Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου 2014

Η Ορθόδοξη ευσέβεια

 
«Υπέρ των ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών, του Κυρίου δεηθώμεν».

Για τους ευσεβείς και ορθοδόξους χριστιανούς, ας παρακαλέσουμε τον Κύριο.


      Όταν λέμε ορθόδοξη ευσέβεια, εννοούμε πως εμείς οι ορθόδοξοι χριστιανοί ζούμε την πίστη μας. Γιατί βέβαια η πίστη δεν είναι μια θεωρητική γνώση, αλλά ένας τρόπος ζωής. Πρέπει να ξέρουμε τί πιστεύομε, αλλ’ αυτό δεν είναι αρκετό, γιατί αυτό που πιστεύουμε πρέπει να το ζούμε, να το κάνουμε κανόνα και νόμο στη ζωή μας. Όμως, όταν λέμε ορθόδοξη ευσέβεια, εννοούμε κάτι αλλιώτικο και κάτι περισσότερο· εννοούμε τον τρόπο με τον οποίο και πιστεύουμε και ζούμε την πίστη μας. Λέμε λοιπόν από την αρχή πώς αυτός ο τρόπος, είναι εκκλησιαστικός και λειτουργικός. Όχι απλώς θρησκευτικός ή χριστιανικός, γιατί έξω από την Εκκλησία δεν υπάρχει χριστιανισμός κι έξω από την θεία Λειτουργία δεν υπάρχει ευσέβεια. Χριστιανισμός θα πει Εκκλησία, και ορθόδοξη ευσέβεια θα πει ευσέβεια λειτουργική.
      Στην αρχή ακόμα της θείας Λειτουργίας, ο λειτουργός και μαζί του όλοι όσοι είμαστε μέσα στην Εκκλησία παρακαλούμε για τους ευσεβείς και ορθόδοξους χριστιανούς· «Υπέρ των ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών, του Κυρίου δεηθώμεν», όχι απλώς για τους ευσεβείς, αλλά για τους ορθόδοξους, γιατί αληθινή ευσέβεια είναι η ορθοδοξία, και γιατί η Εκκλησία προσεύχεται και για τους αιρετικούς και για τους αλλόθρησκους και για όλο τον κόσμο, αλλά τη θεία Λειτουργία την τελεί μόνο για τους ορθόδοξους. Όταν λέμε ορθοδοξία, δεν εννοούμε στεγνά την ορθή πίστη σαν γνώση, αλλά σαν έκφραση και ζωή. Για να το πούμε καλύτερα, ορθοδοξία δεν θα πει ορθή γνώμη, αλλά ορθή λατρεία. Να σε δω πως λατρεύεις, για να καταλάβω πως πιστεύεις.
      Αυτό που στη γλώσσα της θεολογίας λέγεται δόγμα, και πολλούς τους ενοχλεί, δεν είναι μία στεγνή θεωρητική διδασκαλία, αλλά εκκλησιαστική και λειτουργική εμπειρία, καθώς το γράφει ο άγιος Ειρηναίος· «Η διδασκαλία μας είναι συμμόρφωση προς την Ευχαριστία και η Ευχαριστία είναι επικύρωση της διδασκαλίας μας». Με τον ίδιο τρόπο γράφει ο άγιος Φώτιος τι είναι δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας· «Αυτή είναι η καθαρή και αγία ορθόδοξη πίστη μας… η σοφή και θεοδίδακτη μυσταγωγία της άχραντης και αληθινής λατρείας μας». Η ορθή πίστη είναι δεμένη με τη θεία λατρεία έτσι, που το ένα να είναι το άλλο. Όταν λέμε, κι αυτό είναι μια αναντίλεκτη αλήθεια, πως η θεία Λειτουργία είναι η ύψιστη πράξη της Εκκλησίας, εύκολα λοιπόν καταλαβαίνομε πως η ορθόδοξη ευσέβεια είναι ευσέβεια λειτουργική.
     Ένας σύγχρονός μας Ρώσος θεολόγος γράφει πολύ σωστά ότι «Τα ορθόδοξα δόγματα δεν είναι μόνο στα θεολογικά συγγράμματα. Τα ορθόδοξα δόγματα είναι προ πάντων στη ζωή της Εκκλησίας, δηλαδή στη θεία Λειτουργία και γενικά στη θεία λατρεία». Η ορθόδοξη θεολογία είναι αδύνατο να χωρισθεί από την Εκκλησία, δηλαδή από την ευσέβεια, που είναι ζωή όχι άχρωμα χριστιανική και αόριστα πνευματική, αλλά ζωή μέσα στη λειτουργική εμπειρία της Εκκλησίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο μεγάλος Απόστολος για το μυστήριο της ευσέβειας, δηλαδή για την ευαγγελική και ορθόδοξη πίστη, γράφει αμέσως και μαζί με τη διαγωγή και την αναστροφή μας μέσα στην Εκκλησία, που είναι ο στύλος και το εδραίωνα της αλήθειας. Αυτό θα πει πως μόνο μέσα στην Εκκλησία και τη λατρεία της Εκκλησίας φυλάγεται η ορθή πίστη και η ευσέβεια του χριστιανού. Στον καιρό μας, «είτε προφάσει είτε αληθεία», πολλά λέγονται και γράφονται για την Εκκλησία. Άνθρωποι έξω από την Εκκλησία, αλλά και χριστιανοί που δεν ξέρουν τι είναι η Εκκλησία ξεσηκώνονται, τάχα πως ενδιαφέρονται για την Εκκλησία. Μα έξω από την Εκκλησία κι έξω από τη σύναξη της Εκκλησίας και τη θεία Λειτουργία κανένας δεν μπορεί να βεβαιώσει πως είναι ευσεβής και πως ενδιαφέρεται στ’ αλήθεια για την Εκκλησία.
       Στη δεύτερη επιστολή του προς τον Τιμόθεο ο απόστολος Παύλος γράφει για ανθρώπους με «μόρφωσιν ευσεβείας, την δε δύναμιν αυτής ηρνημένους». Αυτό θα πει πως έχουν κάποια γνώση και εξωτερικά δείχνουν για ευσεβείς, μα δεν έχουν αληθινή ευσέβεια. Γιατί η ευσέβεια δεν είναι ό,τι ο καθένας θέλει να φαίνεται για ενάρετος και άγιος, μα ό,τι όλοι μας είμαστε μέσα στη λειτουργική σύναξη της Εκκλησίας. Για το Θεό ο Απόστολος γράφει «ου η δόξα εν τη Εκκλησία.»· αλλά όπως ο Θεός δοξάζεται μέσα στην Εκκλησία, έτσι κι ο κάθε πιστός είναι ό,τι είναι και σώζεται μέσα στην Εκκλησία, που στην πιο τέλεια έκφρασή της είναι λειτουργική σύναξη. Το λέμε και το ξαναλέμε πως έξω από την Εκκλησία δεν υπάρχει χριστιανισμός, κι έξω από τη θεία Λειτουργία δεν υπάρχει Εκκλησία κι επομένως ούτε σωτηρία.
      Χαρακτηριστικό είναι ότι ο μεγάλος Απόστολος γράφοντας για τους ανθρώπους που έχουν «μόρφωσιν ευσεβείας», λέει πως αυτοί θα φανούν «εν εσχάταις ημέραις», στις τελευταίες δηλαδή ημέρες και σε καιρούς που χαρακτηρίζονται «χαλεποί», δύσκολοι δηλαδή και στενόχωροι. Και σκέφτεται κανείς μήπως αυτές οι ημέρες κι αυτοί οι καιροί είναι οι δικοί μας, στους οποίους πολύ δοκιμάζεται και ταλαιπωρείται η Εκκλησία όχι μόνο από τους άθεους και τους αιρετικούς, αλλά και από πολλούς που έχουν «μόρφω­σιν ευσέβειας». Είναι αυτή μια ευσέβεια, ένας τρόπος δηλαδή που πολλοί στον καιρό μας πιστεύουν και ζουν σαν χριστιανοί, ολωσδιόλου ατομικός και δικός τους, ανακατεμένος ή με πολλή υποκρισία ή με πολύ κοσμικό φρόνημα ή με πολλή κοινωνική φιλοσοφία και κενή απάτη. Έχουν αρνηθεί τη δύναμη της αληθινής ευσέβειας, που είναι ευσέβεια εκκλησιαστική και λειτουργική.
      Η θεία Λειτουργία και γενικότερα η λατρεία της Εκκλησίας είναι το καλύτερο σχολείο της αληθινής χριστιανικής και ορθόδοξης ευσέβειας. Στη θεία Λειτουργία και στη λατρεία της Εκκλησίας όχι μόνο ζούμε, αλλά συγχρόνως και διδασκόμαστε την επίγνωση της αλήθειας του Χριστού, που δεν είναι νοητική και λογική γνώση, αλλά αλήθεια και σοφία Θεού, καθώς γράφει ο Απόστολος «εν μυστηρίω». Έτσι μπορούμε να λέμε πάντα ότι ο ορθόδοξος λαός δεν είναι «μα­θών», αλλά «παθών» τα θεία. Αυτό θα πει πως η ορθόδοξη ευσέβεια δεν διδάσκεται σαν μάθημα σε κανένα σχολείο και σε καμμιά αίθουσα, αλλά μέσα στο ναό, όταν γίνεται η θεία Λειτουργία και οι χριστιανοί χαίρουν και λυπούνται, αγαλλιούν και κλαίνε, ζώντας μέσα τους τα θεία γεγονότα της πίστεως και αγκαλιάζοντας τα πρόσωπα των Αγίων, που υπηρετούν στο μυστήριο της σωτηρίας. Γιατί η διδασκαλία και η ευσέβεια της Εκκλησίας δεν είναι κάποιες έννοιες και κάποιες ιδέες, αλλά ένας ζωντανός κόσμος γεγονότων και προσώπων, μέσα στα οποία εμείς «κινούμεθα και εσμέν». Αυτό το τελευταίο πρέπει, να το προσέξουμε, επειδή έχει ιδιαίτερη σημασία για την ορθόδοξη ευσέβεια. Η Εκκλησία πάντα εορτάζει ιστορικά γεγονότα και συγκεκριμένα πρόσωπα· τον ευαγγελισμό της Παναγίας, τη γέννηση και τη βάπτιση του Ιησού Χριστού, το θείο πάθος, την ανάσταση, την ανάληψη και την πεντηκοστή. Το ίδιο και οι εορτές των Αγίων είναι εορτές γεγονότων και προσώπων, της γέννησης, του θανάτου και των θαυμάτων τους. Έτσι η ευσέβεια του ορθοδόξου λαού δεν είναι θεωρητική και αόριστη, αλλά εμπειρική και συγκεκριμένη.
      Θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε την ορθόδοξη ευσέβεια σε τρία πράγματα, στο συναξάρι, στο τροπάρι και στο εικόνισμα. Αυτά τα τρία είναι το τρίπτυχο της Ορθόδοξης ευσέβειας. Το συναξάρι είναι η «εν Χριστώ» ζωή και πείρα των Άγιων. Το τροπάρι είναι ο ύμνος και η ιερή ψαλμωδία στη σύναξη της Εκκλησίας· ό,τι μας πλημμυρίζει μέσα μας, που δεν μπορούμε να το εκφράσουμε καλύτερα, στη συντροφιά μας και στη σύναξη της Εκκλησίας, το κάνουμε άσμα και τραγούδι και με μια καρδιά και μ’ ένα στόμα το λέμε στο Θεό. Και το εικόνισμα, έτσι καθώς το βλέπει και το προσκυνάει ο ορθόδοξος όχι ειδωλολατρικά, αλλά τιμητικά για το εικονιζόμενο πρόσωπο, είναι η έκφραση και η φανέρωση της ορθόδοξης ευσέβειας. Αυτός που γράφει αυτό το κήρυγμα, όταν κάποτε στο Βατικανό του έδειξαν ένα βυζαντινό εικόνισμα, έβγαλε το σκούφο του, έκανε το σταυρό του και προσκύνησε. Κι ένας τότε διαβασμένος ξένος κληρικός είπε στους άλλους· «Αύτη είναι η ορθόδοξη ευσέβεια». Όταν λέμε για συναξάρι και για τροπάρι και για εικόνισμα, δεν μιλάμε για καλλιτεχνικά έργα θρησκευτικής τέχνης, αλλά για ιερά αντικείμενα εκκλησιαστικής λατρείας. Η ορθόδοξη λοιπόν ευσέβεια δεν χωρίζεται από την Εκκλησία, την ιερωσύνη και τη θεία Λειτουργία. Είναι ευσέβεια όχι απλώς θρησκευτική ούτε χριστιανική, άλλα ευσέβεια εκκλησιαστική και λειτουργική. Αυτή την ευσέβεια, την ορθή βέβαια πίστη, αλλά και την ορθή λατρεία, εννοεί η δέηση της Εκκλησίας στην αρχή της θείας Λειτουργίας· «Υπέρ των ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών…». Αμήν.

(+Διονυσίου, Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης, «Η Θεία Λειτουργία», εκδ. Αποστ. Διακονίας)

Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου 2014

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΗΔΟΝΩΝ Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος και Ὑμηττοῦ κ. ΔΑΝΙΗΛ



ά ζητήματα ἤ τά προβλήματα πού ἀφοροῦν τόν ἄνθρωπον εἶναι δύο εἰδῶν κατά τήν γνώμη τῶν ἁγίων Πατέρων. Μερικά ζητήματα εἶναι ἐποχιακά καί γι᾽ αὐτό ἐφήμερα. Ὅσο κι ἄν φαίνονται μεγάλα, δύσκολα, ἐπείγοντα καί καυτά, μέ τό πέρασμα τοῦ χρόνου ἀλλοιώνονται, ὑποβαθμίζονται, χάνουν τήν ἐπικαιρότητά τους καί τελικά παύουν νά ὑφίστανται καί ἀφανίζονται ἀπό τήν συνείδησι.
Ὑπάρχουν ὅμως καί μερικά ἄλλα πού ξεπερνοῦν τό χρόνο. Εἶναι πάντα ἐπίκαιρα, πάντα ἐπείγοντα καί πιεστικά, πάντα ζωντανά γιά τόν ἄνθρωπο. Τά πρῶτα ἀνάγονται στήν περιφέρεια τῆς ὑπάρξεώς του. Τά δεύτερα στό κέντρο. Τά πρῶτα εἶναι ἐπιδερμικά, ἐπιφανειακά, ἐπιπόλαια, παροδικά. Τά δεύτερα εἶναι μόνιμα, χαρακτηρίζουν τόν ἄνθρωπο καί ἀναφέρονται στήν ἴδια τήν φύσι του.
Αὐτά τά αἰώνια ἀνθρωπολογικά προβλήματα ἀναδύονται πάντα μέ τήν ἴδια δύναμι στή συνείδησι τοῦ ἀνθρώπου καί ἀσκοῦν τήν ἴδια ἀφόρητη πίεσι ἐπάνω της ζητῶντας ἐπίμονα καί λύσι. Τό αἴτημα νά δοθῆ λύσι σ᾽ αὐτά τά προβλήματα εἶναι προσωπικό. Ὁ καθένας ὀφείλει νά τά λύση γιά τόν ἑαυτό του.
Ἕνα τέτοιο καθολικό ὑπαρξιακό πρόβλημα εἶναι: οἱ ΗΔΟΝΕΣ. Ἀφ᾽ ἑνός οἱ αἰσθητές καί ἀφ᾽ ἑτέρου οἱ πνευματικές. Οἱ αἰσθητές ἡδονές εἶναι αὐτές πού γευόμαστε μέ τίς πέντε αἰσθήσεις, διά τῶν αἰσθητηρίων ὀργάνων τοῦ ἀνθρώπου. Οἱ πνευματικές ἡδονές εἶναι αὐτές πού τρέφουν τόν νοῦν τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι αὐτές πού τρέφουν τίς νοερές οὐσίες τῶν ἀσωμάτων. Εἶναι αὐτές πού θά κάνουν εὐτυχισμένο τόν ἄνθρωπο εἰς τήν αἰωνιότητα.

Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός - Περί μετανοίας



Zoom in (real dimensions: 292 x 400)Εικόνα

Θέλω και πάλιν να εκφράσω την συγκίνηση και την ευχαριστία μου, όπου πάλι ευρέθηκα εις το μέσον σας με την ιδαιτέραν πρόνοια του π. Γεωργίου, ο οποίος είναι τόσο
αγαπητός και σε μας και σε σας.

Στην εδώ σύναξη σας, μας δίδεται η ευκαιρία να ανακαινίσωμε μέσα μας, υπό μορφήν επαναλήψεως, τους στόχους και τους σκοπούς αυτούς ακριβώς πού μας απασχολούν και
προς τους οποίους επειγόμεθα οι πάντες. Ένας είναι ο σκοπός, ένας είναι ο στόχος. Η επαναφορά μας, η επιστροφή μας εκεί, όπου ο Ιησούς μας με την κένωση και την
παρουσία Του μας παρεχώρησε κληρονομικά. Το θέμα φυσικά της πίστεως μας και της εμμονής μας εις την αλήθεια την οποία κατέχομε είναι ήδη γνωστό και δεν χρειάζεται να το
σχολιάσωμε. Χάριτι Χριστού ευρίσκομαι σ’ ένα πλή­ρωμα πιστών πού προσπαθούν και αγωνίζονται σωστά, κατά την παράδοση της Εκκλησίας μας. Εκείνο το οποίον ήθελα
ιδιαιτέρως να σας υπενθυμίσω, είναι κάτι πού και σε μας τους μοναχούς, και σε σας τους λαϊκούς είναι απαραίτητο- σε μας δε είναι περισσότερο γνωστό και αυτό είναι το θέμα
της μετανοίας.

Το Ορθόδοξο φρόνημα και το φρόνημα του αποκρυφισμού



ΤΟ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΦΡΟΝΗΜΑ
ΚΑΙ ΤΟ ΦΡΟΝΗΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΥ

π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου (+)

Απόσπασμα από ομιλία του στο Ε' Σεμινάριο Πίστεως
(Αίγινα 21-27 Αυγούστου 1993)

     Η Ορθόδοξη πίστη και ζωή, το Ορθόδοξο δηλαδή φρόνημα και ήθος, είναι το φρόνημα του ταπεινοί Ιησού, ο οποίος Θεός ων ". . . εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού. . . " (Φιλιπ. β' 8). Το φρόνημα αυτό καλείται να πραγματώσει στη ζωή του ο Ορθόδοξος πιστός και είναι αναγκαίο να αντιληφθεί ότι είναι ασυμβίβαστο με το φρόνημα του αποκρυφισμού.

Σύμφωνα με την διδασκαλία της Εκκλησίας μας ο άνθρωπος δεν είναι κομμάτι του σύμπαντος νοουμένου μονιστικά, όπως πιστεύει ο αποκρυφισμός γενικότερα, αλλά είναι δημιούργημα της αγάπης του Τριαδικού Θεού. Ο Δημιουργός, ο οποίος δεν ταυτίζεται με τα δημιουργήματά χου, προνοεί γι' αυτά και δεν αφήνει τον άνθρωπο έρμαιο στα χέρια ανύπαρκτης ειμαρμένης. Από την ελεύθερη προαίρεση τού ανθρώπου, που είναι το κυριότερο δώρο με το οποίο έχει προικισθεί από το Θεό, εξαρτάται το εάν θα κάνει στη ζωή του το θέλημα του Θεού δικό του θέλημα ή όχι. Ο άνθρωπος, επειδή είναι ελεύθερος, είναι και υπεύθυνος για τις πράξεις του. Ο Θεός είναι ο κύριος της ιστορίας και όχι το απρόσωπο ανατολίτικο "κισμέτ", το οποίο είναι τελείως ξένο όχι μόνο προς το Ορθόδοξο φρόνημα, αλλά και προς τον δυτικό πολιτισμό γενικότερα.

Το ευσεβές φρόνημα της Εκκλησίας, έτσι όπως βιώνεται και αυθεντικά εκφράζεται από τους αγίους, είναι φρόνημα ασκητικό και προϋποθέτει αγώνα. Καλεί τον άνθρωπο σε φιλότιμο αγώνα, προκειμένου να εξέλθει από την εγωκεντρική, αυτονομημένη, άλογο ζωή των παθών και της αμαρτίας και να εισέλθει στην έλλογο και κατά φύσιν ζωή της Εκκλησίας. Αυτός ο αγώνας είναι που δίνει πραγματική χαρά στον άνθρωπο.
Αντίθετα ο αποκρυφισμός με τις θρησκευτικής τάξεως αυθαίρετες δοξασίες του, λατρεύοντας την κτίση και όχι τον κτίσαντα και αποδίδοντας στην κτίση φανταστικές ιδιότητες και δυνάμεις, δικαιώνει, κολακεύει και τροφοδοτεί τα πάθη και τις κατώτερες ορμές στον άνθρωπο και τον μεταβάλλει σε άβουλο και ανεύθυνο ον.

Η Ανάσταση του Χριστού και τα Ψεύδη των Εβραίων

του Θεολόγου και Φιλόλογου Νικολάου Σωτηρόπουλου
 
Αυτό που από την πρώτη στιγμή υποστήριξαν οι Εβραίοι, σχετικά με την Ανάσταση του Χριστού, είναι εκείνο το οποίο συνεχίζουν να υποστηρίζουν μέχρι και σήμερα, 2.000 χρόνια περίπου μετά. Ότι δηλαδή οι μαθητές του Χριστού, ήρθαν τη νύχτα και ενώ κοιμόνταν οι στρατιώτες-φύλακες του Τάφου, έκλεψαν το Σώμα Του και στη συνέχεια διέδωσαν πως Αυτός Αναστήθηκε.
 
Το συγκεκριμένο όμως επιχείρημα, ανατρέπεται χωρίς ιδιαίτερη σκέψη και με μεγάλη ευκολία από τα ίδια τους τα λεγόμενα. Διότι πώς είναι δυνατόν, οι φρουροί που υποτίθεται πως κοιμόνταν, να είδαν τους μαθητές του Χριστού να κλέβουν το Σώμα Του; «Εκείνοι που κοιμούνται δεν μπορούν να δουν πραγματικά γεγονότα, παρά μόνο όνειρα», παρατηρεί πολύ εύστοχα ο Άγιος Αυγουστίνος.
 
Ας υποθέσουμε όμως πως όλοι (!) οι φρουροί του Τάφου είχαν αποκοιμηθεί. Για πόσο θα μπορούσε να συνεχιστεί αυτό, από τη στιγμή που ένας πελώριος λίθος θα έπρεπε να μετακινηθεί για να ανοίξει ο Τάφος;
Ο λίθος που έφραζε την είσοδο του Τάφου, ήταν τεραστίων διαστάσεων. Αυτό πολύ απλά σημαίνει, πως εάν προσπαθούσαν κάποιοι να τον αποκυλήσουν, θα προξενούσαν τέτοιο ισχυρό θόρυβο, ώστε θα ήταν αδύνατον να μείνει έστω και ένας φρουρός που να συνεχίζει να κοιμάται.
Επομένως, γίνεται εύκολα αντιληπτό πως το επιχείρημα των Εβραίων, δεν μπορεί να σταθεί ούτε καν ως υπόθεση.
 
Ας προσπαθήσουμε όμως για λίγο να εισέλθουμε κι εμείς στην παρανοϊκή λογική τους, για να εξαλείψουμε και την παραμικρή αμφιβολία που μπορεί να υπάρξει, σχετικά με τα Ψεύδη που διέδωσαν και εξακολουθούν να διαδίδουν για την Ανάσταση του Κυρίου.
 
Ας εξετάσουμε λοιπόν το τι ακριβώς θα είχε συμβεί, εάν όλα αυτά τα αδιανόητα που ισχυρίζονται ήταν πραγματικότητα.
 
Πρώτα-πρώτα ο Πιλάτος θα είχε τιμωρήσει παραδειγματικά τους στρατιώτες της φρουράς του Τάφου, πράγμα που όχι απλά δεν συνέβη, αλλά και δεν υποστηρίχθηκε ποτέ από κανέναν, ούτε καν από τους ίδιους τους Εβραίους.
 
Έπειτα ο Πιλάτος, όπως είχε έρθει αρχικά σε συνεννόηση με τους Εβραίους, για την τοποθέτηση φρουράς έξω από τον Τάφο του Ιησού, έτσι και τώρα, αφού οι ίδιοι και πάλι θα το ζητούσαν, θα συνελάμβανε τους μαθητές Του και θα τους εξανάγκαζε να ομολογήσουν τον τόπο που έχουν κρύψει το Σώμα του Κυρίου τους. Έτσι θα δινόταν η ευκαιρία στους Εβραίους να το περιφέρουν σε ολόκληρη την Ιερουσαλήμ και να αποδείξουν σε όλους, πως ο Χριστός ήταν ένας λαοπλάνος και οι μαθητές Του επίσης, αφού δεν αναστήθηκε ποτέ, όπως ο Ίδιος Προείπε και όπως οι μαθητές Του κατόπιν διέδωσαν.
 
Τίποτα από τα παραπάνω όμως δεν έγινε ποτέ και δεν υποστηρίχθηκε ποτέ, ούτε από τους Εβραίους, ούτε από κανέναν άλλον. Κι αυτό γιατί ο Χριστός, και Θεός είναι, και Αναστήθηκε.
 
Χριστός Ανέστη αδελφοί.

Η Εξομολόγηση είναι άκρως απαραίτητη για τη Σωτηρία της ψυχής του ανθρώπου (Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου)

"Χριστιανός που δεν έχει Βαπτισθεί και δεν έχει Εξομολογηθεί, δεν μπορεί να σωθεί" (Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός)
"Στην ζωή την οποία βρισκόμαστε, είμαστε ικανοί και να πράξουμε και να ενεργήσουμε, στην δε μέλλουσα και αιώνια ζωή, δεσμεύονται όλες οι πρακτικές δυνάμεις της ψυχής και δεν υπάρχει ευκαιρία να πράξουμε κάτι το αγαθό, για την άφεση των αμαρτιών" (Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός)
"Μετά τον θάνατο δεν υπάρχει πλέον καιρός μετανοίας, και στον άδη η ψυχή η οποία νεκρώθηκε εξαιτίας των αμαρτιών, δεν μπορεί πλέον να επανέλθει στην ζωήν την κατά Θεόν" (Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος)
Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου: Λόγος 24ος, "Περί αμαρτίας και εξομολογήσεως" (Παράγραφοι 51-59)

51. Όταν λοιπόν διαπράξεις αμαρτία, μην περιμένεις την εκ μέρους άλλου κατηγορία, αλλά πριν να κατηγορηθείς κατηγόρησε εσύ τον εαυτό σου για τις πράξεις σου. Διότι εάν άλλος σε ελέγξει, τότε το κατόρθωμα δεν είναι αποτέλεσμα της δικής σου εξομολογήσεως, αλλά η διόρθωση επέρχεται ως αποτέλεσμα της κατηγορίας εκείνου. Εξομολόγηση δηλαδή δεν είναι το να κατηγορούμε τον εαυτό μας ύστερα από τον έλεγχο των άλλων, αλλά πρώτοι εμείς να κατηγορήσουμε τον εαυτό μας και να μην περιμένουμε τον έλεγχο εκ μέρους άλλων. Διότι ο Πέτρος, ύστερα από τη φοβερή εκείνη άρνηση (τότε που αρνήθηκε πως γνωρίζει τον Κύριο), επειδή αμέσως αναγνώρισε την αμαρτία του και χωρίς κανείς να τον κατηγορήσει, και το έγκλημά του ομολόγησε και πικρά έκλαψε, τόσο τέλεια καθαρίστηκε από την άρνησή του, ώστε έγινε πρώτος από όλους τους Αγίους Αποστόλους και σε αυτόν εμπιστεύθηκε ο Κύριος ολόκληρη την οικουμένη.

Περί σωτηρίας ψυχής και Παραδείσου - Επιστολή Γέροντος Εφραίμ του εν Αριζόνα


Θα έλθη καιρός, θα σημάνη ημέρα, θα έλθη στιγμή, όπου θα κλείσουν αυτά τα μάτια και θα ανοιχθούν τα της ψυχής. Τότε θα ίδωμεν νέον κόσμον, νέας υπάρξεις, καινήν κτίσιν, νέαν ζωήν μη έχουσαν τέρμα. Ο τίτλος της: «Αθανασία άπειρος». Η μεγάλη πατρίς άνω, άφθαρτος, αιώνιος, η άνω Ιερουσαλήμ, η μήτηρ των πρωτοτόκων, ένθα θα σκηνώσουν αι λελυτρωμέναι ψυχαί, τας οποίας απέπλυνεν εκ του ρύπου το αίμα του Αρνίου του ακάκου!
Τις δύναται να εκφράση δια λόγου και γραφίδος την χαράν, την αγαλλίασιν, την ευτυχίαν των σεσωσμένων εκείνων μακαρίων ψυχών; Μακάριοι οι εν Κυρίω αποθανόντες, ότι αναμένει αυτούς ο πλούτος της του Θεού χρηστότητος. Μακάριος όστις κερδίση λαχνόν δια την άνω πανήγυριν, πλούτος αναφαίρετος, δόξα ως Αυτός ο Θεός είπε: «και είπα υιοί υψίστου, τέκνα Θεού, κληρονόμοι Θεού, συγκληρονόμοι Χριστού».
Ο Κύριος προ του πάθους παρεκάλει τον Ουράνιον Πατέρα δια τους μαθητάς Του και δια τους μέλλοντας πιστεύειν δι’ αυτών: «Πάτερ, ους δέδωκάς μοι, θέλω ίνα όπου ειμί εγώ κακείνοι ώσι μετ’ εμού, ίνα θεωρώσι την δόξαν την εμήν ην δέδωκάς μοι, ότι ηγάπησάς με προ καταβολής κόσμου» (Ιωαν. 17,24 ).
Πόση η αγάπη του Ιησού δι’ ημάς! Έλαβε την ανθρωπίνην φύσιν και εκρεμάσθη επί του Σταυρού, αποδίδοντας εις ημάς την ελευθερίαν και την εξόφλησιν του χρέους προς τον Ουράνιόν Του Πατέρα, και ως προσφιλέστατος αδελφός, μας αξιώνει της συγκληρονομίας, του απείρου πλούτου, του Ουρανίου Του Πατρός!
Ω, οποία αγάπη προς ημάς! Ω, της ψυχρότητός μας προς Αυτόν! Ω, της αχαριστίας μου προς τον ευεργέτην μου! Θεέ μου, Θεέ μου, λυπήσου με και μη με καταδικάσης ανταξίως των έργων μου!