Δευτέρα 29 Ιανουαρίου 2024

Χάθηκε η γνησιότητα μεταξύ των ανθρώπων... Και χάθηκε διότι ...εψύγει η αγάπη !

 



Όλα λειτουργούν στον.... αυτόματο !
Γιατί έτσι επιτάσσει η καθώς πρέπει ... κοινωνία !
Ακόμα κι αυτά που απαιτούν ... ψυχή και συναίσθημα, γίνονται εντελώς μηχανικά !
Αυτό θέλει η ... βιτρίνα του κόσμου !Και ο χαιρετισμός....και το χαμόγελο...και ο ασπασμός ...και η αγκαλιά...στον "αυτόματο"!
Μια κοινωνία ...των δήθεν "ευγενικών" και "χαρούμενων" ανθρώπων!
Μια κοινωνία που σου μπηγει το μαχαίρι με το χαμόγελο στα χείλη...
Ένας κόσμος που σε εξευτελίζει μιλώντας σου στον... πληθυντικό ...
Κι όλα αυτά... διότι χάθηκε η γνησιότητα μεταξύ των ανθρώπων...
Και χάθηκε η γνησιότητα διότι ...εψύγει η αγάπη !
π.Γ.Πετρ.

"Κάνω ένα λάθος πάντα στη ζωή μου''




Στενοχωρήθηκε ποτέ κανείς επειδή τα κάστανα έχουν εξωτερικά βελόνες, που τρυπούν;
Τα καρύδια πράσινη, χονδρή σάρκα,που μαυρίζει τα χέρια;
Τα αμύγδαλα, τα φουντούκια, σκληρό περίβλημα;
Το σιτάρι βελόνες;
Τα φραγκόσυκα αγκάθια;
Κανείς.....Ποτέ......
Απλά και ειρηνικά τα παραμερίζουν όλα τούτα και παίρνουν και γεύονται τον ωραίο θρεπτικό καρπό τους.
Εγώ όμως στέκομαι μόνο σ’ αυτά τα εξωτερικά των συνανθρώπων μου, των οικείων μου, των αδελφών μου.
Στη λίγη σκληράδα,, στον τρόπο.Στο λίγο τσίμπημα στην ψυχή.
Στα λίγα αγκαθάκια στη συνεργασία.Και στενοχωρούμαι.
Δεν τα παραμερίζω να πάω στον καρπό της ψυχής των άλλων.
Και έτσι, μένω νηστικός.
Κάνω το λάθος που δεν κάνει κανείς για τους καρπούς.
Και το κάνω για τις αδελφές ψυχές.Τι κρίμα!

Ἡ πιό σκληρή μοναξιά...

 



  Ἡ πιό σκληρή μοναξιά εἶναι νά εἶσαι πλάι στή σύζυγό σου καί νά μή μπορεῖς νά τῆς μεταδώσεις τά αἰσθήματά σου, τήν ἴδια στιγμή πού ἕνα μήνυμα μεταδίδεται ἀπό τή μιά ἤπειρο στήν ἄλλη, νά ὑπάρχουν πολυετῆ μυστικά μεταξύ τῶν συζύγων, νά εἶναι ἄγνωστος κι ἀνύπαρκτος ὁ διάλογος τῶν παιδιῶν μέ τούς γονεῖς, τούς δασκάλους, τούς κληρικούς. Δέν ὑπάρχει πιό ἄγρια μοναξιά ἀπό μιά οἰκογένεια νά κάθεται ὧρες ἀμίλητη μπροστά στήν τηλεόραση. Βρισκόμαστε σέ δύσκολα ἔτη. Ἡ μοναξιά σέ ἔξαρση. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει χαθεῖ. Ὁ Θεός δέν μιλᾶ.

  Μέσα σέ αὐτή τήν ἐρημία τῶν πόλεων, τή φαινομενική σιωπή καί ἀπουσία τοῦ Θεοῦ καλεῖται ὁ ἄνθρωπος νά συνάξει τούς λογισμούς του, νἄλθει στά συγκαλά του, ὅπως λέει ὁ λαός, ν’ ἀφήσει τήν τόση κοσμική δραστηριότητα καί ν’ ἀπέλθει στό προσκυνητάρι του ἄλαλος, γυμνός, νήπιο, γιά νά μπορέσει ὁ Θεός νά τοῦ μιλήσει, νά τόν ντύσει, νά τόν ἀνδρώσει. Ἡ μοναξιά του τότε θά γίνει ἀπελευθερωτική καί θά αἰσθάνεται πλήρης. Μόνο μιά τέτοια ριζική μοναξιά ὁδηγεῖ σέ μιά ριζική σύλληψη τοῦ Θεοῦ, πού καταργεῖ κάθε δισταγμό, ἀμφιβολία καί ταλαιπωρία....
Μωυσέως Αγιορείτου

Εχθροί είναι αυτοί που μισούμε και όχι αυτοί που μας μισούν[Thom Yorke,RADIOHEAD]

 


  «Στο σχολείο με λέγαν σαλαμάνδρα επειδή το ένα μου μάτι είναι πιο μικρό από το άλλο. Οι συμμαθητές μου, μου πετούσαν στο κεφάλι τις ποιητικές συλλογές που διάβαζα και τα κορίτσια που μου άρεσαν με χλεύαζαν λέγοντάς μου ότι είμαι loser και ψυχαναγκαστικός.

  Ο πατέρας μου με έλεγε ερπετό και ανίκανο να γοητεύσω μια γυναίκα. Μετά από όλα αυτά, ασχολήθηκα ακόμα περισσότερο με την ποίηση και τη μουσική.

  Αν μου ζητούσαν να συμβουλέψω κάτι τους νέους, θα ήταν να μη φοβούνται τη μοναξιά και να συγχωρούν αμέσως. Εχθροί είναι αυτοί που μισούμε και όχι αυτοί που μας μισούν. Ό,τι επιτυχία έκανα, την οφείλω στα πολύ δύσκολα παιδικά μου χρόνια.
Με λένε Thom Yorke, είμαι πρωτίστως πατέρας και μετά ο τραγουδιστής των RADIOHEAD.”

Από συνέντευξη στο περιοδικό ΠΟΠ & ΡΟΚ, την άνοιξη του 2000.

Μέγας Αθανάσιος. Ποιόν ψαλμό του Δαβίδ πρέπει να λέμε σε κάθε διαφορετική περίπτωση.


Μέγας Αθανάσιος
Προς Μαρκελλίνον εις την ερμηνείαν των Ψαλμών (ιε΄ – κς’)


ιε’. Οι Ψαλμοί λοιπόν έχουν διαταχθεί κατ’ αυτή την τάξη, που είναι δυνατόν για τους αναγνώστες, όπως είπα προηγουμένως, να βρει ο καθένας σε κάθε ψαλμό, τα πάθη και την διάθεση της ψυχής του, ομοίως δε και το υπόδειγμα και την διδασκαλία για κάθε πράγμα.

Τι λόγια λέγοντας μπορεί να είναι αρεστός στον Κύριο, με ποια λόγια μπορεί να διορθωθεί και να ευχαριστεί τον Κύριο, ώστε να μη ολισθήσει σε ασέβεια αυτός που προφέρει τους λόγους αυτούς. Διότι θα αποδώσουμε λόγο στον Κριτή, όχι μόνο για τις πράξεις, αλλά και για κάθε ανώφελο λόγο.

Αν λοιπόν θέλεις να μακαρίσεις κάποιον, έχεις (ως υπόδειγμα), για το πως πρέπει και γιατί και τι πρέπει να λες, τους ψαλμούς 1 και 31, και τους 40, 111, 118 και 127.

Αν πάλι θέλεις να κατακρίνεις την επιβουλή των Ιουδαίων κατά του Σωτήρος, έχεις τον 2ο ψαλμό.

Αν δε καταδιώκεσαι από τους δικούς σου και έχεις πολλούς που στρέφονται εναντίον σου, λέγε τον 3ο ψαλμό.

Εάν βρίσκεσαι σε παρόμοια κατάσταση θλιβόμενος, και αφού επικαλέστηκες τον Κύριο θέλεις να τον ευχαριστήσεις, επειδή σε εισάκουσε, ψάλλε τον 4ο, τον 74ο, και τον 114ο.

Αν ακόμα βλέπεις ότι οι πονηροί θέλουν να σου στήσουν ενέδρα, και θέλεις να εισακουσθεί η προσευχή σου, σήκω νωρίς το πρωί και ψάλλε τον 5ο.

Αν αισθάνεσαι απειλή από μέρους του Κυρίου και βλέπεις ότι ταράζεσαι γι’ αυτό τον λόγο, μπορείς να λες τον 6ο και τον 37ο.

Αν κάποιοι σε επιβουλεύονται, όπως ο Αχιτόφελ τον Δαβίδ, και κάποιος σου το αναγγείλει, ψάλλε τον 7ο και έχε εμπιστοσύνη στον Θεό, ο οποίος θα σε σώσει.

ις΄. Αν θέλεις δε να προσφωνήσεις τον Κύριο, όταν βλέπεις την εξαπλωμένη παντού χάρη του Σωτήρος και τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους, ψάλλε τον 8ο.

Αν πάλι θέλεις να ευχαριστήσεις με άσμα τον Κύριο για τον τρυγητό, έχεις και πάλι για την περίσταση τον 8ο και τον 83ο.

Για την κατάργηση του εχθρού και την σωτηρία της κτίσεως, μην καυχάσαι για σένα, αλλά γνωρίζοντας ότι αυτό είναι κατόρθωμα του Υιού του Θεού, λέγε τον αναφερόμενο σ΄ αυτόν 9ο ψαλμό.

Αν πάλι κάποιος θέλει να σε συνταράξει, εσύ έχε την εμπιστοσύνη στον Κύριο και ψάλλε τον 10ο.

Όταν δε δεις να πλεονάζει η υπερηφάνεια των πολλών και η κακία, ώστε να μη υπάρχει ευσέβεια στους ανθρώπους, να καταφύγεις στον Κύριο και να λες τον 11ο.

Αν δε διαρκεί επί πολύ χρόνο η εναντίον σου επιβουλή των εχθρών, μη λιποψυχείς σαν να σε λησμόνησε ο Θεός, αλλά παρακάλεσε τον Κύριο ψάλλοντας το 12ο.

Όταν δε ακούσεις να βλασφημούν μερικοί την πρόνοια του Θεού, μη μετέχεις στην ασέβεια τους, αλλά δεόμενος στον Θεό, λέγε τον 13ο και τον 52ο.

Αν πάλι θέλεις να μάθεις, τι είδους είναι ο πολίτης της βασιλείας των ουρανών, ψάλλε τον 14ο.

ιζ’. Αν έχεις ανάγκη προσευχής εξ αιτίας των εχθρών σου, οι οποίοι περικυκλώνουν την ψυχή σου, ψάλλε τον 16ο, τον 85ο, τον 87ο και τον 140ο.

Αν θέλεις να μάθεις, πως προσευχήθηκε ο Μωυσής, έχεις τον 89ο.

Αν σώθηκες από τους εχθρούς σου και διέφυγες από τους διώκτες σου, ψάλλε και συ τον 17ο ψαλμό.

Θαυμάζεις την τάξη της κτίσεως και την φροντίδα της Πρόνοιας γι’ αυτήν και τα ιερά προστάγματα του νόμου; Ψάλλε τον 18ο και τον 23ο.

Αν δε συναντήσεις θλιβόμενους, να τους παρηγορείς, να προσεύχεσαι γι’ αυτούς και να τους λες τους λόγους του 19ου ψαλμού.

Όταν αντιλαμβάνεσαι ότι ο Κύριος σε ποιμαίνει και σε οδηγεί στην προκοπή, χαίροντας γι’ αυτό ψάλλε τον 22ο.

Οι εχθροί σε περιτριγυρίζουν, αλλά συ υψώνοντας την ψυχή προς τον Θεό, λέγε τον 24ο και θα τους δεις να αμαρτάνουν άσκοπα.

Αν επιμένουν οι εχθροί σου, που δεν έχουν άλλο παρά τα χέρια τους γεμάτα αίματα και ζητούν να σε κακοποιήσουν και να σε φονεύσουν, μην δώσεις σε άνθρωπο το κρίμα (διότι όλα τα ανθρώπινα είναι ύποπτα), αλλά λογαριάζοντας μόνο τον Θεό σαν Κριτή (διότι μόνος αυτός είναι δίκαιος) λέγε τους λόγους των ψαλμών 25, 34 και 42.

Αν δε επιτεθούν με μεγαλύτερη σφοδρότητα και γίνουν τόσον πολλοί σαν να ήταν στρατός οι εχθροί και σε καταφρονούν, διότι δεν έχεις ακόμη χρισθεί, και θέλουν να σε πολεμήσουν ακριβώς γι’ αυτό, μη φοβηθείς, αλλά ψάλλε τον 26ο ψαλμό.

Επειδή δε είναι ασθενής η ανθρώπινη φύση, αν πάλι επιμείνουν αναίσχυντα όσοι σε επιβουλεύονται, μην προσέχεις σ’ αυτούς, αλλά κράζε προς τον Θεό, λέγοντας τους λόγους του 27ου.

Και αν θέλεις να μάθεις πως πρέπει να προσφέρεται η ευχαριστία προς τον Κύριο, σκεπτόμενος πνευματικά ψάλλε τον 28ο.

Και όταν κάνεις τα εγκαίνια του οίκου σου, και την ψυχή, η οποία υποδέχεται τον Κύριο, και τον σωματικό οίκο, στον οποίο κατοικείς σωματικά, να ευχαριστείς και να λες τον 29ο και τον 126ο των αναβαθμών.

ιη’. Όταν δε βλέπεις ότι μισείσαι και καταδιώκεσαι χάρη της αληθείας, από όλους τους φίλους και συγγενείς, μην ολιγοψυχήσεις στρέφοντας την προσοχή σου, είτε σ’ αυτούς είτε στον εαυτό σου, ούτε να τρομάξεις, όταν βλέπεις να σε αποστρέφονται οι γνωστοί σου, αλλά αφού απαγκιστρωθείς από αυτούς, να στρέψεις το βλέμμα στα μέλλοντα και να ψάλλεις τον 30ο.

Βλέποντας δε τους βαπτισμένους, οι οποίοι λυτρώθηκαν από την φθαρτή γέννηση, και θαυμάζοντας την φιλανθρωπία του Θεού, ψάλλε σ’ αυτούς τον 31ο.

Και όταν μεν θέλεις να ψάλλεις μαζί με πολλούς, αφού συγκεντρώσεις ανθρώπους δίκαιους και ενάρετους στη ζωή τους, λέγε και συ (μαζί τους) τον 32ο ψαλμό.

Αν δε εμπέσεις στους εχθρούς και διαφύγεις απ’ αυτούς με τη φρόνηση, αφού σωθείς από τις επιβουλές τους, αν θέλεις να ευχαριστήσεις (τον Θεό), αφού συγκεντρώσεις τους πράους ανθρώπους, ψάλλε μαζί τους τον 33ο.

Αν δε παρατηρήσεις στους παρανομούντες, την φιλονικία πάνω στο κακό, μην πιστέψεις ότι μέσα τους κατά φύσιν υπάρχει η κακία, όπως ισχυρίζονται οι αιρετικοί, αλλά ψάλλε τον 35ο ψαλμό, και θα αντιληφθείς ότι αυτοί είναι αίτιοι που αμαρτάνουν (και όχι η φύση τους).

Αν δε βλέπεις τους πονηρούς να διαπράττουν πλήθος ανομίες και να αλαζονεύονται κατά των αδύνατων, θέλεις δε να προτρέψεις μερικούς, να μην τους προσέχουν, ούτε να τους ζηλεύουν, διότι οι ασεβείς εξαφανίζονται ταχύτατα, λέγε και στον εαυτό σου και στους άλλους τον 36ο.

ιθ’. Αλλά και συ ο ίδιος, όταν προετοιμάζεις μετά προσοχής τον εαυτό σου, βλέποντας να επιτίθεται ο εχθρός (διότι τότε επιτίθεται με μεγαλύτερη οξύτητα εναντίον τους) και θέλεις να προετοιμαστείς εναντίον του, ψάλλε τον 38ο ψαλμό.

Και εάν, όταν επιτίθενται οι εχθροί, υπομένεις τις θλίψεις και θέλεις δε να μάθεις την ωφέλεια που προέρχεται από την υπομονή, ψάλλε τον 39ο ψαλμό.

Βλέποντας δε το πλήθος των πενήτων και των πτωχών, και θέλοντας να ελεούνται, μπορείς να επαινείς όσους έχουν ήδη δώσει ελεημοσύνη, τους δε άλλους να προτρέπεις να ελεούν, ψάλλοντας τον 40ο.

Έπειτα, όταν έχεις στρέψει τον πόθο σου τελείως στον Θεό, αν ακούσεις να σε κοροϊδεύουν οι εχθροί, μην ταράζεσαι· αλλά σκεπτόμενος τον αθάνατο καρπό, από αυτό τον πόθο, να παρηγορείς την ψυχή σου, με την ελπίδα στον Θεό. Ανακουφίζοντας δε και καταπραΰνοντας τις βιοτικές στενοχώριες της, μ’ αυτό τον τρόπο, λέγε τον 41ο ψαλμό.

Αν θέλεις δε να ξαναθυμάσαι συνεχώς, τις ευεργεσίες του Θεού, που έγιναν προς τους πατέρες, καθώς και την έξοδο από την Αίγυπτο και τα συμβάντα στην έρημο, πώς μεν ο Θεός είναι αγαθός, οι δε άνθρωποι αχάριστοι, έχεις τους ψαλμούς 43, 77, 88, 104, 105, 106 και 113.

Όταν δε καταφύγεις στον Θεό και διασωθείς από τις θλίψεις που σε περιβάλλουν, αν θέλεις να ευχαριστήσεις τον Θεό και να διηγηθείς την φιλανθρωπία που σου έγινε, έχεις τον 45ο.

κ’. Αν όμως αμάρτησες και αφού ντράπηκες μετανοείς και θέλεις να τύχεις του θείου ελέους, έχεις τους λόγους της εξομολογήσεως και της μετανοίας στον 50ο.

Αν δε σε συκοφάντησε κάποιος πονηρός βασιλιάς και βλέπεις ότι ο συκοφάντης καυχάται αλαζονικά, φύγε και λέγε και συ τους λόγους του 51ου.

Όταν δε σε καταδιώκουν, μερικοί δε σε διαβάλλουν θέλοντας να σε παραδώσουν, όπως οι Ζιφαίοι και οι αλλόφυλοι τον Δαβίδ, μην παραδοθείς στην λύπη, αλλά έχοντας εμπιστοσύνη στον Κύριο και υμνώντας τον, λέγε τα λόγια από τους ψαλμούς 53 και 55.

Αν δε σε ακολουθήσει ο διώκτης και, χωρίς να το γνωρίζει, εισέλθει στο σπήλαιο, μέσα στο οποίο και συ κρύβεσαι, ούτε τότε να ταραχθείς· διότι και σ’ αυτή την ανάγκη έχεις παρηγορητικούς λόγους και επίσημες ρήσεις, τους ψαλμούς 56 και 141.

Αν δε ο διώκτης διατάξει να φρουρηθεί ή οικία σου και (παρά ταύτα) διαφύγεις, ευχαρίστησε τον Κύριο, γράφοντας στην ψυχή σου, σαν σε στήλες, την ενθύμηση του ότι δεν φονεύθηκες, και λέγε τα λόγια του 58ου ψαλμού.

Αν δε προξενούν θλίψεις με τις κατηγορίες τους οι εχθροί και οι νομιζόμενοι φίλοι σε συκοφαντούν με τις φλυαρίες τους, και λυπηθείς για την δοκιμασία σου για λίγο χρόνο, μπορείς να παρηγορηθείς υμνώντας τον Θεό και λέγοντας τους λόγους του 54ου ψαλμού.

Σε υποκριτές και καυχόμενους για την εμφάνιση τους, λέγε για να τους κάνεις να ντραπούν τον 57ο ψαλμό.

Σε όσους δε ορμούν με άγριες διαθέσεις εναντίον σου και θέλουν να σου πάρουν την ψυχή, αντιπαράθεσε την υποταγή σου στον Θεό και έχε θάρρος. Όσο δε μανιάζουν εκείνοι, τόσο περισσότερον να υποτάσσεσαι εσύ στον Κύριο, και να λες τα λόγια του 61ου.

Αν δε καταδιωκόμενος καταφύγεις σε έρημο τόπο, μη φοβηθείς ως μόνος εκεί, αλλά έχοντας εκεί τον Θεό, ψάλλε σ’ αυτόν κατά τον όρθρο, τον 62ον.

Όταν δε σε φοβερίζουν οι εχθροί και δεν παύουν να σου στήνουν ενέδρες και μηχανεύονται το παν εναντίον σου, και αν ακόμη είναι πλήθος, μην υποχωρήσεις· διότι τα πλήγματα τους θα είναι σαν βέλη νηπίων, αν ψάλλεις τον 63ον, τον 64ον, τον 69ον και τον 70όν.

κα’. Όταν θέλεις να υμνήσεις τον Κύριο, ψάλλε τα λόγια του 64ου.

Αν δε θέλεις να κατηχήσεις κάποιους περί της αναστάσεως, ψάλλε τα λόγια του 65ου.

Όταν επιζητείς το έλεος του Θεού, ύμνησε τον ψάλλοντας τον 66ο.

Όταν δε βλέπεις ότι οι μεν ασεβείς, ευτυχούν εν ειρήνη και ζουν ευχαριστημένοι, ενώ οι δίκαιοι υφίστανται θλίψεις, για να μην σκανδαλιστείς και κλονιστείς, λέγε και συ τα λόγια του 72ου ψαλμού.

Όταν πάλι οργιστεί ο Θεός κατά του λαού, μπορείς να τον παρηγορήσεις, με τους συνετούς λόγους του 73ου ψαλμού.

Όταν έχεις ανάγκη να εξομολογηθείς, ψάλλε τους ψαλμούς 9, 74, 91, 104, 105, 106, 107, 110, 115, 135 και 137.

Αν πάλιν θέλεις να αποδείξεις ότι οι Έλληνες και οι αιρετικοί δεν έχουν θεογνωσία, αλλά μόνο η Ορθόδοξη Εκκλησία, μπορείς αφού σκεφτείς να ψάλλεις τα λόγια του 75ου ψαλμού.

Αν οι εχθροί καταλάβουν πριν από σένα τις διεξόδους, και βρίσκεσαι σε μεγάλη στεναχώρια, και αν ταραχτείς, μην απελπιστείς, αλλά προσευχήσου. Αν δε εισακουστείς στις κραυγές σου, να ευχαριστήσεις τον Θεό, λέγοντας τα λόγια του 76ου.

Αν δε οι εχθροί επιμείνουν και ορμήσουν μέσα στο ναό και βεβηλώσουν τον οίκο του Θεού και φονεύσουν τους αγίους και ρίξουν τα σώματα τους στα πτηνά του ουρανού, για να μην πτοηθείς και υποκύψεις στην ωμότητα τους, σύμπασχε μεν με τους πάσχοντες, προσευχήσου δε στον Θεό, λέγοντας τον 78ο ψαλμό.

κβ’. Αν θέλεις δε να υμνήσεις τον Κύριο σε εορτάσιμη ημέρα, αφού συγκαλέσεις τους δούλους του Θεού, ψάλλε τα λόγια του 80ου και 94ου.

Αν δε μαζευτούν και πάλι όλοι οι εχθροί από παντού και απειλούν τον οίκο του Θεού, κάνοντας συμμαχίες κατά της ευσέβειας, για να μη λιποψυχήσεις εξ αιτίας του πλήθους και της δύναμης τους, έχεις σαν άγκυρα ελπίδας, τους λόγους του 82ου.

Και εάν βλέποντας τον οίκο του Θεού και τα αιώνια σκηνώματα του, γεμίζεις με πόθο γι’ αυτά, όπως συνέβαινε και με τον Απόστολο, λέγε και συ τον 83ον ψαλμό.

Όταν δε κάποτε πάψει η οργή και λυθεί ή αιχμαλωσία, εάν θέλεις να ευχαριστήσεις, μπορείς να λες τα λόγια του 84ου και του 125ου.

Αν θέλεις δε να γνωρίσεις την διαφορά της Ορθόδοξης ‘Εκκλησίας, από τα σχίσματα και να τους ντροπιάσεις (τους σχισματικούς), μπορείς να λες όσα γράφονται στον 86ο.

Αν θέλεις δε να ενθαρρύνεις τον εαυτό σου και τους άλλους στην προς τον Θεό ευσέβεια και (να τους πείσεις) ότι η ελπίδα στον Θεό δεν ντροπιάζει, αλλά καθιστά άφοβη την ψυχή, ύμνησε τον Θεό, λέγοντας τα λόγια του 90ου.

Θέλεις να ψάλεις κατά το Σάββατο; έχεις τον 91ο.

κγ’. Θέλεις να ευχαριστήσεις κατά την Κυριακή; έχεις τον 23ο.

Θέλεις να υμνήσεις κατά την Δευτέρα; λέγε τον 47ο.

Θέλεις να αινέσεις κατά την Παρασκευή; έχεις τον αίνο στον 92ο. Διότι τότε, όταν έγινε η σταύρωση, οικοδομήθηκε ο οίκος του Θεού, παρά την προσπάθεια των εχθρών να τον εμποδίσουν, γι΄αυτό πρέπει να ψάλλονται τότε στον Θεό σαν επινίκιος ύμνος, τα λεγόμενα στον 92ο.

Αν τύχει δε αιχμαλωσία και καταστραφεί ο οίκος (του Θεού) και εν συνεχεία επανοικοδομηθεί, ψάλλε τα λόγια του 95ου.

Αν δε η χώρα ησυχάσει από τους πολέμους και διάγει εν ηρεμία και βασιλεύει ο Κύριος, θέλεις δε να υμνήσεις γι’ αυτό, έχεις τον 96ο.

Θέλεις να ψάλλεις κατά την Τετάρτη, έχεις τον 93ο. Διότι ο Κύριος τότε παραδόθηκε και άρχισε την εκδίκηση κατά του θανάτου και να θριαμβεύει πάνω του με γενναιότητα. Όταν, λοιπόν, διαβάζοντας το Ευαγγέλιο δεις, ότι οι Ιουδαίοι έκαναν την Τετάρτη συμβούλιο κατά του Κυρίου, βλέποντας τον Κύριο τότε να έχει παρρησία, στην εκδίκηση κατά του διαβόλου για χάρη μας, ψάλλε τα λόγια του 93ου.

Βλέποντας πάλι, την πρόνοια του Κυρίου για τα πάντα και την εξουσία του και θέλοντας να κατηχήσεις μερικούς στην πίστη και την υπακοή σ’ αυτόν, πείθοντας τους να εξομολογηθούν πρώτα, ψάλλε τον 99ον.

Και εάν, αφού γνωρίσεις την εξουσία του ως κριτού και ότι ο Κύριος κρίνει αναμιγνύοντας την κρίση με την ευσπλαγχνία, θελήσεις να προσέλθεις σ’ αυτόν, έχεις γι’ αυτό τους λόγους του 100ου.

κδ’. Επειδή δε η φύση μας είναι ασθενής, αν ποτέ οι δυσκολίες της ζωής σε κάνουν φτωχό και χάσεις το κουράγιο σου, και θέλεις να βρεις παρηγοριά, έχεις τον 101 ψαλμό.

Και επειδή πρέπει πάντοτε να ευχαριστούμε τον Θεό για όλα, όταν θέλεις να τον ευλογείς, η ψυχή σου μπορεί να παρακινηθεί σ’ αυτό, να λες τους ψαλμούς 102 και 103.

Θέλεις να υμνήσεις τον Θεό και να μάθεις πως και για ποια πράγματα πρέπει να τον υμνείς, καθώς και ποιοι πρέπει να λένε τον ύμνο; Έχεις τους ψαλμούς 104, 106, 134, 145, 146, 147, 148 και 150.

Έχεις πίστη, όπως είπε ο Κύριος και πιστεύεις σε όσα λες κατά την προσευχή σου; Λέγε τον 115ον.

Αισθάνεσαι ότι με τις πράξεις σου ανεβαίνεις, ώστε να λες: «Λησμονώ μεν τα παλιά, προχωρώ δε προς εκείνα που είναι εμπρός». Μπορείς να λες σε κάθε πρόοδο τις 15 ωδές των αναβαθμών.

κε’. Αν αιχμαλωτίστηκες από ανοίκειες σκέψεις, και αντιλήφθηκες ότι σε παρέσυραν και (μετά όμως) μετανόησες, πάψε του λοιπού και παραμένοντας στο σημείο, όπου συνέλαβες τον εαυτό σου να αμαρτάνει, κάθισε και κλάψε και συ, όπως έκανε τότε ο λαός, λέγοντας τα λόγια του 136ου.

Θεωρώντας τους πειρασμούς σαν δοκιμασία, μετά την παρέλευση των πειρασμών, αν θέλεις να ευχαριστήσεις (τον Θεό), έχεις τον 138ο ψαλμό.

Σε ενοχλούν πάλι οι εχθροί και θέλεις να απαλλαγείς; Λέγε τα λόγια του 139ου.

Θέλεις να δεηθείς και να προσευχηθείς; Ψάλλε τον 5ο και τον 142ο.

Αν εχθρός τύραννος επιτέθηκε στον λαό και σε σένα, όπως ο Γολιάθ κατά του Δαβίδ, μη φοβηθείς, αλλά πίστευε και συ, όπως ο Δαβίδ, και λέγε τα λόγια του 143ου.

‘Έπειτα, θαυμάζοντας τις ευεργεσίες του Θεού προς όλους και ενθυμούμενος την γενόμενη αγαθότητα του, προς εσένα και προς όλους, εάν θέλεις γι’ αυτά να ευλογείς τον Θεό, λέγε τους λόγους του Δαβίδ, τους οποίους είπε και αυτός στον 144ο ψαλμό.

Θέλεις να υμνήσεις τον Κύριο; Μπορείς να πεις τον 92ο και 97ο.

Αν, παρ’ ότι είσαι μικρός, προτιμηθείς σε κάποια εξουσία από τους αδελφούς σου, μην υπερηφανεύεσαι έναντι τους, αλλά δίνοντας δόξα στον Κύριο, ο οποίος σε εξέλεξε, ψάλλε και συ τον 151ον ψαλμό, τον οποίο συνέθεσε ο Δαβίδ.

Αν όμως θέλεις να ψάλλεις ψαλμούς, στους οποίους να απαντά (ο λαός) δια της επωδού «Αλληλούια», έχεις τους ψαλμούς 104, 105, 106, 111, 112, 113, 114, 115, 116, 117, 118, 134, 135, 145, 146, 147, 148, 149 και 150.

κς’. Όταν δε θέλεις να ψάλεις κατ’ ιδίαν, τα σχετιζόμενα προς τον Σωτήρα, βρίσκεις τέτοια (κείμενα) σχεδόν σε κάθε ψαλμό, έχεις κυρίως όμως τον μεν 44ο και τον 109ο, που υποδηλώνουν την γνήσια γέννηση του εκ του Πατρός και την ένσαρκη του Παρουσία.

Οι δε 21ος και 68ος προλέγουν την θεία σταύρωση και τις επιβουλές τις οποίες δέχθηκε για χάρη μας και όσα έπαθε.

Και ο μεν 2ος και ο 108ος αναφέρονται στην επιβουλή και την κακία των Ιουδαίων και στην προδοσία του Ιούδα του Ισκαριώτη.

Οι δε ψαλμοί 20, 49 και 71 αναφέρονται, τόσο στην βασιλεία του και την εξουσία του ως Κριτού, όσο και στην ένσαρκη Παρουσία του μαζί μας και στην κλήση των εθνών.

Επίσης ο μεν 15ος διακηρύσσει την εκ νεκρών Ανάσταση του.

Οι δε 23ος και 46ος αναγγέλλουν την άνοδο του στους ουρανούς.

Αναγινώσκοντας δε τους ψαλμούς 92, 95, 97 και 98, μπορείς να κατανοήσεις τις ευεργεσίες του Σωτήρος σε μας, οι οποίες προήλθαν από τα πάθη του.

Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας (ΕΠΕ). Αθανασίου Αλεξανδρείας. Άπαντα τα έργα. 5. Ερμηνευτικά Α΄. εκδ. Γρηγόριος ο Παλαμάς, 1975. σελ. 40 – 59.

Κρίνουμε κάποιον από το παρουσιαστικό του;

 


 Στην αφήγηση της ιστορίας για μια γυναίκα στην Αλεξάνδρεια η οποία κατηγόρησε τον Άγιο Αθανάσιο ότι την βίασε, έμεινε έγκυος και γέννησε το παιδί του, υπάρχει μια ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια.

  Ο Αθανάσιος πήγε στο δικαστήριο συνοδευόμενος από έναν Πρεσβύτερο, τον Τιμόθεο. Στην αίθουσα εισήλθε πρώτος ο Πρεσβύτερος και από πίσω του ακολουθούσε ο Αθανάσιος. Η γυναίκα είδε το παρουσιαστικό Επισκόπου του Τιμοθέου και αμέσως άρχισε να τον δείχνει και να φωνάζει ότι αυτός είναι ο παλιάνθρωπος Αθανάσιος που την διέφθειρε. Η γυναίκα είχε πληρωθεί από οπαδούς του Αρείου να κατηγορήσει τον Αρχιεπίσκοπο. Αλλά μην έχοντας ξαναδεί τον Αθανάσιο παρασύρθηκε από το αρχοντικό παρουσιαστικό του Πρεσβυτέρου. Η ματιά της εστιάσθηκε στον ψηλό, αρχοντικό και με μακριά γενειάδα Πρεσβύτερο και δεν μπορούσε να πιστέψει ότι ο κοντός που ακολουθούσε ήταν στην πραγματικότητα ο Επίσκοπος.

 Στην συγκεκριμένη περίπτωση το αρχοντικό παρουσιαστικό ενός ανθρώπου έσωσε από μεγάλο κίνδυνο έναν αθώο. Το φαινόμενο όμως αυτό, που όπως βλέπουμε υπάρχει από τα αρχαία χρόνια, να κρίνουν οι χριστιανοί κάποιον από το παρουσιαστικό του είναι σκάνδαλο.
 Ο Αθανάσιος μπορεί να αθωώθηκε στην συγκεκριμένη περίπτωση από τον Τιμόθεο με το παρουσιαστικό Επισκόπου αλλά υπέστη τα πάνδεινα από τον Πρεσβύτερο Άρειο ο οποίος με το αρχοντικό και ιεροπρεπές παρουσιαστικό του γοήτευε τον κόσμο και κέρδιζε φανατικούς οπαδούς.

Κρατήστε αυτή τη φράση, «παρουσιαστικό Επισκόπου»… Πως κρίνουμε εμείς κάποιον κληρικό; Από το αν αν είναι ψηλός ή κοντός; Παχύς ή αδύνατος; Με μακριά γένεια ή κοντά; Με χαίτη Σαμψών ή με φαλάκρα α λά Τέλη Σαβάλα; Με καλογραμμένα χαρακτηριστικά προσώπου ή σκυλομούρης; Παρασυρόμαστε από τα εξωτερικά χαρακτηριστικά ενός προσώπου, γοητευόμαστε και αδυνατούμε να αναγνωρίσουμε τα χαρίσματα ή την τυχόν καλά κρυμμένη πονηρία;

Μητροπολίτης Χονγκ Κονγκ Νεκτάριος (Τσίλης)

Τρία τα τελούμενα εν ανθρώποις, το κατά φύσιν, το παρά φύσιν και το υπέρ φύσιν.

 


Τρία τα τελούμενα εν ανθρώποις.
Το κατά φύσιν, το παρά φύσιν και το υπέρ φύσιν.
http://
Και κατά φύσιν μεν εστίν ο γάμος
Παρά φύσιν ο σοδομισμός
Και υπέρ φύσιν η παρθενία.

Και πάλιν, κατά φύσιν ο δικαίως συναγόμενος πλούτος
Παρά φύσιν η πλεονεξία
Υπέρ φύσιν η ακτημοσύνη.

Ομοίως, κατά φύσιν η ειρήνη
Παρά φύσιν το μίσος
Υπέρ φύσιν η συγχώρησις και η ευεργεσία.

Μέγας Αθανάσιος



  Υπάρχουν τρία είδη ζωής: Η παρά φύση, η φυσική και η Θεική.
  Η παρά φύση είναι η δαιμονική ζωή, που συνίσταται στη λήθη της αιωνιότητας και στο μίσος για Θεό και άνθρωπο[1].

 Η φυσική, που διαγράφεται στην αγάπη του ανθρώπου για «τους αγαπώντας αυτόν»[2], δεν είναι μεν κατακριτέα, αλλά δεν επαρκεί για τη σωτηρία. 

 Η υπερφυσική ζωή που διήγαν οι Άγιοι, στοχεύει να αποδώσει στον Κύριο το «θερμότερον φίλτρον» που Του χρωστούμε, σύμφωνα με την εντολή Του. Τα προστάγματα του Κυρίου δεν αναφέρονται στη φυσική ζωή που είναι δεδομένη, αλλά στην υπερφυσική και δόθηκαν για να αποσπάσουν τον άνθρωπο από τα πρόσκαιρα και σαλευόμενα, για να τον ανυψώσουν στο υπερβατικό επίπεδο της θείας αγάπης. 

 Το Άγιο Πνεύμα θεραπεύει «πάσαν πληγήν κεκρυμμένην εν ημίν», αποδιώχνει τη μάστιγα της λήθης του Θεού, ανακαινίζει την ψυχή και οδηγεί πρώτα στο κατά φύση και εν συνεχεία στο υπέρ φύση, όπως διαπιστώνεται στα πρόσωπα των Αγίων όλων των γενεών.

  Στον πιστό που γεύεται τη δωρεά Του, δίνει αμετάκλητη φορά προς τα άνω, διότι κάθε χωρισμός από τον Δημιουργό του, έστω και ολιγοχρόνιος, δημιουργεί στην καρδιά οξύ πόνο και βιώνεται ως ζοφερό σκότος, κόλαση φρικτή, φθορά θανάτου. Στα μάτια του κόσμου η κατάσταση αυτή εμφανίζεται ως μωρία. Ωστόσο, σύμφωνα με τον Απόστολο, είναι «σοφώτερη της σοφίας των ανθρώπων»[3], διότι ο Θεός έσωσε τον άνθρωπο με τη μωρία και το ασθενές της αγάπης Του. 

Όπως γράφει ο άγιος Σιλουανός: «Η ψυχή από την αγάπη του Κυρίου είναι σαν να παραφρόνησε· κάθεται, σιωπά, δεν θέλει να μιλά· και σαν παράφρονη κοιτάζει τον κόσμο και δεν τον επιθυμεί και δεν τον βλέπει, διότι δεν υπάρχει σε αυτόν η άφθαρτη γλυκύτητα»
1). Ιωάν. 8,44. 2) Βλ. Ματθ. 5,46-47. 3) Βλ. Α’ Κορ. 1,25.

Η πιο φα­νε­ρή από­δει­ξη, ότι μια ψυχή δεν έχει κα­θα­ρι­στεί απο τα κα­τα­κά­θια της κα­κί­ας...




  Η πιο φα­νε­ρή από­δει­ξη, ότι μια ψυχή δεν έχει κα­θα­ρι­στεί απο τα κα­τα­κά­θια της κα­κί­ας εί­ναι, ότι αυτή δεν ευ­σπλα­χνί­ζε­ται και δεν συγ­κα­τα­βαί­νει στον συ­νάν­θρω­πο που βρί­σκε­ται ακό­μα κάτω από την δου­λεία της αμαρ­τί­ας, αλλά αν­τι­με­τω­πί­ζει αυ­τόν που αμαρ­τά­νει, με το νο­μι­κό φρό­νη­μα ενός δι­κα­στή. 
 Δεν θα φτά­σει ποτέ κα­νείς στην κα­θα­ρό­τη­τα της καρ­διάς, αν δεν απο­κτή­σει αυτό που λέει ο Από­στο­λος Παύ­λος: ''Να ση­κώ­νε­ται ο ένας το φορ­τίο του άλ­λου και έτσι θα εφαρ­μό­σε­τε πλή­ρως το νόμο του Χρι­στού" (Γαλ. 6,2). Δεν θα φτά­σει επί­σης κα­νείς στην κα­θα­ρό­τη­τα της καρ­διάς, αν δεν έχει την αρε­τή της αγά­πης.

Αββάς Χαιρήμονας



«Έχει γραφεῖ, “μὴ ἐπιχαρῇς ἐπὶ τοὺς υἱοὺς Ἰούδα ἐν ἡμέρᾳ ἀπωλείας αὐτῶν καὶ μὴ μεγαλορρημονήσῃς ἐν ἡμέρᾳ θλίψεως” (Ἀβδιού 1:12).
Δώρισέ μου ὥστε κάθε φορά πού ἡ ἁμαρτία, κάποιου πού ἔχει πέσει, μοῦ γίνεται γνωστή νά συμπάσχω μέ αὐτόν, νά μή τόν ἐλέγξω ΠΕΡΗΦΑΝΑ , ἀλλά νά θρηνήσω καί νά κλάψω, ὥστε κλαίγοντας γιά κάποιον ἄλλο νά θρηνήσω τόν ἑαυτό μου, λέγοντας
''ἡ Θάμαρ φάνηκε πιό δικαιωμένη παρά ἐγώ'' (Γέν. 38:26)»

Ἅγ. Ἀμβρόσιος, Περί μετανοίας, 2:8

Στιγμές χάριτος με τον Άγιο Εφραίμ τον Κατουνακιώτη του Νικολάου Μπαλδιμτση - Ιατρού

 



Τα λόγια του, ήταν σίγουρα, ήταν βέβαια, ήταν πειστικά. Δεν χρειάζονταν ούτε διευκρινίσεις, ούτε δευτερολογίες.
Έτσι, μια φορά από την αντανάκλαση της Χάριτος που είχε ο Γέροντας, αισθάνθηκε η ψυχή μου πόσο μεγάλη είναι η αχαριστία μου στις ευεργεσίες του Θεού.
Ο Γέροντας αμέσως μου έδωσε την απάντηση υπομειδιώντας και λέγοντας: «ἰσαρίθμους γάρ τῆ ψάμμω ὠδάς, ἄν προσφέρωμέν σοι, Βασιλεῦ ἅγιε, οὐδέν τελοῦμεν ἄξιον, ὧν δέδωκας ἡμῖν…».

Άλλη φορά, μόλις τελείωσα την εξέταση και νοσηλεία του, κάθισα δίπλα στο κρεβατάκι του.
Ο Γέροντας με κρατούσε από το χέρι, χωρίς να μιλάει.
Εγώ, εκείνη τη στιγμή, είδα όλη τη ζωή μου, όλα τα πάθη μου και τις αμαρτίες μου και η ψυχή μου έκλαιγε νοερά για το πόσο λύπησα το Χριστό.
Αφού πέρασε πολύ ώρα σε αυτή την κατάσταση, γυρίζει ο Γέροντας και μου λέει:
-Καλό ήταν κι αυτό!
Κατάλαβα ότι περίμενε κάτι υψηλότερο, όπως η ευγνωμοσύνη και η αγάπη σαν τον πατέρα που θέλει το παιδί του να το δει άρχοντα.
Αλλά πού τέτοια κατάσταση!

Ένα βράδυ ο Γέροντας με έβαλε να κοιμηθώ στο κελί του, στο κρεβάτι του.
Εκείνος πήγε σε άλλο κελί.
Θα μου μείνει αξέχαστη η προσευχή που μου έδωσε ο Θεός, με τις ευχές του, μέσα στο μαρτυρικό κελάκι του. Η προσευχή ήταν αρέμβαστος, καθαρή. Η ψυχή μου έγινε διορατική. Έβλεπα τους λογισμούς να προσπαθούν να με προσβάλλουν αλλά πριν πάρουν σχήμα, εξαφανίζονταν. Αυτή η προσευχή ήταν αποτέλεσμα όχι μόνο των ευχών του Γέροντα αλλά και του μαρτυρικού κελιού του στο οποίο είχε δεχθεί τόσες επισκέψεις της Θείας Χάριτος.
Όταν άλλη φορά τον παρακάλεσα να ξαναμείνω στο κελί του, μου είπε:
Εσύ, παιδί μου, σε έναν τόπο βρήκες μια δραχμή και νομίζεις ότι αν ξαναπάς εκεί, θα βρεις κι άλλη.
Μου εξήγησε δε ότι: και ο τόπος έχει να κάνει με την προσευχή. Εκεί που έγιναν αμαρτίες έχει εξουσία ο πειρασμός και δεν αναπαύεται η ψυχή. Σε άλλους τόπους που έγιναν προσευχές και «επισκέψεις» της Χάριτος ο άνθρωπος εύκολα κατανύσσεται και προσεύχεται.
Ακόμη, ευκολότερα προσεύχεται ο άνθρωπος σε ένα μικρό κελί και δυσκολότερα σε ένα μεγάλο δωμάτιο. Γιατί η ψυχή μας περιορίζεται ή διαχέεται ανάλογα με τον χώρο.

Κάποτε, την ώρα του Εσπερινού, στο«Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου…» κοιτώντας προς το τέμπλο είδα να ανεβαίνει καπνός θυμιάματος μπροστά στην εικόνα του Τιμίου Προδρόμου.
Νόμισα ότι υπήρχε από κάτω κάποιο θυμιατήρι. Κοίταξα, αλλά δεν υπήρχε. Ο καπνός του θυμιάματος σιγά σιγά χάθηκε.
Μετά τον Εσπερινό είπα στον Γέροντα: 
-Είδα αυτό και αυτό. 
Και ο Γέροντας μου απάντησε:
- Ήταν, παιδί μου, η προσευχή που ανεβαίνει ως θυμίαμα.
Τότε τον ρώτησα: Πώς εγώ Γέροντα, αμαρτωλός άνθρωπος, βλέπω τέτοια πράγματα;
Και μου λέει: Ναι, παιδί μου, είσαι αμαρτωλός αλλά είσαι εν μετανοία.

Διηγείτο ο Γέροντας:
Μια φορά, με κάλεσαν να λειτουργήσω σε ένα κελί, που ήταν αφιερωμένο στη Σύναξη των Αρχαγγέλων.Την ώρα της Θείας Λειτουργίας είδα ζωντανούς τους Αγίους Αρχαγγέλους, οι οποίοι έψαλλαν εν χορώ λέγοντας:
Πότε θα «αναλύσεις» από αυτή τη ζωή, π. Εφραίμ, για να έρθεις μαζί μας να υμνούμε τον Κύριο;

Παρθένιος ιερομόναχος Καρουλιώτης (1881-1959).Ο πρίγκηπας που έγινε σπηλιώτης



  Του κατά κόσμον Παύλου Ιβανιώφ του Αλεξάνδρου και της Βάσιας η πατρίδα ήταν η Μόσχα, στην οποία γεννήθηκε το 1881. 
  Η κατα­γωγή του ήταν από πριγκιπική οικογένεια της Ρωσίας, την τσαρική δυ­ναστεία των Ρωμανώφ. Λέγεται πως η κτηματική του περιουσία ήταν σε έκταση όση της Μακεδονίας μας.
  Μόλις 18 ετών ήλθε να μονάσει στο Άγιον Όρος. Προς τούτο πήγε στο Χιλανδαρινό Κελλί του Αγίου Νικολάου – Μπουραζέρη, παρά τις Καρυές, που το κατοικούσαν πολλοί Ρώσοι. Στο Κελλί αυτό εκάρη μοναχός το 1906 και ασκήθηκε στην υπακοή, στην ταπείνωση και στην εξουθένωση της κοινοβιακής ζωής. Αργό­τερα χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος. Λόγω της μορφώσεώς του τον έθεσαν στη γραμματεία του Κελλιού, που τότε ανοικοδομείτο και είχε μεγάλη αλληλογραφία.

Μία ημέρα, μεταξύ των επιστολών που έλαβε ήταν και μίας γυναί­κας, που έγραφε πως πληροφορήθηκε για την ανοικοδόμηση ναού και έστειλε προς τούτο λίγα χρήματα,γιατί ήταν φτωχή. Μάλιστα, όπως έγραφε, και αυτά τα λίγα χρήματα τα εξοικονόμησε, κόβοντας τις κο­τσίδες των μαλλιών της και πουλώντας τες στις αρχόντισσες, που τα φορούσαν, κατά τη μόδα της εποχής, στις δεξιώσεις … Το γεγονός αυτό τον συγκλόνισε και τον έκανε ν’ αναχωρήσει για τα φρικτά Καρούλια.
 Λίγο προ του τέλους του έλεγε σ’ ένα μοναχό πως συγκλονίσθηκε από εκείνη την επιστολή. Μία γυναίκα έκοψε και πούλησε τα μαλλιά της κι έστειλε από το υστέρημά της τον όβολό της κι εκείνος να κάθεται στην πολυθρόνα, να πίνει τσάι, να τρώει καλά και να έχει όλες τις ανέσεις; Έτσι, αποφάσισε να πάει στα Καρούλια, να υποφέρει κάτι για την αγάπη του Εσταυρωμένου Χριστού, για τη σωτηρία της αθάνατης ψυχής του.

  Στο Μπουραζέρη, έλεγε, λόγω της οικογενειακής καταγωγής του, ποτέ δεν θα τον έβαζαν σε βαρύ διακόνημα.
Περί το 1920 πήγε και κατοίκησε στην Καλύβη του Αγίου Ιννοκεντίου στα Καρούλια. Ο διακαής πόθος της ησυχίας τον οδήγησε εκεί. Έδειξε τέλεια αυταπάρνηση και μεγάλη αγάπη προς όλους τους συνασκητές του, τους οποίους έβλεπε ως επίγειους, αγίους αγγέλους του Θεού. Βοηθούσε όλους όσους μπορούσε. Δεν άφηνε κανένα να εισέλθει στο κελλί του, για να μη δει που κοιμόταν. Είχε χαμαικοιτία μέσα στο σπήλαιο. Για στρώμα είχε ένα τρίχινο σάισμα και για προσκέφαλο ένα κούτσουρο. Δεν μαγείρευε και αρκείτο συνήθως σε ξηρά τροφή. Τον χειμώνα δεν άναβε φωτιά για να ζεσταθεί. Το κουρελιασμένο ζωστικό του δεν μύριζε άσχημα, μα μάλλον ευωδίαζε. Λέγεται από πολλούς, που τον γνώρισαν, πως τον κοσμούσε το προορατικό χάρισμα. Το κομποσχοίνι ήταν πάντοτε στο χέρι του και η ευχή του Ιησού στο στόμα του. Πολλοί πολλές φορές τον κάλεσαν στον κόσμο, αλλά ποτέ δεν άφησε τα Καρούλια.

 Είχε μία βιβλική μορφή, που τον έκανε σεβάσμιο. Μόνη η όψη του φανέρωνε την ευγενική καταγωγή του. Τον έβλεπες και σου προκαλούσε δέος, σεβασμό και αγάπη. Ήταν σεβαστός και αγαπητός από όλους. 

 Κατά τον επίσκοπο Ροδοστόλου Χρυσόστομο: «Άκρως φιλέρημος και ρέκτης της νήψεως και της νοεράς προσευχής, εκ προοιμίων της εκεί εγκαταστάσεώς του γνωστοποίησε την απροθυμία του για επισκέψεις και συντυχίες και την … ευγνωμοσύνη του για ’κείνους που θα σέβον­ταν τούτη την παράκλησι και θέλησί του. Τροφή του πνευματική η χά­ρις του Θεού, βρώσις του σωματική το παξιμάδι, που του προμήθευαν συνασκηταί, και πόσις του το λιγοστό βρόχινο νεράκι της από προκάτοχο παρακατασκεύαστης στερνούλας». 

Μας έλεγε ο μοναχός Δανιήλ, της αδελφότητος των Δανιηλαίων, ότι έβαζε στο λίγο χώμα, που εκεί είχε κάτι πατατούλες και δεν τις έτρωγε. Τις έδινε κι αυτές ευλογία σε άλλους με χαρά. Η ασκητική ζωή του συγκινούσε τους πάντες. Το πριγκιπόπουλο για την αγάπη του Χριστού έγινε φτωχός, ερημίτης, σπηλιώτης, Καρουλιώτης …
Ανεπαύθη εν Κυρίω στις 11.1.1959, για ν’ απολαμβάνει αιώνια, στην ατελεύτητη Ουράνια Βασιλεία τη θεσπέσια θέα του Θεού. Την εκδημία του την είχε προαισθανθεί και την προείπε.

Πηγές – Βιβλιογραφία
Ανδρέου Αγιορείτου μοναχού. Γεροντικό του Αγίου Όρους, τ. Α΄ Αθήναι 1979, σσ. 141- 142. 
Μωυσέως Αγιορείτου μοναχού, Αγιορείτικες Διηγήσεις του Γέροντος Ιωακείμ, Θεσσαλονίκη 1989, σσ. 135-136. 
Ιωαννικίου Κοτσώνη αρχιμ., Αθωνικόν Γεροντικόν, Κουφάλια Θεσσαλονίκης 1999, σσ. 97-98. 
Χρυσοστόμου Ροδοστόλου επισκόπου, Ωδή στα αμάραντα, στον Άθωνα, Άγιον Όρος 2004, σ. 621.
Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Μέγα Γεροντικό, τ. Β΄, εκδ. Μυγδονία σ. 621-624

Ο γε­ρο–Χρυ­σό­στο­μος ὁ Κα­του­να­κι­ώ­της



 Ο γε­ρο–Χρυ­σό­στο­μος ὁ Κα­του­να­κι­ώ­της κα­τή­γε­το ἀ­πό τήν Ἀ­να­το­λι­κή Θρά­κη ἀ­πό ἕ­να γει­το­νι­κό χω­ριό τῆς Ση­λυμ­βρίας, τῆς πα­τρί­δος τοῦ ἁ­γί­ου Νε­κτα­ρί­ου. Τόν εἶ­χε συ­ναν­τή­σει ὅ­ταν κά­πο­τε πέ­ρα­σε ἀ­πό τό χω­ριό του ὁ Ἅ­γιος.

  Στά Κα­του­νά­κια, στό Κελ­λί Ἄ­ξι­όν Ἐ­στι ὅπου ἐ­μό­να­σε, εἶ­χαν πο­λλή φτώ­χεια. Γιά νά οἰ­κο­νο­μή­σουν τά ἀ­πα­ρα­ί­τη­τα τόν ἔ­στελ­ναν γιά μῆ­νες καί ἐρ­γα­ζό­ταν σέ Μο­να­στή­ρια. Ἔ­κα­νε καί ἐρ­γό­χει­ρο κου­τά­λες καί χτέ­νες. Γη­ρο­κό­μη­σε το­ύς Γε­ρον­τά­δες του, οἱ ὁ­ποῖ­οι καί οἱ τρεῖς ἐ­κοι­μή­θη­καν νέ­οι σχε­τι­κά -γύ­ρω στά 60- ἀ­πό φυ­μα­τί­ω­ση. 

Ὅ­ταν ὁ τρί­τος Γέροντάς του ἦ­ταν στά τε­λευ­ταῖ­α, πρίν κοι­μη­θῆ εἶδε ἕ­ναν ξανθό νέ­ο, τόν φύ­λα­κά του Ἄγ­γε­λο, καί ὕ­στε­ρα πα­ρέ­δω­σε τήν ψυ­χή του.
Δι­η­γή­θη­κε ὁ γερο–Χρυσόστομος: «Ὅ­ταν ἐ­κοι­μή­θη ὁ Γέροντας τῶν Καρ­τσω­να­ί­ων, μο­ί­ρα­σαν σέ ὅ­λους το­ύς Ἀ­σκη­τές τῆς πε­ρι­ο­χῆς ἀ­πό μί­α λί­ρα Τούρ­­κι­κη, γιά νά κά­νουν κομπ­ο­σχο­ί­νι γιά τήν ψυ­χή του. 
Μία μέ­ρα μέ ρώ­τη­σε ὁ πα­πα–Ἐ­φρα­ίμ ὁ Κα­του­να­κι­ώ­της:
 “Τήν δου­λε­ύ­εις τήν Τούρ­κα;”.
 Ἐ­πει­δή γη­ρο­κο­μοῦ­σα το­ύς Γε­ρον­τά­δες μου καί δέν εἶ­χα χρό­νο νά κά­νω κομ­πο­σχο­ί­νι γιά ἄλ­λους, πῆ­γα καί τήν γύ­ρι­σα πί­σω».

«Κάποια χρο­νιά τό Πάσχα πῆ­γα προ­σκύ­νη­μα στά Ἱ­ε­ρο­σό­λυ­μα. Ἦ­ταν τό προ­η­γο­ύ­με­νο ἔ­τος ἀ­πό τήν ἔ­κρη­ξη στό Τσερ­νομ­πίλ. Εἶ­δα στό Ναό μί­α εἰ­κό­να τῆς Πα­να­γί­ας νά δα­κρύ­ζη· αὐ­τό ἔ­γι­νε ἀν­τι­λη­πτό ἀ­πό πολ­λο­ύς καί ἀ­πό ἕ­ναν Ἄ­ρα­βα Ἀ­στυ­νο­μι­κό. Ἦρ­θε ὁ Πα­τρι­άρ­χης φο­ρε­μέ­νος τά Ἀρ­χι­ε­ρα­τι­κά του Ἄμ­φια καί μέ βαμ­βά­κι σκο­ύ­πι­σε τά δά­κρυ­α τῆς Πα­να­γί­ας. Στήν συ­νέ­χεια ἔ­βλε­πα τήν εἰ­κό­να νά ἀ­νοι­γο­κλε­ί­νη τά μά­τια της. 

Ἄλ­λη φο­ρά δι­α­νυ­κτέ­ρευ­α στό πα­ρεκ­κλήσι τῶν Κλα­πῶν, ὅ­που εἶ­ναι ἡ κο­λώ­να πού ἔ­δε­σαν καί μα­στί­γω­σαν τόν Κύριο καί ἄ­κου­γα εὐ­κρι­νῶς βουρ­δου­λι­ές ἀ­πό μα­στί­γιο. Εἶ­δα τό Ἅ­γιο Φῶς σάν φω­τει­νές ται­νί­ες πού δι­α­περ­νοῦ­σαν τόν ἀ­έ­ρα καί ἄ­να­βαν τά φυ­τί­λια τῶν κε­ρι­ῶν. Ἡ πί­στη μας εἶ­ναι με­γά­λη καί ζων­τα­νή

Διώχνε μακριά σου το πνεύμα της πολυλογίας....



  «Διώχνε μακριά σου το πνεύμα της πολυλογίας. Γιατί σ᾽ αυτή βρίσκονται φοβερότατα πάθη, το ψεύδος, η θρασύτητα, οι αστειότητες, η αισχρότητα, η μωρολογία και γενικώς όπως έχει λεχθεί: “Από την πολυλογία δεν θα ξεφύγεις την αμαρτία”. Ο σιωπηλός, όμως, άνθρωπος είναι θρόνος της επιγνώσεως. Αλλά και λόγο θα δώσουμε για κάθε περιττό και ανωφελή λόγο, είπε ο Κύριος. Επομένως η σιωπή είναι πολύ αναγκαία και ωφέλιμη».

Αγιος Θεόδωρος της Εδέσσης

Νά μήν ἀναπαυώμεθα στό “ἔχει ὁ Θεός” καί στό “πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς”

 



Νά μήν ἀναπαυώμεθα στό “ἔχει ὁ Θεός” καί στό “πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς” (Ματθ. 16.18). Ἀσφαλῶς δέν θά σβήσῃ ἡ Ἐκκλησία· ἀλλά μπορεῖ νά σβήσῃ ἀπό τήν Ἑλλάδα, ὅπως ἔσβησε καί ἀπό τή Μικρά Ἀσία. 
Ποῦ εἶναι ἡ Ἐκκλησία τῆς Μικρᾶς Ἀσίας; ποῦ εἶναι οἱ πενήντα μητροπόλεις της; ποῦ εἶναι οἱ ναοί της; ποῦ εἶναι τά μοναστήρια της; ποῦ εἶναι τά προσκυνήματά της; ποῦ εἶναι τά λείψανά της; ποῦ…; ποῦ;…ποῦ;…;
(Ἔχουν σύστημα οἱ ἄθεοι νά γκρεμίσουν τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό πρέπει νά εἴμαστε ἕτοιμοι νά ὑπερασπίσουμε τά ἱερά καί τά ὅσια)

+ Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης

Κυριακή Ζακχαίου-ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

 


 Ὁ Χριστὸς περιόδευε στὴν Ἱεριχώ. Ὁ Ζακχαῖος, ἀρχιτελώνης τῆς πόλης, ἔχοντας συσσωρεύσει πολὺ πλοῦτο ἀπὸ ἀδικία, αἰσθάνθηκε τὴν ἀνάγκη νὰ δεῖ τὸν Χριστό. Γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτό, ἐπειδὴ ἦταν κοντός, ἀνέβηκε σὲ μιὰ συκομουριά, δέντρο συνηθισμένο στὰ μέρη ἐκεῖνα. Ὁ Χριστὸς σταμάτησε μπροστά του, ἔριξε τὸ βλέμμα του πάνω του καὶ τοῦ εἶπε: «Ζακχαῖε, κατέβα γρήγορα, γιατὶ σκοπεύω σήμερα νὰ φιλοξενηθῶ στὸ σπίτι σου» (Κυριακὴ ΙΕ΄ Λουκᾶ).

 Πόσο τυχερὸς ὁ Ζακχαῖος! Ὁ Χριστὸς ἔβλεπε ὅλο τὸ πλῆθος τῶν ἀνθρώπων ποὺ τὸν περικύκλωναν, ἀλλὰ τὸ βλέμμα του στάθηκε μόνο στὸν Ζακχαῖο. Γιατὶ διέκρινε στὴν καρδιά του κάτι καλό. Ὁ Ζακχαῖος τὴν ὥρα ἐκείνη βρισκόταν σὲ ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ. Γιὰ τὸ βλέμμα τοῦ Θεοῦ δὲν ὑπάρχει τίποτε κρυφό. Ἔχει θρόνο του τὸν οὐρανὸ ὁ Θεός, ἀλλὰ βλέπει τὰ πάντα πάνω στὴ γῆ. «Ἐξ οὐρανοῦ ἐπέβλεψεν ὁ Κύριος, εἶδε πάντας τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων». Ἀπὸ τὸ μεγαλόπρεπο οὐράνιο κατοικητήριό του ἐπιβλέπει «ἐπὶ πάντας τοὺς κατοικοῦντας τὴν γῆν» (Ψαλμ. 32, 13-14).

 Λέμε ὅτι ὁ ἥλιος φωτίζει τὰ πάντα καὶ ὅμως οἱ ὀφθαλμοὶ τοῦ Θεοῦ εἶναι «μυριοπλασίως ἡλίου φωτεινότεροι, ἐπιβλέποντες πάσας ὁδοὺς ἀνθρώπων καὶ κατανοοῦντες εἰς ἀπόκρυφα μέρη». Ὅ,τι κι ἂν κάνουν οἱ ἄνθρωποι, ἀκόμη καὶ στὰ πιὸ ἀπόκρυφα μέρη, εἶναι γνωστὸ στὸν Θεό. Καὶ ὄχι μόνο οἱ πράξεις, ἀλλὰ καὶ οἱ κρυφοί τους λογισμοί. Ὁ Θεὸς «γινώσκει τοὺς διαλογισμοὺς τῶν ἀνθρώπων». Εἶναι ὁ «ἐτάζων καρδίας καὶ νεφρούς». Γνωρίζει τὶς σκέψεις καὶ τὶς ἐπιθυμίες, ἐρευνᾶ τὰ βάθη τοῦ ἀνθρώπου. «Ἐξετάζει τὸν δίκαιον καὶ τὸν ἀσεβῆ». Τὰ ἔργα ὅλων τῶν ἀνθρώπων εἶναι μπροστά του. «Οὐκ ἔστι κρυβῆναι ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ». Κανένα διανόημα, καμμιὰ ἀνθρώπινη σκέψη δὲν τοῦ διαφεύγει, «οὐκ ἐκρύβη ἀπ’ αὐτοῦ οὐδὲ εἷς λόγος» (Σοφ. Σειρ. 23, 19. 39, 19. 42, 20. Ψαλμ. 7, 10. 10, 5. 93, 11. Α΄ Κορ. 3, 20. Θρῆνοι Ἱερ. 3, 61.).

 Τὸ παντέφορο βλέμμα τοῦ Κυρίου δὲν πέφτει μόνο πάνω στὸν μετανοημένο Ζακχαῖο. Πέφτει πάνω στὸν πένητα γεμάτο εὐσπλαχνία. Ὁ Κύριος δὲν ἀποστρέφει τὸ πρόσωπό του ἀπὸ τὸν θλιβόμενο. Ἐπιβλέπει ἐπὶ τὸν ταπεινὸ καὶ δὲν περιφρονεῖ τὴ δέησή του. Ὑπόσχεται σὲ ὅσους ἀγαποῦν τὸ ὄνομά του καὶ τηροῦν τὶς ἐντολές του: «Ἐπιβλέψω ἐφ’ ὑμᾶς καὶ αὐξανῶ ὑμᾶς καὶ πληθυνῶ ὑμᾶς» καὶ θὰ ἐκπληρώσω ὅλες τὶς ὑποσχέσεις μου πρὸς ἐσᾶς. Οἱ ὀφθαλμοί του στρέφονται εὐμενεῖς σὲ ὅσους τὸν σέβονται, «ἐπὶ τοὺς ἐλπίζοντας ἐπὶ τὸ ἔλεος αὐτοῦ». Σκύβει ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ ἐπιβλέπει «ἐπὶ τὴν γῆν», γιὰ νὰ ἀκούσει τὸν στεναγμὸ «τῶν πεπεδημένων», νὰ ἐλευθερώσει «τοὺς υἱοὺς τῶν τεθανατωμένων» (Ψαλμ. 32, 18. 101, 18-21).

 Ἀλλὰ συμβαίνει καὶ τὸ ἀντίθετο. Νὰ ρίξει μὲ τέτοιο τρόπο τὸ βλέμμα του, ποὺ νὰ σείονται τὰ ὄρη, νὰ λειώνουν σὰν κερὶ τὰ βουνά, ἔντρομη νὰ σαλεύει ἡ γῆ. Ὅταν οἱ ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων γίνονται «μεγάλαι σφόδρα». Ἔτσι ἔγινε στὰ Σόδομα, τὸ ἴδιο καὶ στὴν Ἐρυθρὰ θάλασσα.

Ὅπως ὁ Ζακχαῖος, θὰ βρεθοῦμε κάποτε ἐνώπιόν του ὅλοι μας. Τί βλέμμα ἄραγε θὰ ρίξει τότε πάνω μας ὁ Κύριος;

Πρὸ τῆς ὥρας ἐκείνης λοιπόν, ἂς μετανοεῖ ὁ καθένας μας καθημερινά, ζητώντας μὲ ταπείνωση: «Κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐπίβλεψον ἐπ’ ἐμέ».

π. Δημητρίου Μπόκου
 

Ο γερο-Ανατόλιος και το θαύμα με την κανδήλα

 



  Ο γερο-Ανατόλιος, κατά κόσμον Σπυρίδων Σμυρνής, γεννήθηκε στο Παγκράτι Καλαβρύτων το 1862. Το 1890 προσήλθε στο Άγιον Όρος, στα Καυσοκαλύβια, και έγινε μοναχός το 1892 στην καλύβη του Τιμίου Σταυρού, η οποία ήταν κοντά στο Κυριακό. Ήταν ξηροκαλύβη και δεν είχε μερίδιο νερού. Για τις ανάγκες του έπαιρνε με το σταμνί από τη βρύση του Κυριακού και είχε στέρνα με βρόχινο νερό. Δεν υποχρεούνταν να διακονήσει το δικαιάτο, αλλά αυτός πρόθυμος πάντοτε βοηθούσε κι εξυπηρετούσε όλους τους Δικαίους αδιακρίτως.

 Ήταν, όμως, πολύ πτωχός και το εργόχειρο του δεν είχε έσοδα για την τροφή και τη συντήρησή του. Όταν άκουγε να ανοίγει η στέρνα του Κυριακού, πήγαινε να δει μήπως ο καθορισμένος αδερφός, ο μυλωνάς, είχε πρόγραμμα να αλέσει. Στις πρώτες γύρες το άλεσμα έβγαινε άχρηστο, διότι μετά την χάραξη της μυλόπετρας, όλο και θα έμενε τριμμένο μάρμαρο από την πέτρα, καθώς μάλιστα είχε και μυρωδιά δυσάρεστη. Αυτό το άλεσμα έπαιρνε ο πτωχός γερο-Ανατόλιος και το έκανε κουρκούτι ή το ζύμωνε και έκανε παξιμάδι, διότι ψωμί και μαγειρεμένο φαγητό έτρωγε σπάνια. Όταν καμιά φορά είχε κάποιον φιλοξενούμενο, έκανε κανένα πρόχειρο μαγείρευμα.

  Μάζευε αγριολάχανα την άνοιξη και είχε ένα μεγάλο κιούπι με άλμη, μέσα στο οποίο τα έριχνε. Με αυτά έβγαζε τις νηστείες και την Τετάρτη και Παρασκευή. Έτρωγε τόσα, όμως, όσα χωρούσε το χέρι του, που έβαζε μέσα στο κιούπι. Ο π. Αθανάσιος, αφού έβλεπε την ταλαιπωρία του, τον παρακάλεσε να του δώσει ευλογία να πάει στις Καρυές, να εργασθεί στο τυπογραφείο του π. Νεκταρίου, αφού ήξερε την εργασία. Με τον μισθό αυτό θα βελτίωναν την ζωή τους λίγο, διότι και ο γερο-Ανατόλιος περασμένη ηλικία είχε και δύσκολα θα μπορούσε να μαζεύει τσάι και λεβάντα στον Άθωνα, αμάραντο και μέντα στην Κερασιά, για να τα πουλάει στις Καρυές. Του έδωσε ευλογία και πήγε, ενώ αυτός συνέχιζε την ταπεινή και πτωχή ζωή του.


 Μια μέρα ανέβηκε στις Καρυές να δώσει το εργόχειρό του, να δη και τον π. Αθανάσιο και ιδιαίτερα να προσκυνήσει στον λάκκο του« ᾊδειν» και να ψάλει τον αγγελοσύνθετο ύμνο «Ἂξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς», τον «εθνικό ύμνο» του Αγίου Όρους, στον τόπο και τον ήχο, δηλαδή τον β’, που πρωτοψάλθηκε. Αυτό το έκανε συχνά. Είχε πολύ μεγάλη ευλάβεια στην Παναγία και αναζητούσε συνεχώς τρόπους να την ευχαριστήσει και να την τιμήσει με έργα και με λόγια. Ο λόγος, όμως, στα χείλη του δεν μπορούσε να μείνει πεζός, αλλά γινόταν ύμνος προς την καθηγήτρια των μοναχών.
 Ειδικά μάλιστα όταν πήγαινε και έψαλλε στην ιστορική καλύβη του «Ἄξιόν ἐστι», κάθε φορά το καντήλι της εικόνας της Θεοτόκου κουνιόταν. Ήταν ένα περίεργο φαινόμενο. Όλοι νόμιζαν ότι από τη βροντερή φωνή του κουνιόταν. Σκέφτηκαν και του είπαν να ψάλει μακριά από την εικόνα. Το καντήλι και πάλι κουνιόταν! Πώς να μην κινηθεί, όταν ένας πραγματικός όσιος έψαλλε από το βάθος της καρδιάς του στην Κυρία Θεοτόκο; Αυτή τη φορά, όμως, Σεπτέμβριο μήνα, τον έπιασε βροχή στο δρόμο, όπως επέστρεφε από το καλντερίμι Καρυές-Δάφνη. Βράχηκε και έπαθε πνευμονία. Κοιμήθηκε στις 20-9-1938 στα Καυσοκαλύβια.

Πολλές φορές έβγαινε και έψαλλε έξω από το καλυβάκι του διάφορα τροπάρια, που ήξερε απ’ έξω, αλλά όλα σε ένα ήχο. Είχε δική του κλίμακα. Όταν έτρωγε το καλοκαίρι, ερχόταν στο ίδιο πιάτο και ένα φίδι (λένε ότι ήταν οχιά) και έτρωγε και αυτό μαζί του, χωρίς αυτός να φοβάται ή να πάθει κάτι.

Κάποτε είδαν στον ναό τους την εικόνα του Εσταυρωμένου να δακρύζει. Ο υποτακτικός του του έλεγε ότι είναι από το καντήλι. Εγώ θα φύγω για να μαζέψω τσάι. Εσύ μην ανάβεις το καντήλι και θα δεις, είπε ο Γέροντας. Πράγματι η εικόνα πάλι δάκρυζε!

Δεν έπαυε μέρα νύχτα να ψάλλει το «Ἄξιόν ἐστι». Ήταν η ζωή του. Για αυτό και η Παναγία ανταποκρινόταν με αυτό τον τρόπο, την κίνηση του καντηλιού, στον ιερό πόθο του παιδιού Της, στον τόπο, όπου πριν από χίλια χρόνια ο Αρχάγγελος Γαβριήλ επισφράγισε ότι πραγματικά είναι άξιο να θεωρούμε την Θεοτόκο ασυγκρίτως ενδοξοτέρα όλων των αγγελικών Ταγμάτων, όπως μέχρι τότε έψαλλε η ανθρώπινη φύση με τον ύμνο του αγίου Κοσμά του Μελωδού: Τήν τιμιωτέραν των Χερουβίμ…

Ιερομονάχου Μάξιμου Καυσοκαλυβίτου, Ασκητικές μορφές και διηγήσεις από τον Άθω – Άγιο Όρος, Τρίτη ανατύπωσι (2008), σελ. 237-239.

Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΧΑΡΙΤΟΣ - ΠΑΤΗΡ ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΖΑΧΑΡΟΥ gr. subs