Τετάρτη 23 Ιουλίου 2014

Αμήχανον & άκτιστον κάλλος:Η ομορφιά στον Πλατωνισμό και Νεοπλατωνισμό


16 Ιουλίου 2014
Η καθαρή ιδέα του κάλλους δεν είναι φαινόμενο (όμορφο πλάσμα, αντικείμενο, δημιούργημα), όπως όλα, όσα μετέχουν σε αυτή, αλλά είναι ουσία. Από τη θέα των καθ έκαστον προχωράς  στην συνόραση της ομορφιάς, την κοινή σε όλα τα όμορφα σώματα. Προχωράς στην ομορφιά έργων και επιστημών και βεβαιώνεσαι για την ομορφιά της ψυχής. Αλλά πάλι έχεις φαινόμενα ομορφιάς, όχι την ίδια. Ωστόσο αυτή η θέα των φαινομένων είναι θέα εσωτερική, κάλλος πνευματικό, αλλά όχι το κάλλος αυτό καθαυτό. Το καθαυτό κάλλος είναι στην απολυτότητά του θείο και το θεάζεται η ψυχή με άλλο τρόπο, γιατί δεν παρουσιάζεται με συγκεκριμένη μορφή.
omplneopl1
Είναι μια ομορφιά, που είναι θεατή με το νου (ό.π.α.413), ο οποίος είναι συγγενής με το θείο, με την ιδέα του κάλλους. Η θέα είναι εδώ άμεση, δεν μεσολαβεί τίποτα μεταξύ νου και κάλλους. Έχει μυστηριακό χαρακτήρα και κατ΄ ουσίαν δεν είναι θέα, αλλά απόλυτη γνώση του απολύτου κάλλους. Αλλά εκείνο που παρουσιάζει ενδιαφέρον είναι ο τρόπος της θέασης. Το κάλλος γίνεται αντιληπτό με την «καθαρή» όραση, σε ατελή πάντως μορφή. Μπορεί να μη βλέπει κανείς την φρόνηση, αλλά ο οφθαλμός βλέπει το κάλλος . Όμως και αυτή η «πολυτελέστατη» δύναμη του οράν  και οράσθαι, η όραση, έχει μιαν αδυναμία, χρειάζεται το φως.
Το κάλλος είναι προϊόν θείας μανίας, όχι ικανότητας. Αιτία, στον Πλάτωνα, αυτού του κάλλους είναι συνεπώς ο Θεός. Ο καλλιτέχνης πρέπει να περάσει την ανθρώπινη γνώση και σπουδή για να δημιουργήσει κάτι που αγγίζει την αιωνιότητα, δηλαδή πρέπει να ενωθεί με τον Θεό, να ενθουσιασθεί (ό.π.α.,420). Γι΄ αυτό ο Πλάτων συνδυάζει την τέχνη με την θρησκεία. Εδώ λανθάνει η πεποίθηση ότι υπάρχει θεϊκή τάξη και αρμονία στον κόσμο. Η μεταφυσική αυτή αντίληψη θα διαποτίσει την τέχνη. Το έργο τέχνης πρέπει να εκφράζει το απόλυτο νόημα της ζωής, οπόταν η τέχνη συναρτάται με την μεταφυσική συνείδηση του δημιουργού (ό.π.α.).

Ο Σταυρός ως μέσον αγιασμού και μεταμόρφωσης του κόσμου


13 Σεπτεμβρίου 2012
Διά του σταυρού ο Χριστός αγίασε το σώμα του —κρίκο σύνδεσης με τον κόσμο. Απέκρουσε τους πειρασμούς που του έστελνε ο κόσμος, να γευθεί δηλαδή τις ηδονές, ικανοποιώντας υπέρμετρα τις ανάγκες του ή αποφεύγοντας τον πόνο και το θάνατο. Αν, κατά τον ίδιο τρόπο, απωθήσουμε τους πειρασμούς της αμαρτίας και υπομείνουμε καρτερικά τις οδύνες του θανάτου, η αγιότητα μπορεί να απλωθεί από το σώμα Του σε όλα τα σώματα και σε όλο τον κόσμο.
Η ορθόδοξη Εκκλησία δεν λέει πως διά του σταυρού ο Χριστός εξήλθε της δημιουργίας, αλλά πως την αποκατέστησε σε παράδεισο- παράδεισο αρετής γι’ αυτούς που, από αγάπη σ’ Εκείνον, αποδέχονται το σταυρό Του. Συνεπώς ο σταυρός είναι η δύναμη του Χριστού, που, αν την προσλάβουμε, μπορεί να οδηγήσει τον κόσμο στον παράδεισο. Γι’ αυτό το σκοπό ο Χριστός μένει μαζί μας έως της συντέλειας των αιώνων. Χωρίς αμφιβολία, ο πλήρης παράδεισος θα πραγματωθεί μόνο μετά την παγκόσμια ανάσταση.
Η δημιουργία μεταβλήθηκε σε πεδίο μάχης ανάμεσα στους ανθρώπους, εξαιτίας της απληστίας και των εγωιστικών παθών γενικά. Μπορεί όμως να αποκατασταθεί στην παραδεισιακή κατάσταση διά του σταυρού. Η ορθόδοξη Εκκλησία στη γιορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, στις 14 Σεπτεμβρίου, ψάλλει: «Εν Παραδείσω με το πριν ξύλον εγύμνωσεν, ούπερ τη γεύσει ο εχθρός εισφέρει νέκρωσιν· του Σταυρού δε το ξύλον, της ζωής το ένδυμα ανθρώποις φέρον, επάγη επί της γης και κόσμος όλος επλήσθη πάσης χαράς» (Κάθισμα εορτής). Δι’ αυτού ο παράδεισος ανοίχτηκε ξανά, γιατί η «στρεφόμενη ρομφαία» (Γεν. 3,24), που εμπόδιζε την είσοδο σ’ αυτόν, εξαιτίας της ανθρώπινης απληστίας, δεν μπορούσε πια να τον κρατήσει κλειστό. Γιατί τώρα ο Χριστός εισήλθε στον παράδεισο, αφού τον άνοιξε, φέρνοντας ως ένας άνθρωπος το ξύλο του σταυρού, διά του οποίου κατανίκησε την απληστία και προτίμησε την απάρνηση του εαυτού Του. Και θα εισέλθουν στον Παράδεισο όλοι όσοι θα πράξουν το ίδιο.

Λόγος στήν Παγκόσμιο Ύψωση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού


14 Σεπτεμβρίου 2012
 Ἑορτάζουμε τήν πανήγυρι τοῦ Σταυροῦ, καί ὅλο τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας καταφωτίζεται. Ἑορτάζουμε τήν πανήγυρι τοῦ Σταυροῦ, καί ὅλη ἡ οἰκουμένη φωταγωγεῖται καί γεμίζει μέ ἀκτίνες θεϊκῆς χαρᾶς. Ἑορτάζουμε τήν πανήγυρι τοῦ Σταυροῦ, διά τοῦ ὁποίου τό σκοτάδι (τῆς ἁμαρτίας) διώχθηκε, καί ἦλθε τό φῶς (τῆς ἀρετῆς). Ἑορτάζουμε τήν πανήγυρι τοῦ Σταυροῦ, καί ὑψούμεθα πνευματικά μαζί μέ τόν Σταυρωθέντα Σωτήρα μας, ἀφήνοντας κάτω τή γῆ μέ τήν ἁμαρτία, γιά νά κερδίσουμε τά ἄνω ἀγαθά.

Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί ὑψώνει μαζί του τήν ἀνθρωπότητα, πού λόγω τῆς ἁμαρτίας της, ἦταν πεσμένη κάτω. Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί ταπεινώνει τήν αὐθάδη ἔπαρση τῶν δαιμόνων. Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί ἡ ἐναντία δύναμη τοῦ πονηροῦ ὑποχωρεῖ καί ταπεινώνεται. Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί συναθροίζεται τό πλήρωμα τῆς Ἐκ­κλησίας. Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί οἱ πόλεις ἑορτάζουν πανηγυρικά· οἱ δέ λαοί προσφέρουν χαρούμενοι τίς ἀναίμακτες θυσίες στόν Θεό. Διότι καί μόνη ἡ μνήμη τοῦ Σταυροῦ εἶναι ὑπόθεση μεγάλης χαρᾶς, καί ἀποδίωξη τῆς λύπης.
Ἀλλά καί τό νά βλέπει κανείς τόν τύπο τοῦ Σταυροῦ, πόσο μεγάλο πράγμα εἶναι! Διότι ἐκεῖνος πού βλέπει τό Σταυρό, γεμίζει ἀνδρεία καί διώχνει τή δειλία. Τόσο μεγάλο πράγμα εἶναι ὁ Σταυρός! Καί αὐτός πού τόν κάνει κτῆμα του, θά ἔχει ἀποκτήσει ἕνα θησαυρό. Ἴσως νά νομίζετε ὅτι ὀνομάζω θησαυρό τό χρυσό, ἤ τά μαργαριτάρια, τούς βαρύτιμους ἰνδικούς λίθους, γιά τά ὁποῖα χαίρουν οἱ σαρκικοί ἄνθρωποι, ἀσχολούμενοι μέ τά μικρά καί ἀνάξια λόγου πράγματα. Ἐγώ ὅμως ὀνομάζω θησαυρό –καί δίκαια– ἐκεῖνο τό ὡραιό­τατο καί πολύτιμο πράγμα καί ὄνομα ἐπάνω στό ὁποῖο καί μέ τό ὁποῖο ἐπιτεύχθηκε ὅλη ἡ ὑπόθεση τῆς σωτηρίας μας.
Γιατί τά λέγω αὐτά; Ἐάν δέν ὑπῆρχε Σταυρός, δέν θά συντριβόταν ὁ θάνατος, δέν θά γυμνωνόταν ὁ ἅδης, δέν θά νεκρωνόταν τό πονηρό φίδι, ὁ διάβολος. Γι᾽ αὐτό εἶναι πολύ μεγάλο καί τίμιο πράγμα ὁ Σταυρός. Μεγάλο, διότι πάρα πολλά ἀγαθά καί εὐεργεσίες ἔγιναν δι᾽ αὐτοῦ. Τόσο πολλά, καθόσο καί τά θαύματα καί τά Πάθη τοῦ Χριστοῦ ὑπερνικοῦν κάθε δύναμη λόγου καί ἔκφρασης. Εἶναι τίμιο, ἐπίσης, διότι ὁ Σταυρός σημαίνει θεῖο Πάθος καί τρόπαιο. Πάθος, λόγω τοῦ ὅτι ὁ ἀπαθής Χριστός, ἑκούσια ὑπέστη σταυρικό θάνατο· τρόπαιο δέ, διότι ὁ διάβολος τραυματίσθηκε διά τοῦ Σταυροῦ, καί μαζί του νικήθηκε καί ὁ θάνατος. Συνετρίβησαν ἐπίσης οἱ πύλες τοῦ ἅδη, καί τέλος, ὁ Σταυρός ἔγινε γιά ὅλο τόν κόσμο κοινή σωτηρία.

Στην Ύψωση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού. (Λόγος Α΄)


17 Σεπτεμβρίου 2012
α΄. Εορτάζομε την πανήγυρι του Σταυρού, και όλο το πλήρωμα της Εκκλησίας καταφωτίζεται. Εορτάζομε την πανήγυρι του Σταυρού, και όλη η οικουμένη φωταγωγείται και γεμίζει με ακτίνες θεϊκής χαράς. Εορτάζομε την πανηγύρι του Σταυρού, διά του οποίου το σκοτάδι (της αμαρτίας) εδιώχθη, και ήλθε το φως (της αρετής). Εορτάζομε την πανηγύρι του Σταυρού, και υψούμεθα πνευματικώς μαζί με τον Σταυρωθέντα Σωτήρα μας, αφήνοντας κάτω την γη με την αμαρτία, δια να κερδίσουμε τα άνω αγαθά. Υψώνεται ο Σταυρός, και υψώνει μαζί του την ανθρωπότητα, που, λόγω της αμαρτίας της, ήταν πεσμένη κάτω. Υψώνεται ο Σταυρός, και ταπεινώνει την αυθάδη έπαρση των δαιμόνων. Υψώνεται ο Σταυρός, και η εναντία δύναμις του πονηρού υποχωρεί και ταπεινώνεται. Υψώνεται ο Σταυρός, και συναθροίζεται το πλήρωμα της Εκκλησίας. Υψώνεται ο Σταυρός, και αι πόλεις εορτάζουν πανηγυρικώς· οι δε λαοί προσφέρουν χαρούμενοι τας αναιμάκτους θυσίας εις τον Θεόν. Διότι και μόνη η μνήμη του Σταυρού είναι υπόθεση μεγάλης χαράς, και αποδίωξη της λύπης.
β΄. Αλλά και το να βλέπη κανείς τον τύπον του Σταυρού, πόσον μεγάλο πράγμα είναι! Διότι εκείνος πού βλέπει τον Σταυρόν, γεμίζει ανδρεία και διώχνει την δειλία. Τόσο μεγάλο πράγμα είναι ο Σταυρός! Και αυτός πού θα τον κάνει κτήμα του, θα έχει αποκτήσει ένα θησαυρό. Ίσως να νομίζετε ότι ονομάζω θησαυρό τον χρυσόν, ή τα μαργαριτάρια, ή τούς βαρύτιμους Ινδικούς λίθους, δια τα οποία χαίρουν οι σαρκικοί άνθρωποι, ασχολούμενοι με τα μικρά και ανάξια λόγου πράγματα. Εγώ όμως ονομάζω θησαυρό —και δικαίως— εκείνο το ωραιότατο και πολύτιμο πράγμα και όνομα, επάνω στο οποίο και διά του οποίου επετεύχθη όλη η υπόθεση της σωτηρίας μας. Διότι εάν δεν υπήρχε ο Σταυρός, ο Χριστός δεν θα εσταυρώνετο. Εάν δεν υπήρχε ο Σταυρός, ο Χριστός —η αληθινή ζωή— δεν θα εκαρφώνετο επάνω εις το Ξύλον αυτό· και εάν δεν εκαρφώνετο δεν θα ανέβλυζον από την Πλευράν οι βρύσες της αφθαρσίας «αίμα και ύδωρ», τα οποία εστάθησαν καθάρσια όλου του κόσμου. Δεν θα εσχίζετο το χειρόγραφο της αμαρτίας, δεν θα είχαμε την πνευματική ελευθερία μας· ούτε θα απελαμβάναμε το «ξύλον της ζωής»· ο Παράδεισος δεν θα ανοιγόταν· η «στρεφόμενη φλογίνη ρομφαία» δεν θα άφηνε ελεύθερη την είσοδο προς την Εδέμ· ούτε ο Ληστής θα εισερχόταν εις τον Παράδεισο.
γ΄. Διατί τα λέγω αυτά; Εάν δεν ήτο ο Σταυρός, δεν θα ήρχετο ο Χριστός επί της γης· και εάν ο Χριστός δεν ήρχετο, δεν θα υπήρχε η Παρθένος. Και εάν δεν υπήρχε η Παρθένος, ούτε Γέννησις Χριστού δευτέρα θα υφίστατο. Δεν θα συνανεστρέφετο ο Θεός ανάμεσα στους ανθρώπους· δεν θα υπήρχε τόκος, ούτε φάτνη, ούτε σπάργανα, ούτε οκταήμερος περιτομή, ούτε υποταγή εις τους γονείς Του, ούτε αύξησις ηλικίας, ούτε αύξησις σώματος, ούτε φανέρωσις Αυτού, ούτε βάπτισμα, ούτε θαύματα, ούτε ο προδότης Ιούδας, ούτε η δίκη του Πιλάτου, ούτε το θράσος των Ιουδαίων που ζητούσαν επιμόνως να σταυρώσουν τον Αθώον.
Και εάν δεν υπήρχε Σταυρός, δεν θα συνετρίβετο ο θάνατος, δεν θα εγυμνούτο ο άδης, δεν θα ενεκρώνετο το πονηρό φίδι, ο διάβολος. Δι’ αυτό είναι πολύ μεγάλο και τίμιο πράγμα ο Σταυρός. Μεγάλο, διότι πάρα πολλά αγαθά και ευεργεσίαι έγιναν δι’ αυτού. Τόσο πολλά, καθ’ όσον και τα θαύματα και τα Πάθη του Χριστού υπερνικούν κάθε δύναμι λόγου και εκφράσεως. Είναι τίμιον επίσης, διότι ο Σταυρός σημαίνει: Θείον Πάθος και τρόπαιον. Πάθος, λόγω του ότι ο απαθής Χριστός, εκουσίως υπέστη σταυρικόν θάνατον, τρόπαιον δε, διότι ο διάβολος ετραυματίσθη δια του Σταυρού, και μαζί του ενικήθη και ο θάνατος. Συνετρίβησαν επίσης αι πύλαι του άδου, και τέλος, ο Σταυρός έγινε δι’ όλον τον κόσμον κοινή σωτηρία.
δ΄. Ο Σταυρός είναι ελπίς των Χριστιανών, σωτήρ των απεγνωσμένων, λιμάνι γι’ αυτούς που ευρίσκονται σε δύσκολες βιωτικές περιστάσεις, ιατρός για τους ασθενείς· απομακρύνει τα πάθη, δίδει την υγεία, δίδει την ζωή στους πνευματικά νεκρούς, καθοδηγεί προς την ευσέβεια, αποστομώνει την βλασφημία.

Δευτέρα 21 Ιουλίου 2014

ΜΥΣΤΙΚΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ (9)



Ο ΝΙΤΣΕ ΜΥΣΤΙΚΙΣΤΗΣ (Τελευταίο). 



Henri de Lubac

Ο ΝΙΤΣΕ ΜΥΣΤΙΚΙΣΤΗΣ (ΜΥΣΤΙΚΟΣ)  
 

Ο Νίτσε δεν το παραδέχεται, αλλά το έργο του το διαλαλεί στους τέσσερις ανέμους. Διαψεύδει την λύση στην οποία αρπάζεται, αποκαλύπτει τα κενά: «Πρέπει να επιμείνω στο όνειρο μου εάν δεν θέλω να πεθάνω» : τρομακτική εξομολόγηση, καθότι ό,τι ονόμαζε μέχρι τότε διαλυμένο ερείπιο θα μπορούσε να είχε γίνει η σωτηρία του και εκείνη η προσκόλλησή του σ’ ένα αδύνατο όνειρο είναι αντιθέτως αυτό που θα τον οδηγήσει στην καταστροφή. Αυτός που χάρη στην απαίτηση ειλικρίνειας πλησιάζει τις πιο λεπτές ψυχές, κατέληξε να θρέψει ένα ύποπτο ενδιαφέρον για την ιδέα του «Ιερού ψέματος». Αυτός που με τόση λεπτότητα μυρίστηκε τις ασυνείδητες υποκρισίες και με τόση σκληρότητα τις καταδίκασε, έγινε στο τέλος, όχι ο άνθρωπος με την μάσκα, αλλά ο άνθρωπος της μάσκας, σχεδόν ο θεωρητικός τής ψευδαισθήσεως, την οποία χαΐδεψε και έθρεψε, ο θαυμαστής μίας υποκρισίας τής οποίας, κατά βάθος, γνωρίζει την φύση της πολύ καλά. 
Προσποιήθηκε ότι δημιούργησε αυτό που δεν μπορούσε να εμποδίσει την επιβολή του. (Αυτό το σημείο παρουσιάζεται με διαύγεια από την Λού Σαλομέ: ...αλλά το βάθος όλης της αναπαραστάσεως αποτελείται από την σκέψη πώς ο κόσμος είναι μία ψευδαίσθηση τού ανθρώπου, που την δημιουργεί ο ίδιος και πώς στην θεότητά του, δηλαδή στην ενότητα της ουσίας του με τον πλούτο της ζωής, γνωρίζει πώς εξαρτάται από αυτόν και από την δημιουργική θέληση…) Επέστρεψε λοιπόν μ’αυτόν τον τρόπο στον ψευδαισθησιασμό της πρώτης του περιόδου, όταν ήταν θαυμαστής τού Σοπενάουερ. [Αυτή είναι η κίνηση της Δύσεως που δεν έχουμε κατανοήσει ακόμη. Που την υποδούλωσε στον Ινδουισμό. Τα αισθητήρια που μας δίνουν τα φαινόμενα, γεννούν την ψευδαίσθηση. Ο κόσμος των αισθητηρίων είναι μία ψευδαίσθηση. Και με την ψευδαίσθηση αυτή αποκήρυξαν την Ελληνική στάση απέναντι στα αισθητήρια, πού ήταν ότι τα φαινόμενα απατούν, ελέγχονται δεν καταργούνται καί νομιμοποίησαν την διαχείριση των πληροφοριών των αισθητηρίων από την φαντασία, κάτι που απαγόρευε η αρχαία φιλοσοφία, προκειμένου να καταλήγουν στον Νού]. Όπως και η Γέννηση της Τραγωδίας, ο Ζαρατούστρα είναι ένα έργο «Βαγκνεριανό». Αυτό το ποίημα με το οποίο θέλησε να κοροϊδέψει το Ευαγγέλιο, είναι παρόλες τις όμορφες στιγμές του, θεατρικό, σε απελπιστικό βαθμό. Γίνεται αισθητή μία δίψα για καθαρότητα και αυθεντικότητα, αλλά ταυτοχρόνως και κάτι φουσκωμένο και κάτι ψευδομεγαλοπρεπές που αποκαλύπτει την παραχάραξη. Και την ίδια στιγμή που λυπάται τον Πασκάλ σαν ένα θύμα του Χριστιανισμού, ο Νίτσε βρίσκεται πολύ κοντά να αποδειχθεί θύμα του αντιχριστιανικού ονείρου - τού ψεύδους του. Και η Λού Σαλομέ δεν είναι η μόνη που ταράζεται διαβάζοντας αυτές τις γραμμές από το «πέραν του καλού και του κακού». Και ποιος ξέρει πώς μέχρι σήμερα, σε όλα τα μεγάλα γεγονότα δεν επαληθεύθηκε ακριβώς το ίδιο πράγμα: πώς το πλήθος λάτρευσε έναν Θεό-και πώς ο «Θεός αυτός δεν υπήρξε τίποτε άλλο από ένα φτωχό θύμα προς θυσία» . 

ΜΥΣΤΙΚΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ (8)



Henri de Lubac

Ο ΝΙΤΣΕ ΜΥΣΤΙΚΙΣΤΗΣ (ΜΥΣΤΙΚΟΣ)  
Είναι ο άνθρωπος της μνησικακίας μ’έναν τρόπο ακόμη πιο γενικό, «ήταν ο πιο αδύναμος από τους ανθρώπους». Και σ’αυτό ακριβώς το σημείο μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε κάποιες ψυχολογικές παρατηρήσεις, αφήνοντας τον λόγο στον Henri-L. Mieville

Μπορούμε χωρίς να εκτεθούμε και τόσο πολύ, να αποδώσουμε έναν ρόλο αρκετά σημαντικό στην σκέψη του Νίτσε, στην υπόγεια δραστηριότητα προβληματικών αισθημάτων που δεν «λύθηκαν» ποτέ, για να χρησιμοποιήσουμε την γλώσσα της ψυχαναλύσεως. Αυτά τα κόμπλεξ, επιβαρυμένα από την ασθένεια, ήταν συγκεκριμένα κόμπλεξ κατωτερότητος απέναντι στην ζωή. Την εποχή των σχέσεων του με τον Βάγκνερ αυτή η πιεστική φιλία με την πιο τυραννική ιδιοφυΐα, η συναισθηματική ήττα που τον καταδικάζει, ο ανομολόγητος και χωρίς ανταπόκριση έρωτας του για την Cosima, την γυναίκα του Βάγκνερ, ενίσχυσαν αυτές τις αρρωστημένες τάσεις. Σ’αυτό πρέπει να προσθέσουμε την μικρή επιτυχία της δραστηριότητός του σαν καθηγητού, στην Βασιλεία και αργότερα στην ταπείνωση που θα προκαλέσει η ολοκληρωτική αδιαφορία του κοινού στην έκδοση των βιβλίων του. Εξαιρουμένων λίγων φίλων του, κανένας δεν θα τον τιμήσει με την προσοχή του. Η ύπαρξη αυτών των συνδρόμων στο υποσυνείδητό του και η επίδραση τους στην σκέψη του, πιστοποιούνται από όλη την εξέλιξη του ποιητού τού Ζαρατούστρα και ιδιαιτέρως από την παθητική βία -συγκρατημένης κατ’αρχάς και στην συνέχεια ελεύθερης να ξεσπάσει- του υπερτονισμένου του ατομικισμού. Αλλά όσο η σκέψη μας συνεχίζει να καθορίζεται, είτε λιγότερο είτε περισσότερο, από υποψίες άμυνας από την επιθυμία συμπληρωματικών ικανοποιήσεων και από την εξέγερση ενάντια σε παλιές καταπιέσεις, δεν είναι ελεύθερη, ακόμη και αν η γλώσσα μας είναι η πιο αποστασιοποιημένη ή η πιο τολμηρή με την επαναστατική σημασία της. Ο δρόμος του είναι ήδη καθορισμένος από τις επιρροές εναντίον των οποίων αντιδρά. Και αυτές οι αναλύσεις συνδυάζονται τέλεια και με την κρίση που εξέφρασε ο Μιγκέλ ντε Ουναμούνο. 
Απελπισμένος και τρελλός, για να αμυνθεί απέναντι στον εαυτό του καταράστηκε αυτό που αγαπούσε περισσότερο. Αδυνατώντας να γίνει Χριστός, εξύβρισε τον Χριστό. Και φουσκωμένος από τον εαυτό του θέλησε να γίνει άπειρος και ονειρεύτηκε την αιώνια επιστροφή, μικρόψυχος, στρατιωτάκος της αθανασίας. Και γεμάτος αυτολύπηση, εξοστράκισε κάθε καλωσύνη… Εκείνο είναι ένα δόγμα για αδύναμους ανθρώπους, όχι για δυνατούς που είναι πράγματι δυνατοί (Το τραγικό νόημα της ζωής). 

ΜΥΣΤΙΚΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ (7)




Henri de Lubac

Ο ΝΙΤΣΕ ΜΥΣΤΙΚΙΣΤΗΣ (ΜΥΣΤΙΚΟΣ)
«Δεν υπάρχει η ανάγκη κανενός για να ανασκευασθούν οι σκέψεις αυτού, του στοχαστού: ασχολείται μ’αυτό, αυτός ο ίδιος». Αυτός ο ίδιος, πράγματι, μας προειδοποιεί χωρίς να το θέλει, με χίλιους τρόπους, για τον ψευδαισθησιακό χαρακτήρα της εκστάσεως του. Φτωχέ Νίτσε. Φτωχέ μεγάλε άνθρωπε. Τόσο βαθειά ανθρώπινος, που αγαπούσε τόσο την καθαρότητα-θύμα όμως της ομίχλης των ψευδολογιών που επικρατούσαν γύρω του. Ποθούσε το καθολικό ΝΑΙ. Ήθελε να πειστεί πώς το είχε προφέρει επιτέλους, στην απλοϊκότητα μίας επανακτημένης παιδικότητος. «Amor fati: ας είναι αυτή από εδώ και πέρα η αγάπη μου…Θέλω μόνον να είμαι, από δώ και πέρα, ένας που λέει ναι (χαρούμενη επιστήμη) «Αθωότης είναι η παιδικότης και λήθη, μία νέα αρχή…μία πρώτη κίνηση, ένας ιερός λόγος, το ναι». Και όμως πόσο μακριά ήταν. Χωρίς να εισέλθουμε σε μία εξέταση ψυχιατρικής τάξεως, θα μας φτάσει να προσέξουμε μερικά γεγονότα, περισσότερο από ξεκάθαρα, για να το αντιληφθούμε. Δεν έχουμε την πρόθεση να φέρουμε στην πρώτη γραμμή την ιδιωτική ζωή τού στοχαστού, προκειμένου να ερμηνεύσουμε, αρχίζοντας από αυτή την επιφάνεια τις αβύσσους της μεγαλοφυούς ψυχής. Δεν μπορούμε όμως να ξεχάσουμε πώς οι απαιτήσεις του Νίτσε οδηγούν πέρα από τις απαιτήσεις ενός απλού στοχαστού. Μας προσκαλεί σε μία ανανεωμένη ύπαρξη, της οποίας πιστεύει πώς είναι ο προφήτης και η παραδειγματική μορφή. Για να τον συλλάβουμε εις βάθος, όπως το επιθυμεί και ο ίδιος, πρέπει να τον συλλάβουμε σαν υπαρκτό. Με άλλα λόγια, ο στοχαστής Νίτσε των τελευταίων του χρόνων είναι σε στενή σχέση εξαρτήσεως από τον μυστικιστή Νίτσε. Στην αυθεντικότητα αυτού εξαρτάται η αξία εκείνου.