. Μιλάει για τη «Θέωση»! Το «επιστέγασμα της ανθρώπινης τελειώσεως»! Που η φύση της ανθρώπινης ψυχής μεταμορφώνεται μέσα στην άκτιστη Χάρη του Άγιου Πνεύματος! Έκλαμπρυνεται και ακτινοβολεί τη Δόξα του Θεού όπως ένας καθαρός καθρέπτης δέχεται και ανακλά τις ακτίνες του ήλιου. Η Θέωση, αποτελεί τον τελικό σκοπό της σωτηρίας μας από τον Κύριο. Και το γλυκύτερο δράμα της Όρθοδοξης Πνευματικότητας και του Όρθοδοξου Μοναχισμού.
Ο Βαρλαάμ, μένει άναυδος. Πάρ' όλη τη φιλοσοφική μόρφωσή του, σε τέτοιο ύφος ποτέ δεν ανέβηκε η σκέψη του! Άλλο η φιλοσοφία και άλλο η ανθρώπινη γνώση. Άλλο η θεολογία. Δηλαδή, η θεωρία και ο λόγος περί θεού και θρησκείας. Και άλλο η θεοβίωση της θεολογίας. Τι σημαίνει αυτό;
Σημαίνει, ότι αν ο λόγος του Θεού, ο ίδιος ο Κύριος, δεν «ενοικήσει» (κατοικήσει) μέσα στην καρδιά, του πνευματικού αγωνιστή και αν Εκείνος δε ρυθμίσει και απορροφήσει ολόκληρη την εσωτερική και εξωτερική του ζωή, δεν είναι δυνατόν να οδηγηθεί στην αληθινή γνώση. Ούτε στην αληθινή και ορθόδοξη θεολογία του Απροσίτου Θεού! Γιατί, μόνο στον Χριστό, τον Υίο και Λόγο του Θεού, βρίσκονται κρυμμένοι «όλοι οι θησαυροί της σοφίας και της γνώσεως» (Κολ. β' 3). Εκείνος είναι το φως, που ξανοίγει τον «γνόφο» (την πυκνή ομίχλη της «αγνωσίας του θεού»). Φέρνει την τελείως καθαρή ψυχή, που αδιαλείπτως προσεύχεται στην δράση της Δόξας του Θεού! Καθώς και τον Θεόπτη Μωύσή στην Π.Διαθήκη. Καθώς και τους τρεις Μαθητές στο δρος της Μεταμορφώσεώς Του. Έτσι η ψυχή γίνεται έτοιμη να δει τον Κύριο και «πρόσωπο προς Πρόσωπο» στη Βασιλεία Του.
Πόση απόσταση ανάμεσα στο Λατινόφρονα Αιρετικό και στον Θεόφρονα Όρθοδοξο ήσυχαστη! ΟΒαρλαάμ το είχε αντιληφθεί. Ήταν νικημένος . Η τελευταία σύνοδος 1341 για το θέμα της «Ήσυχαστικης Έριδας», επικύρωσε τις απόψεις του Γρηγορίου Παλαμά. Ο Βαρλαάμ, αποσύρθηκε ταπεινωμένος, πάλι στην Ιταλία, Οι προσπάθειές του για την ένωση των Εκκλησιών, είχαν αποτύχει. Ο πάπας τον τοποθέτησε Επίσκοπο Ίερακος. Έτσι τελείωσε η Γ' περίοδος της «Ήσυχαστικης Έριδας», και αρχίζει η Β'περιοδος (1341-1347)
Και βέβαια, η ήττα του αιρετικού Βαρλαάμ ήταν και ήττα του αρχιαιρεσιάρχη διαβόλου, που και συνέχισε τον πολεμά κατά του Αγίου του Θεού και της Εκκλησίας Του. Με όργανα του υποστηρικτές του Βαρλαάμ (Γρηγ. Ακίνδυνο, Νικηφ. Γρήγορα, κ.α.) καθώς και πολιτικούς παράγοντες, επιχειρεί την εξόντωση του Υπέρμαχου της Όρθοδοξιας. Ο Άγιος όμως Μαχητής του Χρίστου, που έχει γίνει ήδη με απαίτηση του λαού Αρχιεπίσκοπος Θες/νίκης, δεν ύποστελλεί της 'Ορθοδοξιας τη Σημαία. Ο Κύριος έχει ενημερώσει τους Αγωνιστές της Αλήθειας του Ευαγγελίου Του : «Ει έμε έδιωξαν και υμάς διώξουσιν». Μέσα σε όλα αυτά, έξαγιαζεται, δραστηριοποιείται ιεραποστολικά όπου βρεθεί και συνεχίζει το αντιαιρετικό συγγραφικό του έργο. Άλλα, ποιά η σημασία όλων αυτών των αγώνων;
Ο Άγιος Πατριάρχης Κων/πόλεως Φιλόθεος εγκωμιάζει τη ζωή και το έργο του, που από πολύ κοντά έγνωριζε.
Θεωρεί την «ήσυχαστικη έριδα» αφορμή να επανεμφανιστεί στην Ορθοδοξία μία νεώτερη μορφή Θεοφόρου Πατρός, εφάμιλλη των παλαιοτέρων Γρηγορίου του Θεολόγου, Μ.Βασιλείου, Μ.'Αθανασιου κ.α.
Να πλουτιστεί η Άγιοπατερικη γραμματεία με τα μνημειώδη συγγράματα του Αγ. Γρηγορίου Παλαμά. Και να έλθουν έτσι, πάλι στο παρασκήνιο οι θησαυροί της Άγιοπατερικης Θεολογίας. Την παραμονή του, στις εξορίες και αιχμαλωσίες θεωρεί παραχώρηση της Θείας Πρόνοιας για να μεταδώσει το Ευαγγελικό Πνεύμα και στους «βαρβαρωτάτους των βαρβάρων». Τέλος, χάρη στον Παλαμά, κατανικήθηκε και πάλι η Δυτική απειλή και οι αιρέσεις της.

4) Ήλθε η ώρα να τον καλέσει ο Κύριος
Μα, πεθαίνουν οι Άγιοι; Πως πεθαίνουν; Από το γεφυράκι που συνηθίστηκε να λέγεται «Θάνατος» περνούν στην Αιωνιότητα. Από το σταυρό της δοκιμασίας, στην Ανάσταση της Δόξας του Θεού! Και μέσα στη βαρύτητα της ασθενείας του, τον έθαυμαστωνε η Χάρη του Θεού! Να διδάσκει και να ιερουργεί. Να καταρτίζει και να αγιάζει το ποίμνιό του, που τόσο αγαπούσε και είχε την αγάπη του. Προείπε πριν πολλές μέρες την έκδημια τον. Και συνεχίζει ο Άγιος Φιλόθεος: Καθώς η ψυχή πέταξε, η παντουργός Χάρη του Πνεύματος, περιέλαμψε με υπερφυσικό φως το δωμάτιο! Το πρόσωπό του, επήρε θεία λάμψη! Αλλά και το μνήμα του έγινε «κοινόν ιατρείον» για φίλους και εχθρούς του!.,
Η Μνήμη του, εορτάζεται την Β' Κυριακή των Νηστειών, σαν συνέχεια των θριάμβων της Κυριακής της Ορθοδοξιας.

 Από το Περιοδικό "Προς τη ΝΙΚΗ"

Μύστης του Ακτίστου Φωτός, Η σ υ χ α σ μ ό ς B. N. Τατάκη Ο Βυζαντινός Μυστικισμός ( Κυριώτερα Ρεύματα )




Γρηγόριος Παλαμάς
Δεν είναι δυνατό να σταματήσωμε σε όλους τους σημαντικούς αντιπροσώπους του Βυζαντινού μυστικισμού, τους μετά τον Συμεώνα, στο φλογερό λόγου χάρη μυστικό Νικήτα το Σταθάτο, το μαθητή του Συμεώνος (σημαντικά μυστικά έργα του είναι ανέκδοτα) ή τον Κάλλιστον τον Καταφυγιώτην (12ος αιώνας). Τον Κάλλιστον απασχόλησε αποκλειστικά το θέμα της θεώσεως, που το παρουσίασε με σπάνια διαλεκτική λεπτότητα. (Ελληνική Πατρολογία (Migne) τόμος 147, 833-941). Οι σελίδες του ανήκουν στις εκλεκτότερες της Βυζαντινής φιλοσοφίας.

Θα κλείσωμε το λόγο μας για το μυστικισμό του Βυζαντίου με την τελευταία μεγάλη κίνησή του τον ησυχασμό (14ος αιώνας), στα σπουδαιότερα σημεία του οποίου θα σταματήσωμε σύντομα.

Πρέπει πρώτα να υπενθυμίσω ότι, ενώ ως τον 11ον αιώνα η Μικρά Ασία παίζει πρωτεύοντα ρόλο και στην πνευματική ζωή του Βυζαντίου, αυτή αναδεικνύει τα περισσότερα στελέχη, στους τρεις τελευταίους αιώνες ο ρόλος αυτός περιέρχεται στο ευρωπαϊκό τμήμα της, Αυτοκρατορίας. Η Θεσσαλονίκη και το Άγιον Όρος αναδεικνύονται τώρα τα σπουδαιότερα, μαζί με τη Βασιλεύουσα, κέντρα της πνευματικής ζωής.

Κατά τα τέλη του 13ου ή τις αρχές του 14ου αιώνα ο μοναχός Γρηγόριος Σιναΐτης εισήγαγε στο Άγιον Όρος τήν Ησυχίαν, τον ανώτερο δηλαδή βαθμό της μοναστικής ζωής. Εδώ τώρα στο Άγιο Όρος η Ησυχία αναπτύχθηκε και διαμορφώθηκε στο ζωηρό μυστικό κίνημα του ησυχασμού. Την αφορμή στη μεγάλη έριδα που άναψε γύρω από τον ησυχασμό, που συνετάραξε την Ορθοδοξία πάνω από εκατό χρόνια και έληξε με τη νίκη του ησυχασμού και την αποδοχή του από την επίσημη Εκκλησία, την έδωσεν ένας Έλληνας μοναχός Βαρλαάμ ο Καλαβρός (από την Καλαβρία της Ιταλίας, 1290-1348). Θα. δούμε αμέσως πώς έγιναν τα πράγματα.

Οι ησυχασταί του Αγίου Όρους είχαν καταλήξει ,να πιστεύουν ότι ωρισμένη στάση του σώματος κατά. την ώρα της προσευχής, βοηθούσε πολύτιμα να φτάσουν στην εκστατική αγάπη, που με τρόπο άμεσο και όχι προοδευτικό, τους έφερνε στην ποθητή ένωση με το Θεό. Έπρεπε να προσηλώνουν την προσοχή τους προς τη θέση της καρδιάς. Η ένωση με .το Θεό, έλεγαν, γίνεται όταν το πνευμα επιτύχη να προσελκύση το νου στο βάθος της καρδιάς, τον στραγγαλίση, του απαγορέψη τη συνήθη κίνησή του προς τα εξωτερικά αντικείμενα και από την Βαβυλώνα τον επαναφέρη στη Σιών. Μόνο η ενέργεια της καρδιάς οδηγεί στην καθαρή αλήθεια,. γιατί είναι ενέργεια απλή και καθαρή, χωρίς καμμιά μορφή,δώρο της θείας χάριτος. Η κίνηση για το μυστικό έρωτα προς το Θεό, αντιδιανοητική ευθύς από την αρχή, τονίζει τώρα όλο και περισσότερο το ρόλο της καρδιάς, του αισθήματος. Όλο και περισσότετο ευρύνεται η περιοχή που άνοιξεν η ευαγγελική εντολή για την αγάπη, και πάει να αγκαλιάση όλη τη ζωή του ανθρώπου. Και, όπως ήταν φυσικό, οι καλύτεροι αποδέκτες του ευαγγελικού κηρύγματος στάθηκαν οι μυστικοί.

Αδιάκοπα αντιπαραθέτουν. οι ησυχαστές στο λόγο, τον νουν και την καρδιά. Όταν η καρδιά στραγγαλίση το νου, εξασφαλίζει τη γνώση των αρχών και την ορθή εκτέλεση των θείων εντολών. Είναι η γλώσσα που πολύ αργότερα θα μιλήση πολύ καθαρά ο μεγάλος Πασκάλ, αλλά και ο Ρουσσώ. Και οι δυο τους δίνουν τα πρωτεία στη γλώσσα της καρδιάς, στη λογική, όπως λένε, της καρδιάς, όχι του λόγου. Με την επιμονή σ' αυτό το είδος της θεωρίας και της προσευχής οι μοναχοί του Αγίου Όρους έλεγαν ότι έφταναν να βλέπουν γύρω τοιυς ένα δυνατό φως, που τους πλημμύριζε με άρρητη χαρά. Και πρόσθεταν ότι το φως αυτό ήταν το ίδιο το άκτιστο φως του Θεού, ξεχωριστό από την ουσία του Θεού. Είχε όμως την ίδια φύση με το φως που εθάμπωσε τα μάτια των Αποστόλων στο Όρος Θαβώρ κατά τη μεταμόρφωση του Σωτήρος.

Αυτά είναι που εξένισαν τον Βαρλαάμ. Είχε έλθει από την Καλαβρία στην Κωνσταντινούπολη για να μελετήση τον Αριστοτέλη στο πρωτότυπο. Στη Δύση είχε από καιρό επιβληθή ο Αριστοτέλης. Τον εγνώρισαν κυρίως από τους Άραβες σε μεταφράσεις, αλλά και από έργα Βυζαντινών. Σημειώνομε ιδιαίτερα «την πηγήν της γνώσεως» του Δαμασκηνού, που ως την εποχή τούτη είχε μεταφρασθή τέσσερις φορές στα Λατινικά και άσκησε εξαιρετική επίδραση στον Άγιο Θωμά τον Ακινάτο. Είχε κιόλας ασκήσει ο Αριστοτέλης μοναδική επίδραση στη σκέψη των Δυτικών, που από τον 11ο αιώνα άρχισε να διαμορφώνεται φιλοσοφικά και να παρουσιάζη μια πρώτη άνθηση. Η επίδραση αυτή έφτασε στο κατακόρυφό της με τον περίφημο Θωμά τον Ακινάτο. Ο Ακινάτος είδε στον Ατριστοτέλη τον μόνο μεγάλο φιλόσοφο με τα μεθοδικά όπλα εκείνου συνέταξε τη δική του φιλοσοφία, τη μόνη αληθινή και γι' αυτό, όπως είπε, και μόνη χριστιανική. Ειναι η φιλοσοφία την οποία και σήμερα αποδέχεται η Καθολική Εκκλησία ως επίσημη χριστιανική φιλοσοφία. Η κίνηση αυτή για τον Αριστοτέλη εξύπνησε, όπως ήταν φυσικό, το ενδιαφέρον των Δυτικών για τα πρωτότυπα αριστοτελικά κείμενα και για τη σπουδή της Ελληνικής, αυτή έφερε και τον Βαρλαάμ στην Κωνσταντινούπολη. Ενδιαφέρουσα και περίεργη μορφή ο Βαρλαάμ. Μελέτησε τον Ευκλείδη και έγραψε αριθμητική σε εξ βιβλία. Μελέτησε και έγραψε ενδιαφέρον έργο για τους Στωϊκούς. Επηρμένος από τη σοφία του και έχοντας υπερβολική εμπιστοσύνη στον εαυτό του δημιούργησε μεγάλο θόρυβο στο Βυζάντιο, όπου ήθελε, φαίνεται, να προξενήση την εντύπωση ότι η σοφία των Δυτικών, τους οποίους οι Βυζαντινοί εξακολουθούσαν ακόμη να θεωρούν βαρβάρους, ήταν ανώτερη.

Η προκλητικότητα του Βαρλαάμ προκάλεσε δημόσια συζήτηση πάνω σ' αυτό το θέμα στο παλάτι, μπροστά στον αυτοκράτορα Ανδρόνικο τον Γ' και την αυλή του, (1330). Τον Βαρλαάμ ανέλαβε να αντικρούση ένας μεγάλος Βυζαντινός σοφός ο Νικηφόρος ο Γρηγοράς. Ο διάλογός του "Φλωρέντιος", αν και όχι αντικειμενικός, δείχνει καθαρά τι επιδίωξε και τι πέτυχε στη συζήτηση εκείνη ο Γρηγοράς. Στο πρόσωπο του Βαρλαάμ θέλει να ξεσκεπάση τον σοφιστή, τον επιπόλαια διαβασμένο άνθρωπο. Αρχίζει τον έλεγχο της σοφίας του από την αστρονομία, και τον αναγκάζει, ευθύς από την αρχή να σβύση και την αστρονομία και τις συναφείς επιστήμες από τον κατάλογο των επιστημών για τις οποίες μπορεί να απαντήση σε όποιον τον ρωτά. Περήφανος ο Γρηγοράς για την μαθηματική του σοφία -ήταν κοντά στα άλλα δυνατός μαθηματικός και την εποχή εκείνη ιδιαίτερα ή αστρονομία εγνώριζε σημαντική ακμή στο Βυζάντιο- θέλει να ξεσκεπάση την αμάθεια του Βαρλαάμ και του Δυτικού κόσμου, να δείξη τον κατώτερο βαθμό της επιστήμης των πόσο η σοφία των περιοριζόταν στη φυσική και τη λογική του Αριστοτέλη και τι αξία είχε.

Ντοπιασμένος από την αποτυχία του ο Βαρλαάμ κατέφυγε στη Θεσσαλογίκη και από κει πέρασε στο Άγιο Όρος. Εκεί γνώρισε από ένα αμαθή μοναχό τη διδασκαλία της ησυχίας την οποία παραμόρφωσε και γελοιοποίησε. Ονόμασεν ομφαλοσκόπους τους ησυχαστάς και πρόβαλε δριμύς κατήγορός των για κακοδοξία. Αφού ισχυρίζονται, λέγει, ότι βλέπουν με τα σωματικά τους μάτια το θείο και άκτιστο φως, αυτό σημαίνει ότι γι' αυτούς η θεία χάρη είναι κάτι κτιστό. Καταστρέφουν λοιπόν, συμπεραίνει, θεμελιώδη δόγματα της Εκκλησίας. Η θεωρία του θείου, αντιτάσσει ο Βαρλαάμ και εδώ φαίνεται ο άκρος ορθολογισμός του, είναι επιστήμη και γνώση. Όποιος γνωρίζει τη σοφία, γνωρίζει και την αλήθεια; και όποιος γνωρίζει την αλήθεια γνωρίζει το Θεό και μένει κοντά του κατ' ανάγκην. Αφού σπουδάσης, προσθέτει, τον Πυθαγόρα, τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τότε θα φτάσης στη σύλληψη της αλήθειας. Είναι φανερό ότι για τον Βαρλαάμ η θύραθεν σοφία είναι μια κάθαρση της ψυχής, χωρίς την οποία είναι αδύνατο να φτάσης στο Θεό, να ενωθής μαζί του. Αντίθετη θέση προς τη θέση των μυστικών της σχολής του Συμεών πού ακολουθούν οι ησυχαστές. Κάθε ορατό ον, λέγει ακόμη ο Βαρλαάμ, είναι κτιστό. Tο Θαβώρειο φως έγινε ορατό από σωματικά μάτια, δεν είναι λοιπόν καθόλου άκτιστον. Είναι κτίσμα, «περιγραπτόν», και δέ διαφέρει από το φως που βλέπομε με τις αισθήσεις μας είναι κάτι κατώτερο από. το νου.

Τα επιχειρήματα του Βαρλαάμ δείχνουν καθαρά ότι η σκέψη του είναι εντελώς ξένη προς το μυστικισμό, τον αγνοεί, ή αδυνατεί να τον κατανοήση είναι μια σκέψη πολύ κοντά στα ελληνικά μέτρα και θέλει, όπως εκείνη, να στηρίζεται σε φυσικά, λογικά επιχειρήματα. Ενω ο μυστικισμός αυτό ακριβώς θέλει να ξεπεράση. Αν και Έλλην ο Βαρλαάμ, επειδή είναι κάτοχος της Λατινικής και έζησε στη Δύση, δέχτηκε την επίδραση των δυτικών σχολαστικών, ιδιαίτερα του Ακινάτου, και αυτών τις τάσεις και τα επιχειρήματα ακολουθεί. Το ίδιο και όλοι οι άλλοι αντίπαλοι των ησυχαστών, εκτός από τον Γρηγορά. Έχουν όλοι δεχτή την επίδραση των λατίνων, που είχαν αρχίσει να μεταφράζωνται ελληνικά. Αρκετοί απ' αυτούς εκδηλώθηκαν και ως λατινόφρονες. Ο ίδιος ο Βαρλαάμ έγινεν αργότερα καρδινάλιος της καθολικής Εκκλησίας. Έτσι ο αγών κατα των ησυχαστών παίρνει στο βάθος μορφή αντιδικίας ανάμεσα στην Ανατολή, που τάσσεται με τον μυστικισμό, και τη Δύση που με τον Ακινάτο υποστηρίζει ότι ο λόγος είναι το μόνο όργανο για να σκεφτούμε το Θεό. Για μια φορά ακόμη το βαθύ, το ριζικό θέμα που είχε να αντιμετωπίση η Ορθοδοξία εδώ στην Ανατολή με τις λογής αιρέσεις ορθώνεται μπροστά της αλλά αυτή τη φορά έρχεται από τη Δύση, χειραγωγημένη μονοκόμματα από τον Αριστοτέλη που και ατελώς τον γνωρίζει ακόμη. Η Θεολογία, ο περί Θεού δηλαδή λόγος είναι γνώση (Ακινάτος-Βαρλαάμ), η αφήγηση θεωρίας (Συμεών); Είναι διαλογισμός ή ενόραση; Γύρω σ' αυτό το ερώτημα διεξάγεται η μάχη (βαρλααμιτών και ησυχαστών. Εκείνο που σκανδαλίζει περισσότερο τους βαρλααμίτες είναι ο ισχυρισμός των ησυχαστών ότι βλέπουν το άκτιστον φως. Αυτό το θεωρούν σαν υλοποίηση του Θεού.

Πριν περάσωμε στο Γρηγόριο Παλαμά (1296-1359/60) τον αρχηγό των ησυχαστών, για να δούμε πώς αντικρούει τον Βαρλαάμ και τους οπαδούς του, θα .πάμε στον Νικηφόρο Γρηγορά, τον κορυφαίο αντιπαλαμίτη. Αντίθετα προς όλους τους άλλους ο Γρηγοράς αντλεί τα επιχειρήματά του από τη βυζαντινή παράδοση, όχι από τη Δύση. Οξύς διαλεκτικός, δόκιμος γνώστης της ελληνικής φιλοσοφίας, στη θεωρία των ησυχαστών, η οποία διακρίνει στο Θεό ουσία και ενέργεια, βλέπει σοβαρό κίνδυνο επιστροφής στον πολυθεϊσμό. Ο Παλαμάς, λέγει ο Γρηγοράς, ξαναφέρνει στη ζωή τις Ιδέες του Πλάτωνος, που είναι όντα μεσάζοντα ανάμεσα στο Θεό και τον αισθητό κόσμο. Ουσία και ύπαρξη, δέχεται ο Γρηγοράς ακολουθώντας την παραδομένη ορθόδοξη διδασκαλία, συμπίπτουν στο Θεό.Επειδή ο Γρηγοράς έβλεπε στον ησυχασμό μορφή πολυθεϊσμού τον πολέμησε με μεγάλη οξύτητα. Στην πάλη αυτή θυσίασε τα πάντα, αυτοκρατορική εύνοια, αξιώματα και τιμές, και προτίμησε τη φυλακή. Στή φυλακή πέθανε. Κι' όταν μαθεύτηκεν ο θάνατός του ξέσπασεν ασυγκράτητη η οργή των παλαμιτών. Ρίχτηκαν στο νεκρό του σώμα το ύβρισαν και το έσυραν μέσα στους δρόμους της πρωτεύουσας. Αναφέρω το θλιβερό αυτό περιστατικό γιατί δείχνει την οξύτητα των παθών που ξεσήκωσεν η «ησυχαστική έρις». Ας προσέξωμε ακόμη κάτι. Ο Γρηγοράς ήταν μεγάλος λόγιος και σοφός. Ήξερε καλά τους κλασικούς και προήγαγε τη σύγχρονή του επιστήμη, ιδίως τα μαθηματικά. Η μόρφωσή του όμως δεν εμπόδισε την ψυχή του να στραφή προς το υπερπέραν. «Έμεινα, λέγει, υπερήφανα, ακλόνητος (στον αγώνα κατά των παλαμιτών) για να σώσω τις ιδέες μου και την ψυχή μου».

Ας έλθωμε τώρα στον Παλαμά. Γόνος από ευγενή οικογένεια ανατράφηκε στην αυλή του Ανδρονίκου του Β'. Ενωρίς όμως τον κέρδισεν ο μυστικισμός, που την εποχή εκείνη είχε μεγάλη επίδοση σε όλη σχεδόν τη χριστιανοσύνη. Σύγχρονοι του Παλαμά και του Καβάσιλα είναι οι δυο πρώτοι σημαντικοί Γερμανοί μυστικοί ο Eckart και ο Tauler και μιλούν πολύ συγγενική γλώσσα. «Και γιατί, ρωτά ο Tauler, πρέπει να σωπαίνης; Γιατί τότε ο Λόγος θα μπορέση να γεννηθή μέσα σου και να βρή έκφραση, και να γίνη ακουστός. Αλλά είναι φανερό ότι, αν συ μιλάς, ο Λόγος θα σωπαίνη. Είναι αδύνατο να υπηρετήσης καλύτερα το Λόγο παρά σωπαίνοντας και ακούοντας. Αν τώρα εσύ βγης εντελώς έξω από τον εαυτό σου, τότε θα μπη μέσα σου ο Λόγος ολόκληρος...».

Νέος ο Παλαμάς εγκατέλειψε την αυλή, δέχτηκε το μοναχικό σχήμα στή Θεσσαλονίκη και αποσύρθηκε σε απόμερη σκήτη κοντά στη Βέρροια για να μονάση. Ήρθε όμως ο Βαρλαάμ με την επίθεσή του κατά των ησυχαστών και του διέκοψε τη συλλογή και τη μελέτη. Για να υποστηρίξη τη μέθοδο της προσευχής των ησυχαστών και να ανασκευάση τη γελοιοποίηση που επεχείρησεν ο Βαρλαάμ στηρίζεται ο Παλαμάς στη χριστιανική διδασκαλία ότι το ανθρώπινο σώμα, ναός του Θεού, δεν είναι αρχή του κακού. Πάνω στο θέμα αυτό έχομε ένα ενδιαφέρον έργο την «Προσωποποιΐα», που κι αν δεν είναι έργο του Παλαμά, όπως ήταν παλαιότερα γενικά αποδεκτό, απηχεί πάντως τις απόψεις που και εκείνος υποστηρίζει. Στο έργο αυτό η ψυχή προσωποποιημένη απαγγέλλει δριμύ κατηγορητήριον κατά του σώματος, και το σώμα, προσωποποιημένο κι' αυτό, απαντά με την σειρά του ανασκευάζει τις κατηγορίες και κατευθύνει το δικαστήριο στο συμπέρασμα ότι, όσα είπε η ψυχή δεν είναι χριστιανικά αλλά νεοπλατωνικά. Συμπέρασμα που δίνει την ορθή θέση, τη χριστιανική, στο σώμα, το έτερο απαραίτητο σκέλος για την υπόσταση του ανθρώπου.

Πλανερός λοιπόν ο δρόμος των νεοπλατωνικών για την αλήθεια. Ο απλανής δρόμος, λέγει ο Παλαμάς, που οδηγεί στο Θεό είναι εκείνος που περνά μέσα από το νου, ο δρόμος του νου. Πού είναι όμως η θέση του νου; Εδώ είναι η ρίζα της διαφωνίας με τους Βαρλααμίτες. Είναι ο νους έξω από το σώμα ή μέσα στο σώμα; Να θέσωμε, λέγει ο Παλαμάς, το νου απόλυτα έξω από το σώμα για να απολάψωμε νοητά θεάματα, αυτό είναι η πιο μεγάλη ελληνική πλάνη, ρίζα και πηγή κάθε κακοδοξίας, ανακάλυψις των δαιμόνων, καρπός της απουσίας του πνεύματος ... Και σε μας, συνεχίζει, οι οπαδοί της πλάνης υποστηρίζουν ότι ο νους κατά την προσευχή πρέπει να είναι έξω από το σώμα. Όταν ο ησυχαστής λέγη έξω από το σώμα, εννοεί φυσικά έξω από τη σωματική αίσθηση, όχι τόπο, θέση, αφού ο νους είναι ασώματος. Ξέρομε όμως καλά, προσθέτει ο Παλαμάς, ότι, όταν ο νους είναι μέσα στην καρδιά,βρίσκεται μέσα στο όργανό του, μέσα στο θησαυροφυλάκιό του. Όταν λοιπόν θέλωμε να καθαρίσωμε το νου πρέπει να τον συγκεντρώσωμε μέσα στην καρδιά. Φαίνεται καθαρά η θέση που παίρνει ο Παλαμάς στο βασικό αυτό πρόβλημα. Αντιτίθεται καθαρα και ξάστερα στον αντικειμενισμό της συλλογιστικής που βλέπει, θα λέγαμε, τον άνθρωπο σα συλλογιστική μηχανή, αντιτίθεται και στην έκσταση του νεοπλατωνισμού, που βγάζει τον άνθρωπο από τον άνθρωπο (φυγή, .έκστασις). Και προσπαθεί να διατυπώση μια θεωρία που πηγάζει από τη βαθύτερη ρίζα του χριστιανισμού. Θέλει το νου να βαφτίζεται μέσα στην καρδιά και να αφήνεται στην οδήγησή της. Για να αποφύγη την κατηγορία για υποκειμενισμό προσθέτει ο Παλαμάς ότι οι ησυχαστές δε θέλουν το νου μόνο μέσα στο σώμα και μέσα στην καρδιά, αλλά ότι θέλουν να τον ωθήσουν ως μέσα στον ίδιο τον εαυτό του. Μόνο τότε ο νους ξαναβρίσκει τη δική του ουσία, αφού περάση από την καρδιά, και, ξεπερνώντας κάποτε τον εαυτό του, αναστρέφεται με το Θεό.

Υποστήριξεν ο Βαρλαάμ ότι δεν υπάρχει θεωρία, που ξεπερνά τις νοητικές ικανότητες και θεώρησε γελοίο τον ισχυρισμό των ησυχαστών ότι φτάνουν στη γνώση του Θεού με μυστικό τρόπο. Ο Παλαμάς απαντά ότι η μυστική θεωρία αυτή και μόνο παρέχει την πιό λαμπρή απόδειξη για το ότι υπάρχει Θεός και είναι πάνω από όλα, τα όντα. «Εγώ, συνεχίζει ο Παλαμάς στο αποκαλυπτικό αυτό κείμενο, θέτω ότι η άγια πίστη μας, πάνω από όλες τις αισθήσεις καί διανοήσεις είναι ένα όραμα της καρδιάς μας με ιδιαίτερο τρόπο, γιατί ξεπερνά όλες τις νοητικές ικανότητες της ψυχής μας». Μόνο,. προσθέτει αλλού, όταν το φως πλημμυρίζη την καρδιά μας, μόνο τότε ο αληθινός άνθρωπος πηγαίνει στο αληθινό έργο του, ανεβαίνει στα αιώνια βουνά, βλέπει τον αόρατο, και από κει και πέρα μπαίνει ολοκληρωτικά στη χώρα του θαύματος. Εδώ θα σας θυμίσω πάλι τον Πασκάλ που μίλησε για Θεό που τον αισθάνεται η καρδιά (sensible au coeur) και τόνισε ότι άλλο πράγμα είναι να αισθανθής την αλήθεια με την καρδιά, άλλο να τη γνωρίσης με το λόγο. Αυτό το ίδιο ζήτημα απασχολεί και τον Παλαμά και την ίδια λύση .του δίνει. Η φωτισμένη καρδιά, όχι ο νους, αυτή μας οδηγεί στο Θεό, αυτή μας σώζει.

Πώς απαντά όμως στα επιχειρήματα του Βαρλαάμ ότι το θαβώρειο φως είναι υλικό, κτιστό και αισθητό; Θέτει, όπως είδαμε, πραγματική διάκριση ανάμεσα στην ουσία και την ενέργεια του Θεού. Υπάρχει, λέγει ο Παλαμάς, απειρία,θείων ενεργειών μια απ' αυτές είναι το θαβώρειο φώς. Όλες αναβρύζουν από την ουσία του Θεού, σαν από αστείρευτη πηγή, και είναι δεμένες μαζί της με τρόπο αξεδιάλυτο. Η θεία ουσία είναι, λέγει ακολουθώντας το Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη, ο θείος γνόφος, από όπου αποροέουν οι θείες ενέργειες, που αποτελούν τις εκδηλώσεις του Θεού, την προχώρησή τους προς εμάς. Ο άνθρωπος βοηθημένος από την θεία χάρη ενώνεται όχι με την ουσία αλλά με την ενέργεια του Θεού. Επειδή όμως και το πιο μικρό μόριο της θείας ουσίας έχει όλες τις δυνάμεις της θεότητας, -η θεότητα δεν μερίζεται όπως τα σώματα- όσοι δέχτηκαν μέσα τους μια θεία ενέργεια δέχτηκαν ολόκληρο το Θεό.

Και πώς είναι δυνατό, αναρωτιέται ο Παλαμάς, να διανοηθούμε φύση χωρίς.ενέργεια; Πώς μπορούμε να πούμε ότι η πρόνοια, η πρόγνωση, η δημιουργία είναι ουσία και όχι ενέργεια; Όπως και στο μονοθελητισμό, τίθεται και εδώ το πρόβλημα των σχέσεων ουσίας και ενεργείας, από άλλη σκοπιά. Οι Βαρλααμίτες έβλεπαν τη σχέση αιτίας και αποτελέσματος μόνο με τρόπο φυσικό ή λογικό: Θεός -δημιουργία- κτίσματα. Οι Παλαμίτες με τη θεία χάρη βλέπουν το Θεό με τα ίδια τους τα μάτια. Οι πρώτοι φτάνουν τη θέωση μόνο με το νου. Οι δεύτεροι με τη θεία χάρη. Ο Παλαμίτης ζει δίπλα ή κάτω από τη στέγη της θείας ενεργείας. Αντί να ζητά αιτιολογικό προσδιορισμό, λογική απόδειξη για την ύπαρξη του Θεού ο Παλαμίτης βλέπει το Θεό, ζει εν τω Θεώ. Η συγκεκριμένη αυτή θέα .του θείου που αναστρέφεται με τον μυστικό σα φίλος ή τον συμβουλεύει σα δάσκαλος δεν έρχεται σε αντίφαση με την ιδέα που την ίδια ώρα έχει για τον ίδιο το Θεό ότι είναι άπειρος και περίγραπτοs. Γιατί ο Θεός που βλέπει τώρα δα ο μυστικός είναι μια θεία ενέργεια, όχι η θεία ουσία. Αλλά και έτσι, μόνο όσοι έχουν καθαρούς οφθαλμούς βλέπουν το Θεό, και όχι ένα κτίσμα όπω έλεγαν ο Βαρλαάμ και οι οπαδοί του. Οι. οφθαλμοί που βλέπουν κατά φύσιν είναι τυφλοί για το θείο φως, που δεν είναι αισθητό, κι ας το βλέπουν τα σωματικά μάτια. Τη στιγμή που έγινεν η Μεταμόρφωσις ο Θεός άφησε λίγο ανοιχτή την πύλη της θεότητας σε όσους έδωσε τη χάρη του και έδειξε στους μυημένους το Θεό που κατοικεί εκεί μέσα. Και αν ο απόστολος Ματθαίος λέγει ότι ο Ιησούς έλαμψε σαν ήλιος, -και έλαμψεν το πρόσωπον αυτού ως ο ήλιος, τα δε ιμάτια αυτού εγένετο λευκά ως το φως- το λέγει για να μας κάμη να εννοήσωμε πως ό,τι είναι ο ήλιος για κείνους που ζουν μέσα στις αισθήσεις και βλέπουν σύμφωνα μ' αυτές, είναι ο Χριστός για όσους ζουν εν,Πνεύματι καί βλέπουν εν Πνεύματι. Το θεϊκό φως δεν είναι κάτι που τώρα υπάρχει και σε μια στιγμή εξαφανίζεται, ούτε είναι περιγραπτόν. Εκείνοι που είδαν τον Ιησού στο Θαβώρ επέρασαν από τη σάρκα στο πνεύμα, με αλλοίωση των αισθήσεων ενεργημένη από το πνεύμα, και τότε μόνο είδαν το μυστικό φως. Πώς αυτό γίνεται μόνο ο Θεός και κείνοι που το δοκίμασαν ξέρουν. Όσοι δεν σκέπτονται αυτό μεταβάλλουν και αυτό το φως και το Άγιο Πνεύμα σε κάτι το κτιστόν.

Ακόμη μια φορά η βυζαντινή πνευματικότητα βρίσκει στο πρόσωπο του Παλαμά τη δύναμη να επισύρη την προσοχή του ανθρώπου στο μυστικό βάθος της θρησκείας, στο μυστικό βάθος. του ίδιου του ανθρώπου. Να αντιπαλαίση τον ορθολογισμό που ήθελε να ορθωθή μονοκράτορας και στην περιοχή της θρησκείας. Η αληθινή θεολογία, η αλήθεια, λένε οι ησυχαστές,θέλει την καθαρότητα της καρδίας, σφιχτά δεμένη δηλαδή τη θεωρία με την πράξη. Γιατί μόνο αυτή η καθαρότητα εξασφαλίζει στους πιστούς το μεγάλο βήμα που τους επιτρέπει να περάσουν από τη γνώση στο ανθρώπινο μέτρο στη γνώση στο μέτρο του Θεού.

Δεν είναι λοιπόν η ησυχαστική έριδα ένα απλό επεισόδιο ανταγωνισμού ανάμεσα στη Δύση και στο Βυζάντιο, όπως είπαν. Εκείνοι που μάχονται και αντιπαλαίουν είναι από τη μια η θρησκεία σε ό,τι βαθύτερα ιδιαίτερο έχει, τη δίψα του πνεύματος, του ανθρώπου, να ξεπεράση τον εαυτό του για να ενωθή με τον Θεό, και, από την άλλη, μια άλλη δίψα του πνεύματος, δίψα για νοητική και ενιαία συστηματοποίηση της γνώσης.

Ο ησυχασμός, όπως κάθε μυστικισμός, μας βυθίζει διά μιας σε ατμόσφαιρα ενορατική για να γνωρίσωμε στο Θεό, με όραση μακαριστή, ό,τι απόλυτα ιδιαίτερο έχει. Γενικά ο μυστικισμός, στις καλύτερές του στιγμές, δεν αρνείται τη γνώση, τη θύραθεν σοφία. Εκείνο που αρνείται είναι ότι η γνώση αυτή οδηγεί στις ρίζες, στη θεωρία και στη θέωση του ανθρώπου. Για τούτο το μεγάλο εγχείρημα επιστρατεύει ολόκληρο τον άνθρωπο, συναιρεί τις αντινομίες και, με τον ησυχασμό, δίνει τα πρωτεία στην καρδιά. Ο νους, μόνο αν βαφτιστή στην καρδιά βρίσκει τον εαυτό του. Δε θέλει άρά γε να πη ότι δεν πρέπει ο άνθρωπος να εξαντικειμενικεύεται, να γίνεται συλλογιστική μηχανή, αλλά να μένη πάντα ένα υπεύθυνο πρόσωπο; Έτσι ίσως θα λέγαμε, το ίδιο στο βάθος πράγμα, σήμερα.

Ύστερα από πολλές μεταπτώσεις και οξεία διαμάχη ο ησυχασμός επικράτησε, όπως είπαμε. Τούτο δείχνει, για μια ακόμη φορά, ότι όχι μόνο στην επίσημη εκκλησία, αλλά και στο λαό του Βυζαντίου ήταν ακόμη πολύ έντονο και ζωηρό το αίσθημα της μυστικότητος της θρησκείας.

Ο Θεολόγος του Ησυχασμού ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ Ο Θεολόγος του Ησυχασμού Jean Meyendorff








Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ ΚΑΙ Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΜΥΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ από την πρωτότυπη γαλλική έκδοση ΕΛ. ΜΑΪΝΑΣ

Εκδόσεις «ΑΚΡΙΤΑΣ»



Οι γονείς του Παλαμά, που καταγόντουσαν από τη Μικρά Ασία, εγκαταλείψανε μπροστά στην τουρκική εισβολή την πατρίδα τους και φθάσανε στην Κωνσταντινούπολη. Ο νεα­ρός Γρηγόριος γεννήθηκε στα 1296 και εκπαιδεύθηκε στην αυλή του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β' του Παλαιολόγου. Ο Ανδρόνικος, φίλος συγγραφέων και σοφών, διανοούμε­νος ο ίδιος, αλλά μέτριος πολιτικός, ήταν ακόμη κι ο ευσε­βέστερος από τους βυζαντινούς ηγεμόνες της όψιμης αυτής εποχής. Φίλος ταπεινός και υπάκουος του αυστηρού πα­τριάρχη Αθανασίου του Α'. πραγματοποίησε καλύτερα από πολλούς άλλους την ιδανική θεοκρατία στην Κωνσταντι­νούπολη. Η θεοκρατία, που αποτέλεσε τη βάση της Βυζαν­τινής Αυτοκρατορίας, απεικονίστηκε συμβολικά στο μωσαϊκό του Θ' αιώνα, που βρίσκεται πάνω άπ' τη βασιλική πύλη στο νάρθηκα της Αγίας Σοφίας. Ο χριστιανός αυτο­κράτορας, βασιλιάς της γης πέφτει και προσκυνάει το Χριστο-Παντοκράτορα, ένσαρκη Σοφία και ουράνιο Αυτοκρά­τορα. Η ατμόσφαιρα της βυζαντινής αυλής γύρω στα 1300 αποδίδεται από το βιογράφο του Παλαμά, που διηγείται πως ο πατέρας του σοφού ησυχαστή ενώ μετείχε στη συνεδρία­ση της Συγκλήτου και ρωτήθηκε από τον αυτοκράτορα, πά­νω στο θέμα μιας κρατικής υπόθεσης, δεν άκουσε την ερώ­τηση, επειδή ήταν βυθισμένος στη νοερά προσευχή. Ο Ανδρόνικος σεβάστηκε την προσευχή του και δεν επέμεινε να πάρει τότε απάντηση.

Οι κοσμικές σπουδές του Γρηγορίου εξακολουθήσανε ως την ηλικία των είκοσι περίπου ετών και περιλαμβάνανε κυ­ρίως τα κλασσικά trivium και quadrivium. Θα τον φέρουν σε αρκετά προχωρημένη γνώση του Αριστοτέλη. Οι σπουδές αυτές δεν οδηγούσανε ωστόσο στη μελέτη του Πλάτωνα, που η μεταφυσική του εθεωρείτο, στους παραδοσιακούς κύ­κλους των βυζαντινών, ως ασυμβίβαστη με το Χριστιανισμό και γι' αυτό το λόγο είχε αποκλεισθεί από το κανονικό πρόγραμμα των κοσμικών σπουδών. Ο Παλαμάς ομιλεί σε πολυάριθμες επαναλήψεις για την αριστοτελική λογική ως καθαρή άσκηση του νου, μια μέθοδο σκέψης εύχρηστη και παραδεκτή για το χριστιανό. Όσο για τη μεταφυσική διδασκαλία του Πλάτωνα, επιβάλλει, σύμφωνα με την αντίληψή του μια εκλογή κι ένα διανοητικό καταναγκασμό. Ο Παλα­μάς υπερηφανεύεται πως αρνήθηκε τον καταναγκασμό αυτό.

Προς τα 1316, ο Γρηγόριος αποφάσισε ξαφνικά να πραγ­ματοποιήσει τη μοναστική του κλήση, που αναπτύχθηκε μέσα του με τη συναναστροφή διάσημων μοναχών στην Κωνσταντινούπολη. Ο Θεόληπτος Φιλαδέλφειας κυρίως τον μύησε στην καθαρή προσευχή. Μάταια ο αυτοκράτο­ρας του υποσχότανε λαμπρή σταδιοδρομία. Ο Γρηγόριος θα πραγματοποιήσει την απόφασή του να εγκαταλείψει τον κόσμο λύνοντας με πολύ μεσαιωνικό και βυζαντινό τρόπο τα οικογενειακά εμπόδια που του παρουσιαστήκανε: Μένοντας άπ' την παιδική του ηλικία ορφανός από πατέρα (που ντύθη­κε το ράσο του μοναχού πριν να πεθάνει), φορτώθηκε τη μη­τέρα του, τις δυο αδερφές του, τους δυο αδερφούς του και μεγάλο αριθμό υπηρετών. Πρότεινε σ' όλους, λοιπόν, να κλειστούνε σε μοναστήρια. Η μητέρα, οι δυο αδερφές και οι περισσότεροι υπηρέτες μπήκανε τότε σε μοναστήρια της πρωτεύουσας. Όσο για τα τρία αγόρια ξεκίνησαν μαζί παίρ­νοντας με τα πόδια το δρόμο για τον Αθωνα.

Για είκοσι χρόνια, ο Γρηγόριος θα περάσει εκεί τη ζωή του μοναχού, που το ΙΔ' αιώνα, δεν διέφερε καθόλου άπ' τη ζωή που και σήμερα ακόμη μπορεί να δει κανείς στο Άγιο Όρος.

Τα μοναστήρια του Άθωνα δεν ανήκουν στα πιο παλιά μοναστήρια της Ανατολής. Η Μεγίστη Λαύρα θεμελιώ­θηκε μόνο το I' αιώνα από τον άγιο Αθανάσιο. Στους επό­μενους αιώνες πολλά άλλα μεγάλα μοναστικά συγκροτήματα θα δουν το φως και το σύνολο Θα συναθροισθεί σ' ένα είδος ομοσπονδίας κάτω από την ηγεσία του πρώτου, προέδρου του συμβουλίου των ηγουμένων των διαφόρων μοναστηριών. Παρόμοιες ομοσπονδίες υπήρχαν κι αλλού -στο Όρος Όλυμπος. στο Όρος Άγιος Αυξέντιος-, αλλά με την εισβο­λή των τούρκων στη Μικρά Ασία ο Άθωνας αποκτά μονα­δική σπουδαιότητα, υπογραμμισμένη περισσότερο από τον πολυεθνικό του χαρακτήρα: Οι Σέρβοι, οι Βούλγαροι, οι Γεωργιανοί (ή Ίβηρες), οι Ρώσοι θ' αποστείλουν σ' αυτό τους μοναχούς τους, που άλλοι Θα μπουν στα μεγάλα ελληνι­κά μοναστήρια, άλλοι θα εγκαταστήσουν δικά τους συγκρο­τήματα. Μέχρι το ΙΓ' αιώνα, τέλος, υπήρχε στον Άθωνα ένα λατινικό μοναστήρι.το μοναστήρι των Αμαλφιτών (οι μοναχοί προερχόντουσαν όλοι σχεδόν από την Ιταλική πόλη Αμάλφι). Τα ερείπια του δίνουν μαρτυρία, ακόμη και σήμερα, για την αρχαία ενότητα στην άσκηση και στην προσευχή, της Ανατολής και της Δύσης... Στο ΙΔ' αιώνα, ο Άθωνας ήταν το κέντρο όλου του ορθόδοξου μοναχισμού. Ήταν επίσης διανοητικό κέντρο, και γι' αυτό δίνουν μαρτυρία οι αθωνικές βιβλιοθήκες ακόμη και σήμερα. Τα χρόνια που θα περάσει εκεί ο μελλοντικά ησυχαστής δάσκαλος δεν θα 'ναι γι' αυτόν μόνο πνευματικό σχολείο, αλλά συνάμα ευκαιρία να αποκτήσει πελώρια γνώ­ση της πατερικής φιλολογίας και βαθειά εμπειρία για τα διάφορα προβλήματα της μοναχικής ζωής. Στο όρος Άθωνας, σ' όλη τη διάρκεια της ιστορίας του, η παράδοση του κοινοτικού η κοινοβιακού μοναχισμού βρισκότανε σε σύρραξη με τον ερημητισμό ή ησυχασμό. Οι δυο παραδό­σεις συνυπήρχαν πάντοτε στην Ανατολή και ανάγονται κι οι δυο στις αιγυπτιακές πηγές του χριστιανικού μοναχισμού. Ο κοινοβιοτισμός, εισήλθε στον Αθωνα το Γ' αιώνα με τον Άγιο Αθανάσιο με τη μορφή της μοναχικής ζωής που ο άγιος Βενέδικτος θα εκλαϊκεύσει στη Δύση. Οι ομολογίες αγνότητας, υπακοής και φτώχειας πραγματοποιούνται στους κόλπους μιας ισχυρά οργανωμένης κοινότητας, που με αυ­στηρούς κανόνες, προσδιορίζει με ακρίβεια τις παραμικρές λεπτομέρειες της ζωής του μοναχού: Η λειτουργική προ­σευχή, η υπακοή στον ηγούμενο, η απόλυτη στέρηση όλων των προσωπικών αγαθών αποτελούν τα ουσιώδη στοιχεία. Ο ερημιτισμός. από τον άγιο Αντώνιο της Αιγύπτου, που εφαρμόζεται από πολυάριθμους ασκητές στην Ανατολή, α­φήνει αντίθετα πλήρη ελευθερία στο μοναχό για ν' ακολου­θήσει τη δική του Οδό προς την τελειότητα: Οι ερημίτες η οι ήσυχαστές θεωρούνται άλλωστε ως οι αληθινοί μονα­χοί με την ετυμολογική και πρωταρχική έννοια του όρου (από τη λέξη μόνος). Αν η αγνότητα παρέμενε ολοφάνε­ρα, γι' αυτούς, το κύριο χαρακτηριστικό της πνευματικότη­τας, κατανοούσανε όμως διαφορετικά από τους κοινοβιάτες τις ομολογίες της υπακοής και της φτώχειας: Δεν είναι πια ο ηγούμενος, αλλά ένας έμπειρος μοναχός που διαλέγεται ε­λεύθερα και που είναι ο απόλυτος πνευματικός δάσκαλος.

Όσο για τα υλικά αγαθά, δεν ήσαν μόνο εμπιστευμένα στην κοινότητα, που συχνά ήταν πολύ πλούσια και μπορούσε να εγγυηθεί στους μοναχούς άνετη, και καμιά φορά, οκνηρή ζωή, αλλά έπρεπε να καταργηθούνε οριστικά. Η φτώχεια αποκτούσε έτσι μια άποψη πιο ατομική και πιο συγκεκριμέ­νη. Τα πλεονεκτήματα της κάθε μιας οδού είναι ολοφάνερα.

Και οι δυο οδηγούνε ωστόσο σ ασυμβίβαστα και σε κινδύ­νους: Από το ένα μέρος, μια πειθαρχία καθαρά εξωτερική, ανεξάρτητη από κάθε αληθινή πνευματικότητα συνάπτεται, μερικές φορές με κάποια υλική άνεση, και συνοδεύεται από κραυγαλέες κοινωνικές αδικίες, (τα κοινοβιακά μοναστήρια, με απέραντες εδαφικές εκτάσεις, είχαν καταφύγει ανοιχτά σε εργασία δούλων). Από το άλλο μέρος, μπορούσε κανείς να καταλήξει σε πνευματικό αναρχισμό, στην ατομοκρατία και σε υπέρμετρη πνευματικοποίηση των μοναχικών ομολο­γιών. Από το τέλος, ιδιαίτερα, του ΙA' αιώνα ο βυζαντινός μοναχισμός εφάρμοσε αρκετά πλατιά τη συγχώνευση των δύο οδών. Στα πιο μεγάλα κοινόβια, η ησυχαστική πνευμα­τικότητα δεν ήταν άγνωστη: Στους κόλπους της κοινότητας, οι γέροντες, εξομολόγοι και πνευματικοί δάσκαλοι, εξα­σκούσαν την επιβολή τους παράλληλα με την διαχειριστική και πειθαρχική εξουσία του ηγουμένου. Η ζωή του Συμεών του Νέου Θεολόγου μας προμηθεύει πολλά παραδείγματα. Αντίθετα, οι ησυχαστές ασκούσαν συχνά ένα είδος μισο-κοινοβιακής ζωής: μερικοί μοναχοί, συγκεντρωμένοι γύρω από ένα δάσκαλο, αφιερωνόντουσαν μαζί στην άσκηση και στην προσευχή, μεταβαίνοντας το Σάββατο και την Κυρια­κή στο κοινοβιακό μοναστήρι, που ήσαν εξαρτημένοι σ' αυτό, για να συμμετάσχουν στη θεία Λειτουργία και να δε­χθούν τα Μυστήρια.

Ο Παλαμάς θα εξασκήσει την τελευταία αυτή οδό προ­παντός στη διάρκεια της παραμονής του στον Άθωνα. Η ησυχαστική παράδοση, όπως είχε σχηματισθεί στο ΙΔ' αιώ­να, τη θεωρούσε πραγματικά σαν ανώτερη οδό, βασίζοντας την προτίμηση της κυρίως στην αυθεντία ενός Ιωάννου Μόσχου (Πνευματικό Λειμωνάριο, κεφ. 4 και 5). Ο Παλα­μάς, άλλωστε, κατέκρινε τον άκρατο ησυχασμό. Ιδίως όταν κατέληγε στην περιφρόνηση της λειτουργικής ζωής. και έ­ζησε επίσης, κατά διαστήματα, μέσα σε μεγάλες κοινότητες.

Τα τρία αδέλφια έζησαν για τρία χρόνια στην περιοχή του μοναστηρίου του Βατοπεδίου, κάτω από την καθοδήγη­ση ενός ησυχαστή με τ' όνομα Νικόδημος, που είχε έλθει στον Άθωνα από το όρος Άγιος Αυξέντιος, ένα άλλο σπου­δαίο μοναστικό κέντρο του ΙΓ' και ΙΔ' αιώνα. Αλλά μετά τον πρόωρο θάνατο του δόκιμου αδελφού του, Θεοδοσίου, και το θάνατο στη συνέχεια του Νικόδημου, ο Γρηγόριος κι ο άλλος αδελφός του, Μακάριος, θα εισχωρήσουν βαθύτερα στην αθωνική χερσόνησο. Θα πόνε να εγκατασταθούνε στη Μεγάλη Λαύρα του άγιου Αθανασίου, μοναστήρι που κα­τέχει στους κόλπους της αθωνικής Ομοσπονδίας, πρωτείο αρχαιότητας και εξουσίας. Η Λαύρα θ' αποβεί έτσι η μη­τρική κατοικία του Παλαμά σ' όλη τη διάρκεια της ζωής του.

Ο αυριανός ησυχαστής δάσκαλος άρχισε την πορεία του με την είσοδο του στο κοινόβιο του μοναστηρίου κι ονομά­στηκε ταυτόχρονα ψάλτης από τον ηγούμενο. Στο τέλος των τριών ετών. Θα αποτραβηχτεί στο ερημητήριο της Γλώσσιας και Θα τεθεί κάτω από την καθοδήγηση εξαιρετικού μονά­χου που τον λέγανε Γρηγόριο. Οι ακατάπαυστες επιδρομές των Τούρκων πειρατών, άπ' τις οποίες υπέφεραν ξεχωριστά οι μικρές μοναχικές κοινότητες, στερημένες από την προσ­τασία τειχών, που και σήμερα ακόμη δίνουν στα αθωνικά μοναστήρια την όψη πραγματικών κάστρων, έθεσαν τέλος στην ύπαρξη του ερημητηρίου. Ο Παλαμάς, ακολουθούμε­νος άπ' ολόκληρη ομάδα μοναχών, αποφάσισε να μεταβεί στην αγία Γη και στο Σινά. Παρ' όλη τη μουσουλμανική κατάκτηση, παρόμοια ταξίδια γινόντουσαν συχνά: Οι μονα­χοί ιδιαίτερα αγαπούσαν τα ταξίδια αυτά. Ήξεραν ν' ανα­γνωρίζουν, καλύτερα από άλλους, τους ευνοϊκούς σχετικά όρους, που εγγυόντουσαν τότε οι Μουσουλμάνοι για τους χριστιανούς κι ανοιγόντουσαν ακόμη σ' ορισμένα πνευματι­κά ρεύματα του Ισλάμ: Η ψυχοφυσική μέθοδος προσευχής αποτελούσε ιδίως, όπως το χουμε δει, μαρτυρία για την πνευματική αυτή όσμωση, που κύριος παράγοντας της Θα 'πρεπε να 'ναι ο λαϊκός μοναχισμός.

Ο Παλαμάς ωστόσο βρήκε εμπόδιο στην πραγματοποίη­ση του σχεδίου του. Έμεινε για κάποιο διάστημα στη Θεσ­σαλονίκη όπου έγινε μέλος σ' ένα είδος πνευματικού κύ­κλου, που κύριος εμπνευστής του ήταν ο Ισίδωρος, μαθητής του Γρηγορίου του Σιναΐτη και μελλοντικός πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης. Οι δραστηριότητες του κύκλου αυτού ήσαν πολλαπλές κι απλωνόντουσαν στις πιο διάφορες περιοχές: Όπως ο Συμεών ο Νέος Θεολόγος, όπως ο Θεόλη­πτος Φιλαδελφείας, ο Ισίδωρος και ο Γρηγόριος, δεν θεω­ρούσαν την πνευματικότητα του ησυχαστή ως αποκλειστικό προνόμιο των Μοναχών. Επιζητούσαν να διαδώσουν έξω από το περίβολο των μοναστηριών την άσκηση της προσευ­χής του Ιησού, που κατά τη γνώμη τους ήταν το πιο υπέρο­χο μέσο για να πραγματώσεις και να ενεργοποιήσεις τη χά­ρη του Βαπτίσματος.

Στη Θεσσαλονίκη, προς τα 1326. στην ηλικία των 30 ε­τών, ο Γρηγόριος χειροτονήθηκε Ιερέας, θεμελίωσε τότε, στα περίχωρα της Βέρροιας ένα έρημητήριο, όπου ήταν ο προϊστάμενος και όπου, στη διάρκεια πέντε ετών, έζησε με εξαιρετικά αυστηρή άσκηση: Πέντε ημέρες την εβδομάδα παρέμενε εντελώς απομονωμένος˙ το Σάββατο και την Κυ­ριακή γύριζε ανάμεσα στους αδελφούς για να τελέσει τη θεία Ευχαριστία και να συνομιλήσει μαζί τους. Η παραμο­νή του στη Βέρροια θα διακοπεί από ένα σύντομο ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη, με αφορμή το θάνατο της μητέρας του, θα επαναφέρει μαζί του τις δύο μοναχές αδελφές του που θα εγκαταστήσει σε μοναστήρια της Βέρροιας.

Τέλος, στα 1331, θα ξαναγυρίσει στον Άθωνα, οι σερβι­κές επιδρομές λυμαινόντουσαν σταθερά την περιοχή της Βέρροιας. Ως τόπο διαμονής του, διάλεξε το ερημητήριο του αγίου Σάββα, κοντά στη Λαύρα. Οι μοναχοί δείχνουν α­κόμη και σήμερα την τοποθεσία του ερημητηρίου αυτού ό­που αργότερα κτίσθηκε ένα παρεκκλήσι. Ο άγιος Σάββας βρίσκεται ψηλότερα από το μοναστήρι, σκαρφαλωμένος στην απόκρημνη πλαγιά του όρους Άθω. Χρειάζεται περίπου μιας ώρας κουραστική πορεία για να το φθάσεις, ακο­λουθώντας ένα ορεινό μονοπάτι. Ο Παλαμάς εξακολούθησε εκεί το ίδιο είδος ζωής που είχε υιοθετήσει στη Βέρροια: Απομονωμένος στη διάρκεια των ημερών της εβδομάδας, κατέβαινε στο μοναστήρι για τις λειτουργικές γιορτές. Ση­μειώνουμε από τώρα την αρκετά αξιοπρόσεκτη αυτή ισορ­ροπία ανάμεσα στην προσωπική πνευματικότητα και την κοινοβιακή προσευχή, που ο ησυχασμός του ΙΔ' αιώνα ήξερε να βρίσκει και που Θα προσδιορίσει σε πλατύ μέτρο τη θεολογική σκέψη του Παλαμά.

Η παραμονή του Γρηγορίου στον άγιο Σάββα διακόπηκε στα 1335-1336 για σύντομη περίοδο. Οι αθωνικές αρχές τον ονόμασαν τη στιγμή εκείνη ηγούμενο ενός μεγάλου μονα­στηριού, του Εσφιγμένου, που βρίσκεται στα βόρεια της χερσονήσου και που αριθμούσε το ΙΔ' αιώνα, σχεδόν 200 μοναχούς. Ο μεταρρυθμιστικός ζήλος του νεαρού ηγουμέ­νου θα τον φέρει σε λίγο σε σύγκρουση με τους μοναχούς. Ο Παλαμάς θα επιστρέψει στον άγιο Σάββα: Άλλες έγνοιες θα τον περιμένουν εκεί.

Η σύγκρουση με το Βαρλαάμ και τον Ακίνδυνο

Δεν θα καθυστερήσουμε και πάρα πολύ στα καθαρώς ιστορικά επεισόδια της περίφημης αυτής διαμάχης, που η κατά­ληξη της καθόρισε τα κατοπινά πεπρωμένα του Χριστιανι­σμού της Ανατολής. Να, οι κυριότεροι σταθμοί.

Κάποιος Έλληνας από την Καλαβρία, ο Βαρλαάμ, έ­φθασε στα 1330 στην Κωνσταντινούπολη κι απόκτησε εκεί αρκετά σύντομα φήμη σοφού και φιλοσόφου. Τα γραφτά του στην αστρονομία και στη λογική διαδοθήκανε πλατιά κι ο Ιωάννης Καντακουζηνός, Μέγας Δομέστικος -είδος πρωθυπουργού- στο πλευρό του Ανδρόνικου του Γ', του εμπιστεύθηκε μια έδρα στο αυτοκρατορικό Πανεπιστήμιο. Ο Βαρλαάμ σχολίαζε μπροστά στους μαθητές του τα κείμε­να του Διονυσίου του Αρεοπαγίτη, της γεμάτης μυστήριο προσωπικότητας του Ε' αιώνα, που κρύβεται κάτω από το όνομα του μεταστραφέντος από τον απόστολο Παύλο αθη­ναίου. Τα έργα του Διονυσίου, πλατιά διαδεδομένα στην Α­νατολή, ήταν εξίσου γνωστά στη Δύση από τα 827, όταν ο βυζαντινός αυτοκράτορας Μιχαήλ Τραυλλός απέστειλε το κείμενο τους στο Λουδοβίκο τον Ευσεβή. Το πολύτιμο χει­ρόγραφο βρίσκεται σήμερα στο Παρίσι, στην Εθνική Βι­βλιοθήκη. Πρόκειται για το πιο πολυδιαβασμένο χειρόγρα­φο από τους Λατίνους φιλοσόφους του Μεσαίωνα. Στα 1333-1334. Ο καλαβρός φιλόσοφος ανέλαβε την εκπροσώπη­ση της ελληνικής Εκκλησίας αντιμετωπίζοντας τους δύο δομηνικανούς θεολόγους που ο Πάπας απέστειλε στην Ανατολή για να προετοιμάσει την ένωση των Εκκλησιών. Τέ­λος, στα 1339, του αναθέσανε ακόμη μια εμπιστευτική απο­στολή για τον Πάπα Βενέδικτο IB', στην Αβινιόν. Ένας ξένος δεν θα 'ταν σίγουρα άξιος για τέτοια εμπιστοσύνη από τη βυζαντινή κυβέρνηση, αν δεν είχε δώσει σπουδαία εχέγ­γυα πιστότητας του στην Ορθοδοξία και στα συμφέροντα της Αυτοκρατορίας. Ο Βαρλαάμ, πραγματικά, διακήρυξε πάντοτε τις ορθόδοξες πεποιθήσεις του. Ακριβώς άπ' την αγάπη του προς την αληθινή ευσέβεια εγκατέλειψε την Ι­ταλία, όπου οι Έλληνες θέλοντας και μη θέλοντας, βρι­σκόντουσαν σ' ένωση με τη Ρώμη. Ξαναγύριζε έτσι, σκέ­φτηκε, στην πίστη των Πατέρων του.

Οι δυσκολίες ωστόσο δεν άργησαν να τον πολιορκήσουν, όταν αυτοπροβλήθηκε θεολόγος. Μεγάλωσε κι έζησε μια πρώτη διαμόρφωση του σε μια Ιταλία όπου είχαν αρχίσει ήδη οι ζυμώσεις της Αναγέννησης. Οι κύκλοι των ανθρωπι­στών, που σ' αυτούς σύχναζε, ζητούσαν ν' απελευθερωθούνε από τη διανοητική πειθαρχία που ο Μεσαίωνας είχε επιβά­λει και που στο θεολογικό επίπεδο, η Σχολή των Θωμιστών ήταν το σύμβολο και η ενσάρκωση. Η επιτυχία του Γου­λιέλμου Όκαμ στη Δύση στο ΙΔ' αιώνα έχει πηγή της ακρι­βώς τον πόθο αυτό χειραφέτησης της ανθρώπινης σκέψης σε σχέση με τις μεσαιωνικές αυθεντίες. Χειραφέτηση που τελικά ήταν επόμενο να οδηγήσει στην προτεσταντική με­ταρρύθμιση. Αγνοούμε αν ο Βαρλαάμ γνώρισε άμεσα τη νομιναλιστική φιλοσοφία του Όκαμ. Οπωσδήποτε, με τα πρώτα θεολογικά του δοκίμια, που κατευθύνει εναντίον της λατινικής θεολογίας και που αυτός την ταυτίζει με τη θεολο­γία του Θωμά, απορρίπτει στ' όνομα του νομιναλισμού τον ισχυρισμό των Λατίνων για τη γνώση του Θεού και την απόδειξη της εκπόρευσης του Αγίου Πνεύματος από μέρους του Υιού. Η θεολογική σκέψη της χριστιανικής Α­νατολής τον προσελκύει ακριβώς εξαιτίας του αποφατισμού της, δηλαδή της σταθερής διαβεβαίωσής της πως ο Θεός είναι αδύνατο να γίνει γνωστός.

Δεν είναι τυχαίο πραγ­ματικά πως ο Βαρλαάμ αφιερώθηκε με τόση επιμέλεια στο σχολιασμό του Διονυσίου του Αρεοπαγίτη του ανατολικού αυτού δασκάλου της αποφατικής θεολογίας, που η αυθεντία του ήταν εξίσου αναγνωρισμένη στη Δύση. Στο Διονύσιο βρήκε τελικά τη μεταφυσική θεμελίωση της Ένωσης των Εκκλησιών. Αφού ο Θεός είναι απρόσιτος, πρέπει να συνε­χίζουμε τη φιλονικία για την εκπόρευση του Αγίου Πνεύ­ματος;

Ο νομιναλιστικός αυτός αγνωστικισμός που ο Βαρλαάμ κατευθύνει αρχικά εναντίον των Λατίνων θα προσκρούσει στις κριτικές του ερημίτη του Αγίου Σάββα. Από το αθωνίτικο καταφύγιο του, ο Παλαμάς έστελνε επιστολή πάνω σε επιστολή στην Κωνσταντινούπολη και στη Θεσσαλονίκη απευθύνοντας τες άλλοτε σ' ένα άπ' τους μαθητές του, τον Ακίνδυνο, άλλοτε στον ίδιο τον καλαβρό φιλόσοφο. Ο Θεός είναι βέβαια απρόσιτος, αλλά δεν αποκαλύπτεται; Ο Χριστός, ενσαρκωνόμενος δεν πρόσφερε στους ανθρώπους μια υπερφυσική γνώση, διάφορη από τη διάνοια, αλλά α­ναμφισβήτητα πραγματική, πολύ πιο πραγματική από κάθε άλλη φιλοσοφική γνώση; Ο Βαρλαάμ που είχε περιφρονή­σει, στη Δύση, το διανοητικό ρεαλισμό της Θωμικής σχολαστικής, συγκρουότανε έτσι τώρα με το μυστικό ρεαλισμό των μοναχών.

Ο φιλόσοφος από την Καλαβρία, πνεύμα περίεργο, ζήτη­σε να γνωρίσει από πιο κοντά τους καινούργιους του αντι­πάλους. Συμμερίστηκε κάποιο διάστημα τη ζωή των ησυχαστών ερημιτών στη Θεσσαλονίκη και στην Κωνσταντινού­πολη. Ανακάλυψε εκεί την πιο λαϊκή μορφή της ψυχοφυσικής μεθόδου προσευχής, που πρόσβαλε βαθιά τις ανθρωπι­στικές συνήθειες του και τις φιλοσοφικές του πεποιθήσεις διαποτισμένες από πλατωνική πνευματοκρατία.

Είχα μυηθεί από αυτούς, γράφει, σε τερατωδίες και σε αλ­λόκοτες διδασκαλίες, προϊόντα πλανημένης πίστης και αχα­λίνωτης φαντασίας, που ένας άνθρωπος δεν μπορεί να παρα­δεχθεί αξιοπρεπώς, αν έχει πνεύμα ή μονάχα στοιχειώδη λο­γική. Μου παραδώσανε τις διδασκαλίες τους για θαυμαστά πετάγματα και ξαναγυρίσματα του πνεύματος και της ψυχής, για συναλλαγές των δαιμόνων με την ψυχή, για διαφορές που βρίσκονται ανάμεσα στα λευκά και κόκκινα φώτα. για νοητές εισαγωγές και εξαγωγές, που προκαλούνται από τα ρουθούνια συγχρόνως με την αναπνοή, για φλογερά μετέω­ρα που συγκεντρώνονται γύρω από τον αφαλό, και τέλος, για την ένωση του Κυρίου μας με την ψυχή που προκαλείται στο εσωτερικό του αφαλού με αισθητό τρόπο και πλήρη βε­βαιότητα καρδιάς... (Lellra Va Ignacα, od G. Schiro, dans Barlaam Calabro, Epistole Grcche. Palcrmc, 1954. pp. 323-324.)

Ο Γρηγόριος Παλαμάς συνέταξε, με την ευκαιρία των γρα­φτών τού καλαβρού φιλοσόφου, στο ερημητήριο του Αγίου Σάββα, έπειτα στη Θεσσαλονίκη, τις περίφημες Τριάδες για την υπεράσπιση των αγίων ησυχαστών. Τα ουσιώδη αυτά κείμενα δίνουν για πρώτη φορά θεολογική σύνθεση της πνευματικότητας των μοναχών της Ανατολής. Οι επι­θέσεις του Βαρλαάμ χορηγήσανε έτσι στην ορθόδοξη Εκ­κλησία την ευκαιρία να περιγράψει με ακρίβεια, με το στό­μα ενός εκπροσώπου της. που σ' αυτόν αναγνώρισε τον εαυ­τό της. τη θέση του ησυχασμού σε σχέση με τα κεντρικά της δόγματα για την αμαρτία, την Ενσάρκωση, την Απο­λύτρωση και τη χάρη των Μυστηρίων. Την ίδια στιγμή, έ­κανε ένα αναγκαίο ξεκαθάρισμα στην προγενέστερη παρά­δοση, διαγράφοντας τα καθαρώς ετερογενή στοιχεία προς τη δική της πνευματικότητα -ιδίως τη νεοπλατωνική πνευματικότητα- και ενσωματώνοντας ασκήσεις και διδασκα­λίες, που μπορούν να βρουν θέση σε μια βιβλική και χρι­στιανική αντίληψη του θεού και του ανθρώπου. Τέλος, για ν' απαντήσει στην κατηγορία του μεσσαλιανισμού, ριγμένη από το Βαρλαάμ, που κατηγορούσε τους μοναχούς για το ότι έβλεπαν τη θεία ουσία με τα μάτια του σώματος. Οι βυ­ζαντινές σύνοδοι του ΙΔ' αιώνα αποδεχθήκανε την Παλαμι­κή διάκριση ανάμεσα στη θεία ουσία και τις ενέργειες.

Η επιδοκιμασία από την Εκκλησία της θεολογίας του Γρηγορίου πέρασε από πολλά στάδια. Οι εσωτερικοί πολιτι­κοί αγώνες που ξέσχιζαν την κλονισμένη ήδη Αυτοκρατο­ρία των Παλαιολόγων, καθυστέρησαν για διάστημα μερι­κών ετών την οριστική απόφαση.

Το πρώτο επίσημο κείμενο -ή μισο-επίσημο- που δημο­σιεύτηκε εναντίον του Βαρλαάμ είναι ο Αγιορείτικος Τό­μος, σύνθεση του ίδιου του Παλαμά, υπογραμμένος στα 1340-1341 από τους ηγουμένους και τους μοναχούς του Α­γίου Όρους, του Άθωνα συναθροισμένους σε Σύναξη στο Πρωτάτο στις Καρυές. Ο αθωνικός μοναχισμός ολόκληρος έπαιρνε έτσι μέρος στον πόλεμο εναντίον του νομιναλιστικού ανθρωπισμού του Βαρλαάμ και δήλωνε αναγνώριση στο πρόσωπο του Γρηγορίου Παλαμά, εξουσιοδοτουμένου εκ­προσώπου του.

Στον Τόμο όπως το 'χε κάνει στις Τριάδες του ο Παλα­μάς ξανατοποθετεί τη χριστιανική μυστική μέσα στο θείο σχέδιο της σωτηρίας. Ο Θεός καθίσταται πραγματικά ορα­τός, επειδή, μέσα στην Εκκλησία, γίνεται η Πρόγευση της μέλλουσας Βασιλείας, όπως ο Χριστός φανερωνότανε εκ των προτέρων στους δίκαιους της Παλαιάς Διαθήκης. Να η αρχή του θεμελιώδους αυτού κειμένου:

Οι διδασκαλίες, που σήμερα έγιναν κοινή κληρονομιά, που ειναι γνωστές άπ' όλους και διακηρύσσομαι ανοιχτά, δεν ήσαν παρά μυστήριο κάτω από το μωσαϊκό νόμο προσιτές εκ των προτέρων μονάχα από τα οράματα των προφητών. Από το άλλο μέρος, τα αγαθά, που οι άγιοι αναγγέλλουν για το μέλλοντα αιώνα συνιστούν τα μυστήρια της ευαγγε­λικής κοινωνίας, επειδή το Άγιο Πνεύμα καθιστά τους ά­γιους άξιους για την όραση που δέχονται τα αγαθά αυτά και τα έχπουν προκαταβολικά, σαν απαρχές.

Η χριστιανική αγιότητα είναι λοιπόν ουσιαστικά προφη­τικής φύσης. Οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης γνωρίσανε κι αναγγείλανε την πρώτη έλευση του Χριστού. Οι προ­φήτες της Καινής Διαθήκης γνωρίσανε κι αναγγέλλουνε την ένδοξη παρουσία του Κυρίου. Πραγματοποιούν στην εντέ­λεια τις αρχές, που όλοι οι χριστιανοί δεχθήκανε από τη στιγμή του Βαπτίσματος τους και φανερώνουν όχι μόνο με τα λόγια τους αλλά με την ίδια τη ζωή τους το Μυστήριο της σωτηρίας. Το προφητικό αυτό υπούργημα ανήκει ξεχω­ριστά εντελώς στους μοναχούς, στόχους της επίθεσης του Βαρλαάμ:

Ορισμένοι άπ' αυτούς, πραγματικά, είχαν μυηθεί στην ί­δια εμπειρία: Όλοι αυτοί που είχαν εγκαταλείψει την ευχα­ρίστηση των υλικών αγαθών, την ανθρώπινη δόξα και τις κακές ηδονές του σώματος και προτίμησαν την ευαγγελική ζωή, και που πάνω άπ' όλα διαβεβαιώσανε την εγκατάλειψη αυτή του κόσμου με την υπακοή προς εκείνους που είχαν φθάσει στο μέτρο ηλικίας του πληρώματος του Χριστού, χωρίς άλλη φροντίδα για τον εαυτό τους, με ρωμαλέα προ­σοχή και καθαρή προσευχή, φθάσανε μέχρι το Θεό μέσα από μια μυστική και υπερνοητή ένωση μαζί Του, είχαν μυη­θεί σ' ότι ξεπερνάει τη διάνοια. Άλλοι μυηθήκανε χάρη στο σεβασμό, στην εμπιστοσύνη και στην αγάπη που είχαν ομο­λογήσει σε τέτοιους ανθρώπους... Ο θείος Μάξιμος δηλώνει πως η θεοποιούσα αυτή θεία χάρη, μιλώντας για το Μελχισεδέκ ειναι άκτιστη αιώνια και εκπηγάζει από τον αιώνιο Θεό...

Αυτή είναι η διδασκαλία των Γραφών. Αυτή ειναι η πα­ράδοση των Πατέρων. Αύτη είναι η ταπεινή μας εμπειρία. Έχοντας διαπιστώσει πως ο ευσεβέστατος Ιερομόναχος ο αδελφός μας ο κύριος Γρηγόριος Παλαμάς, τα έγραψε αυτά για την υπεράσπιση των αγίων ησυχαστών, δηλώνουμε πως τα γραφτά του είναι απολύτως σύμφωνα με την παράδοση των άγιων... (Ελληνική Πατρολογία. 150. 1225. 1230)

Η επίσημη αυτή δήλωση των αθωνιτών μοναχών ήταν καθοριστική για την πορεία της διαμάχης.

Δυο σύνοδοι συνήλθανε διαδοχικά τον Ιούνιο και τον Αύγουστο του 1341 στο ναό της αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη αποφασίζοντας την καταδίκη του καλαβρού φιλοσόφου. Οι ελπίδες του ν' ανακαλύψει στην ανατολή την πατρίδα του αρχαίου Ελληνισμού δεν πραγματοποιηθήκανε. Τα ανθρωπιστικά του ταλέντα και οι πλατωνι­κές πεποιθήσεις του βρήκανε πιο πλατύ ακροατήριο στη Δύση. Προτίμησε να ξαναγυρίσει στην Ιταλία. Εκεί ονομά­στηκε επίσκοπος Γέρακα και πέρασε τα γεράματα του δίνον­τας μαθήματα ελληνικής στον Πετράρχη. Στο πρόσωπο του Βαρλαάμ, η βυζαντινή Εκκλησία καταδίκασε το πνεύμα της Αναγέννησης.

Η σύντομη βυζαντινή σταδιοδρομία του καλαβρού φιλο­σόφου, δεν θα 'ταν ωστόσο δυνατή, αν δεν είχαν βρει οι ι­δέες του σ ορισμένους κύκλους ένα ακροατήριο. τουλάχι­στο σε μερικά σημεία ευνοϊκό. Ο νομιναλισμός που ο Βαρ­λαάμ έσπρωξε ως τις έσχατες συνέπειες του, ανταποκρινότανε στις ενδόμυχες πεποιθήσεις αρκετών βυζαντινών ανθρω­πιστών. Η διανοητική αριστοκρατία της Χριστιανικής Α­νατολής υφίστατο, από πάρα πολύ καιρό, εσωτερική κρίση. Η κρίση αυτή καλυπτόταν κάποτε από τα αυστηρά πλαί­σια των βυζαντινών ηθών και την εξωτερική πιστότητα στα δόγματα των επτά οικουμενικών συνόδων, που οι δια­νοούμενοι όφειλαν θέλοντας και μη θέλοντας, να ομολο­γούνε. Πίσω από αυτή τη φαινομενική ομογνωμία. συνυπήρ­χε από τον Θ' αιώνα μια μόνιμη αντίθεση, ανάμεσα στους πρωτεργάτες ενός κοσμικού ελληνισμού, που προσπαθούσε ν' αποκαταστήσει τη φιλοσοφική παράδοση του νεοπλατωνισμού δίνοντας του τόσο μεγάλη αυτονομία όσο ήταν δυνατή σ' αναφορά με το χριστιανικό δόγμα, και στους υπερα­σπιστές μιας πνευματικότητας και μιας θεολογίας που τις θέλανε χριστιανικές, ανεξάρτητες σε σχέση με τους φιλοσόφους της Αρχαιότητας. Ένας Δυτικός θ' αναρωτη­θεί ίσως αν βρίσκεται εδώ θέμα για φιλονικία. Δεν θα μπο­ρούσαν οι δύο τάξεις να συνυπάρξουν, αφήνοντας στη θεο­λογία και στη φιλοσοφία τις δικές τους. διαχωρισμένες πε­ριοχές; Η τομή αυτή παραδεκτή από τη Δύση στο Μεσαίω­να, δεν μπορούσε να γίνει ωστόσο παραδεκτή από τους Α­νατολικούς. Απ' το να μέρος, ο νεοπλατωνισμός που προσείλκυσε τους ανθρωπιστές του Βυζαντίου ήταν ουσιαστικά θρησκευτικό σύστημα, και απαιτούσε λοιπόν μια ορισμένη αρμοδιότητα στη θεολογική περιοχή. Απ' το άλλο μέρος, οι αντίπαλοι του κοσμικού Ελληνισμού είχαν κληρονομή­σει από τους Έλληνες Πατέρες ένα σύστημα σκέψης, που δεν μπορούσε ν' αφήσει καμιά ανθρώπινη δραστηριότητα -και πολύ περισσότερο μια διανοητική δραστηριότητα-έξω από την εμπειρία χριστιανική, της εν Χριστώ ζωής: Η φιλοσοφία δεν ήταν λοιπόν γι' αυτούς αυτόνομη περιοχή, όπου η ανθρώπινη σκέψη μπορεί να εξασκηθεί μέ­σα σε μη χριστιανικά πλαίσια. Είχαμε δει. πραγματικά, πως και στους κόλπους ακόμη της ησυχαστικής παράδοσης είχε προοδευτικά θριαμβεύσει μια μονιστική αντίληψη του άν­θρωπου, που παρ όλη την πτώση και τη θνητότητα του είχε κληθεί στο σύνολο του σώμα και ψυχή, να με­τάσχει στις απαρχές της τελικής θεοποίησης.

Μπροστά στη σύρραξη ανάμεσα στις δυο αυτές τάσεις, η Εκκλησία υιοθέτησε συχνά, μια στατική στάση, καθορισμένη άπ' το σχηματικό συντηρητι­σμό της επίσημης θεολογίας. Μεγάλο μέρος των Βυζαντι­νών -και η πλειοψηφία των επισκόπων μαζί τους- πιστεύα­νε, προπαντός μετά από την ειρήνη που είχε προκαλέσει στην Εκκλησία η νίκη της Ορθοδοξίας πάνω στην εικονομαχία στα 843 πως η Παράδοση είχε δεχθεί μια τελειωτική έκφραση μέσα στους ίδιους κανόνες των επτά Οικουμενικών συνόδων και πως αρκούσε συνεπώς, η επανάληψη τους για να βρισκόμαστε σε πλήρη δογματική ασφάλεια. Η πατερική παράδοση παρουσιαζότανε παγωμένη, όπως κι οι ίδιοι οι Πατέρες, πάνω στα λαμπρά μωσαϊκά των βυζαντινών εκκλη­σιών. Η Εκκλησία, τοποθετημένη άνετα μέσα σ' αυτή τη θεολογία της επανάληψης περιοριζότανε να καταδικάζει τους ουμανιστές όταν αυτοί ξεπερνούσαν το μέτρο και δο­κίμαζα νε να θεμελιώσουνε νέα σύνθεση ανάμεσα στον Ελ­ληνισμό και το Ευαγγέλιο, σύνθεση που προοριζότανε ν' αν­τικαταστήσει την αρμονία των Πατέρων: Έτσι ο φιλόσοφος Ιωάννης Ιταλός καταδικάστηκα τον ΙΑ' αιώνα, για τις πλα­τωνικές του ιδέες: Από την ημερομηνία εκείνη, κάθε χρόνο, την Κυριακή της Ορθοδοξίας (Πρώτη Κυριακή της Σαρα­κοστής) αναθεματιζόντουσαν μέσα στις εκκλησίες αυτοί που θεωρούν ότι οι ιδέες του Πλάτωνα υπάρχουν πραγματι­κά και αυτοί που επιδίδονται σε κοσμικές σπουδές όχι μόνο για διανοητική εξάσκηση, αλλά υιοθετώντας τις πλά­νες γνώμες των φιλοσόφων. Αλλά άπ' το άλλο μέρος, ένας Συμεών ο Νέος Θεολόγος είχε κι αυτός ακόμη, δυσκολίες με τις εκκλησιαστικές αρχές, που υποπτευόντουσαν σ' αυτόν ένα μυστικό που έσπαζε κάπως τους παραδοσιακούς κανό­νες.

Στα πλαίσια αυτά η λανθάνουσα αυτή κρίση της βυζαντι­νής θρησκευτικής σκέψης, που ξετυλίχθηκε σε διαμάχη α­νάμεσα στο Βαρλαάμ και τον Παλαμά, για πρώτη φορά, έθε­σε με ριζικό τρόπο το πρόβλημα σ' όλο του το πλάτος. Το ξετύλιγμα της διαμάχης και η έκβαση της θα προσδιορίσουνε τη μεταγενέστερη ιστορία της Εκκλησίας της Ανατο­λής: Αν πραγματικά, η Ανατολική Εκκλησία παρέμενε παθητική μπροστά στις προόδους του νομιναλισμού, δεν μένει καμιά αμφιβολία πως η αληθινή θύελλα νέων ιδεών που έφεραν μαζί τους οι Μοντέρνοι Καιροί, σπάζοντας τα πλαίσια της μεσαιωνικής κοινωνίας, θα την είχαν οδηγήσει σε κρίση παρόμοια με την κρίση που είχε υποστεί η Χρι­στιανική Δύση δηλαδή στο νεο-ειδωλολατρισμό της Avαγέννησης, στη μεταρρύθμιση της Εκκλησίας, σύμφωνα με τη νέα νομιναλιστική φιλοσοφία.

Η δημιουργική ιδιοφυία του Παλαμά, συγκρούστηκε, ω­στόσο, ακόμη και μετά την αναχώρηση του Βαρλαάμ για την Ιταλία, μ' ορισμένους αντιπάλους που στρατολογηθήκανε ταυτόχρονα μέσα από τους ανθρωπιστές και μέσα από τους υπέρμαχους μιας θεολογίας της επανάληψης. Ίσως η αντίθεση αυτή δεν Θα μπορούσε να εκδηλωθεί ολοφάνερα έ­πειτα από τη νίκη που κατακτήθηκε από τον Παλαμά, τον Ιούνιο-Αύγουστο του 1341, αν δεν την είχαν ευνοήσει οι πολιτικές περιστάσεις. Δεν είναι δυνατό ν' ασχοληθούμε εδώ με τις λεπτομέρειες, εντελώς βυζαντινές, μιας ξεχωριστά περίπλοκης πολιτικής κατάστασης. Θα αρκεσθούμε λοι­πόν σ' ένα σύντομο ιστορικό σχήμα για να περάσουμε στη συνέχεια σε μια γενική θεώρηση της σκέψης του Παλαμά.

Ο Ακίνδυνος, μοναχός βουλγαρικής καταγωγής και πα­λιός μαθητής του Παλαμά στον Άθωνα, είχε υιοθετήσει αμ­φίβολη στάση απέναντι στους δυο πρωταγωνιστές. Επεζήτησε το ρόλο του διαιτητή, αρνούμενος να θέτει το πρόβλη­μα σ' όλο του το πλάτος. Στην πραγματικότητα, αποτελούσε μέρος της ομάδας των τυπικά συντηρητικών, που πίστευαν πως η απλή επανάληψη των παλιών κανόνων Θα 'πρεπε να εξαρκεί σε κάθε περίσταση. Τον Αύγουστο του 1341 τον kαταδικάσανε κι αυτόν. Επειδή παραδέχτηκε να υπογράψει μια θολή δήλωση μεταμέλειας, απέφυγε τη μνημόνευση του ονόματος του μέσα στις συνοδικές αποφάσεις. Η επιστρο­φή του επί σκηνής προκλήθηκε άπ' την πάλη δυο πολιτικών παρατάξεων.

Ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος Γ' Παλαιολόγος, που προήδρευσε στη σύνοδο τον Ιούνιο, πέθανε τέσσερες μέρες μετά το κλείσιμο των συζητήσεων, χωρίς να 'χει υπογράψει τις αποφάσεις. Λόγω της μικρής ηλικίας του γιου του Ιωάν­νη του Ε, η αντιβασιλεία παραδόθηκε στη γυναίκα του Άννα της Σαβοΐας. Η αυτοκράτειρα δεν μπόρεσε να διαφυλά­ξει την πολιτική ισορροπία ανάμεσα στα δυο κόμματα, που αποτελούσαν το περιβάλλον της και που είχανε επικεφα­λής άπ' το να μέρος τον πατριάρχη Ιωάννη Καλέκα και το μεγάλο Δούκα Αλέξη Απόκαυκο κι άπ' τ άλλο μέρος το Μεγάλο Δομέστιχο Ιωάννη Καντακουζηνό, δεξί χέρι του Ανδρόνικου του Γ' και αληθινό κύριο της Αυτοκρατορίας. Ο Ιωάννης ο Καντακουζηνός προήδρευε τον Αύγουστο στη σύνοδο που καταδίκασε (χωρίς να ονομάσει) τον Ακίν­δυνο και δημοσίευσε το Συνοδικό Τόμο.

Τον Αύγουστο του 1341, ο Καντακουζηνός, μ' ένα αιφνί­διο πραξικόπημα που διευθυνότανε από τον Πατριάρχη και το Μεγάλο Δούκα ξέπεσε από τα αξιώματα του. Επαναστά­τησε τότε εναντίον της αυλής και ρίχτηκε σ' ένα εμφύλιο πόλεμο πάνω από πέντε χρόνια εναντίον της κυβέρνησης της Άννας. Ο πόλεμος αυτός τον έφερε τελικά στον αυτο­κρατορικό θρόνο (Φεβρουάριος 1347). Ο Παλαμάς είχε άπ' την πλευρά του, καταδικάσει ανοικτά το πραξικόπημα που διέσπασε την πολιτική ισορροπία της Αυτοκρατορίας. Πα­ραμένοντας πιστός στην αυτοκράτειρα Άννα, αρνήθηκε να ευθυγραμμισθεί με την πολιτική του Πατριάρχη. Την άνοι­ξη του 1343, ο Πατριάρχης διέταξε τη σύλληψη του με πρόσχημα καθαρά πολιτικό. Αλλά, για να νομιμοποιήσει τη σύλληψη, αποφάσισε να κατευθύνει εναντίον του μια δί­κη για αίρεση. Ο Ακίνδυνος, με απαίτηση του αρχιερέα, δημοσίευσε τις αναιρέσεις εναντίον του Παλαμά, κι ο Παλα­μάς, άπ' το βάθος της φυλακής του, δεν παρέλειψε ν απαν­τήσει.

Στα 1344, ο Καλέκας, στ' αποκορύφωμα της εξουσίας του απεύθυνε αφορισμό εναντίον του Παλαμά και των οπαδών του και χειροτόνησε τον Ακίνδυνο ιερέα. Τα μέτρα αυτά έ­γιναν αφορμή για την πτώση του. Η Άννα θα διαλύσει τις θεολογικές κατηγορίες που ριχτήκανε εναντίον του Παλαμά.

Στο πρόσωπο του Παλαμά φοβότανε τον πολιτικό αντίπαλο, αλλά σεβότανε το θεολόγο και τον εκκλησιαστικό άνθρωπο. Στις αρχές του 1347, συνεκάλεσε σύνοδο που εκτόπισε τον Πατριάρχη.

Ο Καντουκουζηνός. μπαίνοντας την επομένη στην πρω­τεύουσα, προήδρευσε σε μια σειρά συνόδων ευνοϊκών για τον Παλαμά. Τον Μάιο του 1347, ο σοφός ησυχαστής ανα­κηρύχθηκε αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης. Η πιο σπουδαία σύνοδος συνήλθε τον Ιούλιο του 1351 και καταδίκασε τον τελευταίο αντίπαλο του Παλαμά, το φιλόσοφο Νικηφόρο Γρήγορα. Ο Συνοδικός Τόμος, που δημοσιεύτηκε από τη σύνοδο, αποτελεί την επίσημη διακήρυξη που μ' αυτήν η ορθόδοξη Εκκλησία επιδοκίμασε τη διδασκαλία του Παλα­μά. Οι αποφάσεις της συνόδου επικυρωθήκαν, στο διάστη­μα του ΙΔ' αιώνα, από άλλες τοπικές συνόδους. Το περιεχό­μενο τους αναδημοσιεύτηκε στο Συνοδικό της Ορθοδο­ξίας, κι ανατυπώνεται, από τότε. στα λειτουργικά βιβλία.

Ο Γρηγόριος στην αρχιεπισκοπική έδρα της μεγάλης μακεδονικής Μητρόπολης, ανέπτυξε αξιοθαύμαστο ποιμαντικό ζήλο στους πιο διαφορετικούς τομείς. Οι ομιλίες του αποτε­λούν την καλύτερη μαρτυρία. Η Θεσσαλονίκη, το ΙΔ' αιώ­να, έγινε το θέατρο αληθινής κοινωνικής επανάστασης. Ζη­λότυπη σε μια κάποια ανεξαρτησία που είχε κατακτήσει, σύμφωνα με το πρότυπο των ιταλικών πόλεων, αποτέλεσμα της επανάστασης των ζηλωτών εναντίον των ευγενών, πα­ραδέχτηκε με συγκατάβαση ένα αρχιεπίσκοπο διορισμένο από την κεντρική εξουσία της Κωνσταντινούπολης. Πιστός στην πολιτική γραμμή που είχε υιοθετήσει και που έτεινε προπαντός στη διατήρηση της ενότητας της Αυτοκρατορίας μέσα στα μόνα ικανά χέρια -τα χέρια του Καντακουζη­νού-, ο Παλαμάς κατόρθωσε να επιβάλει την προσωπικότη­τα του στους θεσσαλονικείς. Το κήρυγμα του γίνεται συχνά βίαιο εναντίον των κοινωνικών αδικιών, αληθινές πληγές της Θεσσαλονικιώτικης αναταραχής. Μολαταύτα, παρά την πάντοτε δραστήρια ανάμειξη του ησυχαστή πατέρα στα πο­λιτικά γεγονότα της εποχής του οι λόγοι του αξιοπρόσε­κτοι στην απλότητα τους, δεν χάνουν ποτέ το θεολογικό τους περιεχόμενο, συγκεντρωμένο πάνω στο Μυστήριο του Χριστού.

Τα τελευταία χρόνια του Γρηγορίου εικονογραφηθήκαν από ένα απροσδόκητο επεισόδιο: Στη διάρκεια ενός θαλασ­σινού ταξιδιού του άπ' την Θεσσαλονίκη στο Βυζάντιο, η γαλέρα που μετέφερε τον αρχιεπίσκοπο έπεσε στα χέρια των Τούρκων. Οι επιβάτες αναγκασθήκανε να παραμείνουν σχε­δόν ένα ολόκληρο χρόνο στη Μικρά Ασία, που είχαν ήδη κατακτήσει οι Τούρκοι. Οι επιστολές του Παλαμά και οι μαρτυρίες που αφορούν την αιχμαλωσία του είναι από πολ­λές απόψεις αποκαλυπτικές. Διαπιστώνουμε από το να μέ­ρος, την υπερβολική ανεκτικότητα των Τούρκων προς τους Χριστιανούς -κατακτημένους η αιχμαλώτους- κι από τ' άλλο μέρος το ζωηρό ενδιαφέρον του αιχμαλώτου αρχιεπι­σκόπου που δείχνει για το Ισλάμ, συζητώντας φιλικά με το γιό του Εμίρη Ορκάν και ευχόμενου να 'ρθει γρήγορα μια μέρα όπου θα συνεννοηθούμε μεταξύ μας... Αισθανόμαστε ήδη μέσα στα κείμενα αυτά πως ο διαπρεπής αντιπρόσωπος της βυζαντινής Εκκλησίας, παρ' όλη την παραδοσιακή του πιστότητα στη βυζαντινή Αυτοκρατορία της Κωνσταντι­νούπολης, διακρίνει καθαρά τα πολιτικά συμφέροντα του Βυζαντίου και την καθαρή αποστολή της Εκκλησίας. Ο βυζαντινός ησυχασμός με το συνεπή χριστοκεντρισμό του και τη θρησκευτική του απολυταρχία προετοίμαζε έτσι την από τη θεία πρόνοια επιβίωση του ανατολικού Χριστιανι­σμού κάτω από τη μουσουλμανική κυριαρχία τετρακοσίων περίπου χρόνων...

Ο Παλαμάς πέθανε στις 27 Νοεμβρίου 1359 στην πόλη της επισκοπής του. Στα 1368 ανακηρύχθηκε άγιος από τον οικουμενικό πατριάρχη Φιλόθεο, τον παλιό του μαθητή και φίλο. Ως τα σήμερα παραμένει ο άγιος που τιμάται περισ­σότερο στη Θεσσαλονίκη μετά τον πολιούχο της άγιο Δη­μήτριο.


Δείτε επίσης..
Γρηγόριος Παλαμάς: Επιστολή Προς την σεμνοτάτην εν μοναζούσαις Ξένην
Γρηγόριος Παλαμάς: Επιστολή Προς την σεμνοτάτην εν μοναζούσαις Ξένην
Που είναι λοιπόν εκείνοι που λένε ότι είναι κτιστή η χάρη η οποία κα­τοικεί στους Αγίους του Θεού; Ας γνωρίζουν...[27/2/2010]
Περί filioque


Περί filioque
Ερωταποκρίσεις σχετικές με την κακοδοξία του filioque