Τετάρτη 27 Αυγούστου 2014

Τα άνθη της ερήμου

Τα άνθη της ερήμου
ΑΝΘΗ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ
(ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ)
Η ιστορία αυτή (του Σωκράτους) περιλαμβάνει γεγονότα που συνέβησαν στην Εκκλησία ανάμεσα στα έτη 305 και 439. Όποιος θέλει να τη διαβάσει, μπορεί να τη βρει στον 67ο τόμο της Ελληνικής Πατρολογίας του Migne.
*****
Παρακάτω δίνουμε σε μετάφρασι μερικές ωραίες πληροφορίες που αναφέρει ο ιερός ιστορικός για τους μεγάλους ασκητάς της Αιγύπτου μαζί με κάποια θαυμάσια λόγια τους που διέσωσε.
Ένας μοναχός που τον έλεγαν Δίδυμο και που έζησε ενενήντα χρόνια, ποτέ δεν είχε κάνει συντροφιά με κανένα άνθρωπο.
Άλλος, ονομαζόμενος Πίωρ, έτρωγε περπατώντας. Και σαν τον ρώτησε κάποιος γιατί τρώγει μ’ αυτόν τον τρόπο, αποκρίθηκε: «Δεν θέλω νάχω σαν έργο το φαγητό, αλλά σαν πάρεργο». Και σ’ έναν άλλο που του έκανε την ίδια ερώτηση, είπε: «Για να μην αισθάνεται η ψυχή καμμιά σωματική ευχαρίστηση».
Ο ασκητής Ισίδωρος έλεγε πως είχε σαράντα χρόνια που έννοιωθε την αμαρτία στη διάνοιά του, χωρίς ποτέ να συγκατατίθεται στους πειρασμούς της με την επιθυμία.
Ο Παμβώς, που ήταν αγράμματος, πήγε σε κάποιον για να μάθη κανένα ψαλμό του Δαυίδ. Σαν άκουσε, λοιπόν, τον πρώτο στίχο του τριακοστού ογδόου ψαλμού που λέγει: «Είπα· φυλάξω τας οδούς μου, του μη αμαρτάνειν με εν γλώσση μου», δεν θέλησε ν’ ακούση παρακάτω και σηκώθηκε κι έφυγε λέγοντας: «Μου αρκεί αυτός ο στίχος, αν μπορέσω να τον αποστηθίσω στην πράξη». Και σαν του παραπονέθηκε ο δάσκαλος, γιατί έκανε έξη μήνες να ξαναφανεί, εκείνος αποκρίθηκε: «Δεν έμαθα ακόμα το στίχο του ψαλμού στα έργα». Πέρασαν κατόπιν πολλά χρόνια και κάποιος γνωστός του μια μέρα τον ρωτά αν έμαθε τον στίχο. Κι εκείνος είπε: «Κάπως τον έμαθα στα δέκα εννιά χρόνια που διάβηκαν».
Ο ίδιος, σαν τον κάλεσε ο Μέγας Αθανάσιος, που ήταν επίσκοπος, ήλθε από την έρημο στην Αλεξάνδρεια. Έτυχε, λοιπόν, εκεί να ιδή κάποια βαμμένη γυναίκα και τον πήραν τα δάκρυα. Και σαν ζήτησαν οι γύρω του να μάθουν γιατί έκλαιγε, τους είπε: «Δυο λόγοι μου έφεραν δάκρυα· πρώτα η απώλεια αυτής της γυναικός· ύστερα, γιατί εγώ δεν έχω τόση έγνοια ν’ αρέσω στο Θεό όπως έχει αυτή για ν’ αρέση στους ανθρώπους».
Ήσαν δύο περιβόητοι ασκηταί που είχαν το ίδιο όνομα. Ο Μακάριος από την Αίγυπτο και ο Μακάριος από την Αλεξάνδρεια. Ο πρώτος ήταν αυστηρός σ’ εκείνους που έρχονταν να τον συμβουλευθούν. Ο δεύτερος, που σε όλα τα άλλα έμοιαζε ακριβώς με τον πρώτο, σε τούτο ήταν διαφορετικός, στο ότι δηλαδή σ’ εκείνους που τον πλησίαζαν ήταν γλυκόθωρος και ιλαρός και με χαριτωμένους τρόπους τραβούσε τους νέους στην άσκηση.
Ένας μαθητής του,  ο περίφημος Ευάγριος, που ανεδείχθη κατόπιν πολύ, κάποιον μοναχό που ταρασσόταν από νυχτερινές φαντασίες, τον πρόσταξε να υπηρετή αρρώστους νηστεύοντας. Και είπε, σε σχετική ερώτηση: «Αυτά τα πάθη με τίποτε άλλο δεν σβύνουν παρά μονάχα με το έλεος».
Στον Μέγα Αντώνιο, ήλθε κάποιος σπουδασμένος και του είπε: «Πώς υπομένεις, πάτερ, στερούμενος την παρηγοριά των βιβλίων;»  Και ο Άγιος Αντώνιος του αποκρίθηκε: «Το δικό μου βιβλίο είναι η φύση και τόχω πάντα ανοιχτό μπροστά μου για να διαβάζω τον λόγο του Θεού».

Μεταφρ.  Βασ.
Περιοδικό Κιβωτός
Απρίλιος 1953
ΑΦ 16

Το ωμοφόριο Ορθοδόξου επισκόπου, που θαυματουργικά μένει ανέπαφο από τη φωτιά



Το ωμοφόριο Ορθοδόξου επισκόπου, που θαυματουργικά μένει ανέπαφο από τη φωτιά
Διηγήσεις από την Ορθόδοξο Παράδοσι
αναφερόμενες στην αίρεσι των Μονοφυσιτών
Το ωμοφόριο Ορθοδόξου επισκόπου, που θαυματουργικά
μένει ανέπαφο από τη φωτιά, επιστρέφει πρώην Σεβηριανό μοναχό.

Μας διηγήθηκε κάποιος από τους πατέρες για το μακάριο Εφραίμιο, πατριάρχη Αντιοχείας, ότι είχε πολύ ζήλο και θέρμη για την ορθόδοξη πίστη. Όταν λοιπόν άκουσε κάποτε για κάποιο στυλίτη στα μέρη της Ιεραπόλεως ότι ανήκει στους αιρετικούς Σεβηριανούς και Ακεφάλους, οι οποίοι είχαν αποκοπεί από την Εκκλησία, πήγε προς αυτόν με σκοπό να τον μεταστρέψει. Μόλις λοιπόν έφτασε κοντά του, άρχισε ο θείος Εφραίμιος να παρακαλεί και να νουθετεί το στυλίτη να προστρέξει στον αποστολικό θρόνο και να έρθει σε μυστηριακή κοινωνία με την αγία καθολική και αποστολική Εκκλησία. Του αποκρίθηκε ο στυλίτης και είπε: «Εγώ δεν θα δεχτώ τη σύνοδο στην τύχη». Του λέει ο θείος Εφραίμιος: «Και με τί τρόπο θέλεις να σε θεραπεύσω πλήρως και να σου αποδείξω ότι, με τη χάρη του Χριστού Ιησού και Κυρίου Θεού μας, είναι ελεύθερη η αγία Εκκλησία από κάθε ακαθαρσία αιρετικής διδασκαλίας;» Του λέει ο στυλίτης: «Ν’ ανάψουμε φωτιά, κύριε πατριάρχη, και να μπούμε μέσα εγώ και σεις κι όποιος βγει αβλαβής, αυτός είναι ορθόδοξος κι αυτόν οφείλουμε να ακολουθήσουμε». Το είπε αυτό, για να τρομάξει τον πατριάρχη. Τότε ο θείος Εφραίμιος αποκρίνεται στο στυλίτη: «Έπρεπε, παιδί μου, να μ’ ακούσεις σαν πατέρα και τίποτε περισσότερο να μη ζητήσεις από μας. Επειδή όμως ζήτησες πράγμα που ξεπερνά την αθλιότητά μου, θαρρώ στους οικτιρμούς του Υιού του Θεού ότι για τη σωτηρία της ψυχής σου κάνω κι αυτό». Τότε λέει ο θείος Εφραίμιος στους παρευρισκομένους: «Ευλογητός Κύριος, φέρτε εδώ μερικά ξύλα». Κι ήρθαν τα ξύλα. Τα άναψε λοιπόν ο πατριάρχης μπροστά στο στύλο και λέει στο στυλί¬τη: «Κατέβα κι ας μπούμε κι οι δυο, κατά την απόφασή σου». Επειδή όμως ο στυλίτης έμεινε έκπληκτος από την πίστη του πατριάρχη στο Θεό και δεν ήθελε να κατεβεί, του λέει ο πατριάρχης: «Δεν πρότεινες εσύ να γίνει αυτό; και πώς τώρα δεν θέλεις να το κάνεις;» Τότε έβγαλε ο αρχιεπίσκοπος το ωμοφόριο που φορούσε, ήρθε κοντά στη φωτιά και προσευχήθηκε και είπε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ο Θεός μας, ο οποίος καταξίωσες να σαρκωθείς αληθινά για μας από τη Δέσποινά μας, την αγία Θεοτόκο και αειπάρθενο Μαρία, δείξε μας την αλήθεια». Κι όταν τελείωσε την ευχή, τίναξε το ωμοφόριό του στη μέση της φωτιάς. Αφού λοιπόν η φωτιά κράτησε τρεις ώρες και κατάφαγε τα ξύλα, πήραν το ωμοφόριο σώο, αβλαβές και ακέραιο, χωρίς να βρεθεί σ’ αυτό ίχνος καψίματος. Τότε ο στυλίτης, είδε το γεγονός, πληροφορήθηκε, αναθεμάτισε το Σεβήρο και την αίρεσή του, προσήλθε στην αγία Εκκλησία, κοινώνησε από τα χέρια του μακαρίου Εφραιμίου και δόξασε το Θεό (1)
1) Ιωάννου Μόσχου, Λειμωνάριον ένθ. αν., σ. 41-43
ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ”
ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΙΣ
ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΞΗΡΟΠΟΤΑΜΟΥ – ΤΕΥΧΗ 12-13

Παραινέσεις Αγίων Πατέρων (μέρος Β')


Παραινέσεις Αγίων Πατέρων (μέρος Β')
Παραινέσεις Αγίων Πατέρων (μέρος Β')
Όποιος πειρασμός και αν έλθη στον άνθρωπο, πρέπει να λέη: Εξαιτίας των αμαρτιών μου μου συνέβη αυτό. Και αν του έρθη κάποιο καλό, να λέη ότι είναι οικονομία Θεού, μας νουθετεί πατρικά ο Αββά Σισόης.
* Αυτός που αντιλέγει στην αλήθεια, είναι όμοιος μ' ε­κείνον τον υπηρέτη που ράπισε τον Κύριο στο πρόσωπο, μας λέγει ο Αββάς Μάρκος.
* Εκείνος που μας άφησε εντολή να συγχωρούμε το συνάνθρωπό μας «έως εβδομηκοντάκις επτά» (Ματθ. 18, 22), ο Ίδιος, πολύ περισσότερο, θα συγχωρήσει τις αμαρ­τίες εκείνων που επιστρέφουν κοντά Του, μ' όλη τους την ψυχή (Αγ. Εφραίμ).
* ...Αυτός που πέφτει στην εξουσία του πονηρού πά­θους της κενοδοξίας, γίνεται ξένος προς την ειρήνη, σκλη­ραίνει η καρδιά του προς τους εν Χριστώ αδελφούς και τε­λική του συμφορά είναι πως πέφτει στην υψηλοφροσύνη, δηλαδή στην υπερηφάνεια, που είναι η μάνα όλων των κα­κών... Αυτός που κάνει κάτι από ανθρωπαρέσκεια, για να επιδειχθή στους ανθρώπους απομακρύνεται από τον μισθό της εργασίας του... Όποιος αγαπά να δοξάζεται από τους ανθρώπους, δεν μπορεί να αποκτήση ταπεινοφροσύνη, μας διδάσκει ο Αββάς Ησαΐας.
* Κάθε βαπτισμένος ορθόδοξα έλαβε μυστικά όλη την χάρι, την ενέργειά της όμως αισθάνεται στο εξής ανάλογα με την εργασία των εντολών του Κυρίου (Αββά Μάρκος).
* ...Εκείνος που αναζητεί τον Δεσπότη του Χριστό με την προσοχή στραμμένη συνέχεια στο σταυρό, ξεπερνά ό­λα τα εμπόδια που συναντά, μέχρις ότου να φθάση τον Ε­σταυρωμένο (Πατερικόν).
* Σε μοναχό που δεν υπέμενε τον εξευτελισμό ο Άγ. Α­ντώνιος του είπε: «Μοιάζεις με το χωριό που από μπροστά είναι καταστόλιστο, ενώ από την πίσω μεριά λεηλατείται α­πό ληστές».
* «Μάθε στην καρδιά σου να εφαρμόζη αυτά που διδά­σκει η γλώσσα σου» (Αβ. Ποιμήν).
* «Εκείνος που με κάθε τρόπο επιδιώκει τη φιλία των ανθρώπων, απομακρύνεται εντελώς από την φιλία του Θε­ού. Δεν είναι καλό να θέλη κανείς να αρέση σε όλους. Για­τί η Γραφή λέγει: Αλοίμονό σας όταν όλοι οι άνθρωποι σας επαινούν» (Αβ. Ποιμήν).
* «Αν ο Θεός δεν δοξάση τον άνθρωπο, η δόξα των αν­θρώπων είναι ένα τίποτε» (Αβ. Σισόης).
* ...Παιδί μου, εάν θέλης να προκόψης, να μένης καρτε­ρικά στο κελί σου, να προσεχής τον εαυτό σου και να εργά­ζεσαι το εργόχειρό σου. το να βγαίνης όμως για να επισκέ­πτεσαι άλλους δεν θα σε ωφελήση τόσο, όσο το να μένης στο κελί σου... Αν θέλης να είσαι ταπεινός, μάθε να δέχεσαι με γενναιότητα αυτά που σου προξενούν οι άλλοι και να μη συνηθίζης να λες κούφια λόγια... (Αβ. Σεραπίων).

Σάββατο 23 Αυγούστου 2014

Σχολιασμός της Θείας Λειτουργίας

                                            Η λειτουργία των Κατηχουμένων
Η Λειτουργία των Κατηχουμένων, αντιστοιχεί στην παρουσία Του ανάμεσα στους ανθρώπους, στους οποίους δίδαξε τον Λόγο της Αλήθειας.
Στα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού μπορούσαν να συμμετέχουν σ’ αυτήν και οι Κατηχούμενοι, δηλαδή όσοι προετοιμάζονταν να γίνουν Χριστιανοί, χωρίς να έχουν βαπτισθεί ακόμη.
Ο Ιερέας αρχίζει μέσα από το Άγιο Βήμα με την εκφώνηση*:
«Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος πάντοτε, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων».
Έτσι δοξολογεί τον Τριαδικό Θεό και τον προσκαλεί να είναι παρών στο μυστήριο. Την ίδια ώρα ο Ιερέας κρατάει στα χέρια του το Ευαγγέλιο και σταυρώνει με αυτό την Αγία Τράπεζα.
Ο λαός απαντάει: «Αμήν». Είναι μια εβραϊκή λέξη που σημαίνει «ας γίνει» ή «πραγματικά, αληθινά».
Τα ειρηνικά
Στη συνέχεια, ο διάκονος όρθιος μπροστά στην Ωραία Πύλη μοιάζει με άγγελο που καλεί τον λαό να προσευχηθεί.
Αρχίζει με την αίτηση για την ειρήνη, γιατί χωρίς αυτήν είναι αδύνατη η προσευχή.
Και οι πιστοί αναφωνούν νοερά, μαζί με τον χορό* που ψάλλει: «Κύριε ελέησον» (=Κύριε, ελέησέ μας).
Όρθιος μπροστά στην Ωραία Πύλη, κρατώντας πάντα ανασηκωμένο το οράριο σαν απλωμένη αγγελική φτερούγα, ο διάκονος παρακινεί τον λαό σε προσευχή
  • για την «άνωθεν ειρήνη» και την σωτηρία των ψυχών τους,
  • για την ειρήνη όλου του κόσμου, για να είναι ακλόνητες οι άγιες Εκκλησίες του Θεού και για την ένωση όλων των ανθρώπων,
  • για τον ιερό ναό και όσους μπαίνουν μέσα σ’ αυτόν με πίστη, ευλάβεια και φόβο Θεού,
  • για τον Αρχιεπίσκοπο,
  • για το έθνος μας, τους άρχοντες και τον στρατό,
  • για την πόλη ή το χωριό, όπου τελείται η Λειτουργία,
  • για να είναι ευνοϊκές οι καιρικές συνθήκες, για να δώσει η γη πλούσιους καρπούς και για χρόνια ειρηνικά,
  • για τους ταξιδιώτες, τους αρρώστους, τους κουρασμένους, τους αιχμαλώτους
  • για να απαλλαγούμε όλοι μας από κάθε οργή, κίνδυνο και δύσκολη περίσταση.
Για να δείξει την αδυναμία των προσευχών μας, ο διάκονος στρέφεται στις μορφές της Θεοτόκου και των Αγίων, στο Τέμπλο, και καλεί τους πιστούς να θυμηθούν εκείνους που ήξεραν να προσεύχονται καλύτερα από εμάς, και που τώρα παρακαλούν για μας στους ουρανούς. Μας καλεί επίσης να προσφέρουμε ο καθένας τον εαυτό του κι ο ένας τον άλλον, καθώς και όλη τη ζωή μας στον Χριστό και Θεό μας.
(Νικολάι Βασιλίεβιτς Γόγκολ,
«Στοχασμοί στη Θεία Λειτουργία» - διασκευή)
Η ειρήνη
«Εν ειρήνη του Κυρίου δεηθώμεν!
Ειρήνη πάσι!    
Πολύ συχνά ακούμε στον ναό εκφωνήσεις και ευχές που μιλούν για την ειρήνη. Μας υπενθυμίζουν ότι βρισκόμαστε στον οίκο του Θεού της ειρήνης και ότι η Εκκλησία του Χριστού είναι το βασίλειο της ειρήνης. Γι’ αυτό κάθε πιστός πρέπει να βιώνει την ειρήνη στις σχέσεις του προς τον Θεό, προς τους ανθρώπους και προς τον ίδιο τον εαυτό του.
Προς τον Θεό, με τη διαρκή μετάνοια και την τήρηση των εντολών Του.
Προς τους ανθρώπους, με την αγάπη, την υπομονή, την πραότητα, την ανοχή, την σπλαγχνικότητα.
Και προς τον εαυτό του, με την υπακοή στην φωνή της συνειδήσεώς του.
Ας θυμόμαστε πάντα την συμβουλή του Αποστόλου: «Να επιδιώκετε την ειρήνη με όλους. Επιδιώκετε και την αγιότητα, χωρίς την οποία κανείς δεν θ’ αντικρύσει τον Κύριο» (Εβρ. 12,14).
(Άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης)
Τα «αντίφωνα»
Είναι στίχοι από ψαλμούς, που συνοδεύονται από έναν ύμνο («εφύμνιο»).
Ψάλλονται «κατ’ αντιφωνίαν», δηλαδή κάποιος απαγγέλει τον στίχο και στη συνέχεια, όλος ο χορός ψέλνει το «εφύμνιο».
Τα αντίφωνα είναι τρία.
 Το πρώτο έχει σαν εφύμνιο το: «Ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου, Σώτερ, σώσον ημάς».
Το εφύμνιο του δευτέρου είναι: «Σώσον ημάς, Υιέ Θεού, ο αναστάς εκ νεκρών, ψάλλοντάς Σοι: Αλληλούια».
Το εφύμνιο του τρίτου είναι το απολυτίκιο της ημέρας.
Τρεις φορές επαναλαμβάνεται η μικρή συναπτή : «’Ετι και έτι εν ειρήνη….», «Αντιλαβού, σώσον…», «Της Παναγίας αχράντου…». Δεν είναι επανάληψη παλαιών ή των ίδιων αιτήσεων, αλλά είναι αναζήτηση καινούργιων εμπειριών. Ξανά και ξανά λοιπόν ζητάμε το έλεος Του, γιατί είναι απερίγραπτοι και απερινόητοι οι οικτιρμοί Του. Εκτός αυτών η επανάληψη μέσα στη Λατρεία και τη ζωή γενικότερα είναι σύνηθες φαινόμενο, εφ’ όσον είναι ευχάριστη η επανάληψη και ουσιώδης. Ποια μάνα δεν φιλάει ξανά και ξανά το παιδί της.

Η ΜΙΚΡΗ ΕΙΣΟΔΟΣ

Είναι μια μικρή λιτανεία, που γίνεται στην αρχή σχεδόν της Θ. Λειτουργίας.
Η μικρή είσοδος συμβολίζει την έναρξη της δημόσιας ζωής και δράσης του Χριστού. Όταν, δηλαδή, αφού βαπτίσθηκε στον Ιορδάνη από τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, άρχισε να εμφανίζεται μπροστά στα πλήθη των ανθρώπων και να τους διδάσκει τον Λόγο του Θεού.
Ενώ ψάλλεται το «γ’ αντίφωνο», που είναι το απολυτίκιο της ημέρας, ο ιερέας πλησιάζει στην αγία Τράπεζα, παίρνει το Ευαγγέλιο και το βγάζει έξω, στον λαό.
Δεν βγαίνει από την κεντρική πύλη του Ιερού Βήματος, την «Ωραία Πύλη», αλλά από την πλαϊνή.
Ο Ιερέας κρατάει στα χέρια του το Ιερό Ευαγγέλιο. Είναι το πιο ιερό βιβλίο για την Εκκλησία μας. Βρίσκεται πάντοτε πάνω στην Αγία Τράπεζα. Περιέχει αποσπάσματα από τα τέσσερα ευαγγέλια, δηλ. τα κείμενα στα οποία οι τέσσερις Ευαγγελιστές (Ματθαίος, Μάρκος, Λουκάς, Ιωάννης) κατέγραψαν τη ζωή και τη διδασκαλία του Χριστού.
Κρατάει μάλιστα το Ευαγγέλιο μπροστά από το πρόσωπό του. Δείχνει ότι δεν περνάει ανάμεσά μας αυτός, αλλά ο Κύριος που σε λίγο θα μας διδάξει.
Μπροστά από τον Ιερέα πηγαίνουν παιδιά με λαμπάδες και εξαπτέρυγα. Η λαμπάδα στην Μικρή Είσοδο συμβολίζει τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο. Αυτός προχώρησε μπροστά από τον Χριστό, για να ετοιμάσει το δρόμο Του. Κήρυττε στους ανθρώπους ότι «να, έφτασε η Βασιλεία των Ουρανών».
Μόλις φτάσει στο κέντρο του ναού ο ιερέας αναφωνεί: «Σοφία. Ορθοί». Διακηρύσσει έτσι ότι η Σοφία του Θεού φανερώθηκε στον κόσμο με το κήρυγμα του Ευαγγελίου. Με το «Ορθοί» καλεί όλους να σταθούν ευλαβικά όρθιοι.
Ύστερα όλοι μαζί ψέλνουμε: «Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν Χριστώ. Σώσον ημάς, Υιέ Θεού, ο αναστάς εκ νεκρών, ψάλλοντάς Σοι: Αλληλούια».
Δηλαδή: «Ελάτε, ας προσκυνήσουμε κι ας λατρεύσουμε τον Χριστό. Σώσε μας, Υιέ του Θεού, εσύ που αναστήθηκες από τους νεκρούς, εμάς που σου ψέλνουμε: Αλληλούια».
Στη συνέχεια μπαίνει πάλι στο Ιερό Βήμα. Οι ψάλτες ψέλνουν τα απολυτίκια της εορτής ή του αγίου, που τιμά η Εκκλήσία την ημέρα εκείνη. Κι ακόμη, το απολυτίκιο του Αγίου, στον οποίο είναι αφιερωμένος ο ναός και το κοντάκιο της εορτής.
Σε λίγο ψέλνουμε τον Τρισάγιο Ύμνο, δηλαδή το «Άγιος ο Θεός, άγιος Ισχυρός, άγιος αθάνατος, ελέησον ημάς».
Αυτό σημαίνει: «Άγιος είσαι ο Θεός, άγιος και ισχυρός, άγιος και αθάνατος. Ελέησέ μας».

ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

 

Στη συνέχεια, ο αναγνώστης θα διαβάσει τον Απόστολο, δηλαδή ένα κομμάτι από τις επιστολές που έγραψαν οι Απόστολοι σε διάφορες Εκκλησίες ή από τις «Πράξεις των Αποστόλων».
Όταν τελειώσει και ο Απόστολος, ο Ιερέας θα εμφανισθεί στην Ωραία Πύλη. Θα κρατάει και πάλι το Ευαγγέλιο, ανοιχτό αυτή τη φορά.
Μπορούμε να δούμε ότι στο κάλυμμα του βιβλίου από την μία πλευρά είναι σκαλισμένη η εικόνα της Σταύρωσης και από την άλλη, της Ανάστασης.
Τώρα οι πιστοί ακούν ένα απόσπασμα από το ιερό αυτό βιβλίο, που θα το διαβάσει ο Ιερέας.
Με τα κεφάλια σκυμμένα ευλαβικά, προσέχοντας το Ευαγγέλιο, όλοι αγωνίζονται να δεχθούν μέσα τους τον σπόρο του θείου Λόγου. Τον σπόρο που σπέρνει ο ουράνιος σποριάς με το στόμα του Ιερέα Του στις καρδιές τους. Όχι όμως στις καρδιές εκείνες, που ο Σωτήρας παρομοίασε με τη γη δίπλα στο δρόμο, όπου, αν και έπεσε ο σπόρος, καταπατήθηκε και τα πετεινά του ουρανού, δηλ. οι κακές σκέψεις μας, τον κατέφαγαν.
 Ούτε στις καρδιές που μοιάζουν με πέτρινο έδαφος, όπου μολονότι δέχονται μετά χαράς τον σπόρο του λόγου, αυτός δεν βγάζει βαθειές ρίζες –γιατί είναι καρδιές χωρίς βάθος κι ο σπόρος μόλις βλαστήσει ξεραίνεται. Ούτε και στις καρδιές που μοιάζουν με γη γεμάτη αγκάθια (τις φροντίδες και τις μέριμνές μας), που πνίγουν τον σπόρο μόλις φυτρώσει. Καρποφορεί μόνο στις καρδιές που μοιάζουν με την καλή γη και δίνουν καρπό, άλλη εκατό φορές περισσότερο, άλλη εξήντα και άλλη τριάντα».
(Νικολάι Γκόγκολ, Στοχασμοί στη Θεία Λειτουργία)
Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ
Στα παλιά χρόνια, που οι Χριστιανοί βαπτίζονταν σε μεγάλη ηλικία, όσοι δεν είχαν βαπτισθεί ακόμη, αλλά πήγαιναν στη Θεία Λειτουργία για να ακούσουν τον Λόγο του Θεού –οι Κατηχούμενοι- έφευγαν από το ναό μετά το Ευαγγέλιο, μόλις τελείωνε ο Ιερέας το κήρυγμα. Έμεναν τότε μόνο οι βαπτισμένοι Χριστιανοί, οι Πιστοί. Αυτοί μόνο μπορούσαν να συμμετέχουν στη Θεία Λειτουργία και όταν θα ερχόταν η ώρα, να κοινωνούν.
Έτσι, μετά το Ευαγγέλιο αρχίζει το μέρος της Θείας Λειτουργίας, που ονομάζεται Λειτουργία των Πιστών.
Από το σημείο αυτό δεν επιτρέπεται να φεύγει κανείς από το ναό. Όλοι θα μείνουν μέχρι το τέλος της Θ. Λειτουργίας!
Ο ψάλτης αρχίζει τον Χερουβικό Ύμνο, που καλεί τους πιστούς να ξεχάσουν κάθε φροντίδα την ώρα εκείνη, γιατί θα υποδεχθούν τον Βασιλιά των Όλων, μαζί με στρατιές Αγγέλων.
Την ώρα εκείνη ο Ιερέας απλώνει πάνω στην Αγία Τράπεζα το Ειλητό, ένα μεταξωτό πανί, που εικονίζει την ταφή του Κυρίου. Πάνω σ’ αυτό το πανί θα τοποθετηθούν, μετά τη Μεγάλη Είσοδο, ο άγιος Δίσκος (που περιέχει τον Αμνό και τις μερίδες της Παναγίας, των Αγίων και όλων των πιστών) και το Άγιο Ποτήριο (που περιέχει κρασί και λίγο νερό). Ύστερα, βγαίνει στην Ωραία Πύλη και θυμιάζει όλους τους πιστούς για να θυμίσει σε όλους πως πρέπει να κατευθύνουν την προσευχή τους σαν θυμίαμα μπροστά στον Κύριο, λέγοντας τον 50ο ψαλμό του Δαυίδ, δηλαδή τον ψαλμό της μετανοίας. Το θυμίαμα αυτό συμβολίζει τη σμυρναλόη του Νικοδήμου. Πριν πάρει στα χέρια του ο Λειτουργός τα τίμια Δώρα, ζητά συγγνώμη από τους τυχόν συλλειτουργούς του Ιερείς, και κατόπιν βγαίνει στην Ωραία Πύλη και ζητά συγγνώμη από το λαό.
Ακολουθεί η Μεγάλη Είσοδος. Ο Ιερέας ξεκινάει από την Προσκομιδή και, κρατώντας τον Άγιο Δίσκο και το Άγιο Ποτήριο, περνάει ανάμεσα από τους πιστούς και από την Ωραία Πύλη μπαίνει στο Ιερό Βήμα για να τα τοποθετήσει πάνω στην Αγία Τράπεζα και να τα σκεπάσει με ένα τετράγωνο ύφασμα, τον «Αέρα», που συμβολίζει το λίθο που σφράγισε τον Πανάγιο Τάφο.
Η λιτανεία αυτή συμβολίζει την είσοδο του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα για το πάθος και την πορεία του Κυρίου προς τον Γολγοθά και τον Πανάγιο Τάφο (δηλαδή την εναπόθεση Του στην Αγία Τράπεζα). Λέγεται «Μεγάλη Είσοδος» διότι πλησιάζει η τέλεση του μεγάλου Μυστηρίου. Το θυμίαμα κατά την Μεγάλη Είσοδο συμβολίζει το Άγιο Πνεύμα με τη φωτιά του θυμιατού και τον ευωδιαστό καπνό του θυμιάματος. Το θυμίαμα μετά την απόθεση των τιμίων Δώρων επάνω στο Αντιμήνσιο και την κάλυψη τους με τον Αέρα, υποδηλώνει τα αρώματα των Μυροφόρων. Σε ορισμένους ναούς και στα μοναστήρια, μετά την Μεγάλη Είσοδο, κλείνονται πρώτα τα Βημόθυρα (οι ξύλινες μικρές πόρτες της Ωραίας Πύλης), που σημαίνουν την κάθοδο στον Άδη, και κατόπιν το καταπέτασμα (η κουρτίνα της Ωραίας Πύλης), που υποδηλώνει την εγκατάσταση της κουστωδίας.
 
 
 
 
ΣΥΝΑΠΤΗ ΤΙΜΙΩΝ ΔΩΡΩΝ - ΣΥΜΒΟΛΟ ΠΙΣΤΕΩΣ - ΑΓΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑ
Ύστερα από τη Μεγάλη Είσοδο ακολουθούν οι «Αιτήσεις». Με αυτές ο Ιερέας μας καλεί να ζητήσουμε από τον Κύριο ειρηνική και χωρίς αμαρτίες την ημέρα μας, Άγγελο φύλακα από κάθε κακό, συγχώρηση των αμαρτιών μας, τα καλά και ωφέλιμα για τις ψυχές μας και ειρήνη στον κόσμο και άλλα πνευματικά αγαθά. Κι εμείς, σε κάθε αίτηση, απαντάμε: «Παράσχου, Κύριε» (δηλαδή, «Χάρισέ μας, Κύριε»).
Κατόπιν μας προτρέπει να αγαπήσουμε ο ένας τον άλλο. Στηρίζεται στα λόγια του Χριστού, σύμφωνα με τα οποία δεν είναι δυνατόν να προσφέρει κανείς το δώρο του στον Θεό, αν προηγουμένως δεν έχει συγχωρεθεί με τον αδελφό του.
Πλησιάζει μετά η ομολογία της πίστεως, όταν δηλαδή όλοι μαζί θα πούμε το «Πιστεύω». Γι’ αυτό ακολουθεί το παράγγελμα του διακόνου: «Τας θύρας, τας θύρας! Εν σοφία πρόσχωμεν». Στα παλιά χρόνια οι θυρωροί έπρεπε να προσέχουν τις πόρτες, μήπως μπει στο ναό κάποιος κατηχούμενος ή άπιστος.
Ενώ απαγγέλουμε το Σύμβολο της Πίστεως, ο Ιερέας ξεσκεπάζει τα τίμια Δώρα και ανακινεί πάνω τους τον «Αέρα». Αυτό συμβολίζει την πνοή του Αγίου Πνεύματος, που σε λίγο θα τα καθαγιάσει.
Μετά καλούμαστε να σταθούμε με ευλάβεια και σεβασμό: «Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου…». Τώρα θα προσφέρουμε στο Θεό το μεγάλο Μυστήριο, δείγμα λατρείας και αφοσίωσης.
Ο Ιερέας αρχίζει να απαγγέλλει τη μεγάλη ευχή του Καθαγιασμού των τιμίων Δώρων. Με αυτήν ευχαριστεί τον Θεό για όσα μας έχει δώσει και ιδίως, γιατί έστειλε τον Μονογενή Υιό Του που μας παρέδωσε το μεγάλο Μυστήριο.
Στο σημείο αυτό εκφωνεί τα λόγια, με τα οποία ο Κύριος συνέστησε το Μυστήριο στη διάρκεια του Μυστικού Δείπνου:
«Λάβετε, φάγετε, τούτο μου εστί το Σώμα, το υπέρ υμών κλώμενον εις άφεσιν αμαρτιών» -δηλαδή, «Λάβετε και φάγετε, αυτό είναι το Σώμα μου, που για χάρη σας κομματιάζεται, για τη συγχώρεση των αμαρτιών σας». Την ώρα αυτή ο Ιερέας δείχνει το ψωμί, που σε λίγο θα γίνει Σώμα Χριστού.
Και μετά από λίγο, δείχνει το Άγιο Ποτήριο με το κρασί και λέει:
«Πίετε εξ αυτού πάντες, τούτο εστί το Αίμα μου, το της Καινής Διαθήκης, το υπέρ ημών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών» -δηλαδή, «Πιείτε απ’ αυτό όλοι, αυτό είναι το Αίμα μου, το αίμα της Καινής Διαθήκης, που χύνεται για σας και για όλους, για την άφεση των αμαρτιών σας».
Και καταλήγει ο Ιερέας, υψώνοντας μαζί τον Άγιο Δίσκο και το Άγιο Ποτήριο: «Τα σα εκ των σων σοί προσφέρομεν κατά πάντα και δια πάντα» -δηλαδή, «αυτά τα δικά Σου Δώρα προσφέρουμε σ’ Εσένα σε κάθε καιρό και για όλες τις ευεργεσίες Σου».
Και ακολουθεί η μεγάλη στιγμή. Ο Ιερέας παρακαλεί τον Θεό να στείλει το Άγιο Πνεύμα στα τίμια Δώρα και να τα μεταβάλει σε Σώμα και Αίμα Χριστού.
Ο Ιερέας ευλογεί με το σημείο του Σταυρού πάνω από τον Άγιο Άρτο, λέγοντας: «Και ποίησον τον μεν άρτον τούτον τίμιον σώμα του Χριστού σου. Αμήν» -δηλαδή, «Και κάνε αυτόν τον Άρτο, το ίδιο το τίμιο Σώμα του Χριστού Σου. Αμήν».
Και μετά ευλογεί πάνω από το Άγιο Ποτήριο, λέγοντας: «Το δε εν τω Ποτηρίω τούτω τίμιον αίμα του Χριστού σου. Αμήν» -που σημαίνει: «Κι αυτό που είναι μέσα σε τούτο το Ποτήριο, (κάνε το) το ίδιο το τίμιο Αίμα του Χριστού Σου. Αμήν».
Και στη συνέχεια, ευλογώντας σταυρωτά τον Άγιο Άρτο και το Άγιο Ποτήριο, ο Ιερέας λέει: «Μεταβαλών τω Πνεύματί Σου τω Αγίω. Αμήν, αμήν, αμήν» -δηλαδή, «Αφού τα μεταβάλεις με το Πνεύμα Σου το Άγιο. Αμήν, αμήν, αμήν».
Έτσι γίνεται το θαύμα της μεταβολής του ψωμιού και του κρασιού, που προσέφεραν οι Χριστιανοί, στο ίδιο το Σώμα και το ίδιο το Αίμα του Χριστού. Πόσο μεγάλη είναι η τιμή που μας γίνεται, να παρευρισκόμαστε στο μεγάλο αυτό θαύμα!
Την ίδια ώρα οι πιστοί ψάλλουν: «Σε υμνούμεν, σε ευλογούμεν, σοί ευχαριστούμεν, Κύριε, και δεόμεθά σου ο Θεός ημών» -που σημαίνει: «Εσένα υμνούμε, Εσένα ευλογούμε, Εσένα ευχαριστούμε, Κύριε, και Σε παρακαλούμε, Θεέ μας».
Μετά τον Καθαγιασμό των τίμιων Δώρων, ο Ιερέας μνημονεύει όλα τα μέλη της Εκκλησίας. Πρώτα τους Αγίους –και εξαιρετικά την Θεοτόκο. Ύστερα τους κεκοιμημένους Χριστιανούς. Τέλος, τους ζωντανούς, με πρώτον τον Αρχιεπίσκοπο. Και για να μη μείνει κανείς έξω από το μεγάλο Δείπνο, στο τέλος ζητάει από τον Κύριο να θυμηθεί: «και ων έκαστος κατά διάνοιαν έχει και πάντων και πασών» -δηλαδή, «και όλους όσους έχει στο νου του ο καθένας, άντρες και γυναίκες».
Σε λίγο, αρχίζει η προετοιμασία για την Θεία Κοινωνία.

 

ΔΙΠΤΥΧΑ – ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ – ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ
Μετά τον Καθαγιασμό των τίμιων Δώρων, ο Ιερέας μνημονεύει όλα τα μέλη της Εκκλησίας. Πρώτα τους Αγίους –και εξαιρετικά την Θεοτόκο. Ύστερα τους κεκοιμημένους Χριστιανούς. Τέλος, τους ζωντανούς, με πρώτον τον Αρχιεπίσκοπο. Και για να μη μείνει κανείς έξω από το μεγάλο Δείπνο, στο τέλος ζητάει από τον Κύριο να θυμηθεί: «και ων έκαστος κατά διάνοιαν έχει και πάντων και πασών» -δηλαδή, «και όλους όσους έχει στο νου του ο καθένας, άντρες και γυναίκες».
Σε λίγο, αρχίζει η προετοιμασία για την Θεία Κοινωνία.
Όταν ο Ιερέας παύσει να μνημονεύει τα ονόματα των πιστών, βγαίνει στην Ωραία Πύλη και ευλογεί όλο το εκκλησίασμα με τον Τίμιο Σταυρό, λέγοντας: «Και έσται τα ελέη του μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού μετά πάντων υμών», δηλαδή: «Και ας είναι οι δωρεές του μεγάλου Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού μαζί με όλους σας». Και οι πιστοί απαντούν: «Και μετά του πνεύματός σου» -«Και με το δικό σου πνεύμα».
Και τότε, αμέσως αρχίζει η

ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Με μια σειρά δεήσεις μπροστά από τα καθαγιασμένα ήδη Τίμια Δώρα, ο Ιερέας παρακαλεί τον Θεό να αξιώσει αυτόν και τους πιστούς να μεταλάβουν τα άχραντα μυστήρια. Και ο λαός απαντά: «Κύριε ελέησον» ή «Παράσχου Κύριε».
Τότε απαγγέλουν όλοι μαζί την «Κυριακή προσευχή», δηλ. την προσευχή που δίδαξε ο Κύριος στους μαθητές του, πάνω σε ένα ύψωμα της Γαλιλαίας:
 
Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Με την Κυριακή προσευχή, το Πάτερ ημών δηλαδή, οι πιστοί παρακαλούν τον Θεό, που τον ονομάζουν Πατέρα τους:
  • Να δοξάζεται το όνομα του Θεού σε όλους τους ανθρώπους, με τα λόγια και τα έργα των πιστών Του
  • Να έρθει η Βασιλεία του Θεού στις ψυχές όλων των ανθρώπων
  • Να εφαρμόζεται από όλους τους ανθρώπους το άγιο θέλημα του Θεού
  • Να δώσει ο Θεός «τον επιούσιο άρτο», δηλ. όλα όσα είναι αναγκαία για την ψυχή και το σώμα του ανθρώπου, και πρώτα απ’ όλα το ίδιο το Σώμα και το Αίμα Του
  • Να συγχωρήσει τις αμαρτίες τους, με την προϋπόθεση ότι κι αυτοί θα συγχωρούν τις αμαρτίες των άλλων
  • Να μην επιτρέψει να βρεθούν σε περιστάσεις που θα τους εκθέσουν στον κίνδυνο της αμαρτίας.
Και στο τέλος, ομολογούν –με το στόμα του Ιερέα- ότι ο Θεός μπορεί να τους δώσει όλα αυτά γιατί είναι ο αιώνιος βασιλιάς και ο Παντοδύναμος Θεός, που προστατεύει και βοηθά τους ανθρώπους.
Στη συνέχεια ο Ιερέας ευλογεί τους πιστούς, λέγοντας: «Ειρήνη πάσι» -«Ειρήνη σε όλους»- και σε λίγο τους λέει: «Πρόσχωμεν» -«Ας προσέξουμε». 
Αμέσως ύστερα, υψώνει τον Άγιο Άρτο και αναφωνεί: «Τα άγια τοις αγίοις»-δηλαδή, «Τα άγια Δώρα είναι για τους αγίους». Εννοεί με αυτό ότι πρέπει να είναι άγιοι όσοι θα δεχτούν μέσα τους το Άγιο Σώμα και το Αίμα του Κυρίου. Ότι δηλαδή πρέπει να είναι κατάλληλα προετοιμασμένοι και καθαρισμένοι από τις αμαρτίες τους για να κοινωνήσουν. Και βέβαια, ο Χριστιανός καθαρίζεται από τις αμαρτίες όταν τις ακουμπά στο επιτραχήλιο του Πνευματικού, στο μυστήριο της Ιεράς Εξομολόγησης, αφού πρώτα μετανοήσει (μετανοιώσει) ειλικρινά γι’ αυτές. Τότε κλείνει η Ωραία Πύλη.
Ο Ιερέας χωρίζει σε 4 μέρη τον Άγιο Άρτο. Το πρώτο από αυτά τα μέρη το ρίχνει μέσα στο Άγιο Ποτήριο, που περιέχει το πανάχραντο Θείο Αίμα. Το δεύτερο το βάζει στην άκρη για να κοινωνήσουν ο ίδιος και ο διάκονος, χωριστά από το Αίμα. Και τα άλλα μέρη τα κόβει σε μικρότερα τεμάχια, ανάλογα με τον αριθμό εκείνων που θα κοινωνήσουν.
Μ’ αυτόν τον τεμαχισμό δεν διαιρείται το Σώμα του Χριστού. Και στο μικρότερο κομματάκι απ’ αυτά διατηρείται ολόκληρος ο Χριστός – όπως κάθε μέλος του ζωντανού σώματος μας είναι παρούσα ψυχή, όχι μερισμένη, αλλά ενιαία και αδιαίρετη. Όπως σε ένα καθρέφτη, που αν σπάσει σε χίλια κομμάτια, τα ίδια αντικείμενα εξακολουθούν να καθρεφτίζονται ακόμα και στο μικρότερο κομμάτι. Όπως τέλος ένας ήχος διατηρείται ακέραιος και ολόκληρος έστω και αν τον ακούνε χιλιάδες αυτιά.
Ακόμη, θα ρίξει στο Άγ. Ποτήριο το «άγιο ζέον», δηλ. ζεστό νερό, που συμβολίζει την ζεστή Πίστη όσων συμμετέχουν στη Θ. Λειτουργία και τη θερμότητα του Αγίου Πνεύματος.
Ύστερα γονατίζει και διαβάζει κάποιες ευχές με τις οποίες παρακαλεί τον Κύριο να μεταλάβει αξίως. Ο ίδιος και ο διάκονος, αν υπάρχει, κοινωνούν πρώτα το Σώμα και μετά το Αίμα του Κυρίου, χωριστά. Και αφού κοινωνήσουν, βάζουν προσεκτικά ό,τι υπάρχει πάνω στον Άγιο Δίσκο, μέσα στο Άγιο Ποτήριο.
Στον καιρό της πρώτης Εκκλησίας, οι πιστοί κοινωνούσαν τα θεία Μυστήρια χωριστά, όπως σήμερα οι κληρικοί, παίρνοντας ο καθένας στα χέρια του το πανάχραντο Σώμα του Κυρίου, και πίνοντας ύστερα από το Ποτήριο το πανάχραντο Αίμα Του. Όταν όμως κάποιοι χριστιανοί αμαθείς και απαίδευτοι – χριστιανοί στο όνομα μόνο – άρχισαν να παίρνουν τα Τίμια Δώρα στα σπίτια τους και να τα χρησιμοποιούν σε δεισιδαιμονικές και βλάσφημες τελετές, ή και μέσα στην Εκκλησία να τα αντιμετωπίζουν με ασέβεια, δημιουργώντας θόρυβο και ταραχή, ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος θέσπισε να δίνονται στο λαό ενωμένα το Σώμα και το Αίμα. Και όχι μέσα στα χέρια τους, αλλά απευθείας στο στόμα, με την αγία Λαβίδα, που εικονίζει την λαβίδα εκείνη με το αναμμένο κάρβουνο, με την οποία το πύρινο Σεραφείμ άγγιξε τα χείλη του προφήτη Ησαΐα, θυμίζοντας έτσι σε όλους τι είναι αυτό που άγγιξε τα χείλη τους. Αφού κοινωνήσει πρώτα ο ίδιος και έπειτα μεταδώσει τα Θεία Δώρα και στο διάκονο, ο λειτουργός του Χριστού, εμφανίζεται σαν ένας καινούργιος άνθρωπος, καθαρισμένος με τη θεία Κοινωνία από όλα του τα αμαρτήματα, σαν αληθινά άγιος αυτή τη στιγμή και άξιος να μεταδώσει τα Θεία Δώρα στους πιστούς.
 
ΘΕΙΑ ΜΕΤΑΛΗΨΗ
Βγαίνει στην Ωραία Πύλη, κρατώντας το Άγιο Ποτήριο και καλεί τους πιστούς λέγοντας: «Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε» -δηλαδή, «Πλησιάστε με φόβο Θεού, πίστη και αγάπη».
Και όσοι είναι προετοιμασμένοι –καθαρισμένοι από τις αμαρτίες τους, νηστικοί εκείνο το πρωΐ, χωρίς μίσος για κάποιον αδελφό τους, με προσευχή- πλησιάζουν για να δεχθούν μέσα τους το Σωμα και το Αίμα του Χριστού. Για να γίνουν «σύσσωμοι και σύναιμοι Χριστού» -δηλ. για να έχουν το ίδιο με τον Χριστό Σώμα και το ίδιο Αίμα.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ – ΑΠΟΛΥΣΗ
Μετά την Θ. Κοινωνία ψέλνουν όλοι το «Είδομεν το φως το αληθινόν…», έναν ύμνο για το Άγιο Πνεύμα, με τον οποίο ομολογούν την πίστη τους στην Αγία Τριάδα και την δοξολογούν, με αφορμή το μεγάλο μυστήριο που τελέσθηκε με τη δύναμη του Τριαδικού Θεού και στο οποίο όλη η Εκκλησία συμμετείχε.
Όλοι οι πιστοί ευχαριστούν τον Θεό, για το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, το οποίο κοινώνησαν. Και βέβαια, εννοείται ότι κανείς δεν φεύγει πριν ευχαριστήσει τον Θεό για τα μεγάλα αυτά Δώρα. Αλλιώς μοιάζει με τον Ιούδα, που έφυγε από τον Μυστικό Δείπνο, αμέσως μόλις έλαβε από τον Άρτο.
Οι πιστοί, γεμάτοι ευγνωμοσύνη στον Κύριο για την Θεία Κοινωνία και για τις πλούσιες ευλογίες ψέλνουν τον ύμνο του Ιώβ: «Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον από του νυν και εως του αιώνος» -«Ας είναι το όνομα του Κυρίου ευλογημένο, τώρα και πάντοτε».
Ύστερα, ο Ιερέας ευλογεί τους πιστούς και κάνει την απόλυση. Τώρα οι πιστοί μπορούν να απολυθούν εν ειρήνη, δηλαδή να αποχωρήσουν από το ναό με την ειρήνη του Θεού, για να πάνε στο σπίτι τους να … συνεχίσουν την Θεία Λειτουργία. Όχι απαραίτητα να ψάλλουν, αλλά με την συμπεριφορά τους από εκεί και στο εξής  να φέρονται όπως αρμόζει σε όποιον κατοικεί μέσα του ο Χριστός. Να μεταφέρουν τον αγιασμό που δέχθηκαν σε όλους τους γύρω τους, στους οποίους βέβαια θα φέρονται με την αγάπη του Χριστού, που πρώτα στην Θ. Λειτουργία έζησαν.
Όσοι δεν κοινώνησαν, στο τέλος παίρνουν αντίδωρο από το χέρι του Ιερέα. Αντίδωρο είναι αυτό που δίνεται αντί για το δώρο, την Θ. Ευχαριστία. Ο καθένας, παίρνοντας ένα κομμάτι αντίδωρο, πρέπει να το δέχεται σαν ψωμί από το συμπόσιο εκείνο, όπου ο ίδιος ο Δημιουργός μίλησε στον λαό Του, και να το τρώει με ευλάβεια, θεωρώντας όλους τους ανθρώπους γύρω του σαν αληθινά και πολυαγάπητα αδέρφια του. Και, σύμφωνα με την αρχαία συνήθεια, πρέπει να το φάει πριν από κάθε άλλη τροφή. Μπορεί ακόμη να το πάρει στο σπίτι, στην οικογένειά του, ή να το προσφέρει σε αρρώστους, σε φτωχούς και σε κάθε άλλον, που για οποιονδήποτε λόγο δεν μπόρεσε να έρθει στην εκκλησία για την Λειτουργία.
Αλλά και όποιος κοινώνησε προσέχει, σύμφωνα με την παλαιά ευλαβική συνήθεια, να μην φτύσει την ημέρα εκείνη. Το αίμα του, είπαμε, έχει γίνει ένα με του Χριστού το Αίμα και στο στόμα του ενδέχεται να βρίσκεται ακόμη κάποιο μικρό κομμάτι Αγίου Άρτου, που ωστόσο είναι ολόκληρο του Χριστού το Σώμα.

Ο Αγιασμός - Τι πρέπει να γνωρίζουμε!




Λίγα λόγια γενικά
Η Αγία μας Εκκλησία εκτός από τα επτά Μυστήρια δια των οποίων χαρίζεται, μετοχετεύεται, προσφέρεται και παρέχεται η αγιαστική Χάρις του Αγίου Πνεύματος έχει και κάποιες άλλες τελετές με τις οποίες παρέχεται χάρις, ευλογία, θεραπεία και πνευματική ωφέλεια στους πιστούς αλλά και στην κτίση ολόκληρη.

Μεταξύ αυτών είναι και ο Αγιασμός των Υδάτων, Ακολουθία που με τις ευχές που περιέχει, ο Ιερέας παρακαλεί τον Θεό όπως το νερό αγιασθή και αποκτήσει «δύναμη καθαρτική και ενέργεια, γίνει δώρο αγιασμού, αμαρτημάτων λυτήριον, ίαμα ψυχών και σωμάτων, προς πάσαν ωφέλειαν επιτήδειον»Επίσης παρακαλεί τον Θεό το νερό του Αγιασμού να διώχνει μακριά τον κίνδυνο από ορατούς και αόρατους εχθρούς, έτσι ώστε εκείνοι που το λαμβάνουν να το χρησιμοποιούν για την ευλογία των σπιτιών τους, για τον αγιασμό των ψυχών και των σωμάτων τους και να παίρνουν πλούσια την χάρι της Αγίας Τριάδος που είναι «η πηγή του αγιασμού και πάσης χάριτος».

Πότε τελείται ο Αγιασμός
Κάθε πρώτη του μηνός η Εκκλησία τελεί στους Ναούς τον Αγιασμό, ενώ κατά την επιθυμία των πιστών τελείται και σε άλλες περιπτώσεις της καθημερινής μας ζωής όπως κατά την θεμελίωση νέου σπιτιού ή άλλης οικοδομής, κατά τα εγκαίνια του νέου σπιτιού, του νέου καταστήματος, του νέου αυτοκινήτου, του Σχολικού έτους, του Κατηχητικού έτους και άλλων πνευματικών δραστηριοτήτων, τελείται για ευόδωση της εργασίας, για ίαση ασθενειών, κατά της βασκανίας και των άλλων δαιμονικών επιθέσεων κ.τ.λ. Στα Ευχολόγια της Εκκλησίας μας (Μεγάλο και Μικρό) υπάρχουν πάρα πολλές ευχές οι οποίες λέγονται ανάλογα με την περίσταση που ο Ιερέας τελεί τον Αγιασμό, ενώ είναι αυτονόητο ότι για να υπάρξουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα μετά την τέλεση του, απαιτείται η ενσυνείδητη συμμετοχή του πιστού και η επιθυμία του να προσελκύσει με τον προσωπικό του αγώνα την Θεία Χάρι.

Τι είναι Αγιασμός;
«Αγιασμός των Υδάτων είναι η τελετουργική Πράξη δια της οποίας το νερό καθαγιάζεται με ορισμένες Ευχές και επικλήσεις της επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος, καθώς και με την σταυροειδή ευλογία και εμβάπτιση του Τιμίου Σταυρού. Η Τελετή αυτή λέγεται Αγιασμός ακριβώς γιατί με το ευλογημένο νερό, με την μετάληψη και τον ραντισμό πιστεύουμε ότι αγιαζόμαστε και καθαριζόμαστε από τις αμαρτίες μας. Γι΄ αυτό παρακαλούμε τον Θεό όπως το αγιασμένο νερό θεραπεύσει τις ψυχές και τα σώματα μας και να αποτρέψει κάθε σατανική δύναμη».
Η χρησιμοποίηση αγιασμένου νερού συναντάται σε πολύ παλαιούς χρόνους της ζωής των χριστιανών. Από αρχαίους Εκκλησιαστικούς ιστορικούς μαθαίνουμε για θαύματα που έγιναν με τον ραντισμό του αγιασμένου νερού. Επίσης υπάρχει μαρτυρία η οποία μας πληροφορεί ότι Αγιασμός γινόταν κάθε μήνα στο παλάτι της Κωνσταντινουπόλεως παρουσία των Βασιλέων. Έτσι εξηγείται και το τροπάριο «Σώσον Κύριε τον λαόν Σου…νίκας τοις βασιλεύσι..» που ψάλλεται όταν βαπτίζεται ο Τίμιος Σταυρός στο νερό.

Υπάρχει διαφορά Μικρού και Μεγάλου Αγιασμού;
«Ο Αγιασμός είναι Αγιασμός, είτε δίδεται την παραμονή των Φώτων, είτε την ίδια ημέρα είτε στο σπίτι. Δεν έχει διαφορά ο μικρός από τον μεγάλο αγιασμό. Λέγεται Μικρός ή Μεγάλος, επειδή οι ευχές είναι μικρότερες ή μεγαλύτερες, επειδή παρατείνεται περισσότερο ή λιγότερο η σχετική ακολουθία. Θεαματικά είναι αυτά. Δεν σημαίνουν ουσία προκειμένου περί του καθαρού νερού που βρίσκεται στην λεκάνη. Το αγιασμένο νεράκι του Μικρού Αγιασμού, διατηρείται χρόνια όπως και το νεράκι του Μεγάλου λεγομένου Αγιασμού».

Η Ακολουθία
Η ακολουθία του μικρού Αγιασμού που τελείται τακτικότερα (ενώ του Μεγ. Αγιασμού τελείται δύο φορές τον χρόνο παραμονή και ανήμερα των Θεοφανείων) ξεκινά με την ανάγνωση του «Κύριε εισάκουσον της προσευχής μου..»και συνεχίζεται με την ψαλμωδία τροπαρίων της Παναγίας μας καθώς και του Αγίου μας. Αφού διαβαστεί ο ψαλμός« Ελέησον με ο Θεός…» ψάλλεται ο Κανόνας της Παναγίας τα τροπάρια του οποίου αντιστοιχούν στα 24 γράμματα της Αλφαβήτου (Ακροστιχίδα). Κατόπιν αφού ψάλλούν και άλλα τροπάρια (επί το πλείστον της Παναγίας) ακολουθεί ο Τρισάγιος Ύμνος, ο Απόστολος ο οποίος αναφέρεται στην επιθυμία του Κυρίου να μας αγιάσει και να μας σώσει σαν αδελφούς και παιδιά του και το Ευαγγέλιο το οποίο αναφέρεται στο νερό της κολυμβήθρας της Βηθεσδά το οποίο αφού αγιαζόταν με την παρουσία Αγγέλου θεράπευε τις σωματικές ασθένειες των ανθρώπων. Στην συνέχεια λέγονται οι δεήσεις και οι ευχές δια των οποίων αγιάζεται το νερό και ιδιαιτέρως την στιγμή που ο Ιερέας το ευλογεί σταυροειδώς με το χέρι του. Ακολουθεί η «Βάπτιση» του Τιμίου Σταυρού στο αγιασμένο νερό, ο ραντισμός του χώρου που τελείται η ακολουθία, η ευλογία των πιστών με το αγιασμένο νερό και η προσκύνηση του τιμίου Σταυρού. Κατόπιν διαβάζεται η για την περίσταση κατάλληλη Ευχή, μνημονεύονται τα ονόματα για χάρη των οποίων τελείται ο Αγιασμός και γίνεται Απόλυση.

Τι χρειάζεται;
Για να τελεσθεί ο Αγιασμός χρειάζεται μια μικρή λεκάνη με καθαρό νερό, λίγο βασιλικό ή δενδολίβανο, το θυμιατήρι του σπιτιού και το κανδήλι. Ο Ιερέας θα έχει μαζί του το επιτραχείλιο, το Ευαγγέλιο, τον Σταυρό και το «Ευχολόγιο». Σε ένα χαρτί γράφουμε τα ονόματα της Οικογένειας μας ή οποία πρέπει να είναι παρούσα και συμπροσευχόμενη στην ακολουθία.

Κάτι σαν επίλογος
«Μπορούμε στο σπίτι μας να έχουμε Αγιασμό, αρκεί να μην τον ξεχνάμε στο εικονοστάσι, αλλά να τον χρησιμοποιούμε κάθε φορά που παρουσιάζεται ανάγκη». Είναι ευλογία και μια «καλή και ευλογημένη συνήθεια» να πίνουμε καθημερινά Αγιασμό πριν πάρουμε το πρωινό μας και αφού έχουμε πλύνει το πρόσωπο μας εκτός βέβαια αν έχουμε να κοινωνήσουμε των Αχράντων Μυστηρίων. Αν κοινωνήσουμε τότε τρώμε πρώτα το Αντίδωρο μας και ύστερα πίνουμε τον Αγιασμό.

Με την καθημερινή επαφή μας με τον Αγιασμό βάζουμε ολόκληρη την ημέρα μας κάτω από την ευλογία του Θεού ενώ δεν παραλείπουμε την συμμετοχή μας τακτικά στο Ποτήριο της Ζωής με την Κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Χριστού μας γεγονός που μας χαρίζει τον κατ΄ εξοχήν Αγιασμό, την Ευλογία και την Σωτηρία.

Αγιασμός και Θεία Κοινωνία δεν μπορούν να συγκριθούν. Ο Αγιασμός είναι νεράκι το οποίο αγιάστηκε από την Χάρη του Θεού ενώ η Θεία Κοινωνία είναι ο ίδιος το Θεός, το Σώμα Του και το Αίμα Του.

Ο Αγιασμός (Μέγας) προτείνεται από τους πνευματικούς σε κάποιες περιπτώσεις όπου ο εξομολογούμενος έχει πέσει σε κάποιο αμάρτημα και δεν έχει ευλογία να κοινωνήσει. Ο πνευματικός του λοιπόν του προτείνει να νηστέψει και να πιει Αγιασμό για να παρηγορηθεί. Ο Αγιασμός δεν αντικαθιστά την Θεία Κοινωνία, η οποία είναι το υπέρτατο δώρο του Θεού στον άνθρωπο.

Πέμπτη 21 Αυγούστου 2014

Παράκληση στο Άγιο Πνεύμα, Συμεών του νέου θεολόγου


ag-Symeon-Neos-Theologos
ΑΓΙΟΥ ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ ΕΥΧΗ ΜΥΣΤΙΚΗ ΔΙ ΗΣ ΕΠΙΚΑΛΕΙΤΑΙ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΟ ΑΓΙΟΝ Ο ΑΥΤΟ ΠΡΟΟΡΩΝ
Ελθέ το φώς το αληθινόν, ελθέ η αιώνιος ζωή, ελθέ το αποκεκρυμμένον μυστήριον, ελθέ ο ακατανόμαστος θησαυρός, ελθέ το ανεκφώνητον πράγμα, ελθέ το ακατανόητον πρόσωπο, ελθέ η αίδιος αγαλλίασις, ελθέ το ανέσπερον φώς, ελθέ πάντων των μελλόντων σωθήναι η αληθινή προσδοκία, ελθέ των κειμένων η έγερσις, ελθέ των νεκρών η ανάστασις , ελθέ ο δυνατός, ο πάντα αεί ποιών και μεταποιών και αλλοιών μόνο τω βούλεσθαι! Ελθέ ο αόρατος και αναφής πάντη και αψηλάφητος, ελθέ ο αεί αμετακίνητος και καθ` ώραν όλος μετακινούμενος και ερχόμενος προς ημάς τους εν τω άδη κειμένους, ο υπεράνω πάντων των ουρανών, ελθέ το περιπόθητον όνομα και θρυλούμενον, λαληθήναι δε παρ` ημών όπερ ής η γνωσθήναι, οποίος ή ποταπός, όλως ημίν ανεπίδεκτον. Ελθέ η αιώνιος χαρά, ελθέ το στέφος το αμαράντινον, ελθέ η πορφύρα του μεγάλου Θεού και βασιλέως ημών, ελθέ η ζώνη η κρυσταλλοειδής και διάλιθος, ελθέ το υπόδημα το απρόσιτον, ελθέ η βασίλειος αλουργίς και αυτοκρατορική όντως δεξιά! Ελθέ, όν επόθησε και ποθεί η ταλαίπωρος μου ψυχή, ελθέ ο μόνος προς μόνον, ότι μόνος ειμί καθάπερ οράς! Ελθέ ο χωρίσας εκ πάντων και ποίησας με μόνον επι της γής, ελθέ ο γενόμενος πόθος αυτός εν εμοί και ποθείν σε ποιήσας με, τον απρόσιτον παντελώς! Ελθέ η πνοή μου και η ζωή, ελθέ η παραμυθία της ταπεινής μου ψυχής, ελθέ η χαρά και η δόξα και η διηνεκής μου τρυφή! Ευχαριστώ σοι, ότι έν πνεύμα εγένου μετ` εμού ασυγχύτως, ατρέπτως, αναλλοιώτως ο επί πάντων Θεός, και αυτός μοι τα πάντα εν πάσι γεγένησαι, τροφή ανεκλάλητος και είς άπαν αδάπανος, αεννάως υπερεκχεομένη τοίς τής εμής ψυχής χείλεσι και υπερεκβλύζουσα εν τή πηγή της καρδιάς μου, ένδυμα απαστράπτον και καταφλέγον τους δαίμονας, κάθαρσις δια αφθάρτων και αγιών δακρύων εκπλυνούσα με, ών ή σή παρουσία, προς ούς παραγίνη, χαρίζεται. Ευχαριστώ σοι, ότι φώς ανέσπερον μοι γεγένησαι και ήλιος άδυτος που κρυβήναι μη έχων ο πληρών της σής δόξης τα σύμπαντα. Ουδέποτε γαρ απεκρύβης από τινός, αλλα ημείς αεί κρυπτόμεθα από σού, ελθείν προς σε μη βουλόμενοι. Που γαρ και κρυβήση ο μηδαμού έχων τόπον της σης καταπαύσεως; η διά τι, ο μήποτε αποστρεφόμενος των πάντων τινά, μήτε τινά αυτών εντρεπόμενος; Νύν ούν ενσκήνωσον, Δέσποτα, έν εμοί και κατοίκησον και μείνον αδιαστάτως, αχωρίστως μέχρι τέλους έν εμοί τω δούλω σου, Αγαθέ, ίνα καγώ ευρεθώ εν τη εξόδω μου και μετά την εξόδον έν σοί Αγαθέ και συμβασιλεύσω σοι, τω επί παντών Θεώ! Μείνον , Δέσποτα, και μη εάσης με μόνον, ίνα ερχόμενοι οι εχθροί μου οι ζητούντες αεί του καταπιείν την ψυχήν μου και ευρίσκοντές σε μένοντα εν εμοί, φεύξωνται και μη ισχύσωσι κατ` εμού, βλέποντές σε, τον ισχυρότερον πάντων, ένδοθεν καθήμενον εν τη οικία της ταπεινής μου ψυχής. Ναι, Δέσποτα, ως εμνήσθης μου, ότε έν τώ κόσμω ετύγχανον και αγνοούντος μου αυτός εξελέξω με και από του κόσμου εχώρισας και προ προσώπου της δόξης σου έστησας, ούτω και νύν ένδον ιστάμενον με είς αεί και αμετακίνητον εν τη έν εμοί οικήσει σου διαφύλαξον, ίνα βλέπων σε διηνεκώς ο νεκρός εγώ ζώ και έχων σε ο πένης αεί πλουτώ και βασιλεών πάντον έσομαι πλουσιότερος και εσθιών και πίνων σε και καθ` ώραν επενδυόμενος έν ανεκλαλήτοις ώ και έσομαι εντρυφών αγαθοίς, ότι σύ υπάρχεις πάν αγαθόν και πάσα δόξα και πάσα τρυφή και σοί πρέπει η δόξα, τη Αγία και Ομοουσίω και Ζωοποιώ τριάδι, τη έν Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι σεβόμενη τε και γνωριζόμενη και προσκυνουμένη και λατρευομένη υπό πάντων πιστών , νύν και αεί και είς τους αιώνας των αιώνων . Αμήν.
 http://www.agiooros.net/forum/viewtopic.php?f=50&t=8627

Τρίτη 19 Αυγούστου 2014

τα ησυχαστηρια των καρουλιον σαν αετοφωλιες Δεκεμβρίου 29, 2010 — anaxoriti


Καθώς μου διηγήθηκε, ό Πατήρ Δανιήλ των Δανιηλαίων από τα Κατουνάκια, ό Γέρο Φιλάρετος ήταν προϊστάμενος στην Ιερά Μονή του Σταυρονικήτα. Έφυγε δε άπ’ αυτήν, διότι τότε ήταν Ιδιόρρυθμη και ή ζωή των Πατέρων σ’ αυτήν δεν ήτανε κείνη πού είχε ό Πατήρ Φιλάρετος στη φαντασία του, γι’ αυτό έφυγε άπ’ αυτήν για να βρει περισσότερη ησυχία και ψυχική γαλήνη. Για να βρει ολοκληρωμένη ηρεμία του νου και να επιδοθεί σ’ αυτό πού επιθυμούσε ή ψυχή του, στη νοερά προσευχή. Έφυγε λοιπόν στην έρημο, πήγε στα Καρούλια κι έμεινε σε μια απομονωμένη Καλύβα.
Είχε κατά κόσμον μόρφωση, γιατί στην Καλογερική ήρθε σε μεγάλη ηλικία και με επίγνωση προτίμησε το Μοναχικό βίο, από τον έγγαμο, πού έχει πολλές φροντίδες και μέριμνες, και πολλές φορές απομακρύνεται από το Θεό.
Ήταν εγκρατής, λιγόλογος και σοβαρός, είχε την αδιάλειπτη προσευχή και συνεχή μελέτη της Αγίας Γραφής, των Πατερικών συγγραμμάτων και αδιάκοπη μελέτη στα θεια θεωρήματα της ζωής του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Νύχτα – μέρα, αναλογίζονταν το μέγεθος της αγάπης του Θεού και Πατρός, προς τον αποστάτη και αχάριστο άνθρωπο, ώστε για χάρι του να θυσιάσει τον Μονογενή Υίόν Του, ό Όποιος πρόθυμα δέχθηκε να κάνει τη θυσία αυτή, με την ενσαρκη θεία οικονομία Αυτού, για να λυτρώσει το ανθρώπινο γένος από τη σκλαβιά της αμαρτίας. Έφερνε μπροστά του σε ζωντανή εικόνα, την άκρα συγκατάβαση, την άκρα ταπείνωση, τα φρικτά πάθη, τους ονειδισμούς και τα ανείπωτα τρομερά μαρτύρια, πού, ως άνθρωπος τέλειος, έπαθε ό Μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού, και την αγάπη πού έδειξε, δείχνει και θα δείχνει προς τον αχάριστο, κακούργο και εγκληματία άνθρωπο, θαύμαζε μεσάτου τη μεγαλοπρέπεια, τη δόξα, τη χαρά και την ειρήνη του νου, πού κατεσκεύασεν, ό Κύριος ημών ‘Ιησούς Χριστός, μέσα στην καρδιά του ανθρώπου, μετά την ένδοξη τριήμερη Άνάστασί Του, όταν εμφανίστηκε στους μαθητές και αγίους αποστόλους Του και είπε«Ειρήνη υμίν, ειρήνη την εμήν δίδομι υμίν» (Ίωάν. ΙΔ’ 27) καί «λάβετε πνεύμα Αγιον αν τίνων άφήτε τάς αμαρτίας άφίενται αυτοίς, αν τίνων κρατήτε, κεκράτηνται». (Ίωάν. Κ’ 23). Έτσι ετοίμασε με το εμφύσημα την κατοικία του τελεταρχικού, καθαρκτικού καί αγιαστικού Παρακλήτου του Παναγίου Πνεύματος καί Θεού των όλων, όπως ό ίδιος είπε: «Ό δε Παράκλητος το Πνεύμα το Αγιον ο πέμψει ό Πατήρ εν τω ονόματι μου, εκείνος υμάς διδάξει πάντα καί υπομνήσει υμάς πάντα α είπον υμίν (Ίωάν. ΙΔ’ 28).

παρομοιο με το προηγουμενο θαυμα αντιμισθιας Δεκεμβρίου 29, 2010 — anaxoriti


Λίγο αργότερα μετά το γεγονός αυτό, άλλος υποτακτικός, από πλούσια οικογένεια καταγόμενος, νέος στην ηλικία, ανέβαζε από τη θάλασσα το φορτίο του στην πλάτη καί από τον πολύ κόπο, σαν να δυσανασχέτησε καί παρακάλεσε το Γέροντα του, να του επιτρέψει να χρησιμοποιεί υποζύγιο για να ανεβοκατεβαίνει αυτός από τη θάλασσα καί να μεταφέρει τα απαραίτητα τρόφιμα στην Καλύβα καί στον Γέροντα του. Ό Γέροντας του, γνωρίζοντας την αδυναμία του υποτακτικού του, επέτρεψε να πάρει ένα γάιδαρο για το σκοπό αυτόν.
Μια μέρα πού ανέβαζε με το γαιδουράκι το φορτίο του, σε μια στροφή πού είναι το δυσκολότερο σημείο του δρόμου, εκεί ακριβώς βλέπει ένα λαμπροφορεμένο νέο να βαστάει στα χέρια ένα σφουγγάρι με το οποίο σκούπιζε τον ίδρωτα από το μέτωπο των διερχομένων Πατέρων, καί τους θύμιαζε. Τότε πλησίασε κι αυτός πρότεινε το μέτωπο του καί περίμενε να τον σκουπίσει, άλλα ό νέος αντί να σκουπίσει αυτόν, σκούπισε του γαϊδάρου το μέτωπο. Κι όταν ό Μοναχός παραπονέθηκε, ό φαινόμενος νέος του είπε: «Εγώ αδελφέ, σκουπίζω, αρωματίζω καί πληρώνω μόνον αυτούς που κοπιάζουν καί ιδρώνουν, κι όχι εκείνους πού ζητούν εδώ ανέσεις». Κι όταν είπε αυτά έγινε άφαντος.
Από το μάθημα αυτό, ό νέος Μοναχός, δε μεταχειρίστηκε άλλη φορά το υποζύγιο, αλλά μετά χαράς μεγάλης μετέφερε κι αυτός το φορτίο του στην πλάτη όπως καί οί άλλοι Πατέρες.
ΚΙ ΑΛΛΟ ΜΙΚΡΟΤΕΡΟ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΑΡΑΚΙ
Από την παραλία της Αγίας Αννης, ανεβαίνοντας δεξιά προς τα επάνω, για να πάμε συντομότερα στη Μικρή Αγία Άννα, παίρνουμε ένα πολύ δύσκολο καί ανηφορικό δρόμο, πού ό περισσότερος είναι όλο σκαλοπάτια. Στο δυσκολότερο σημείο της αναβάσεως, ένας μεσήλικας Μοναχός, ό όποιος πριν να γίνει Μοναχός ήταν αξιωματικός του Στρατού, ακούμπησε στον κορμό ενός δέντρου για λίγο να ξεκουραστεί, από τον πολύ κόπο του ανήφορου
καί το φορτίο του με τα τρόφιμα στην πλάτη.
Στενοχωρημένος από την κούραση είπε μέσα του: «Άραγε θα έχουμε κανένα ιδιαίτερο μισθό πού μεταφέρουμε τα τρόφιμα μας καί δεν καθόμαστε κάτω στην παραλία να τα τρώμε, αλλά τα ανεβάζομε τόσο ψηλά, δεν είναι άραγε αυτό που κάνουμε ανόητο;»
Σαν απάντηση στη σκέψη του, άκουσε φωνή που του λέγε: «Όλοι οι κόποι αναγνωρίζονται και τα βήματα πού κάνετε για την αγάπη του Χριστού μετριόνται και πληρώνονται». Ό αδελφός μετά από την πληροφορία αυτή αναπτερωμένος στο ηθικό, περνούσε συχνότερα από το μέρος εκείνο χωρίς να κουράζεται. Και στο σημείο αυτό, οί Πατέρες, για να θυμούνται το θαύμα, έβαλαν εικόνα και παλαιότερα άναβαν και καντηλάκι προς δόξαν Θεού.
ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΑΡΙ ΠΟΥ ΕΞΟΥΔΕΤΕΡΩΣΕ ΤΗ ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΣΑΤΑΝΑ
Στο δρόμο μεταξύ της Σκήτης της Μεγάλης και της Μικρής Αγίας Αννης, κάτω από βράχο πού σχηματίζει σπηλιά, υπάρχει ένα άλλο Προσκυνητάρι με ιερές εικόνες και καντήλι, πού οί Πατέρες περνώντας συχνά από το δρόμο αυτό το διατηρούν αναμμένο και ό λόγος είναι ότι στο σημείο αυτό, κατά καιρούς έχουν γίνει πολλές σατανικές ενέργειες, τις όποιες και παραθέταμε όπως μας τις αφηγήθηκαν σεβάσμιοι Πατέρες και αδελφοί:
α) Μία άπ’ αυτές, πιο γνωστή καί σε μας είναι, ότι Όλοι Μοναχός Αρσένιος, υποτακτικός του Γέροντα Αυξεντίου από την Καλύβα του Αγίου Γεωργίου, ή οποία τώρα είναι ερειπωμένη, έφυγε από την Καλύβα τους χωρίς την άδεια του Γέροντα του, τον όποιον άφησε πολύ στενοχωρημένο, άλλα κι ό ίδιος συγχυσμένος έφτασε στο δρόμο, πού πηγαίνει για τη Μικρή Άγιάννα. Ακούμπησε στον κορμό ενός δέντρου, εκεί πού μέχρι σήμερα βρίσκεται καρφωμένος ένας ξύλινος σταυρός, τον όποιο με ευλάβεια προσκυνούν οι Μοναχοί και οί διερχόμενοι προσκυνητές.
Στο σημείο αυτό, κάθισε λίγο καί συλλογίστηκε ό Πάτερ Αρσένιος, πώς αυτό πού κάνει δεν είναι καλό καί προς στιγμήν είπε να γυρίσει πίσω στο Γέροντα του, αλλά νίκησε ό εγωισμός καί απερίσκεπτα προχώρησε. Όταν όμως έφτασε μπροστά στη σπηλιά, πού είναι σήμερα το Προσκυνητάρι, άκουσε μεγάλη οχλοβοή καί τόση αναταραχή, πού νόμισε πώς τον κυνηγούσαν Δαίμονες να τον πιάσουν, από το φόβο του γύρισε αμέσως πίσω καί τότε άκουσε φωνές στον αέρα να του λένε: «Τι να σου κάνουμε, έχε χάρι στο Γέροντα σου». Από τον τρόμο πού πήρε, ό Μοναχός Αρσένιος, δεν κατάλαβε πώς καί πότε έφτασε πίσω στην Καλύβα τους καί βρήκε το Γέροντα του να προσεύχεται με δάκρυα στα μάτια καί να παρακαλεί το Θεό. Του έβαλε μετάνοια καί έλαβε συγχώρεση. Όπως μας βεβαίωνε δε ό ίδιος, μέχρι πού πέθανε με πολύ φόβο και τρόμο περνούσε από το μέρος εκείνο. Αυτός δε έβαλε και στον κορμό του δέντρου το Σταυρό.
β) Άλλοτε πάλιν, Όλοι Γέρο – Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης μας διηγήθηκε πώς όταν ήταν νέος περνούσε με τον νυν πνευματικό Παπα – Διονύσιο, δόκιμο οντά τότε Θεοδόσιο, πήγαιναν για την ‘Αγιάννα, πολύ πρωί μπροστά από τη Σπηλιά είδε να κάθονται τρεις τράγοι, Όλοι ένας μεγάλος και δυο μικρότεροι, οί δυο αυτοί Μοναχοί, ξεκινώντας από την Καλύβα τους, είχαν το κομποσχοίνι στο χέρι και λέγανε τους χαιρετισμούς της Παναγίας. Οί τράγοι τους κοίταξαν με άγριο βλέμμα και δεν κινήθηκαν από τη θέση τους. Οί Μοναχοί έκαμαν το σταυρό τους μπροστά στο Προσκυνητάρι κι όταν έκαμαν λίγα βήματα πιο πέρα, οί τράγοι έγιναν άφαντοι, φανερό είναι πώς ήταν Δαίμονες σε σχήμα τράγων, οί όποιοι ασφαλώς θα είχαν πρόθεση να βλάψουν τους Μοναχούς, άλλ’ επειδή εκείνοι έλεγαν τους Χαιρετισμούς της Παναγίας, δεν τόλμησαν να τους κάνουν κακό.
γ) Άλλοτε, Όλοι Μοναχός Μελέτιος των Δανιηλαίων, διηγήθηκε στο Γέροντα Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη, ότι μια μέρα μετέφερε από την Άγιάννα λεμόνια στον τορβά του, κι όταν περνούσε από τη Σπηλιά έγινε τέτοια σύγχυσι και ταραχή από τους Δαίμονες, πού από το φόβο του παραπάτησε έπεσε και χύθηκαν όλα τα λεμόνια, άλλα αυτός επειδή είχε στο χέρι το κομποσχοίνι κι έλεγε ακατάπαυστα την ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησαν με» δεν τον πείραξαν άλλο οί Δαίμονες, οί όποιοι, καθώς ομολογούν εκεί οί Πατέρες δημιουργούσαν συνέχεια επεισόδια από την ακόλουθη αιτία:
δ) Στην αρχή της Σκήτης της λεγόμενης Μικρής Αγιάννας, επάνω στο λοφίσκο, υπάρχει μια ασκητική Καλύβα με εκκλησάκι, «Η ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ» σ’ αυτήν, πριν από πολλά χρόνια, ασκητικά διέπρεψε ό ξακουστός και περίφημος πνευμονικός Παπα – Σάββας, για τον όποιον λέγουν πώς ήταν σπουδαίος εργάτης της αρετής και διακριτικός Πνευματικός έξομολόγος. Σ’ αυτόν ξεμολογήθηκε ένας μάγος από τα χωριά της Χαλκιδικής, ο όποιος αφού ειλικρινά μετανόησε και αποφάσισε ν’ αλλάξει ζωή και να γίνει καλός και πιστός χριστιανός, παρέδινε στον Πνευματικό Παπα-Σάββα ένα μαγικό βιβλίο πού το λένε «Σολομωνική» με το οποίο έκανε τις διάφορες μαγείες και γοητείες. Ό Πνευματικός Παπα -Σάββας δε δέχθηκε να πάρει το βιβλίο αυτό, αλλά είπε στον μετανοήσαντα μάγο Ιλαρίωνα ότι το βιβλίο αυτό είναι δαιμονικό και θα πρέπει να το κάψει εκεί το βιβλίο αυτό. Μάζεψε φρύγανα και ξύλα, ε6αλε φωτιά και πέταξε το βιβλίο μέσα, καί όπως ομολόγησε ό ίδιος στον Πνευματικό και στους Πατέρες, από τις πολύχρωμες φλόγες πού καιγόταν το βιβλίο βγαίνανε άναρθρες φωνές καί φαινόταν σαν να κλαίγανε χιλιάδες παιδιά μικρά καί μεγάλα.
Από τότε άρχισαν στο σημείο αυτό οι δαιμονικές ενέργειες καί εξ αφορμής του γεγονότος αυτού, οι Πατέρες έκαμαν Αγιασμό με άγια Λείψανα καί έφτιαξαν το Προσκυνητάρι με το ακοίμητο σχεδόν καντήλι καί έτσι έπαψαν οι Σατανικές ενέργειες καί εξουδετερώθηκε ή δύναμη του εχθρού.

ΤΙ ΛΕΓΟΥΝ ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΦΟΒΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ


Ο ΣΤΑΡΕΤΣ ΠΑΡΘΕΝΙΟΣ
«Ὁ Στάρετς Παρθένιος ἔλεγε πῶς ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ἐξουθενώνει τήν σάρκα περισσότερο ἀπό τήν νηστεία καί τίς ἄλλες ἀσκήσεις. Γιά ὅποιον τόν ἀπέκτησε δέν ὑπάρχουν πάνω στή γῆ οὔτε θλιβερά οὔτε εὐχάριστα πράγματα.
Ο ΑΒΒΑΣ ΙΑΚΩΒΟΣ
Τό ἀναμένο λυχνάρι σκορπίζει τό σκοτάδι ἔλεγε ὁ ἀββᾶς, καί ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ διώχνει τά σκοτάδια τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς καί τήν διδάσκει τίς θεῖες έντολές.
Ο ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ
Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀρχή τῆς ἀρετῆς πού γεννᾶται ἀπό τήν πίστη καί σπέρνεται στήν καρδιά, πού καταγίνεται στά τῆς σωτηρίας τῆς ψυχῆς.
Ο ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ Ο ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΣ
Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ εἶναι γέννημα τῆς πίστεως καί προϋπόθεση τῆς πνευματικῆς προκοπῆς. Ὅταν ἐγκατασταθεῖ στήν καρδιά, σάν τόν καλό νοικοκύρη τά τακτοποιεῖ ὅλα. Ἀπό τό φόβο τοῦ Θεοῦ γενιέται ἡ μετάνοια, ἡ συντριβή, τό πένθος γιά τίς ἁμαρτίες. Μακάρι τό αἴσθημα αὐτό, ὁ πρόδρομος τῆς σωτηρίας νά μήν ἀπομακρύνεται ποτέ ἀπό τήν καρδιά.
Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΟΣ
Ὅπως ἡ ἡλιακή ἀκτίνα, πού εἰσχωρεῖ ἀπό κάποιο ἄνοιγμα στό σπίτι, τό φωτίζει τόσο, ὥστε νά διακρίνεται καί ἡ πιό λεπτή σκόνη, πού αἰωρεῖται στόν ἀέρα, ἔτσι καί ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ εἰσερχόμενος στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, τῆς φανερώνει ὅλα τά ἁμαρτήματά της.
Ο ΑΒΒΑΣ ΑΜΜΩΝΑΣ
Ἡ προσευχή στά λόγια τοῦ Θεοῦ γεννᾶ στήν ψυχή τόν θεῖο φόβο, ἐνῶ ἡ περιφρόνηση τῆς φωνῆς τῆς συνειδήσεως διώχνει μακριά ἀπό τήν καρδιά τίς ἀρετές.
ΤΙ ΛΕΓΕΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΙΣΙΔΩΡΟΣ ΠΗΛΟΥΣΙΩΤΗΣ ΠΕΡΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
«Μοιάζει ἡ Ἐκκλησία μέ γυναίκα πού ξέπεσε ἀπό τήν παλιά της μεγαλοπρέπεια καί διατηρεῖ μόνο τά σύμβολα. Ἔχει καί τίς θῆκες καί τά κιβώτιά της γεμάτα ἀπό κοσμήματα, ἀλλά ἔχασε τόν πλοῦτο, ὄχι ἀπό ἀμέλεια Ἐκείνου πού τήν στόλισε ἀπό τήν ἀρχή, ἀλλά ἀπό τήν κακία καί τήν ἀδιαφορία αὐτῶν (τῶν ἱερωμένων) πού μεταχειρίζονται τίς ὑποθέσεις της ὄχι ὅπως πρέπει».
(Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης, ἐπιστολή ΥΗ)