Κυριακή 13 Μαρτίου 2016
π. Ἀλέξανδρος Σμέμαν - Μεγάλη Σαρακοστή, πορεία πρὸς τὸ Πάσχα ἀπὸ τὸ βιβλίο «Μεγάλη Σαρακοστή»,
Ὅταν κάποιος ξεκινάει γιὰ ἕνα ταξίδι θὰ πρέπει νὰ ξέρει ποῦ πηγαίνει. Αὐτὸ συμβαίνει καὶ μὲ τὴ Μεγάλη Σαρακοστή. Πάνω ἀπ᾿ ὅλα ἡ Μεγάλη Σαρακοστὴ εἶναι ἕνα πνευματικὸ ταξίδι ποὺ προορισμός του εἶναι τὸ Πάσχα, ἡ Ἑορτὴ Ἑορτῶν». Εἶναι ἡ προετοιμασία γιὰ τὴν «πλήρωση τοῦ Πάσχα, ποὺ εἶναι ἡ πραγματικὴ Ἀποκάλυψη». Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ ἀρχίσουμε μὲ τὴν προσπάθεια νὰ καταλάβουμε αὐτὴ τὴ σχέση ποὺ ὑπάρχει ἀνάμεσα στὴ Σαρακοστὴ καὶ τὸ Πάσχα, γιατὶ αὐτὴ ἀποκαλύπτει κάτι πολὺ οὐσιαστικὸ καὶ πολὺ σημαντικὸ γιὰ τὴ Χριστιανικὴ πίστη καὶ ζωή μας.
Ἄραγε εἶναι ἀπαραίτητο νὰ ἐξηγήσουμε ὅτι τὸ Πάσχα εἶναι κάτι πολὺ περισσότερο ἀπὸ μία γιορτή, πολὺ πέρα ἀπὸ μία ἐτήσια ἀνάμνηση ἑνὸς γεγονότος ποὺ πέρασε; Ὁ καθένας πού, ἔστω καὶ μία μόνο φορά, ἔζησε αὐτὴ τὴ νύχτα «τὴ σωτήριο, τὴ φωταυγὴ καὶ λαμπροφόρο», ποὺ γεύτηκε ἐκείνη τὴ μοναδικὴ χαρά, τὸ ξέρει αὐτό.
Ἀλλὰ τί εἶναι αὐτὴ ἡ χαρὰ; Γιατί ψέλνουμε στὴν ἀναστάσιμη λειτουργία: νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καὶ γῆ καὶ τὰ καταχθόνια»; Μὲ ποιὰ ἔννοια ἑορτάζομεν» - καθὼς ἰσχυριζόμαστε ὅτι τὸ κάνουμε - θανάτου τὴν νέκρωσιν, Ἅδου τὴν καθαίρεσιν ἄλλης βιοτῆς τῆς αἰωνίου ἀπαρχήν...;
Σὲ ὅλες αὐτὲς τὶς ἐρωτήσεις ἡ ἀπάντηση εἶναι: ἡ νέα ζωὴ ἡ ὁποία πρὶν ἀπὸ δυὸ χιλιάδες περίπου χρόνια ἀνέτειλεν ἐκ τοῦ τάφου», προσφέρθηκε σὲ μᾶς, σὲ ὅλους ἐκείνους ποὺ πιστεύουν στὸ Χριστό. Μᾶς δόθηκε τὴ μέρα ποὺ βαφτιστήκαμε, τὴ μέρα δηλαδὴ ποὺ ὅπως λέει ὁ Ἀπ. Παῦλος: ... συνετάφημεν οὖν αὐτῷ διὰ τοῦ βαπτίσματος εἰς τὸν θάνατον, ἵνα ὥσπερ ἠγέρθη Χριστὸς ἐκ νεκρῶν διὰ τῆς δόξης τοῦ πατρός, οὕτω καὶ ἡμεῖς ἐν καινότητι ζωῆς περιπατήσωμεν (Ρωμ. 6,4).
Ἔτσι τὸ Πάσχα πανηγυρίζουμε τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ σὰν γεγονὸς ποὺ ἔγινε καὶ ἀκόμη γίνεται σὲ μᾶς. Γιατὶ ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς ἔλαβε τὸ δῶρο αὐτῆς τῆς νέας ζωῆς καὶ τὴ δύναμη νὰ τὴν ἀποδεχτεῖ καὶ νὰ ζήσει διὰ μέσου της. Εἶναι ἕνα δῶρο ποὺ ριζικὰ ἀλλάζει τὴ διάθεσή μας ἀπέναντι σὲ κάθε κατάσταση αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ἀκόμη καὶ ἀπέναντι στὸ θάνατο. Μᾶς δίνει τὴ δύναμη νὰ ἐπιβεβαιώνουμε θριαμβευτικὰ τό: νικήθηκε ὁ θάνατος». Φυσικὰ ὑπάρχει ἀκόμα ὁ θάνατος, εἶναι σίγουρος, τὸν ἀντιμετωπίζουμε, καὶ κάποια μέρα θὰ ἔρθει καὶ γιὰ μᾶς. Ἀλλὰ ὅλη ἡ πίστη μας εἶναι ὅτι μὲ τὸ δικό Του θάνατο ὁ Χριστὸς ἄλλαξε τὴ φύση ἀκριβῶς τοῦ θανάτου. Τὸν ἔκανε πέρασμα - διάβαση», Πάσχα» - στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ μεταμορφώνοντας τὴ δραματικότερη τραγωδία σὲ αἰώνιο θρίαμβο, σὲ νίκη. Μὲ τὸ θανάτῳ θάνατον πατήσας», μᾶς ἔκανε μέτοχους τῆς Ἀνάστασής Του. Ἀκριβῶς γι αὐτὸ στὸ τέλος τοῦ ὄρθρου τῆς Ἀνάστασης - στὸν Κατηχητικὸ Λόγο τοῦ Ἰωάννου Χρυσοστόμου - λέμε θριαμβευτικά: Ἀνέστη Χριστός, καὶ ζωὴ πολιτεύεται. Ἀνέστη Χριστός, καὶ νεκρὸς οὐδεὶς ἐν τῷ μνήματι».
Τέτοια εἶναι ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας ποὺ ἐπιβεβαιώνεται καὶ φανερώνεται μὲ τὴ ζωὴ τῶν ἀναρίθμητων ἁγίων της. Ἀλλὰ μήπως δὲ ζοῦμε καθημερινὰ τὸ γεγονὸς ὅτι αὐτὴ ἡ πίστη σπάνια γίνεται καὶ δική μας ἐμπειρία; Μήπως δὲ χάνουμε πολὺ συχνὰ καὶ δὲν προδίνουμε αὐτὴ τὴ νέα ζωὴ ποὺ λάβαμε σὰν δῶρο, καὶ στὴν πραγματικότητα ζοῦμε σὰν νὰ μὴν ἀναστήθηκε ὁ Χριστὸς καὶ σὰν νὰ μὴν ἔχει νόημα γιὰ μᾶς αὐτὸ τὸ μοναδικὸ γεγονὸς; Καὶ ὅλα αὐτὰ ἐξαιτίας τῆς ἀδυναμίας μας, τῆς ἀνικανότητάς μας νὰ ζοῦμε σταθερὰ μὲ πίστη ἐλπίδα καὶ ἀγάπη», στὸ ἐπίπεδο ἐκεῖνο ποὺ μᾶς ἀνέβασε ὁ Χριστὸς ὅταν εἶπε: Ζητεῖτε πρώτον τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην Αὐτοῦ. Ἁπλούστατα ἐμεῖς ξεχνᾶμε ὅλα αὐτὰ γιατὶ εἴμαστε τόσο ἀπασχολημένοι, τόσο βυθισμένοι στὶς καθημερινὲς ἔγνοιες μας καὶ ἀκριβῶς ἐπειδὴ ξεχνᾶμε, ἀποτυχαίνουμε. Μέσα σ αὐτὴ τὴ λησμοσύνη, τὴν ἀποτυχία καὶ τὴν ἁμαρτία ἡ ζωή μας γίνεται ξανὰ παλαιὰ», εὐτελής, σκοτεινὴ καὶ τελικὰ χωρὶς σημασία, γίνεται ἕνα χωρὶς νόημα ταξίδι γιὰ ἕνα χωρὶς νόημα τέρμα. Καταφέρνουμε νὰ ξεχνᾶμε ἀκόμα καὶ τὸ θάνατο καὶ τελικά, ἐντελῶς αἰφνιδιαστικά, μέσα στὶς «ἀπολαύσεις τῆς ζωῆς» μᾶς ἔρχεται τρομακτικός, ἀναπόφευκτος, παράλογος. Μπορεῖ κατὰ καιροὺς νὰ παραδεχόμαστε τὶς ποικίλες ἁμαρτίες μας καὶ νὰ τὶς ἐξομολογούμαστε, ὅμως ἐξακολουθοῦμε νὰ μὴν ἀναφέρουμε τὴ ζωή μας σ᾿ ἐκείνη τὴ νέα ζωὴ ποὺ ὁ Χριστὸς ἀποκάλυψε καὶ μᾶς ἔδωσε. Πραγματικὰ ζοῦμε σὰν νὰ μὴν ἦρθε ποτὲ Ἐκεῖνος. Αὐτὴ εἶναι ἡ μόνη πραγματικὴ ἁμαρτία, ἡ ἁμαρτία ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν, ἡ ἀπύθμενη θλίψη καὶ τραγωδία ὅλων τῶν κατ᾿ ὄνομα χριστιανῶν.
Ἂν τὸ ἀναγνωρίζουμε αὐτό, τότε μποροῦμε νὰ καταλάβουμε τί εἶναι τὸ Πάσχα καὶ γιατὶ χρειάζεται καὶ προϋποθέτει τὴ Μεγάλη Σαρακοστή. Γιατὶ τότε μποροῦμε νὰ καταλάβουμε ὅτι ἡ λειτουργικὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὅλος ὁ κύκλος τῶν ἀκολουθιῶν της ὑπάρχουν, πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα, γιὰ νὰ μᾶς βοηθήσουν νὰ ξαναβροῦμε τὸ ὅραμα καὶ τὴν γεύση αὐτῆς τῆς νέας ζωῆς, ποὺ τόσο εὔκολα χάνουμε καὶ προδίνουμε, καὶ ὕστερα νὰ μπορέσουμε νὰ μετανοήσουμε καὶ νὰ ξαναγυρίσουμε στὴν Ἐκκλησία. Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ἀγαπᾶμε καὶ νὰ ἐπιθυμοῦμε κάτι ποὺ δὲν τὸ ξέρουμε; Πῶς μποροῦμε ἂν βάλουμε πάνω ἀπὸ καθετὶ ἄλλο στὴ ζωή μας κάτι ποὺ ποτὲ δὲν ἔχουμε δεῖ καὶ δὲν ἔχουμε χαρεῖ; Μὲ ἄλλα λόγια: πῶς μποροῦμε, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ἀναζητήσουμε μιὰ Βασιλεία γιὰ τὴν ὁποία δὲν ἔχουμε ἰδέα; Ἡ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας ἦταν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ καὶ εἶναι ἀκόμα καὶ τώρα ἡ εἴσοδος καὶ ἡ ἐπικοινωνία μας μὲ τὴ νέα ζωὴ τῆς Βασιλείας. Μέσα ἀπὸ τὴ λειτουργική της ζωὴ ἡ Ἐκκλησία μᾶς ἀποκαλύπτει ἐκεῖνα ποὺ ὀφθαλμὸς οὐκ οἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἃ ἡτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν» (Κορ. 2,9). Καὶ στὸ κέντρο αὐτῆς τῆς λειτουργικῆς ζωῆς, σὰν καρδιά της καὶ μεσουράνημά της - σὰν ἥλιος ποὺ οἱ ἀκτίνες του διαπερνοῦν καθετὶ - εἶναι τὸ Πάσχα. Τὸ Πάσχα εἶναι ἡ πόρτα, ἀνοιχτὴ κάθε χρόνο, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ὑπέρλαμπρη Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἡ πρόγευση τῆς αἰώνιας χαρᾶς ποὺ μᾶς περιμένει, εἶναι ἡ δόξα τῆς νίκης ἡ ὁποία ἀπὸ τώρα, ἂν καὶ ἀόρατη, πλημμυρίζει ὅλη τὴν κτίση: νικήθηκε ὁ θάνατος».
Ὁλόκληρη ἡ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὀργανωμένη γύρω ἀπὸ τὸ Πάσχα, γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ λειτουργικὸς χρόνος, δηλαδὴ ἡ διαδοχὴ τῶν ἐποχῶν καὶ τῶν ἑορτῶν, γίνεται ἕνα ταξίδι, ἕνα προσκύνημα στὸ Πάσχα, ποὺ εἶναι τὸ Τέλος καὶ ποὺ ταυτόχρονα εἶναι ἡ Ἀρχή. Εἶναι τὸ τέλος ὅλων αὐτῶν ποὺ ἀποτελοῦν τὰ παλαιὰ» καὶ ἡ ἀρχὴ τῆς «νέας ζωῆς», μιὰ συνεχὴς «διάβαση ἀπὸ τὸν «κόσμο τοῦτο» στὴν Βασιλεία ποὺ ἔχει ἀποκαλυφτεῖ ἐν Χριστῷ.
Παρ᾿ ὅλα αὐτὰ ἡ παλαιὰ» ζωή, ἡ ζωὴ τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς μικρότητας, δὲν εἶναι εὔκολο νὰ ξεπεραστεῖ καὶ ν᾿ ἀλλάξει. Τὸ Εὐαγγέλιο περιμένει καὶ ζητάει ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο νὰ κάνει μιὰ προσπάθεια ἡ ὁποία, στὴν κατάσταση ποὺ βρίσκεται τώρα ὁ ἄνθρωπος, εἶναι οὐσιαστικὰ ἀπραγματοποίητη. Ἀντιμετωπίζουμε μία πρόκληση. Τὸ ὅραμα, ὁ στόχος, ὁ τρόπος τῆς νέας ζωῆς εἶναι γιὰ μᾶς μία πρόκληση ποὺ βρίσκεται τόσο πολὺ πάνω ἀπὸ τὶς δυνατότητές μας!
Γι᾿ αὐτό, ἀκόμα καὶ οἱ Ἀπόστολοι, ὅταν ἄκουσαν τὴ διδασκαλία τοῦ Κυρίου Τὸν ρώτησαν ἀπελπισμένα: τὶς ἄρα δύναται σωθῆναι; (Ματθ. 19,26). Στ ἀλήθεια δὲν εἶναι καθόλου εὔκολο ν ἀπαρνηθεῖς ἕνα ἀσήμαντο ἰδανικὸ ζωῆς καμωμένο μὲ τὶς καθημερινὲς φροντίδες, μὲ τὴν ἀναζήτηση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, μὲ τὴν ἀσφάλεια καὶ τὴν ἀπόλαυση καὶ νὰ δεχτεῖς ἕνα ἄλλο ἰδανικὸ ζωῆς τὸ ὁποῖο βέβαια δὲν στερεῖται καθόλου τελειότητας στὸ σκοπὸ του: Γίνεσθε τέλειοι ὡς ὁ Πατὴρ ἡμῶν ἐν οὐρανοῖς τέλειος ἐστίν. Αὐτὸ ὁ κόσμος μὲ ὅλα του τὰ μέσα» μᾶς λέει: νὰ εἶσαι χαρούμενος, μὴν ἀνησυχεῖς, ἀκολούθα τὸν «εὐρὺ» δρόμο. Ὁ Χριστὸς στὸ Εὐαγγέλιο λέει: διάλεξε τὸ στενὸ δρόμο, ἀγωνίσου καὶ ὑπόφερε, γιατὶ αὐτὸς εἶναι ὁ δρόμος γιὰ τὴ μόνη ἀληθινὴ εὐτυχία. Καὶ ἂν ἡ Ἐκκλησία δὲν βοηθάει πῶς θὰ μπορέσουμε νὰ κάνουμε αὐτὴ τὴ φοβερὴ ἐκλογὴ; Πῶς μποροῦμε νὰ μετανοήσουμε καὶ νὰ ξαναγυρίσουμε στὴν ὑπέροχη ὑπόσχεση ποὺ μᾶς δίνεται κάθε χρόνο τὸ Πάσχα; Ἀκριβῶς αὐτὴ εἶναι ἡ στιγμὴ ποὺ ἐμφανίζεται ἡ Μεγάλη Σαρακοστή. Αὐτὴ εἶναι ἡ χείρα βοηθείας» ποὺ ἁπλώνει σὲ μᾶς ἡ Ἐκκλησία. Εἶναι τὸ σχολεῖο τῆς μετάνοιας ποὺ θὰ μᾶς δώσει δύναμη νὰ δεχτοῦμε τὸ Πάσχα ὄχι σὰν μιὰ ἁπλὴ εὐκαιρία νὰ φᾶμε, νὰ πιοῦμε, ν᾿ ἀναπαυτοῦμε, ἀλλά, βασικά, σὰν τὸ τέλος τῶν «παλαιῶν» ποὺ εἶναι μέσα μας καὶ σὰν εἴσοδό μας στὸ νέο.
Στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία ὁ βασικὸς σκοπὸς τῆς Σαρακοστῆς ἦταν νὰ προετοιμαστοῦν οἱ Κατηχούμενοι, δηλαδὴ οἱ νέοι ὑποψήφιοι χριστιανοί, γιὰ τὸ βάπτισμα πού, ἐκεῖνο τὸν καιρό, γίνονταν στὴ διάρκεια τῆς ἀναστάσιμης Θείας Λειτουργίας. Ἀλλὰ ἀκόμα καὶ τώρα ποὺ ἡ Ἐκκλησία δὲν βαφτίζει πιὰ τοὺς χριστιανοὺς σὲ μεγάλη ἡλικία καὶ ὁ θεσμὸς τῆς κατήχησης δὲν ὑπάρχει πιά, τὸ βασικὸ νόημα τῆς Σαρακοστῆς παραμένει τὸ ἴδιο. Γιατί, ἂν καὶ εἴμαστε βαφτισμένοι, ἐκεῖνο ποὺ συνεχῶς χάνουμε καὶ προδίνουμε εἶναι ἀκριβῶς αὐτὸ ποὺ λάβαμε στὸ Βάπτισμα. Ἔτσι τὸ Πάσχα γιὰ μᾶς εἶναι ἡ ἐπιστροφή, ποὺ κάθε χρόνο κάνουμε, στὸ βάπτισμά μας καὶ ἑπομένως ἡ Σαρακοστὴ εἶναι ἡ προετοιμασία μας γι᾿ αὐτὴ τὴν ἐπιστροφὴ - ἡ ἀργὴ ἀλλὰ ἐπίμονη προσπάθεια νὰ πραγματοποιήσουμε τελικὰ τὴ δική μας διάβαση», τὸ Πάσχα» μας στὴ νέα ἐν Χριστῷ ζωή. Τὸ ὅτι, καθὼς θὰ δοῦμε, οἱ ἀκολουθίες στὴ σαρακοστιανὴ λατρεία διατηροῦν ἀκόμα καὶ σήμερα τὸν κατηχητικὸ καὶ βαπτιστικὸ χαρακτήρα, δὲν εἶναι γιατὶ διατηροῦνται «ἀρχαιολογικὰ» ἀπομεινάρια, ἀλλὰ εἶναι κάτι τὸ ζωντανὸ καὶ οὐσιαστικὸ γιὰ μᾶς. Γι αὐτὸ κάθε χρόνο ἡ Μεγάλη Σαρακοστὴ καὶ τὸ Πάσχα εἶναι, μιὰ ἀκόμα φορά, ἡ ἀνακάλυψη καὶ ἡ συνειδητοποίηση τοῦ τί γίναμε μὲ τὸν «διὰ βαπτίσματός» μας θάνατο καὶ τὴν ἀνάσταση.
Ἕνα ταξίδι, ἕνα προσκύνημα! Καθὼς τὸ ἀρχίζουμε, καθὼς κάνουμε τὸ πρῶτο βῆμα στὴ χαρμολύπη» τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς βλέπουμε - μακριά, πολὺ μακριὰ - τὸν προορισμό. Εἶναι ἡ χαρὰ τῆς Λαμπρῆς, εἶναι ἡ εἴσοδος στὴ δόξα τῆς Βασιλείας. Εἶναι αὐτὸ τὸ ὅραμα, ἡ πρόγευση τοῦ Πάσχα, ποὺ κάνει τὴ λύπη τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς χαρά, φῶς, καὶ τὴ δική μας προσπάθεια μιὰ πνευματικὴ ἄνοιξη». Ἡ νύχτα μπορεῖ νὰ εἶναι σκοτεινὴ καὶ μεγάλη, ἀλλὰ σὲ ὅλο τὸ μῆκος τοῦ δρόμου μιὰ μυστικὴ καὶ ἀκτινοβόλα αὐγὴ φαίνεται νὰ λάμπει στὸν ὁρίζοντα. Μὴ καταισχύνῃς ἡμᾶς ἀπὸ τῆς προσδοκίας ἡμῶν, Φιλάνθρωπε!»
Το βαθύτερο νόημα της Καθαράς Δευτέρας και της όλης Μεγάλης Σαρακοστής
Τελευταία ημέρα σήμερα του Τριωδίου χριστιανοί μου, Κυριακή της
Τυρινής. Και από αύριο Καθαρά Δευτέρα, αρχίζει η Μεγάλη Σαρακοστή.
Σήμερα η συγνώμη και από αύριο οι ημέρες του πένθους και της νηστείας
σωματικής, αλλά κυρίως όμως πνευματικής νηστείας. Αύριο είναι ημέρα
αργίας. Η εκκλησία μας πενθεί και αρχίζει από πρωίας με πολύωρες
κατανυκτικές ακολουθίες και προσευχές. Οι περισσότεροι όμως από μας τους
ορθοδόξους χριστιανούς ακολουθούμε λαϊκές παραδόσεις και όχι
θρησκευτικές. Έτσι λοιπόν οι χριστιανοί μας θα βγουν στην ύπαιθρο με τα
λεωφορεία, με τα αυτοκίνητά τους, θα το στρώσουν στο γλέντι, στο χορό
και στη μέθη, την οποία όπως ακούσατε στο Αποστολικό ανάγνωσμα πόσο την
καυτηριάζει ο λόγος του Θεού… Βέβαια, το να υψώσουν τα παιδιά το
χαρταετό τους αυτό δεν είναι κακό, που θα γιορτάσουν τα κούλουμα και
άλλα έθιμα…θα μείνουν όμως, και αυτό είναι σημαντικό, μακριά από αυτό
που ζητά αυτή την ημέρα η Ορθόδοξος Εκκλησία μας.
Αρκετοί θα νηστέψουν με άλαδες τροφές, και άλλοι θα κάμουν μονοήμερη ή
διήμερη ή και τριήμερη ακόμα όσοι μπορούν μόνο με νερό και αντίδωρο. Και
αυτή είναι η πρώτη καλή αρχή της Μεγάλης Σαρακοστής. Η Καθαρά Δευτέρα
είναι ημέρα πένθους. Η εκκλησία μας και όλοι οι ναοί ενδύονται με μαύρα
καλύμματα. Ακόμα και τα κανδήλια μας γίνονται πένθιμα. Μετά από την
βραδινή συγνώμη στους ιερούς ναούς και στις οικογένειες όπου υπάρχει η
ευλαβής αυτή συνήθεια, όλοι οι σωστοί ορθόδοξοι χριστιανοί, θα
καλλιεργήσουν έτι περισσότερο τη μετάνοια. Διότι ανοίγεται ένα στάδιο 49
ημερών πνευματικών αγώνων (ακούσατε το στάδιο των αρετών «ηνέοκται» που
έψαλλαν οι ψάλτες μας) δια μέσου των οποίων καλούνται οι χριστιανοί να
συμμετάσχουν στο Πάθος του Χριστού μέχρι τη Μεγάλη Εβδομάδα.
Δεν μπορούμε να υποδεχτούμε τον Νυμφίον Χριστόν ψυχικά απροετοίμαστοι.
Σωματικά δεν μπορούμε έτσι κι αλλιώς, διότι κουβαλάμε χίλιες δυο
αρρώστιες ο καθένας, και οι περισσότεροι από μας είμεθα άρρωστοι και
ανήμποροι. Μπορούμε όμως να προετοιμαστούμε πνευματικά με αυστηρή
πνευματική νηστεία.
Και πρώτον, με εγκράτεια της γλώσσης (το επανέλαβε και το τόνισε και το αποστολικόν ανάγνωσμα) όχι κρίσεις και όχι κατακρίσεις.
Δεύτερον, με νηστεία των σωματικών μας αισθήσεων και τρίτον με νηστεία
των λογισμών, των ακαθάρτων σκέψεων, των αισχρών νοημάτων και των
πονηρών φαντασιών.
Η τριπλή αυτή νηστεία είναι νηστεία παθών. Δηλαδή, καλούμεθα σε αυστηρή
πνευματική νηστεία εναντίον των παθών μας, και πρέπει να τα υποβάλλουμε
σε ασιτία. Και πρέπει να τα σκοτώσουμε τα πάθη μέσα μας. Γι’αυτό και
λέμε ότι η νηστεία της Μεγάλης Σαρακοστής, αλλά όπως και κάθε άλλη
νηστεία, Τετάρτης, Παρασκευής, Χριστουγέννων, Δεκαπενταυγούστου και
λοιπά, είναι κυρίως η τριπλή πνευματική νηστεία που αναφέραμε, και αυτή η
νηστεία είναι παθοκτόνος και όχι σωματοκτόνος. Δε σκοτώνουμε δηλαδή, το
σώμα μας που είναι ναός του Παναγίου Πνεύματος, αλλά τα πάθη μας. Η
εκκλησία μας, μας συνιστά και μας προτρέπει όπως από σήμερα καθαρίσουμε
εαυτούς από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος. Τις δε λαμπάδες των
ψυχών μας, να τις στολίσουμε, να τις ευπρεπίσουμε με έργα αγάπης,
ελεημοσύνης, φιλοξενίας, με έργα που να έχουν το πνεύμα μέσα της
επιεικείας, της συγχωρητικότητος, της ταπεινοφροσύνης. «Μη κατεσθίοντες
τον πλησίον τη συκοφαντία και τη κατακρίση». Το λέει αρχαία ε; πιστεύω
να το καταλάβατε. Δηλαδή, να μη καταξεσχίζουμε και να μη κατατρώγουμε
τις σάρκες του πλησίον, του αδελφού μας, του συνανθρώπου μας. Με τι; Με
τις συκοφαντίες και τις κατακρίσεις. Ο πλησίον μπορεί να είναι
οποιοσδήποτε…να είναι ο φίλος, να’ ναι ο γνωστός, να’ ναι ο γείτονας,
να’ ναι ο συγγενής, να’ ναι ο παπάς σας…κι εγώ μέσα, να’ ναι ο Δεσπότης,
να’ ναι ο γιατρός, να’ ναι ο συνεργάτης, να’ ναι ο προϊστάμενος, να’
ναι το παιδί μας, να’ ναι ο σύντροφός μας, να’ ναι ο βουλευτής, ο
υπουργός, ο υπάλληλος, και κάθε χριστιανός.
Σκοπός μας είναι λοιπόν να σκοτώσουμε και να διαλύσουμε κάθε πάθος,
κάθε κακία και κάθε πονηριά από μέσα μας. Να αποβάλλουμε δηλαδή τα έργα
του σκότους – το ακούσατε και αυτό στο αποστολικό ανάγνωσμα – και να
ενδυθούμε και να θωρακιστούμε με τα όπλα του φωτός. Και όπλα του φωτός
είναι κατά πρώτον τα σωστικά μυστήρια της Εκκλησίας μας (βάπτισμα,
χρίσμα, Θεία Κοινωνία και Ιερά Εξομολόγησις), είναι η υπακοή μας στο
θέλημα του Αγίου Θεού με την πιστή τήρηση των Ευαγγελικών Του εντολών
και με την αντίστοιχη καλλιέργεια των θειοτάτων αρετών, με πρώτη τη
μετάνοια. Η μετάνοια μαζί με όλες τις αρετές, θα βοηθήσει αποτελεσματικά
ώστε με ασφάλεια να διαπεράσουμε το πέλαγος της Μεγάλης Τεσσαρακοστής
και να φθάσουμε λαμπαδοφορούντες στο θεϊκό λιμάνι της τριημέρου
Αναστάσεως του Κυρίου μας.
Και με άλλο κατανυκτικότατο τροπάριο, η Εκκλησία μας απευθύνεται στην
ψυχή του καθενός από μας…στην ψυχή μου, αλλά και στη δική σου ψυχή και
στη δική σου ψυχή… και φωνάζει: «Νίψον ψυχή μου.. », «πλύσου ψυχή μου…
», «Νίψου…. » και ψυχή σου και ψυχή όλων… «Νίψον, γρηγόρησον, στέναξον,
δάκρυσον, βόησον δια προσευχής (και δια της διπλής νηστείας πνευματικής
και της κατά δύναμιν σωματικής) όλων των της αμαρτίας και των παθών σου
φόρτον απόρριψον». Όλο το βάρος που φέρνεις πάνω στους ώμους σου και
πάνω στην καρδιά σου και στην ψυχή σου…το βάρος αυτό το τεράστιο, το
μεγάλο, το ασήκωτο από την αμαρτία και τα πάθη…να το απορρίψεις. Πώς
όμως; Και απαντάει η Εκκλησία, στο ίδιο τροπάριο… «Τη θερμή μετανοία».
Με την ολόθερμη, με την ολοζώντανη, με την αληθινή μετάνοια. Με αυτόν
τον τρόπον απορρίπτεται το βάρος της αμαρτίας και των παθών. Να λοιπόν,
τι μας διδάσκει και σε τι μας προτρέπει η αρχή της πρώτης ημέρας της
Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Αλλά και στο πρώτο μεγάλο απόδειπνο της Καθαράς Δευτέρας, αύριο το
απόγευμα δηλαδή, θα ακούσουμε ψαλτά την μεγαλοπρεπέστατη προειδοποίηση
της Εκκλησίας μας. Δεν είναι μόνο μεγαλοπρεπής, είναι και αυστηρά
προειδοποιητική: «Ψυχή μου, ψυχή μου, ανάστα, τι καθεύδεις;… » Ψυχή μου,
λέει, ψυχή μου, σήκω αμέσως επάνω, σήκω όρθια, στάσου όρθια και μάλιστα
γρήγορα, τώρα αμέσως. Γιατί κοιμάσαι τόσο βαριά τον ύπνο της αμαρτίας;
Γιατί αμελείς τον πνευματικό σου αγώνα που αφορά τη σωτηρία σου; Γιατί
καθυστερείς στο να πολεμάς εναντίον των παθών σου; Γιατί κοιμάσαι; Ξύπνα
επιτέλους! Δε βλέπεις ότι πλησιάζει το τέλος σου; Δε βλέπεις ότι
σήμερα, αύριο, μεθαύριο φεύγεις απ’αυτή τη ζωή, πεθαίνεις; Ψυχή μου,
ψυχή μου, θα βρεθείς είτε το θέλεις είτε δεν το θέλεις, είτε σ’αρέσει
είτε δε σ’αρέσει μπροστά στο φοβερό κριτήριο του Αγίου Θεού. Και
τότε;…μέλλεις θορυβείσθαι. Και τότε θα θορυβηθείς, θα φοβηθείς, θα
τρομάξεις. Γι’αυτό πριν είναι αργά «Νίψον, ψυχή μου, γρηγόρησον,
στέναξον, δάκρυσον, μετανόησον» και τότε φώναξε δυνατά και με όλη σου
την καρδιά «Ο Θεός μου ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ», «’Ημαρτον στον ουρανόν
και ενώπιόν Σου», «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με ότι η ψυχή μου κακώς
δαιμονίζεται μέσα της, από τα δικά μου τα πάθη και τις δικές μου
κακίες». «Μνήσθητί μου Κύριε όταν έρθεις εν τη βασιλεία Σου». «Κύριε,
Κύριε, δώρισέ μου..του οράν τα εμά πταίσματα και μη κατακρίνειν ουδέποτε
τον αδελφόν μου». Έτσι κλείνει κάθε Μεγάλη Σαρακοστή και κάθε από τις
Ώρες που διαβάζουμε.
Υπάρχουν λοιπόν πάθη που κάθε μέρα μας βασανίζουν, υπάρχουν αδυναμίες
που καθημερινώς μας ταλαιπωρούν, υπάρχουν κακίες και πονηριές που
μαυρίζουν τις σκέψεις μας και σκοτίζουν το νου μας. Πολλά τα αγκάθια της
ψυχής μας που θέλουν τη φωτιά του Αγίου Πνεύματος για να καούν και να
εξαφανιστούν τελείως. Και η φωτιά αυτή είναι η αληθινή μετάνοια, είναι
τα δάκρυα της μετανοίας και στην προσευχή και ιδιαίτερα στο πετραχήλι
του πνευματικού. Για να πάρει όμως φωτιά η προσευχή μας, αυτή η προσευχή
που κάνουμε κάθε μέρα, αυτό το μικρό κομποσχοινάκι, αυτό το «Κύριε
Ιησού Χριστέ ελέησόν με» πρέπει να γίνεται κι αυτό με πνεύμα μετανοίας.
Αλλά και ο εκκλησιασμός μας πρέπει να έχει τη θερμότητα της μετανοίας.
Σήμερα που εκκλησιαστήκαμε όλοι μας και που όλοι μας (είτε κοινωνήσουμε
είτε όχι) παίρνουμε τη χάρη του Αγίου Πνεύματος… για να τη νιώσουμε
βαθιά μέσα μας πρέπει να έχουμε έρθει ήδη με πνεύμα μετανοίας. Και όταν
κοινωνούμε των αχράντων μυστηρίων να μην προσερχόμεθα μόνον μετά φόβου
Θεού, πίστεως και αγάπης, αλλά και με μετάνοια αληθινή. Και την Αγία
Γραφή όταν τη μελετάμε, πρέπει η καρδιά μας να πυρπολείται όχι μόνο από
τη ζέουσα πίστη ότι αυτός είναι ο αληθινός λόγος του Θεού, αυτή είναι η
αλήθεια που σώζει, αλλά και από τη μετάνοια. Πολύ δε περισσότερο η
μετάνοια οφείλει να μας διακατέχει ψυχοσωματικά στο μεγάλο μυστήριο της
Ιεράς Εξομολογήσεως. Αλλά και η πολλαπλή μας νηστεία, κυρίως η
πνευματική, στις αισθήσεις και στη γλώσσα και στους λογισμούς και ύστερα
η σωματική όπως είπαμε, διότι έχουμε πολλές ασθένειες θα πρέπει κι αυτή
να μπολιάζεται με το πνεύμα της μετανοίας. Και τότε… και τότε θα
λάβουμε πλουσιοπάροχα την άφεση, την άφεση των αμαρτιών. Και η ψυχή μας
θα καθαριστεί, θα γίνει πεντακάθαρη σαν το πανάλευκο χιονάκι.
Τα Σάββατα της Μεγάλης Σαρακοστής
Από την πλευρά του "τυπικού", το Σάββατο δεν είναι μέρα νηστείας, αλλά γιορτής γιατί ο ίδιος ο Θεός το καθιέρωσε σαν γιορτή: "... και ευλόγησε ο Θεός την ημέρα την εβδόμη και αγίασε αυτή, διότι σ' αυτή κατέπαυσε από όλα τα έργα του, τα οποία άρχισε ο Θεός να κάνει" (Γεν.2,3).
Είναι αλήθεια ότι η θεία καθιέρωση του Σαββατισμού μεταφέρθηκε στην Κυριακή, η οποία έγινε η ημέρα της ανάπαυσης των χριστιανών. Οι Πατέρες και η παλιά Παράδοση "αριθμούν" την Κυριακή σαν την πρώτη ή την όγδοη μέρα.
Η μετατροπή του Σαββάτου έγινε εκείνο το Μέγα και Άγιο Σάββατο, την "ημέρα, κατά την οποία κατέπαυσε από όλων των έργων του ο Μονογενής Υιός του Θεού.." και αναπαύθηκε στο τάφο. Την επόμενη μέρα "τη μιά των Σαββάτων..", η Ζωή ανέτειλε από τον ζωοδότη τάφο, και η πρώτη μέρα της Νέας Δημιουργίας άρχισε. Σ' αυτή τη νέα μέρα συμμετέχει η Εκκλησία συμμετέχει η Εκκλησία και μέσα σ' αυτή μπαίνει την Κυριακή.
Όλα αυτά εξηγούν τη μοναδική μέρα του Σαββάτου - της έβδομης μέρας - στη λειτουργική παράδοση: το διπλό χαρακτήρα του σαν μέρα γιορτής και μέρα θανάτου. Είναι μια γιορτή γιατί μέσα σ' αυτό το κόσμο και στο χρόνο του ο Χριστός "επάτησε" το θάνατο και η Ανάστασή Του είναι το πλήρωμα της Δημιουργίας. Είναι μέρα θανάτου γιατί με το Θάνατο του Χριστού πέθανε και ο κόσμος, έτσι η σωτηρία του, η ολοκλήρωσή του και η μεταμόρφωσή του βρίσκονται πέρα από το τάφο, στον "ερχόμενο αιώνα".
Όλα τα Σάββατα στο λειτουργικό χρόνο παίρνουν το νόημά τους από τα δύο αποφασιστικά Σάββατα: πρώτα από το Σάββατο της Ανάστασης του Λαζάρου, και ύστερα από το Αγιο και Μεγάλο Σάββατο του Πάσχα, οπότε ο θάνατος μετατράπηκε σε "διάβαση" στη καινούργια ζωή της Νέας Δημιουργίας. Εδώ ακριβώς είναι η υπέρτατη "διακοπή" η οποία "καινοποιεί τα πάντα". Αυτό ειδικά φαίνεται στη σειρά των αποστολικών αναγνωσμάτων που διαβάζονται τα Σάββατα της Σαρακοστής και είναι διαλεγμένα από την προς Εβραίους επιστολή του Παύλου.
Τα Σάββατα λοιπόν της Μ. Σαρακοστής έχουν σαν δεύτερο θέμα το θάνατο. (Εκτός από το Σάββατο του Ακαθίστου ύμνου), τα Σάββατα είναι μέρες αφιερωμένες στη μνήμη "των απ' αιώνος μ' ελπίδα αναστάσεως και ζωής αιωνίου, κεκοιμημένων".
Η μνήμη των "κεκοιμημένων", δεν είναι μια πράξη αγάπης, μια "καλή πράξη", είναι επίσης μια ουσιαστική αποκάλυψη του κόσμου τούτου, σαν θανάτου. Αλλά "στον Χριστό" ο θάνατος νικήθηκε, καταστράφηκε, έχασε το κεντρί του, όπως λέει ο Παύλος, έγινε ο ίδιος ο θάνατος είσοδος σε μια πλούσια και άφθονη ζωή. Η προσευχή μας για τους κοιμηθέντες δεν είναι θρήνος και αυτό φαίνεται ιδιαίτερα στα Σάββατα γενικά και ειδικότερα στα Σάββατα της Μ. Σαρακοστής.
Το φως που εκπέμπει το Σάββατο του Λαζάρου και η χαρμόσυνος ειρήνη του Μεγάλου Σαββάτου δίνουν το νόημα στο θάνατο του χριστιανού και στις προσευχές μας για τους κοιμηθέντες.
Το Σάββατο της Α΄ εβδομάδας των Νηστειών ακούμε το μαγευτικό εκείνο πρόλογο της Επιστολής (Εβρ. 1,1-12) με τη ιεροπρεπή του επιβεβαίωση για την Δημιουργία, τη Μετάνοια και την αιώνια Βασιλεία του Θεού. Επίσης εορτάζομε το δια κολλύβων θαύμα του αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος.
Ο Ιουλιανός ο παραβάτης, γνωρίζοντας ότι οι χριστιανοί καθαρίζονται με τη νηστεία στη πρώτη εβδομάδα της αγίας Σαρακοστής - γι' αυτό την λέμε καθαρά εβδομάδα - θέλησε να τους μολύνει. Διέταξε λοιπόν, κρυφά, όλες οι τροφές στην αγορά να ραντισθούν με αίματα ειδωλολατρικών θυσιών.
Όμως με Θεία ενέργεια, φάνηκε στον ύπνο του τότε Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως Ευδοξίου, ο μάρτυρας Θεόδωρος και φανέρωσε το πράγμα. Παρήγγειλε να ενημερωθούν όλοι οι χριστιανοί, να μην αγοράσουν καθόλου τρόφιμα από την αγορά και για να αναπληρώσουν την τροφή να βράσουν σιτάρι και να φάνε τα λεγόμενα κόλλυβα, όπως τα έλεγαν στα Ευχάϊτα. Έτσι και έγινε και ματαιώθηκε ο σκοπός του ειδωλολάτρη αυτοκράτορα. Και το Σάββατο τότε, ο ευσεβής λαός που διαφυλάχθηκε αμόλυντος στην καθαρά εβδομάδα, απέδωσε ευχαριστίες στον μάρτυρα. Από τότε γύρω στα μέσα του Δ΄ αιώνα, η Εκκλησία τελεί κάθε έτος την ανάμνηση αυτού του γεγονότος σε δόξα Θεού και τιμή του μάρτυρα αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος. (Ωρολόγιο της Εκκλησίας).
Στο Σάββατο της Β΄ εβδομάδας, ζούμε σ' αυτές τις "έσχατες μέρες", τις μέρες της τελευταίας προσπάθειας. Αλλά ταυτόχρονα είμαστε στο "σήμερα" ενώ το τέλος εγγίζει. (Εβρ.3,12-16)
Στο Σάββατο της Γ΄ εβδομάδας, η μάχη είναι δύσκολη. (Εβρ.10,32-38) Πόνος και δοκιμασίες είναι το αντίτιμο που πληρώνουμε για μια "καλυτέρα περιουσία στους ουρανούς, που είναι μόνιμος και αιώνια" και " έχετε ανάγκη υπομονής, να μένετε στο θέλημα του Θεού, να λάβετε την αμοιβή που σας υποσχέθηκε, διότι ακόμη λίγος χρόνος υπολείπεται, και ο Κύριος δεν θα βραδύνει".
Στο Σάββατο της Δ΄ εβδομάδας, τα όπλα είναι πίστη, αγάπη και ελπίδα γι' αυτό τον καλό αγώνα (Εβρ. 6,9-12).
Ο τόνος του Σαββάτου της Ε΄ εβδομάδας (Εβρ.9, 24-28) είναι ότι ο χρόνος συντομεύει, η προσδοκία γίνεται περισσότερο διακαής, η βεβαιότητα περισσότερο χαρούμενη.
Αυτό είναι το τελευταίο ανάγνωσμα πριν το Σάββατο του Λαζάρου οπότε από το χρόνο της προσδοκίας αρχίζουμε το "πέρασμα" στο χρόνο του "πληρώματος".
Τα ευαγγελικά αναγνώσματα κατά τα Σάββατα της Σαρακοστής διαλέγονται από το Ευαγγέλιο του αγίου Μάρκου και αποτελούν και αυτά μια διαδοχή. Το κλειδί για το νόημά τους δίνεται στο Σάββατο της Α΄ εβδομάδας. Ο Χριστός ανατρέπει τα υποκριτικά ταμπού του Ιουδαϊκού Σαββάτου κηρύσσοντας: ...το Σάββατο για τον άνθρωπο έγινε και όχι ο άνθρωπος για το Σάββατο (Μαρκ.2,23-3,5).
Μια νέα εποχή έρχεται, μια αναδημιουργία του ανθρώπου έχει αρχίσει.
Το δεύτερο Σάββατο ακούμε το λεπρό να λέει στο Χριστό: ...εάν θέλεις μπορείς να με καθαρίσεις. Ο δε Ιησούς... του λέγει: Θέλω, καθαρίσου (Μαρκ. 1,35-44).
Το τρίτο Σάββατο βλέπουμε το Χριστό να σπάει όλα τα ταμπού και να: "τρώει με τελώνες και αμαρτωλούς.." (Μαρκ.2,14-17).
Το τέταρτο Σάββατο, στο "καλά λίαν" της Γένεσης (Γεν.1) το Ευαγγέλιο απαντά με το χαρμόσυνο επιφώνημα: Καλώς όλα τα έκανε και τους κουφούς να ακούνε και τους άλαλους να μιλάνε (Μαρκ.7,31-37).
Τελικά το πέμπτο Σάββατο όλα αυτά φτάνουν στο αποκορύφωμά τους με την αποφασιστική ομολογία του Πέτρου: ...συ είσαι ο Χριστός (Μαρκ.8,29). Εδώ ο άνθρωπος αποδέχεται το μυστήριο του Χριστού, το μυστήριο της Νέας Δημιουργίας.
Το βαθύτερο νόημα της Καθαράς Δευτέρας και της όλης Μεγ.Σαρακοστής
Τελευταία
ημέρα σήμερα του Τριωδίου χριστιανοί μου, Κυριακή της Τυρινής. Και από
αύριο Καθαρά Δευτέρα, αρχίζει η Μεγάλη Σαρακοστή. Σήμερα η συγνώμη και
από αύριο οι ημέρες του πένθους και της νηστείας σωματικής, αλλά κυρίως
όμως πνευματικής νηστείας. Αύριο είναι ημέρα αργίας. Η εκκλησία μας
πενθεί και αρχίζει από πρωίας με πολύωρες κατανυκτικές ακολουθίες και
προσευχές. Οι περισσότεροι όμως από μας τους ορθοδόξους χριστιανούς
ακολουθούμε λαϊκές παραδόσεις και όχι θρησκευτικές. Έτσι λοιπόν οι
χριστιανοί μας θα βγουν στην ύπαιθρο με τα λεωφορεία, με τα αυτοκίνητά
τους, θα το στρώσουν στο γλέντι, στο χορό και στη μέθη, την οποία όπως
ακούσατε στο Αποστολικό ανάγνωσμα πόσο την καυτηριάζει ο λόγος του Θεού…
Βέβαια, το να υψώσουν τα παιδιά το χαρταετό τους αυτό δεν είναι κακό,
που θα γιορτάσουν τα κούλουμα και άλλα έθιμα…θα μείνουν όμως, και αυτό
είναι σημαντικό, μακριά από αυτό που ζητά αυτή την ημέρα η Ορθόδοξος
Εκκλησία μας.
Αρκετοί
θα νηστέψουν με άλαδες τροφές, και άλλοι θα κάμουν μονοήμερη ή διήμερη ή
και τριήμερη ακόμα όσοι μπορούν μόνο με νερό και αντίδωρο. Και αυτή
είναι η πρώτη καλή αρχή της Μεγάλης Σαρακοστής. Η Καθαρά Δευτέρα είναι
ημέρα πένθους. Η εκκλησία μας και όλοι οι ναοί ενδύονται με μαύρα
καλύμματα. Ακόμα και τα κανδήλια μας γίνονται πένθιμα. Μετά από την
βραδινή συγνώμη στους ιερούς ναούς και στις οικογένειες όπου υπάρχει η
ευλαβής αυτή συνήθεια, όλοι οι σωστοί ορθόδοξοι χριστιανοί, θα
καλλιεργήσουν έτι περισσότερο τη μετάνοια. Διότι ανοίγεται ένα στάδιο 49
ημερών πνευματικών αγώνων (ακούσατε το στάδιο των αρετών «ηνέοκται» που
έψαλλαν οι ψάλτες μας) δια μέσου των οποίων καλούνται οι χριστιανοί να
συμμετάσχουν στο Πάθος του Χριστού μέχρι τη Μεγάλη Εβδομάδα.
Δεν
μπορούμε να υποδεχτούμε τον Νυμφίον Χριστόν ψυχικά απροετοίμαστοι.
Σωματικά δεν μπορούμε έτσι κι αλλιώς, διότι κουβαλάμε χίλιες δυο
αρρώστιες ο καθένας, και οι περισσότεροι από μας είμεθα άρρωστοι και
ανήμποροι. Μπορούμε όμως να προετοιμαστούμε πνευματικά με αυστηρή πνευματική νηστεία.
Και πρώτον, με εγκράτεια της γλώσσης (το επανέλαβε και το τόνισε και το αποστολικόν ανάγνωσμα) όχι κρίσεις και όχι κατακρίσεις.
Δεύτερον, με νηστεία των σωματικών μας αισθήσεων και τρίτον με νηστεία των λογισμών, των ακαθάρτων σκέψεων, των αισχρών νοημάτων και των πονηρών φαντασιών.
Η
τριπλή αυτή νηστεία είναι νηστεία παθών. Δηλαδή, καλούμεθα σε αυστηρή
πνευματική νηστεία εναντίον των παθών μας, και πρέπει να τα υποβάλλουμε
σε ασιτία. Και πρέπει να τα σκοτώσουμε τα πάθη μέσα μας. Γι’αυτό και
λέμε ότι η νηστεία της Μεγάλης Σαρακοστής, αλλά όπως και κάθε άλλη
νηστεία, Τετάρτης, Παρασκευής, Χριστουγέννων, Δεκαπενταυγούστου και
λοιπά, είναι κυρίως η τριπλή πνευματική νηστεία που αναφέραμε, και αυτή η νηστεία είναι παθοκτόνος και
όχι σωματοκτόνος. Δε σκοτώνουμε δηλαδή, το σώμα μας που είναι ναός του
Παναγίου Πνεύματος, αλλά τα πάθη μας. Η εκκλησία μας, μας συνιστά και
μας προτρέπει όπως από σήμερα καθαρίσουμε εαυτούς από παντός μολυσμού
σαρκός και πνεύματος. Τις δε λαμπάδες των ψυχών μας, να τις στολίσουμε,
να τις ευπρεπίσουμε με έργα αγάπης, ελεημοσύνης, φιλοξενίας, με
έργα που να έχουν το πνεύμα μέσα της επιεικείας, της συγχωρητικότητος,
της ταπεινοφροσύνης. «Μη κατεσθίοντες τον πλησίον τη συκοφαντία
και τη κατακρίση». Το λέει αρχαία ε; πιστεύω να το καταλάβατε. Δηλαδή,
να μη καταξεσχίζουμε και να μη κατατρώγουμε τις σάρκες του πλησίον, του
αδελφού μας, του συνανθρώπου μας. Με τι; Με τις συκοφαντίες και τις
κατακρίσεις. Ο πλησίον μπορεί να είναι οποιοσδήποτε…να είναι ο φίλος,
να’ ναι ο γνωστός, να’ ναι ο γείτονας, να’ ναι ο συγγενής, να’ ναι ο
παπάς σας…κι εγώ μέσα, να’ ναι ο Δεσπότης, να’ ναι ο γιατρός, να’ ναι ο
συνεργάτης, να’ ναι ο προϊστάμενος, να’ ναι το παιδί μας, να’ ναι ο
σύντροφός μας, να’ ναι ο βουλευτής, ο υπουργός, ο υπάλληλος, και κάθε
χριστιανός.
Σκοπός μας είναι λοιπόν να σκοτώσουμε και να διαλύσουμε κάθε πάθος, κάθε κακία και κάθε πονηριά από μέσα μας.
Να αποβάλλουμε δηλαδή τα έργα του σκότους – το ακούσατε και αυτό στο
αποστολικό ανάγνωσμα – και να ενδυθούμε και να θωρακιστούμε με τα όπλα
του φωτός. Και όπλα του φωτός είναι κατά πρώτον τα σωστικά μυστήρια της Εκκλησίας μας (βάπτισμα, χρίσμα, Θεία Κοινωνία και Ιερά Εξομολόγησις), είναι η υπακοή μας στο θέλημα του Αγίου Θεού
με την πιστή τήρηση των Ευαγγελικών Του εντολών και με την αντίστοιχη
καλλιέργεια των θειοτάτων αρετών, με πρώτη τη μετάνοια. Η μετάνοια μαζί
με όλες τις αρετές, θα βοηθήσει αποτελεσματικά ώστε με ασφάλεια να
διαπεράσουμε το πέλαγος της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και να φθάσουμε
λαμπαδοφορούντες στο θεϊκό λιμάνι της τριημέρου Αναστάσεως του Κυρίου
μας.
Και
με άλλο κατανυκτικότατο τροπάριο, η Εκκλησία μας απευθύνεται στην ψυχή
του καθενός από μας…στην ψυχή μου, αλλά και στη δική σου ψυχή και στη
δική σου ψυχή… και φωνάζει: «Νίψον ψυχή μου.. », «πλύσου ψυχή μου… »,
«Νίψου…. » και ψυχή σου και ψυχή όλων… «Νίψον, γρηγόρησον, στέναξον,
δάκρυσον, βόησον δια προσευχής (και δια της διπλής νηστείας πνευματικής
και της κατά δύναμιν σωματικής) όλων των της αμαρτίας και των παθών σου
φόρτον απόρριψον». Όλο το βάρος που φέρνεις πάνω στους ώμους σου και
πάνω στην καρδιά σου και στην ψυχή σου…το βάρος αυτό το τεράστιο, το
μεγάλο, το ασήκωτο από την αμαρτία και τα πάθη…να το απορρίψεις. Πώς
όμως; Και απαντάει η Εκκλησία, στο ίδιο τροπάριο… «Τη θερμή μετανοία».
Με την ολόθερμη, με την ολοζώντανη, με την αληθινή μετάνοια. Με αυτόν
τον τρόπον απορρίπτεται το βάρος της αμαρτίας και των παθών. Να λοιπόν,
τι μας διδάσκει και σε τι μας προτρέπει η αρχή της πρώτης ημέρας της
Μεγάλης Τεσσαρακοστής..
Αλλά
και στο πρώτο μεγάλο απόδειπνο της Καθαράς Δευτέρας, αύριο το απόγευμα
δηλαδή, θα ακούσουμε ψαλτά την μεγαλοπρεπέστατη προειδοποίηση της
Εκκλησίας μας. Δεν είναι μόνο μεγαλοπρεπής, είναι και αυστηρά
προειδοποιητική: «Ψυχή μου, ψυχή μου, ανάστα, τι καθεύδεις;… » Ψυχή μου,
λέει, ψυχή μου, σήκω αμέσως επάνω, σήκω όρθια, στάσου όρθια και μάλιστα
γρήγορα, τώρα αμέσως. Γιατί κοιμάσαι τόσο βαριά τον ύπνο της αμαρτίας;
Γιατί αμελείς τον πνευματικό σου αγώνα που αφορά τη σωτηρία σου; Γιατί
καθυστερείς στο να πολεμάς εναντίον των παθών σου; Γιατί κοιμάσαι; Ξύπνα
επιτέλους! Δε βλέπεις ότι πλησιάζει το τέλος σου; Δε βλέπεις ότι σήμερα, αύριο, μεθαύριο φεύγεις απ’αυτή τη ζωή, πεθαίνεις; Ψυχή
μου, ψυχή μου, θα βρεθείς είτε το θέλεις είτε δεν το θέλεις, είτε
σ’αρέσει είτε δε σ’αρέσει μπροστά στο φοβερό κριτήριο του Αγίου Θεού.
Και τότε;…μέλλεις θορυβείσθαι. Και τότε θα θορυβηθείς, θα φοβηθείς, θα
τρομάξεις. Γι’αυτό πριν είναι αργά «Νίψον, ψυχή μου, γρηγόρησον,
στέναξον, δάκρυσον, μετανόησον» και τότε φώναξε δυνατά και με όλη σου
την καρδιά «Ο Θεός μου ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ», «’Ημαρτον στον ουρανόν
και ενώπιόν Σου», «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με ότι η ψυχή μου κακώς
δαιμονίζεται μέσα της, από τα δικά μου τα πάθη και τις δικές μου
κακίες». «Μνήσθητί μου Κύριε όταν έρθεις εν τη βασιλεία Σου». «Κύριε,
Κύριε, δώρισέ μου..του οράν τα εμά πταίσματα και μη κατακρίνειν ουδέποτε
τον αδελφόν μου». Έτσι κλείνει κάθε Μεγάλη Σαρακοστή και κάθε από τις
Ώρες που διαβάζουμε.
Υπάρχουν
λοιπόν πάθη που κάθε μέρα μας βασανίζουν, υπάρχουν αδυναμίες που
καθημερινώς μας ταλαιπωρούν, υπάρχουν κακίες και πονηριές που μαυρίζουν
τις σκέψεις μας και σκοτίζουν το νου μας. Πολλά τα αγκάθια της ψυχής μας
που θέλουν τη φωτιά του Αγίου Πνεύματος για να καούν και να
εξαφανιστούν τελείως. Και η φωτιά αυτή είναι η αληθινή μετάνοια, είναι
τα δάκρυα της μετανοίας και στην προσευχή και ιδιαίτερα στο
πετραχήλι του πνευματικού. Για να πάρει όμως φωτιά η προσευχή μας, αυτή
η προσευχή που κάνουμε κάθε μέρα, αυτό το μικρό κομποσχοινάκι, αυτό το
«Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με» πρέπει να γίνεται κι αυτό με πνεύμα
μετανοίας.
Αλλά
και ο εκκλησιασμός μας πρέπει να έχει τη θερμότητα της μετανοίας.
Σήμερα που εκκλησιαστήκαμε όλοι μας και που όλοι μας (είτε κοινωνήσουμε
είτε όχι) παίρνουμε τη χάρη του Αγίου Πνεύματος… για να τη νιώσουμε
βαθιά μέσα μας πρέπει να έχουμε έρθει ήδη με πνεύμα μετανοίας. Και όταν
κοινωνούμε των αχράντων μυστηρίων να μην προσερχόμεθα μόνον μετά φόβου
Θεού, πίστεως και αγάπης, αλλά και με μετάνοια αληθινή. Και την Αγία
Γραφή όταν τη μελετάμε, πρέπει η καρδιά μας να πυρπολείται όχι μόνο από
τη ζέουσα πίστη ότι αυτός είναι ο αληθινός λόγος του Θεού, αυτή είναι η
αλήθεια που σώζει, αλλά και από τη μετάνοια. Πολύ δε περισσότερο η
μετάνοια οφείλει να μας διακατέχει ψυχοσωματικά στο μεγάλο μυστήριο της
Ιεράς Εξομολογήσεως. Αλλά και η πολλαπλή μας νηστεία, κυρίως η
πνευματική, στις αισθήσεις και στη γλώσσα και στους λογισμούς και ύστερα
η σωματική όπως είπαμε, διότι έχουμε πολλές ασθένειες θα πρέπει κι αυτή
να μπολιάζεται με το πνεύμα της μετανοίας. Και τότε… και τότε θα
λάβουμε πλουσιοπάροχα την άφεση, την άφεση των αμαρτιών. Και η ψυχή μας
θα καθαριστεί, θα γίνει πεντακάθαρη σαν το πανάλευκο χιονάκι…
Πηγή:http://agia-varvara.blogspot.com/2005/03/blog-post.html
Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2016
«Τιμοῦμε τόν ἅγιο Μάρκο τόν Εὐγενικό γιατί ἄν δέν ἦταν αὐτός, ἐμεῖς τώρα θά ἤμαστε φράγκοι»
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης Αὐγουστίνου Καντιώτου
Ἕνας ἐναντίον ὅλων, Ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικός
Σήμερα,
19 Ἰανουαρίου, ἀγαπητοί μου, ἑορτάζει ὁ ἅγιος Μάρκος Ἐφέσου ὁ
Εὐγενικός. Στά ἐκκλησιαστικά βιβλία ὑπάρχουν καί ἄλλοι Μάρκοι. Ἕνας εἶνε
ὁ εὐαγγελιστής, πού ἔγραψε τό δεύτερο Εὐαγγέλιο. Ἄλλος Μάρκος εἶνε ὁ
ἀσκητής πού ἔζησε στήν ἔρημο. Ὁ σημερινός λέγεται Μάρκος ὁ Εὐγενικός,
καί ἦταν μητροπολίτης Ἐφέσου.
Πότε
ἔζησε; Λίγο προτοῦ νά πέση ἡ Πόλις. Ἡ Πόλις ἔπεσε 29 Μαΐου 1453, ἡμέρα
Τρίτη. Μερικά χρόνια πρίν ἔζησε καί ἔδρασε ὁ ἅγιος Μάρκος. Ἦταν χρόνια
δύσκολα γιά τό γένος μας. Οἱ Τοῦρκοι εἶχαν κατορθώσει νά κυριεύσουν ὅλη
τή Μικρά Ἀσία. Κάψανε σπίτια, ἀτιμάσανε γυναῖκες… Περάσανε τά
Δαρδανέλλια, ἦρθαν στή Θράκη, φτάσανε μέχρι τήν Κωνσταντινούπολι, καί
τήν πολιόρκησαν. Κινδύνευσε ἡ Πόλις νά πέση στά χέρια τους.
Αὐτοκράτωρ
ἦταν τότε ἕνας ἀδελφός του Κωνσταντίνου τοῦ Παλαιολόγου, ὁ Ἰωάννης
Παλαιολόγος. Αὐτός συνεκάλεσε στό παλάτι σύσκεψι. Μαζευτήκανε στρατηγοί,
ναύαρχοι, ὅλοι οἱ μεγάλοι, καί ἐσκέπτοντο πώς θά σωθοῦνε ἀπό τόν
κίνδυνο τῶν Τούρκων. Ὅλοι εἶπαν•Μόνοι μας
δέν μποροῦμε• πρέπει νά ζητήσουμε τή βοήθεια τῶν Εὐρωπαίων. Ἀλλά οἱ
Εὐρωπαῖοι (Ἰταλοί, Γάλλοι, Ἰσπανοί, Γερμανοί…) δέν εἶνε ὀρθόδοξοι.
Πιστεύουν στόν πάπα, καί αὐτόν προσκυνοῦνε. Ἦταν καί τότε ὁ πάπας
πανίσχυρος, γιατί ἐξουσίαζε ὄχι μόνο θρησκευτικῶς, ἀλλά καί πολιτικῶς.
Ὅ,τι ἤθελε, ἔκανε. Ἄν ἔλεγε «πόλεμος», πόλεμος γινόταν• ἄν ἔλεγε
«εἰρήνη», εἰρήνη. Ἔπρεπε, λοιπόν, νά πᾶνε στόν πάπα καί νά τόν
παρακαλέσουν νά στείλη βοήθεια. Σχηματίσθηκε, λοιπόν, μιά ἐπιτροπή.
Ἐκκλησιαστικά μέλη τῆς ἐπιτροπῆς ἦταν….
ὁ πατριάρχης, ὠρισμένοι μητροπολίται, καί μεταξύ αὐτῶν ὁ ἅγιος Μάρκος μητροπολίτης Ἐφέσου.
Τόν
πῆραν μαζί τους στήν ἐπιτροπή, γιατί ἦταν πολύ μορφωμένος. Ἤξερε τήν
ἁγία Γραφή ἀπέξω, ἤξερε τούς πατέρες, ἤξερε φιλοσοφία• ἦταν ὁ πιό
κατάλληλος νά κάνη συζήτησι μέ τούς δυτικούς. Μπῆκαν σέ καράβι, γιά νά
πᾶνε. Τώρα ἀπό τήν Πόλι φθάνεις στήν Ρώμη μέ τό ἀεροπλάνο σέ δυό ὧρες.
Τότε, ὅμως, ἤθελαν μῆνες• νά περάσουν τό Δαρδανέλλια, τό Αἰγαῖο, κάτω
ἀπό τήν Πελοπόννησο, γιά νά φθάσουν ἐκεῖ. Τά καράβια ἦταν ἱστιοφόρα.
Ξεκίνησαν, λοιπόν, καί ὕστερα ἀπό τέσσερις μῆνες φθάσανε στήν Ἰταλία.
Μόλις βγήκανε ἔξω, ὁ πάπας εἶχε τήν ἀξίωσι, ὅλη ἡ ἐπιτροπή τῶν ἐκλεκτῶν
Βυζαντινῶν μέ ἐπί κεφαλῆς τόν αὐτοκράτορα νά περάσουν νά τόν
προσκυνήσουν, νά πέσουν στά πόδια του καί νά φιλήσουν τήν παντόφλα του.
Αὐτοί τί ἀπήντησαν; Ἐμεῖς ἄνθρωπο δέν προσκυνᾶμε• τό Θεό προσκυνᾶμε. Καί
δέν ἀσπάσθηκαν τήν παντόφλα του. Μέχρι καί σήμερα, ὅποιος πάει στή Ρώμη
νά δή τόν πάπα, πρέπει νά φιλήσει ὄχι τό χέρι ἀλλά τό πόδι του. Ἐμεῖς
ἔχουμε συνήθεια νά φιλᾶμε τό χέρι τῶν κληρικῶν καί τῶν μεγαλυτέρων• ἀλλά
ἐκεῖ στή Ρώμη φιλᾶνε τήν παντόφλα τοῦ πάπα.
Ἄρχισαν
τέλος πάντων οἱ συζητήσεις. Σέ ὅλα εἶχαν διαφορές μεγάλες. Ποιές
διαφορές; Μερικές εἶνε οἱ ἑξῆς: Ἐμεῖς στό βάπτισμα βυθίζουμε τόν
βαπτιζόμενο στήν κολυμβήθρα• πρέπει νά χωθῆ ὅλο το κορμί στό νερό, νά μή
μείνη τίποτε ἀσκέπαστο. Οἱ φράγκοι δέν βυθίζουν τό σῶμα• μόνο το
ραντίζουν. Ἕνα αὐτό. Τό δεύτερο. Ἐμεῖς κοινωνοῦμε σῶμα καί αἷμα τοῦ
Χριστοῦ μας. Αὐτοί δίνουν μόνο «σῶμα», τήν ὄστια ὅπως τή λένε. Τρίτον.
Ἐμεῖς λέμε, ὅτι τό Πνεῦμα τό ἅγιο ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός. Αὐτοί
προσθέτουν, ὅτι ἐκπορεύεται «καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ». Ἐμεῖς ἔχουμε τό Χριστό
ἀρχηγό μας. Αὐτοί λένε, ὅτι ὁ πάπας ἔχει τό «πρωτεῖο». Αὐτές καί ἄλλες
ἀκόμα διαφορές ὑπάρχουν μεταξύ μας. Καί σ’ αὐτά τά σημεῖα ἔμεινε
ἀνυποχώρητος ὁ ἅγιος Μάρκος.
Στό
τέλος ὁ πάπας, ὅταν εἶδε τά δύσκολα, χρησιμοποίησε βία. Τούς ἔθεσε σέ
περιορισμό, τούς ἄφησε νηστικούς μέρες ὁλόκληρες, τούς τυράννησε. Τότε
τά μέλη τῆς ἐπιτροπῆς, ὁ ἕνας κατόπιν τοῦ ἄλλου ὑποχώρησαν καί ἄρχισαν
νά ὑπογράφουν τήν ἕνωσι. Μόνο ἕνας δέν ὑποχώρησε. Καί αὐτός ἦταν ὁ
Μάρκος ὁ Εὐγενικός. Ὅταν ὁ πάπας ἔμαθε τήν ἄρνησί του, εἶπε• Ἀφοῦ δέν
ὑπέγραψε αὐτός, «δέν κάναμε τίποτα». Δέν ὑπέγραψε, καί κινδύνευσε τά
μέγιστα τότε. Μέ δυσκολία κατώρθωσε νά φύγη ἀβλαβής ἀπό τή Ρώμη καί νά
ἐπιστρέψη στήν Πόλι. Ὅταν ἔφτασε, βγῆκε ὁ λαός καί τόν ὑποδέχθηκε. Γιατί
ἦταν ἥρωας. Ἔμεινε ἀνυποχώρητος, ἕνας αὐτός ἐναντίον ὅλων.
* * *
Τιμοῦμε
τόν ἅγιο Μάρκο τόν Εὐγενικό. Γιατί ἄν δέν ἦταν αὐτός, ἐμεῖς τώρα θά
ἤμαστε φράγκοι. Ἀντιστάθηκε αὐτός καί κράτησε τήν ὀρθόδοξο πίστι, ὅπως
παλαιότερα ὁ Μέγας Ἀθανάσιος. Οἱ παπικοί ἔλεγαν• Ἄν μπορῆς νά
μετακινήσης τόν Ὄλυμπο, μπορεῖς νά κλονίσης κι αὐτόν ἀπό τίς πεποιθήσεις
του.
Τί
μᾶς διδάσκει ὁ ἅγιος Μάρκος; Πρώτον ἕνα δίδαγμα ἐθνικό. Νά προσέξουμε
καί σήμερα, γιατί πάλι κινδυνεύουμε ἀπό τούς Τούρκους. Τά ἴδια ἔχουμε.
Τότε κατέφυγαν στόν πάπα. Τά ἴδια καί σήμερα. Τήν ὥρα τοῦ κινδύνου ἐμεῖς
ποῦ ἀποβλέπουμε; Στούς ἰσχυρούς της ἡμέρας, ἄλλη μιά φορά, γιά νά μᾶς
βοηθήσουν. Δέν κάνω πολιτική, ἀλλά σᾶς λέω τήν πικρά ἀλήθεια. Ὅταν ἤμεθα
στή Μικρά Ἀσία, μᾶς ἄφησαν καί οἱ Ἄγγλοι καί οἱ Ἰταλοί καί οἱ Γάλλοι.
Μείναμε μόνοι. Ἐνῶ λίγο ἄν μᾶς βοηθοῦσαν, δέν θά θρηνούσαμε τήν
καταστροφή. Μισοῦν, φθονοῦν τήν Ἑλλάδα. Τί πρέπει νά κάνουμε ἐμεῖς; Νά
ἔχουμε ὁμόνοια καί ἀγάπη, γιά νά μπορέσουμε νά κρατηθοῦμε σ’ αὐτά τά
ἐδάφη, πού εἶνε ποτισμένα μέ αἷμα. Ἀλλά κι ἕνα θρησκευτικό δίδαγμα. Στά
χρόνια μας ἔχουν σηκωθῆ πολλοί ἄθεοι. Ἄλλοτε στόν εὐλογημένο τόπο μας
δέν ὑπῆρχε ἄθεος. Τώρα οἱ ἄθεοι φτάσανε μέχρι τίς στάνες• ἔχουμε καί
τσοπαναραίους ἀθέους. Ἄν συναντήσετε ἄθεο, ποῦ λέει ὅτι δέν ὑπάρχει Θεός
κι ὅτι ὅλα ἔγιναν ἔτσι, νά τοῦ πῆτε ἕνα πράγμα• «Τό σπιτάκι ποῦ
κάθεσαι, ἔτσι μόνο του ἔγινε; Κάποιος τό ἔχτισε. Καί τό σύμπαν, τό
μεγάλο αὐτό σπίτι, ποιός τό ἔχτισε; Ὁ Κύριος ἠμῶν Ἰησοῦς Χριστός!».
Κλεῖστε τ’ αὐτιά στούς ἀπίστους καί ἄθεους. Ἀκόμα κλεῖστε τ’ αὐτιά σας
στούς αἱρετικούς καί μάλιστα στούς χιλιαστές, πού ἦρθαν ἀπό τήν Ἀμερική
μέ βαλίτσες δολλάρια. Αὐτό πού πρέπει νά τούς ποῦμε ἐμεῖς εἶνε• Φτωχοί
εἴμαστε, ἀλλά δέ θά πουλήσουμε τήν πίστι μας. Παραπάνω ἀπό τά δολλάρια
τῆς Ἀμερικῆς εἶνε ὁ Χριστός μας. Δέ θά πουλήσουμε τό Χριστό σάν τόν
Ἰούδα ἀντί τριάκοντα ἀργυρίων!…
Ἕνας
τέτοιος πράκτορας ἦρθε κάποτε στή Φλώριαν καί ζήτησε ἀπό μιά γυναίκα –
ἰδιοκτήτη κινηματογράφου νά τούς παραχωρήσει τήν αἴθουσα, γιά νά
μαζευτοῦν ἐκεῖ ἀπ’ ὅλη τή Μακεδονία καί νά κάνουν συγκέντρωσι. Τῆς
ἔδιναν, γιά μιά ὥρα, πολλά χρήματα. Κι αὐτή τί ἀπήντησε• –Φτωχιά εἶμαι,
ἀλλά τόν κινηματογράφο σ’ ἐσάς δέν τόν δίνω. Ὅλα τα δολλάρια τῆς
Ἀμερικῆς νά μοῦ δώσετε, δέ μαγαρίζω τήν αἴθουσα!…
Κάτω
στή Θεσσαλία, κοντά στόν Πηνειό, εἶναι ἕνα χωριουδάκι. Εἶχε παπά,
χτυποῦσε καμπάνα, πηγαῖναν ὅλοι στήν ἐκκλησία• εὐλογημένο χωριό. Ἦρθε,
ὅμως, ἀπό τή Γερμανία ἕνας πού εἶχε γίνει χιλιαστής. Αὐτός κατώρθωσε
σιγά – σιγά νά κάνη καί ἕναν δεύτερο χιλιαστή, σέ λίγο ἕνα τρίτο… Τώρα
τό χωριό εἶναι ὅλο χιλιαστικό. Ψώριασαν τά πρόβατα! Φτάνει ἕνα, γιά νά
ψωριάση ὅλο το κοπάδι.
Γι’
αὐτό, ἄν καμμιά φορᾶ στήν ἐνορία σᾶς ἔρθη χιλιαστής, σημάνετε
συναγερμό. Ἀνεβῆτε στά καμπαναριά καί χτυπῆστε νεκρικά τίς καμπάνες, σά
νά εἶναι Μεγάλη Παρασκευή. Διῶξτε τούς μακριά. Γιατί εἶναι λύκοι
φοβεροί, ἀπατεῶνες καί πλαστογράφοι τῆς ἀλήθειας. Ἔτσι θά εἶστε παιδιά
τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου καί παιδιά τοῦ Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ. Ἔτσι θά
κρατήσουμε τήν πίστι μας ἀπό γενεά σέ γενεά, δοξάζοντες Πατέρα, Υἱόν καί
Ἅγιον Πνεῦμα εἰς αἰώνα αἰῶνος.
pemptousia
http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2014/01/blog-post_4787.html
“Ἐγωιστὴς” ὁ Ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικός;
“ΕΓΩΙΣΤΗΣ” Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΚΟΣ Ο ΕΥΓΕΝΙΚΟΣ; (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
Τοῦ Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
. Ἡ ἐκ μέρους τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ντὲ φάκτο ἀποδοχὴ τῆς Ὀρθόδοξης ἀντίληψης περὶ τοῦ Πρωτείου κατὰ τὴ σύναξη τῶν Προκαθημένων, τὴν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, δημιούργησε τὴν ἐντύπωση ὅτι ἔκλεισε τὸ θέμα ποὺ εἶχε ἀνοίξει ὁ Μητροπολίτης Προύσης κ. Ἐλπιδοφόρος. Ὅμως ὄχι, ὑπῆρξε συνέχεια. Ὁἀρχιμανδρίτης Παντελεήμων Μανουσάκης, ἐπίκ. Καθηγητὴς φιλοσοφίας στὸ Καθολικὸ Κολέγιο Τιμίου Σταυροῦ, στὴ Μασαχουσέτη τῶν ΗΠΑ, κολέγιο ποὺἔχουν ἱδρύσει ἰησουίτες μοναχοί, ὄχι μόνο δημοσίευσε ἄρθρο, μὲ τὸὁποῖο ὑποστηρίζει τὶς ἀπόψεις τοῦ κ. Ἐλπιδοφόρου, ἀλλὰ χαρακτηρίζει “ἐγωιστικὴ” τὴν ἄρνηση τοῦ Πρωτείου καὶ τῆς παπικῆς ἀντίληψης περὶ “Πρώτου χωρὶς ἴσον” (primus sine pares). Ἀπὸ τὶς δέκα παραπομπές του οἱὀκτὼ δὲν ὑποστηρίζουν τὴν ἐπιχειρηματολογία του, εἶναι ἁπλῶς ἀναφορὲς σὲἄρθρα του, στὸἄρθρο τοῦ κ. Ἐλπιδοφόρου καὶ μία στὴν ὕπαρξη περισσοτέρων Ὀρθοδόξων Ἐπισκόπων σὲ μία Ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστικὴ περιφέρεια. . Ἀπὸ τὶς δύο ἀπομένουσες ὑποσημειώσεις στὸ ἄρθρο τοῦ π. Παντελεήμονα ἡ μία ἀναφέρεται στὴν ἀνύψωση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας σὲ Πατριαρχεῖο καὶ τὸ γραφόμενο ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἱερεμία Β´, ὅτι “κεφαλὴ ἔχει τὸν Ἀποστολικὸν Θρόνον τῆς Κωνσταντίνου πόλεως, ὡς καὶ οἱἄλλοι Πατριάρχαι”. Κατὰ τὴν ἄποψη τοῦἀρθρογράφου ἀπὸ τὴ φράση αὐτὴ “διαφαίνεται ἡὕπαρξη πρώτου στὰ πρεσβυγενῆ πατριαρχεῖα”. Ἡ δεύτερη ἀφορᾶ ἐπιστολὴ τοῦ Πατριάρχου Γαβριὴλ πρὸς τὸν Ἀλεξανδρείας Γεράσιμο μὲ τὴν ὁποία τοῦὑπενθυμίζει ὅτι “κέκτηται προνόμιον διευθετεῖν καὶ ρυθμίζειν τὸ ἁπανταχοῦ χριστιανικὸν πλήρωμα εἰς τὰὀρθὰ τῆς Ἐκκλησίας δόγματά τε καὶ διατάγματα καὶ τὰς ἐξ ἀρχῆς παραδόσεις καὶ ἐπιβλέπειν δριμύτερον ἐπὶ τοὺς παρεκτρεπομένους τῶν ἐκκλησιαστικῶν διατάξεων τε καὶ παραδόσεων”. . Οἱ δύο παραπομπὲς οὐδὲν ἀναφέρουν περὶ τοῦ Πρωτείου, ὅπως τὸ ἐννοεῖ ὁ Μητροπολίτης Προύσης. Ἁπλῶς ἀποτελοῦν ἀπόψεις ἢἐπιδιώξεις, ποὺ δὲν ἔγιναν ποτὲἀποδεκτές. Νὰ ἀναφέρουμε ὅτι καὶ Πατριάρχες Ἀλεξανδρείας ἔχουν ἐπιτιμήσει Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, ὅταν ξέφευγαν ἀπὸ τοὺς Κανόνες καὶ τὰ Δόγματα τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ἅγιος Κύριλλος, Ἀλεξανδρείας, ἦρθε σὲ ὀξύτατη ἀντίθεση μὲ τὸν αἱρετικὸ Κωνσταντινουπόλεως Νεστόριο καὶ προκάλεσε τὴν Γ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ τὸν καταδίκασε. [1] ὁ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Μελέτιος Πηγᾶς δριμύτατα ψέγει τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη Ἱερεμία Β´, γιατί στὸ θέμα τῆς ἀνυψώσεως τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας σὲ Πατριαρχεῖο παρέβλεψε τὴν ἐκκλησιαστικὴ καὶ κανονικὴ τάξη. Τοῦ γράφει: “Οἶδα, χαλεπήσας ἐπὶ τῇ ἀναγωγῇ εἰς Πατριαρχεῖον τῆς Μοσκόβου Μητροπόλεως, οὐ γάρ σε διαλανθάνει οὐχ ἑνὸς εἶναι τοῦτο Πατριάρχου (εἰ μὴ τῇ Παλαιᾷ Ρώμῃ ἐπακολουθεῖν ἔγνωκεν ἡ Νέα) ἀλλὰ Συνόδου καὶ Συνόδου Οἰκουμενικῆς (τῶν Ὀρθοδόξων δηλαδή). Τοῦτον γὰρ τρόπον καὶ τὰ μέχρι σήμερον Πατριαρχεῖα κατέστη, διὰ τοῦτο ἔδει σου τὴν ἱερὰν ψυχὴν καὶ τῶν λοιπῶν ἀδελφῶν συμπαραλαβεῖν τὴν ψῆφον. Δεῖ γὰρ πάντας εἰδέναι (ὡς κατὰ τὴν Γ΄ Σύνοδον οἱ Πατέρες διορίζονται) τὸ πραττόμενον ὅτι περὶ κοινοῦ τινὸς πράγματος ἐστὶν σκέψις. Φανερὸν δὲ ὅτι θρόνος οὐδεὶς Πατριαρχικὸς ἑτέρῳ ὑπόκειται, ἀλλὰ τῇ Καθολικῇ συνδέδεται Ἐκκλησίᾳ” (2). (Σημ. Οἱ ὑπογραμμίσεις τοῦ γράφοντος). Προφητικὸς ὁ λόγος τοῦ Μελετίου Πηγᾶ γιὰ τὰ ὅσα σήμερα συμβαίνουν. . Ἐπὶ τῆς οὐσίας τοῦἄρθρου τοῦἈρχιμ. Παντελεήμονος Μανουσάκη μὲ τὸ νὰ χαρακτηρίζει “ἐγωιστικὴ” τὴν ἄρνηση τοῦ Πρωτείου στὸν Ρώμης καί, κατ᾽ ἐπέκταση, στὸν Κωνσταντινουπόλεως κατηγορεῖὡς “ἐγωιστὴ” τὸν Ἅγιο Μάρκο τὸν Εὐγενικό, ὁὁποῖος δὲν ἐδέχθη καὶ δὲν ὑπέγραψε τὰ περὶ τοῦ Πρωτείου καὶ τῶν ἄλλων πλανῶν τοῦ Πάπα στὴ Σύνοδο Φεράρας – Φλωρεντίας, παρὰ τὰ βάσανα ποὺὑπέστη. Ὁἱστορικός τοῦ Βατικανοῦ Joseph Gill γράφει πὼς γιὰ νὰ προωθηθεῖἡ “Ἕνωση”, δηλαδὴἡὑποταγὴ τῶν Ὀρθοδόξων στὸν Πάπα “ἔπρεπε ὁ Αὐτοκράτορας καὶ οἱ ἐκκλησιαστικὲς ἀρχὲς τῆς Κωνσταντινουπόλεως νὰ εἶχαν ἀφορίσει τὸν Μητροπολίτη Ἐφέσου καὶ νὰ τὸν εἶχαν ἀποτελεσματικὰἐμποδίσει νὰ διαδίδει τὶς ἀνατρεπτικές του ἀπόψεις” [3]. Δηλαδὴ κατὰ τὸν ἱστορικὸ τοῦ Βατικανοῦ θὰ ἔπρεπε νὰ ἐξοντωθεῖ ὁἍγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικός, ὅ,τι ἀργότερα ἔκαναν οἱ Ἰησουίτες στὸν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Κύριλλο Λούκαρη. Πιστεύουμε ὅτι μὲ βδελυγμία ἀπορρίπτει ὁ π. Παντελεήμων αὐτὲς τὶς προθέσεις τοῦ Βατικανοῦ. . “Ἐγωιστικὴ” εἶναι ἐπίσης ἡ θαρραλέα στάση τῶν 13 μοναχῶν της Μονῆς Καντάρας, στὴν Κύπρο. Προτίμησαν τὸ μαρτύριο καὶ νὰ καοῦν ζωντανοί, παρὰ νὰὑποκύψουν στὸ Πρωτεῖο καὶ τὶς ἄλλες κακοδοξίες τοῦ Πάπα. [4]. “Ἐγωιστικὴ” εἶναι καὶ ἡ ἄποψη τοῦ καθηγητοῦ Σπυρίδωνος Κ. Παπαγεωργίου, ὁ ὁποῖος στὴν “Ἐκκλησιαστικὴ Ἀλήθεια Κωνσταντινουπόλεως” ἀναφέρει: “ …Τουναντίον εἴδομεν ἐν τῇὀρθῇἑρμηνείᾳ τῶν γραφικῶν λόγων, ἐν τῇἀνοθεύτῳ ἀναγνώσει τῶν Πατέρων καὶἐν τῇἀμετατρέπτῳ ἱστορίᾳ ὅτι ὁἐπίσκοπος Ρώμης καὶ ἐλέγετο καὶ ἐθεωρεῖτο καὶ ἀφ᾽ ἑαυτοῦ προσηγορεύετο ἀδελφὸς ἐπίσκοπος (Σημ. Ὑπογράμμιση στὸ πρωτότυπο), ἴσος πρὸς τοὺς ἄλλους… Τὰς ἐσφαλμένας δοξασίας καὶ τοὺς ἐσφαλμένους θεσμοὺς αὐτοῦ πολλάκις καὶἐν τῇ Ἀνατολῇ καὶ ἐν τῇ Δύσει ἤλεγξαν ἄνδρες, παρ᾽ αὐτῶν τῶν παπῶν κατατασσόμενοι μεταξὺ τῶν Πατέρων καὶ ἐκκλησιαστικῶν συγγραφέων. Τέλος ὁμοφώνως ἡ γεραρὰ ἀρχαιότης τὰ γραφικὰ ρητὰ περὶ ἑνότητος, περὶ ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας, ἐφήρμοσε καὶ ἐνόησεν ἐπὶ τῆς ἑνότητος τῆς πίστεως, τῶν δογμάτων, τῆς ἀγάπης, τῆς διδασκαλίας, τῆς εἰρήνης τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ὁποίας ποιμὴν μόνος ἐστὶν ὁ Χριστός. Ἄλλην ἑνότητα ἐκκλησιαστικῶν οὔτε παρεδέχθη ἡ Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία ἐπὶ δέκα καὶἐννέα ὅλους αἰώνας, οὔτε θὰ παραδεχθῆ. Ἐάν ποτε τοιαύτην νοήσῃ τὴν ἑνότητα καὶ ὁ ἐπίσκοπος Ρώμης, τότε καὶ ἡ Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία προθύμως θέλει συζητήσει ἐν τοῖς καθέκαστα καὶ θέλει ἀποδείξη ποῖα εἰσὶ τὰ ὀρθὰ δόγματα καὶ ποία ἐστὶν ἡ ὀρθὴ καὶ συνάδουσα τῷ Εὐαγγελίῳ διδασκαλία” [5]. . Τὸ σημαντικότερο καὶ σοβαρότερο εἶναι ὅτι ὁἐν λόγῳ Ἀρχιμανδρίτης καταγγέλλει ὡς “ἐγωιστικὴ” τὴ στάση τῆς Συνόδου τοῦ Πατριαρχείου τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Σὲ Πατριαρχικὴ καὶ ΣυνοδικὴἘγκύκλιο Ἐπιστολή, τὸν Αὔγουστο τοῦ 1895, “πρὸς τοὺς Ἱερωτάτους καὶ Θεοφιλεστάτους ἐν Χριστῷἀδελφοὺς Μητροπολίτας καὶ ἐπισκόπους καὶ τὸν περὶ αὐτοὺς ἱερὸν καὶ εὐαγῆ κλῆρον καὶἅπαν τὸ εὐσεβὲς καὶὀρθόδοξον πλήρωμα τοῦ ἁγιωτάτου Ἀποστολικοῦ καὶ Πατριαρχικοῦ Θρόνου Κωνσταντινουπόλεως” ἐκφράζει τὴ βαθιά της θλίψη καὶ τὴν ὀδύνη της γιὰ τὴν ἐγκύκλιο ἐπιστολὴ τοῦ Πάπα Λέοντος ΙΓ´, μὲ τὴν ὁποία κάλεσε τοὺς Ὀρθοδόξους νὰὑποταγοῦν σ᾽ αὐτόν. Στὸ ἐπίσημο κείμενο τοῦ Πατριαρχείου τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ποὺἀποτελεῖ ἀπόφαση τῆς Συνόδου του καὶ ἑπομένως, κατὰ τὴ λογική τοῦ σημερινοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου, “ἱερὸ κείμενο” ἀναφέρονται μεταξὺ τῶν ἄλλων τὰ ἑξῆς ἀξιοπρόσεκτα, ποὺ προφανῶς ἀγνοεῖ – δὲν μποροῦμε νὰ σκεφθοῦμε κάτι ἄλλο – ὁ Ἀρχ. Παντ. Μανουσάκης:
.
“Οἱ θεῖοι Πατέρες τιμῶντες τὸν ἐπίσκοπον Ρώμης μόνον ὡς ἐπίσκοπον τῆς
πρωτευούσης πόλεως τοῦ κράτους, ἀπέδωκαν αὐτῷ προεδρείας πρεσβεῖα
τιμητικά, θεωρήσαντες αὐτὸν ἁπλῶς ὡς πρῶτον τῇ τάξει ἐπίσκοπον, τουτ᾽
ἔστι πρῶτον ἐν ἴσοις,ἅπερ πρεσβεῖα καὶ τῷ Κωνσταντινουπόλεως ἀπένειμαν
κατόπιν, ὅτε ἡ πόλις αὕτη ἐγένετο πρωτεύουσα τοῦ ρωμαϊκοῦ κράτους….Ἐκ
τοῦ 28ου κανόνος τῆς ἐν Χαλκηδόνι Δ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καταφαίνεται
ὅτι ὁ Ρώμης ἐστὶν ἐπίσκοπος ἰσότιμος τῷἐπισκόπῳ τῆς Ἐκκλησίας
Κωνσταντινουπόλεως καὶ τοῖς τῶν ἄλλων Ἐκκλησιῶν, ἐν οὐδενὶ δὲ κανόνι καὶ
παρ᾽ οὐδενὶ τῶν πατέρων ὑπαινιγμός τις γίνεται, ὅτι ποτὲὁ Ρώμης μόνος
ἐστὶν ὁἀρχηγὸς τῆς καθόλου Ἐκκλησίας καὶὁἀλάθητος κριτὴς τῶν ἐπισκόπων
καὶ τῶν ἄλλων ἀνεξαρτήτων καὶ αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν…
. Ἑκάστη κατὰ μέρος αὐτοκέφαλος Ἐκκλησία ἔν τεἈνατολῇ καὶ τῇ
Δύσει ἦν ὅλως ἀνεξάρτητος καὶ αὐτοδιοίκητος κατὰ τοὺς χρόνους τῶν ἑπτὰ
Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Ὅπως δὲ οἱἐπίσκοποι τῶν αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν τῆς
Ἀνατολῆς, οὕτω καὶ οἱ τῆς Ἀφρικῆς, τῆς Ἱσπανίας, τῶν Γαλλιῶν, τῆς
Γερμανίας καὶ τῆς Βρετανίας ἐκυβέρνων τὰ τῶν Ἐκκλησιῶν αὐτῶν ἕκαστοι διὰ
τῶν ἰδίων τοπικῶν Συνόδων, οὐδὲν ἀναμίξεως δικαίωμα ἔχοντος
τοῦἐπισκόπου Ρώμης, ὅστις καὶ αὐτὸς ἐπίσης ὑπήγετο καὶὑπεῖκεν εἰς τὰς
συνοδικὰς ἀποφάσεις….Τοιοῦτον ὑπῆρχε τὸἀρχαῖον τῆς Ἐκκλησίας πολίτευμα,
οἱ δὲἐπίσκοποι ἦσαν ἀνεξάρτητοι ἀπ᾽ ἀλλήλων καὶἐλεύθεροι ὅλως ἐν τοῖς
ἰδίοις ἕκαστος ὁρίοις, μόνον ταῖς συνοδικαῖς διατάξεσιν ὑπείκοντες, καὶ
παρεκάθηντο ἴσοι πρὸς ἀλλήλους ἐν ταῖς συνόδοις, οὐδεὶς δὲἐξ αὐτῶν
διεξεδίκει ποτὲ μοναρχικὰ δικαιώματα ἐπὶ τῆς καθόλου Ἐκκλησίας….”. (6).
(Σημ. Ἡ ὑπογράμμιση τοῦ γράφοντος).
. “Ἐγωιστικὴ” εἶναι καὶ ἡ θεολογικὴ ἄποψη τοῦ Μητροπολίτου Περγάμου Ἰωάννου Ζηζιούλα, ὁ ὁποῖος στὴν ἐπὶ διδακτορίᾳ διατριβή του ἐπιλέγει μὲ τὰ ἑξῆς: «Ἕκαστος Ἐπίσκοπος ἐνοεῖτο ὡς διάδοχος πάντων (Σημ. Ἡ ὑπογράμμιση στὸ πρωτότυπο) τῶν Ἀποστόλων – καὶ τοῦ Πέτρου. Δὲν ἦτο συνεπῶς ἡ ἑνότης τῶν Ἐπισκόπων “συλλογικὴ” ἐν τῇ ἐννοίᾳ τῆς ἀθροιστικῆς συνθέσεως μίας ἐπιμεμερισμένης εἰς τοὺς διαφόρους Ἐπισκόπους ἀποστολικῆς διαδοχῆς. Ἕκαστος τῶν Ἐπισκόπων ἐκάθητο ἐπὶ τῆς καθέδρας τοῦ Πέτρου, τῆς Ἐκκλησίας του θεωρουμένης πλήρως ἀποστολικῆς καὶ στηριζομένης ἐπὶ τοῦ θεμελίου πάντων τῶν Ἀποστόλων (Σημ. Ἡ ὑπογράμμιση στὸ πρωτότυπο). Ἐντεῦθεν καὶἐπιστεύετο ὅτι ὄχι μόνον οἱοσδήποτε ἐκ τῶν Ἐπισκόπων τούτων δὲν ἠδύνατο νὰ κατέχῃ Ἱερωσύνην καὶ οἱασδήποτε ἐκκλησιολογικῶς βεβαιουμένας δικαιοδοσίας κατὰ τρόπον πληρέστερον οἱουδήποτε ἄλλου Ἐπισκόπου, ἀλλὰ καὶ πάντες ὁμοῦἡνωμένοι δὲν ἠδύναντο νὰ συνιστοῦν ἄθροισμα συμπληρούντων ἄλληλα μερῶν, ἀλλ᾽ ἑνότητα ὀργανικὴν (Σημ. Ἡὑπογράμμιση στὸ πρωτότυπο), στηριζομένην ἐπὶ τῆς πλήρους ταυτότητος τῶν πρὸς ἀλλήλους καὶ πρὸς τὸἓν σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἀπὸ τὸ καίριον τοῦτο σημεῖον, τὸὁποῖον ἐκφράζει τὴν πληρότητα τοῦ ἐπισκοπικοῦ βαθμοῦ, ἐξακολουθεῖ καὶ παρὰ τὴν ἐμφάνισιν τῆς περὶ συλλογικότητος τῶν Ἐπισκόπων θεωρίαν, νὰἐκπηγάζη πᾶσα οὐσιαστικὴ διαφωνία πρὸς τὴν οὐσίαν τῆς ὅλης Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησιολογίας ὑπὸ τὸ φῶς τῆς συνειδήσεως τῶν τριῶν πρώτων αἰώνων [7]. Ὁ Μητρ. Περγάμου σὲ ἄλλο σημεῖο τῆς διατριβῆς τουὑποστηρίζει κάτι ἀκόμη πιὸ σοβαρό: “Ἐπίσκοπος μὴἀποτελῶν τὸ κέντρον τῆς ἑνότητος ὡρισμένης Ἐκκλησίας ἢἐξαρτώμενος ἐξ ἄλλου Ἐπισκόπου θὰἀπετέλει ἀτελῆ Ἐπίσκοπον”. [8] (Σημ. Ὑπογράμμισις τοῦ γράφοντος). Τὸ ἐντυπωσιακὸ εἶναι ὅτι ὁ κ. Ἰωάννης ἀπὸ τὴ συνάντηση τῆς Ραβέννας καὶ μετὰ φαίνεται νὰἔχει ἀλλάξει ἄποψη. Ἀσφαλῶς ἔχει τοὺς λόγους του γιὰ τὴν ἀλλαγὴ καὶ ποὺ δὲν προβαίνει σὲ διόρθωση τῶν ὅσων ὑποστηρίζουν οἱ νεότεροί του κληρικοὶ τοῦ Πατριαρχείου.
. Ἡ συνέχιση τῆς προώθησης τῆς παπικῆς ἀντίληψης περὶ τοῦ Πρωτείου, ὅτι δηλαδὴ ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως εἶναι “Πρῶτος ἄνευ ἴσου” εἶναι ζήτημα σοβαρό, γιατί οἱἐκτιθέμενες ἀπόψεις εἶναι ὑπὸ τὴν ἔγκριση τοῦ Φαναρίου, ἀφοῦ τίποτε δὲν τελοῦν τὰ στελέχη του χωρὶς τὴν ἔγκρισή του. Ἡ προσχώρηση Ὀρθοδόξων κληρικῶν καὶ μάλιστα Ἐπισκόπων στὴν περὶ τοῦ Πρωτείου λογική τοῦ Πάπα προκαλεῖὀδύνη καὶ πρέπει ἐκ μέρους τους νὰ ἐπανεκτιμηθεῖ, μὲ βάση τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση καὶ Ἐκκλησιολογία καὶ μὲ γνώση τῆς Ἱστορίας γιὰ τοὺς ποταμοὺς αἱμάτων ποὺἔχυσαν οἱὈρθόδοξοι Χριστιανοὶ γιὰ νὰ ἀντισταθοῦν στὶς ἐπιδιώξεις τῶν Λατίνων καὶ βεβαίως χωρὶς προκατάληψη καὶ χωρὶς τὸν πειρασμὸ τῆς ἐκκοσμίκευσης καὶ τοῦ ὠφελιμισμοῦ.-
Σημειώσεις- Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, Ἂρχ/ποὺἈθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος “Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀλεξανδρείας (62-1934)”, Ἀθῆναι, 1985, σελ. 30-368.
- Μεθοδίου Φούγια, Μητροπολίτου Πισιδίας “Ἐπιστολαὶ Μελετίου Πηγᾶ, Πάπα καὶ Πατριάρχου Ἀλεξανδρείας”, Ἀθῆναι, 1998, σελ. 19-21.
- Joseph Gill “ Ἡ Σύνοδος τῆς Φλωρεντίας”, Ἔκδ. “Καλοῦ Τύπου”, Ἀθῆναι, 1962, σέλ. 460.
- Ἀνδρέα Μιτσίδη “Σύντομη ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου”, Λευκωσία, 1994, σελ. 36.
- “ἘκκλησιαστικὴἈλήθεια Κωνσταντινουπόλεως”, Σύγγραμμα περιοδικόν, ἐκδιδόμενον κατὰ Παρασκευήν”, Ἔτος Δέκατον Ἕκτον, 1 Μαρτίου 1896-28 Φεβρουαρίου 1897, Ἐν Κωνσταντινουπόλει, 1897, Ἐκ τοῦ Πατριαρχικοῦ Τυπογραφείου, σελ. 264.
- “ἘκκλησιαστικὴἈλήθεια Κωνσταντινουπόλεως”, Ἔτος Δέκατον Πέμπτον, 1 Μαρτίου 1895- 29 Φεβρουαρίου 1896, Ἐν Κωνσταντινουπόλει 1896, σέλ. 241-249.
- Ἰωάννου Ζηζιούλα, Μητροπολίτου Περγάμου καὶ καθηγητοῦ Πανεπιστημίου “ Ἡἑνότης τῆς Ἐκκλησίας ἐν τῇ Θείᾳ Εὐχαριστίᾳ καὶ τῷἘπισκόπῳ κατὰ τοὺς τρεῖς πρώτους αἰώνας”, Δευτέρα Ἔκδοσις, Ἔκδ. Γρηγόρη, Ἐν Ἀθήναις, 1990,σελ. 202.
- Ἔνθ᾽ ἀνωτ. σελ. 192.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)