Δευτέρα 21 Ιουλίου 2014

ΜΥΣΤΙΚΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ (6)


Henri de Lubac

Ο ΝΙΤΣΕ ΜΥΣΤΙΚΙΣΤΗΣ (ΜΥΣΤΙΚΟΣ)

Ο Λάϊμπνιτς, προσπαθώντας να ανατρέψει την έννοια του σοφού του Σπινόζα και της ευτυχίας, έγραφε: " Ο Σπινόζα φαντάζεται πώς ξεκινώντας από την ημέρα κατά την οποία ο άνθρωπος γνωρίζει πώς τα γεγονότα είναι το προϊόν της ανάγκης, το πνεύμα του βρίσκεται αμέσως επαρκώς στερεωμένο. Παρ'όλα αυτά λόγω αυτής ακριβώς της υποχρεώσεως, δεν ευχαριστεί πλέον την καρδιά του ασθενούς και αυτός δεν αισθάνεται λυτρωμένος από το δικό του κακό". Μ' αυτόν τον τρόπο όμως δεν διείσδυσε βαθειά στην σκέψη του φιλοσόφου και έτσι δεν υπήρξε δυσκολία να αποδειχθεί πώς μία τέτοια ανασκευή έμενε απλώς στην επιφάνεια. Στην πραγματικότητα όταν ο σοφός του Σπινόζα ανυψώνεται μέχρι να θεωρήσει την καθολική Ανάγκη, δεν το επιτυγχάνει μέσω μίας συνηθισμένης επιστήμης, η οποία εκτός των άλλων θα τον άφηνε στην μίζερη κατάστασή του: χάρη σε μία αρετή ενός συγκεκριμένου είδους διαισθήσεως, δεν είναι πλέον ο "ασθενής", για τον οποίο συνεχίζει να μιλά ο Λάϊμπνιτζ. Το όν που δέχεται την γνώση του τρίτου βαθμού -εάν αυτή δεν είναι ψεύτικη- δεν είναι πλέον καθεαυτό ένα από τα άπειρα στοιχεία από τα οποία συνίσταται η natura naturata (η δημιουργημένη Φύσις) : Μετέχει στην natura naturans (στην δημιουργό Φύση).

          Όπως φαίνεται είναι μία ανάλογη ιδέα με του Νίτσε. Από την μία στην άλλη, όμως, υπάρχει μία διαφορά, η οποία εξασφαλίζει την απομάκρυνση ακόμη περισσότερο από την πρώτη, από την ανασκευή του Λάϊμπνιτς: Βεβαίως δεν αναφερόμαστε στον χαρακτήρα του Πάθους, τόσο αντίθετο με την απρόσωπη ειρήνη, για να μην πούμε την ψυχρότητα, μίας σκέψης η οποία προοδεύει με τον γεωμετρικό κανόνα. Ότι, κάτω από εκείνη την φαινομενική ψυχρότητα, έκαιγε ίσως μία φλόγα, είχε γίνει κατανοητό ήδη. Ο Σπινόζα ήταν "μεθυσμένος του Θεού, εκστασιασμένος" . Στον Νίτσε όμως δεν υπάρχει ίχνος της Natura naturans. Καμμία Θεότης, καμμία αντικειμενική ουσία, καμμία αιώνια ιδέα. Τίποτε που να μοιάζει μ 'έναν πλατωνικό κόσμο. Επομένως και καμία οντολογία. Όσο αυστηρή και άκαμπτη μπορεί να είναι γι' αυτούς που την υπομένουν η ανάγκη που γεννιέται από την Μοίρα (Fatum), είναι καθαρή τυχαιότης, καθότι είναι καθαρή επινόηση: παιχνίδι των κύβων, θεία φαντασία, χορός στο κέντρο ενός άδειου ουρανού… Και όταν ο Ζαρατούστρα ανακαλύπτει πώς συμπίπτει με μία τέτοια αρχή, ανακαλύπτει μάλλον, πώς δέν υπήρχε καμμία ανώτερη αρχή στην οποία ήταν απαραίτητο να αναφέρεται: ο νόμος του κόσμου είναι στην ολότητα του, κάθε στιγμή, μία παραγωγή της προαιρέσεως του. Νίκησε κάθε πνεύμα της βαρύτητος. Είναι καθ'αυτός αιώνιος και όχι λόγω συμμετοχής. Ή καλύτερα γίνεται αιώνιος. Κάθε αξία προέρχεται από την Βούλησή του.  Όλη του η γνώση είναι δημιουργική. 

ΜΥΣΤΙΚΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ (5)


Henri de Lubac

Ο ΝΙΤΣΕ ΜΥΣΤΙΚΙΣΤΗΣ (ΜΥΣΤΙΚΟΣ)

          Σε μία σελίδα του νέου του βιβλίου στον Νίτσε, που διορθώνει κάπως το προηγούμενο δοκίμιο του, ο Daniel Halevy προσπαθεί να το καθορίσει. Σ'αυτό βρίσκει, δεμένη σ'έναν μύθο αρχαίο, μία νέα μεταφυσική:

          "Όλα επιστρέφουν, έλεγαν οι αρχαίοι, στους οποίους δεν ήταν οικεία ακόμη η έννοια της αιωνιότητος. Όλα επιστρέφουν ασταμάτητα γράφει ο Νίτσε. Είναι σαν να λέει: αιωνίως. Την ίδια στιγμή που υπάρχει επιστροφή, υπάρχει αιώνια επιστροφή. Αυτή είναι η έκφραση που θα χρησιμοποιεί πάντοτε, και σ'αυτή την έκφραση τονίζεται το Αιώνιο. Η χρήση του Εβραϊκού όρου, αγνώστου στους Έλληνες ανανεώνει τον πρωτόγονο μύθο. Από εποχή σε εποχή, ανακοίνωναν οι Έλληνες, ή ανθρωπότης θα υφίσταται κάποιες επιστροφές. Ο Νίτσε μιλά με διαφορετικό τρόπο: Κάθε στιγμή που ζούμε, προορισμένη να επιστρέψει άπειρες φορές, φέρει το ίχνος της αιωνιότητος, αυτή η ίδια είναι ένας Αιών".

          Εάν δεν την προεκτείνουμε πάρα πολύ, αυτή η ανάλυση φαίνεται σωστή, αλλά είναι ακόμη ανεπαρκής. Είναι αλήθεια πώς ο Νίτσε έχει μίαν ιδέα της αιωνιότητος που δεν υπήρχε σ'εκείνη την μορφή, ανάμεσα στους αρχαίους, όπως είναι επίσης είναι αλήθεια πώς η ένωση την οποία συλλαμβάνει, ανάμεσα στο γίγνεσθαι και την αιωνιότητα, έχει τον τόνο στον δεύτερο όρο:

ΜΥΣΤΙΚΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ (4)


Henri de Lubac

Ο ΝΙΤΣΕ ΜΥΣΤΙΚΙΣΤΗΣ (ΜΥΣΤΙΚΟΣ)

Εδώ αναδύεται μία ολόκληρη σειρά ερωτήσεων, που στρατοί ολόκληροι σχολιαστών δεν κουράστηκαν να συλλέγουν εδώ και πενήντα χρόνια. Πώς μπόρεσε να πιστέψει ο Νίτσε στην καινοφάνεια της ανακαλύψεώς του; Πώς μπόρεσε να βρει μία πηγή ενθουσιασμού σε μία σκέψη που είναι τουλάχιστον απογοητευτική; Πώς και δεν είδε, αυτός που ήταν τόσο οξύνους, τις τόσες αντιφάσεις; Και πώς δεν είδε τουλάχιστον, πώς το ιδεώδες του υπερανθρώπου του, ενσαρκωμένο στον Ζαρατούστρα, ήταν σε αντίφαση με την πίστη του στην Αιώνια Επιστροφή;

          Είναι βέβαιο πώς εάν υπήρχε μία ιδέα που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί "φθαρμένη", ήταν ακριβώς αυτή. Ήταν μία ιδέα που μπορούσες να συναντήσεις παντού. Δεν μπορεί να μην την είχε συναντήσει ο Νίτσε στους στοχαστές της αρχαίας Ελλάδος που την είχαν λατρεύσει από τους πρώτους: ένας Αναξίμανδρος, ένας Ηράκλειτος, ακόμη και ένας Πυθαγόρας. Ο Λουκρήτιος την ύμνησε τόσο πολύ που αποτέλεσε το θεμέλιο της Στωϊκής κοσμολογίας. Στην Ινδία βρισκόταν παντού και ο αναγνώστης του Deusseu και του Oldenberg το γνώριζε καλά. Δεν την είχε διαβάσει στον Γκαίτε; Την είχε διαβάσει στον Guyau. Τελευταίως μάλιστα είχε βρει ακόμη και μία επιστημονική δικαίωση στην νέα της δυναμική έκδοση από τον Vogt, ο οποίος εξηγούσε ολόκληρο το σύμπαν βασιζόμενος στην επ'άπειρον εναλλαγή της διαλύσεως και της συμπυκνώσεως. Πώς να παρακάμψουμε λοιπόν τον Henri Bois, ο οποίος στα 1881-1883, μιλούσε ήδη για ένα φαινόμενο παραμνησίας ή κρυπνομνησίας; Πώς να μην επαναλάβουμε μαζί με τον π.Sertillanges: "Εκείνο το πυρακτωμένο μυαλό καίει τις αναμνήσεις; Αμέσως μόλις ξαφνιάζεται από ένα καινούργιο κύμα της εσωτερικής φλόγας;"

ΜΥΣΤΙΚΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ (3)

Κυριακή, 18 Αυγούστου 2013

ΜΥΣΤΙΚΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ (3)


Υπάρχει όμως καί ένας άλλος λόγος πού εξηγεί τήν σιωπή του : τού λείπει τό θάρρος. Στήν χαρούμενη επιστήμη, μιά απλή συνέχεια τής ροδαυγής, τήν οποία ολοκληρώνει στήν Γενεύη καί στήν Μεσσήνη, ανάμεσα στόν Οκτώβριο τού 1881 καί τόν Απρίλιο τού 1882, πρός τό τέλος, εισάγει μιά πονηρή υπόνοια μέ μιά φανταστική έκφραση, σάν νά μήν μπορούσε νά πεί περισσότερα. Ο αναγνώστης ούτως ή άλλως δέν θά αντιλαμβανόταν τό μέγεθός της. Τόν αύγουστο τού 1882 λοιπόν, έναν χρόνο μετά από τό συμβάν, θά εξομολογηθεί στήν Λού Σαλομέ, χωρίς νά λείπει ξανά ο πόνος καί τό μυστήριο : «Μού τό εμπιστεύτηκε σάν ένα μυστικό, σάν κάτι μπροστά στό οποίο η επιβεβαίωσή του καί η επαλήθευσή του πάγωνε τόν λόγο. Μιλούσε μέ χαμηλή φωνή, καί μέ όλα τά σημάδια τού πιό βαθειού τρόμου». Τό γιατί τού πράγματος θά τό καταλάβουμε σέ λίγο. Η σκέψη πού ορθώθηκε μπροστά του, «σάν ένα άστρο», δέν είναι απλή. Αντικείμενο πανικού, εκτός από χαράς ή καλύτερα καί τά δύο. Άστραψε γιά νά φωτίσει ή γιά νά κεραυνοβολήσει; Τώρα κλαίει καί τήν ίδια στιγμή τρέμει. Αυτή η αποκάλυψη, τρομακτική καί υπέροχη, αυτή η διφορούμενη σκέψη, κλείνεται σέ δύο λέξεις : Η ΑΙΩΝΙΑ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ. 
Αρχές τού αυγούστου 1881 στο Sils Maria, σέ 6.500 πόδια πάνω από τήν θάλασσα καί πολύ πιό ψηλά πάνω από όλα τά ανθρώπινα πράγματα. Ο ήλιος τής γνώσεως λάμπει εκ νέου τό μεσημέρι : καί τό φίδι τής αιωνιότητος  βοστρυχώνει (σπειροειδώς κινήται) στό φώς του ... (ιδού ο άνθρωπος). 

ΜΥΣΤΙΚΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ (2)

Henri de Lubac
 
Ο ΝΙΤΣΕ ΜΥΣΤΙΚΙΣΤΗΣ (ΜΥΣΤΙΚΟΣ)

Στό βιβλίο στό οποίο κατέγραψε τίς αναμνήσεις της γιά τον γερμανό φιλόσοφο, η Lou Andreas-Salome (πηγή εμπνεύσεως και τού Φρόϋντ, η νέα Σαλώμη τής στροφής τής Δύσεως προς τόν αθεϊσμό. Ζήτησε καί έλαβε τήν κεφαλή τού Κυρίου), αφηγείται πώς ο Νίτσε, το 1882 όταν είχε τελειώσει τό γράψιμο τής «Χαρούμενης επιστήμης», «πίστευε πώς είχε φθάσει στίς όχθες ενός ξένου κόσμου, χωρίς όνομα ακόμη, εκπληκτικό, από τον οποίο είναι γνωστό μόνον πως βρίσκεται πέρα από ο,τιδήποτε μπορεί νά συζητηθεί καί νά καταστραφεί από τήν σκέψη. Μιά πλατειά θάλασσα, φαινομενικώς χωρίς οχθες, ανάμεσα σ’αυτόν καί σέ κάθε δυνατότητα μιάς ανανεωμένης διανοητικής κριτικής – πέρα από κάθε κριτική. Πίστευε πώς είχε βρεί σταθερή γή, θεμέλιο». Μιά τέτοια συμπεριφορά δέν ήταν εντελώς καινούρια, αλλά την βρίσκουμε ήδη κάποιους μήνες νωρίτερα, παρούσα, όταν ο Νίτσε αισθάνεται πώς τόν τελευταίο καιρό είναι πλέον ένας νέος άνθρωπος. Είχε εισέλθει σέ ένα άλλο σύμπαν. Όσον αφορά δέ τό βαθύ του είναι, αισθάνεται νά έχει διαρρήξει κάθε δεσμό μέ τούς ζωντανούς. «Άς αφήσουμε επιτέλους τόν κύριο Νίτσε νά φύγει.... άς αδιαφορήσουμε».  Δέν είναι πλέον ο καθηγητής μέ την ασταθή υγεία, πλούσιος σέ πρωτότυπες ιδέες, τίς οποίες γνώρισαν οι φίλοι του στίς διάφορες διαμονές του. Δέν είναι πλέον ένας συγγραφέας, ένας φιλόσοφος, ένας κριτικός. Δέν είναι πλέον ο μαθητής τών γάλλων ηθικολόγων, ή κάποιου δασκάλου, όποιου κι άν είναι αυτός. Ο ρομαντισμός στήν Βασιλεία κάι ο θετικισμός πού ακολούθησε δέν ξεπεράστηκαν απλώς, μεταμορφούμενοι, όπως συμβαίνει στή διάρκεια κάθε διανοητικής εξελίξεως.

Ο ΜΥΣΤΙΚΙΣΜΟΣ (1)

Ο ΜΥΣΤΙΚΙΣΜΟΣ (1)

Ο Μυστικισμός είναι η χαρά και η λύπη της ανθρωπότητος. Η πηγή της θρησκείας και της φιλοσοφίας, της ποιήσεως και του γραπτού λόγου. Το άφατο και το αιώνιο που καταλήγει στον πολιτισμό. Η Μυστική εμπειρία είναι το ΟΛΟΝ, το ανθρώπινο πνεύμα, ο λόγος. ΤΟ ΕΝΑ. Το οποίο καταλήγει να εκφραστεί δημιουργώντας το φαινόμενο του πολιτισμού. Είναι όμως και η ΕΝΟΤΗΣ, η μυστική συμμετοχή, η Ουσία, που μέσω του συναισθήματος καταλήγει να εξωτερικευθεί στην κουλτούρα με απόγειό της την θρησκεία. Η θρησκεία και η θεότης είναι τρόποι ζωής οι οποίοι οργανώνουν την ανθρώπινη ζωή μέσα στην Φύση, στην καρδιά της Φύσεως. Ο ΘΕΟΣ, το ΕΝΑ, είναι πέραν της Φύσεως, είναι η πηγή της ζωής, το κέντρο του Σύμπαντος. Η Αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία ένωσε τα δύο φαινόμενα. Ιδιαιτέρως με την φιλοσοφία του Αριστοτέλη. Ο οποίος πέτυχε για πάντα αυτό που μάταια προσπαθεί (ο σύγχρονος Φυσικός) με τις εξισώσεις, χωρίς τον άνθρωπο, να ενώσει τις δύο μεγάλες θεωρίες της μοντέρνας Φυσικής Επιστήμης, τον μικρόκοσμο και τον μακρόκοσμο. Η ένωση των δύο αυτών αντιθέτων, μέσω της τεχνολογίας, αυτή η τεχνολογική ένωση που οραματίζεται ο Φυσικός, θα είναι η εποχή του Αντιχρίστου. Διότι δεν θα περιέχει και δεν θα μπορεί να συμπεριλάβει τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος της εποχής αυτής θα είναι αναγκαίως τεχνολογικός, ένα Ρομπότ.

Με κέντρο τον άνθρωπο, μας παρεδόθη αυτή η ένωση με την Φιλοσοφία του Πλάτωνος, με το ξεκίνημα της Φιλοσοφίας. Είναι οι δύο αρχές της Φιλοσοφίας του. Συμβολικά τις ονόμασε το Ένα και το Δύο.

ΜΥΣΤΙΚΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ - Henri de Lubac

Ο Μυστικισμός είναι η χαρά και η λύπη της ανθρωπότητος. Η πηγή της θρησκείας και της φιλοσοφίας, της ποιήσεως και του γραπτού λόγου. Το άφατο και το αιώνιο που καταλήγει στον πολιτισμό. Η Μυστική εμπειρία είναι το ΟΛΟΝ, το ανθρώπινο πνεύμα, ο λόγος. ΤΟ ΕΝΑ. Το οποίο καταλήγει να εκφραστεί δημιουργώντας το φαινόμενο του πολιτισμού. Είναι όμως και η ΕΝΟΤΗΣ, η μυστική συμμετοχή, η Ουσία, που μέσω του συναισθήματος καταλήγει να εξωτερικευθεί στην κουλτούρα με απόγειό της την θρησκεία. Η θρησκεία και η θεότης είναι τρόποι ζωής οι οποίοι οργανώνουν την ανθρώπινη ζωή μέσα στην Φύση, στην καρδιά της Φύσεως. Ο ΘΕΟΣ, το ΕΝΑ, είναι πέραν της Φύσεως, είναι η πηγή της ζωής, το κέντρο του Σύμπαντος. Η Αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία ένωσε τα δύο φαινόμενα. Ιδιαιτέρως με την φιλοσοφία του Αριστοτέλη. Ο οποίος πέτυχε για πάντα αυτό που μάταια προσπαθεί (ο σύγχρονος Φυσικός) με τις εξισώσεις, χωρίς τον άνθρωπο, να ενώσει τις δύο μεγάλες θεωρίες της μοντέρνας Φυσικής Επιστήμης, τον μικρόκοσμο και τον μακρόκοσμο. Η ένωση των δύο αυτών αντιθέτων, μέσω της τεχνολογίας, αυτή η τεχνολογική ένωση που οραματίζεται ο Φυσικός, θα είναι η εποχή του Αντιχρίστου. Διότι δεν θα περιέχει και δεν θα μπορεί να συμπεριλάβει τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος της εποχής αυτής θα είναι αναγκαίως τεχνολογικός, ένα Ρομπότ.

Με κέντρο τον άνθρωπο, μας παρεδόθη αυτή η ένωση με την Φιλοσοφία του Πλάτωνος, με το ξεκίνημα της Φιλοσοφίας. Είναι οι δύο αρχές της Φιλοσοφίας του. Συμβολικά τις ονόμασε το Ένα και το Δύο.

Ο άνθρωπος όμως δημιουργήθηκε, όπως μας περιγράφει η μυθολογία μας, με το πυρ που έκλεψε από τους θεούς ο Προμηθέας. Το πυρ το οποίο μαγειρεύει την τροφή μας, τις πληροφορίες των αισθητηρίων μας, που μεταλλάσσει την Φύση σε ανθρωπότητα. Στον πολιτισμό.
Οι αρχαίοι φιλόσοφοι και μόνον αυτοί, με την έμπνευση των προσωκρατικών βρήκαν την πηγή της Φωτιάς, πέρα από τους θεούς του πολιτισμού και της κουλτούρας. Αυτό το πυρ είναι η υπερβατικότης, το πνεύμα ζωής που φύσηξε ο θεός στον άνθρωπο, το κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν, το αυτεξούσιο της πατερικής παραδόσεως ή το μέτρο της φιλοσοφίας και της ηθικής.

Εκεί όμως, στο κέντρο της μεγαλειώδους αυτής πηγής, που είναι άπειρος και αιώνιος, η ανθρωπότης συνάντησε και το κέντρο της αμαρτίας, τον καρπό του καλού και του κακού. Το Μυστήριο του θανάτου. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να κατοικήσει μόνιμα στο κέντρο της ζωής. Διότι εκεί βρίσκεται το κέντρο του Νόμου, του κανόνος και ταυτόχρονα το κέντρο της πλάνης. Η αίσθηση της θειότητος. Ο μυστικός επανέρχεται από το ύψος του ΕΝΟΣ, σαν Ένας, σαν θεός που δικαίως θα επιβάλλει τον Νόμο στους πολλούς. ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ. Η οποία απεδείχθη στους αιώνες ανέφικτη, ανεφάρμοστη, η πηγή της Ιστορίας, η αρχή της πτώσεως. Βεβαίως η σοφία του Πλάτωνος τον οδήγησε στην Φιλανθρωπία των ΝΟΜΩΝ, αλλά και στην φθορά. Με μεγάλη πίκρα η ανθρωπότης ανακάλυψε πως και η Φιλανθρωπία φθείρεται, οδεύει προς τον θάνατο και πως ακόμη και η ιδανική ανθρώπινη Φιλάνθρωπη πολιτεία έχει την ανάγκη αναγεννήσεως, ανανεώσεως, επιστροφής στην πηγή της ζωής. Αυτός ο αέναος κύκλος είναι η Ιστορία, η διαιώνιση της ζωής.